Ουσιαστικά ο όρος fast food χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1951 στο λεξικό «Merriam-Webster» για το φαγητό που παρασκευάζεται και καταναλώνεται σε μονάδες γρήγορης και μαζικής εστίασης που προσφέρουν προ-μαγειρεμένο φαγητό. Ως ιδέα, το fast food υπήρχε στην αρχαία Ελλάδα και Ρώμη, όπου στα εμπορικά σταυροδρόμια υπήρχε πάντοτε ένας μεταπωλητής έτοιμων τροφίμων. Κυρίως αρτοσκευασμάτων που παρασκευάζονταν σε κεντρικούς φούρνους. Η ανάγκη των ανθρώπων να τραφούν γρήγορα, λόγω έλλειψης χρόνου, αποτελούσε πάντοτε και την ανάπτυξη συναφών εμπορικών δραστηριοτήτων. Ωστόσο, τον 21ο αιώνα και με την αφύπνιση του κόσμου σε θέματα υγιεινής και περιβάλλοντος, η μαζική εστίαση, η μη ελεγχόμενη χρήση πρώτων υλών και η άγνωστη προέλευσή τους οδήγησαν σε μια νέα τάση: την παρασκευή γρήγορου φαγητού στο σπίτι με ποιότητα και σεβασμό στο τελικό προϊόν. Η έννοια του έχει αμφισβητηθεί, μιας και έρχεται σε αντίθεση με την αρχική έννοια του fast food: φαγητό που παρασκευάζεται γρήγορα και μαζικά για να καταναλωθεί βιαστικά.
Στα σπιτικά fast food συγκαταλέγονται τα sandwiches, τα ελληνικά σουβλάκια, οι κρέπες, οι πίτσες, τα burgers, οι quesadillas κλπ.