Τι σας ελκύει στην ιστορία του "Άνθρωπου ελέφαντα" και του αφιερώσατε ένα έργο;
Η αληθινή ιστορία του Τζόζεφ Μέρικ, που έμεινε γνωστός ως ο "Άνθρωπος Ελέφαντας" δεν έχει σταματήσει να μας γοητεύει από το 1923, όταν και καταγράφηκε για πρώτη φορά, μέχρι σήμερα. Ο πρώτος που δημοσιοποίησε το περιστατικό ήταν ο χειρουργός Φρέντερικ Τριβς, ο άνθρωπος που διέσωσε τον Τζόζεφ Μέρικ από τα freak shows της εποχής προσφέροντάς του ένα ασφαλές καταφύγιο για να περάσει τα τελευταία χρόνια της -σύντομης- ζωής του. Ο Τριβς, εκτός από εξαιρετικά διακεκριμένος χειρουργός, ήταν και λογοτέχνης. Είναι μάλιστα ενδιαφέρον το γεγονός πως δίσταζε να καταγράψει την ιστορία αυτή. Σε ένα γράμμα του προς τον εκδότη του γράφει: "Η ιστορία του Ανθρώπου Ελέφαντα είναι, υποθέτω, μοναδική και στα χέρια ενός πιο ικανού συγγραφέα θα αποτελούσε εξαιρετικό υλικό… Σε ικετεύω να είσαι απολύτως ειλικρινής μαζί μου. Τα βιβλία μου, μέχρι σήμερα, ήταν επιτυχημένα και δε θα ήθελα να κλείσω την καριέρα μου με μια αποτυχία (…) Μπορεί ό,τι περιγράφω να είναι αλήθεια αλλά δεν ξέρω κατά πόσον είναι σημαντικό αυτό, αμφιβάλλω αν αυτές είναι αλήθειες που το κοινό θέλει να διαβάσει". Αυτή η τελευταία φράση έχει, για μένα τουλάχιστον, μεγάλη αξία. Η ιστορία του Ανθρώπου Ελέφαντα μας ελκύει και ταυτόχρονα μας απωθεί γιατί από τη μία είναι αληθινή κι από την άλλη περιλαμβάνει αλήθειες για την ανθρώπινη φύση που θα θέλαμε να ξεχάσουμε. Αυτή η διπλή "τάση" είναι νομίζω που κάνει την ιστορία αυτή να μας "στοιχειώνει" ως ανθρωπότητα και είναι και ο λόγος για τον οποίον η μοίρα του Τζόζεφ Μέρικ δεν ξεχνιέται αλλά, αντιθέτως, "αναδύεται" σε διαφορετικές χρονικές περιόδους ως σημαντική και σχετική.
Πού βασιστήκατε, όσον αφορά στο υλικό και τις πηγές;
Για να γράψω το έργο έκανα πρώτα μια μεγάλη μελέτη, υπάρχουν αρκετές πηγές σχετικά με την ιστορία του Μέρικ. Η πρώτη και βασικότερη είναι αυτή που ανέφερα ήδη, η συλλογή του Τριβς με τίτλο "The Elephant Man and other Reminiscences" που πρωτοεκδόθηκε το 1923 και (παρά τις αμφιβολίες του συγγραφέα) έμελλε να είναι το έργο με το οποίο ταυτίστηκε και για το οποίο έμεινε γνωστός μέχρι τις μέρες μας. Στη συνέχεια υπάρχει η πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη του διακεκριμένου ανθρωπολόγου Άσλεϊ Μόνταγκιου, "The Elephant Man, A study in Human Dignity", που εκδόθηκε το 1971. Ο Μόνταγκιου είχε διαβάσει το διήγημα του Τριβς όταν ήταν νεότερος και δεν το είχε ξεχάσει, όταν λοιπόν μετά από χρόνια κατάφερε να βρει ένα αντίτυπο του εξαντλημένου πλέον βιβλίου αποφάσισε να συμπεριλάβει το διήγημα στη μελέτη του (κι έτσι σώθηκε μέχρι τις μέρες μας) και να χρησιμοποιήσει την ιστορία του Μέρικ για να αναλύσει τις απόψεις του πάνω στο περίφημο ερώτημα "nature or nurture", αν δηλαδή είναι τα γονίδιά μας ή η ανατροφή μας αυτό που μας καθορίζει ως άτομα. Το ερώτημα αυτό βρίσκεται και στον πυρήνα του δικού μου έργου. Τι μας κάνει αυτό που είμαστε; Είναι η φύση μας ή η επαφή μας με τους άλλους που μας κάνει "ανθρώπινους" και που καθορίζει το πώς αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας; Η μελέτη του Μόνταγκιου, που ήταν ήδη εξαιρετικά διάσημος εκείνη την εποχή, ξανάφερε την ιστορία του Ανθρώπου Ελέφαντα στο προσκήνιο. Νομίζω αυτό αποτέλεσε και έναυσμα για τον Πόμερανς για να γράψει το πολύ πετυχημένο θεατρικό του έργο το 1976 και για τον Λιντς να γυρίσει την ιστορική πλέον ταινία του το 1980. Εγώ, γράφοντας σήμερα, το 2024, είχα την τύχη να έχω πρόσβαση και σε μεταγενέστερες μελέτες και βιογραφίες που γράφτηκαν για τον Μέρικ, με κυριότερα τα "The True History of the Elephant Man" των Howell και Ford και το "Joseph" της Mungovin. Ταυτόχρονα έψαξα πολύ σε δημοσιεύματα της εποχής (μην ξεχνάτε πως η ιστορία του Τζόζεφ Μέρικ έγινε γνωστή στο αγγλικό κοινό όσο εκείνος ήταν ακόμα εν ζωή καθώς ο γιατρός Τριβς έγραψε μια επιστολή στους "Times" προσπαθώντας να μαζέψει χρήματα για να μπορέσει να κρατήσει τον Μέρικ στο νοσοκομείο. Το πέτυχε και το περιστατικό έχει καταγραφεί ως το πρώτο πετυχημένο crowdfunding της ιστορίας), σε γραπτά άλλων γιατρών του Νοσοκομείου του Ανατολικού Λονδίνου όπου φιλοξενήθηκε ο Μέρικ, στις επιστολές του Νόρμαν -του ανθρώπου που "διαχειριζόταν" τον Μέρικ όταν ακόμα εκείνος εκτίθετο στα freak shows του Λονδίνου- στις σύγχρονες επιστημονικές μελέτες γύρω από το σύνδρομο του Πρωτέα (από το οποίο γνωρίζουμε σήμερα πως υπέφερε ο Μέρικ) κ.λπ. Συνεπώς στο έργο υπάρχουν "θαμμένα" πάρα πολλά αληθινά στοιχεία αυτής της πολύ πραγματικής και πολύ θλιβερής ιστορίας που μοιάζει από μόνη της με ένα λυπητερό και ταυτόχρονα αφάνταστα τρυφερό παραμύθι.
Πώς εξελίσσεται η ιστορία; Ως μυθοπλασία ή/και ντοκουμέντο;
Υπάρχει ένα πάρα πολύ μεγάλο κομμάτι μυθοπλασίας που θα έλεγα ότι αποτελεί και τον βασικό άξονα της ιστορίας και έχει να κάνει κυρίως με τις σχέσεις που διαμορφώνονται ανάμεσα στους τέσσερεις χαρακτήρες του έργου, τις δυναμικές και την αλληλεπίδραση των σχέσεων αυτών και τον τρόπο που όλα αυτά καθορίζουν την πορεία των ηρώων. Άλλωστε ο λόγος για τον οποίον έγραψα το έργο δεν ήταν για να θυμηθούμε την αληθινή ιστορία του Τζόζεφ Μέρικ, ή για να την καταγράψω με μεγαλύτερη ακρίβεια. Νομίζω πως κάθε αληθινό γεγονός που κρύβεται πίσω από ένα έργο τέχνης αποτελεί απλώς μια αφορμή για να διαλογιστεί κανείς πάνω σε συγκεκριμένες πτυχές της ανθρώπινης φύσης και της ανθρώπινης κοινωνίας και να θέσει μέσα από το έργο του τα ερωτήματα που του προκύπτουν. Τα ερωτήματα αυτά είναι μοναδικά για κάθε δημιουργό και έχουν να κάνουν οπωσδήποτε με την ιδιοσυγκρασία του αλλά και με την εποχή του, τα διλήμματά της και τις αγωνίες της.
Ποια είναι για εσάς αυτά τα μοναδικά ερωτήματα;
Για μένα ένα πολύ γοητευτικό και (πάντα) επίκαιρο στοιχείο της ιστορίας του Μέρικ, είναι η ανθρώπινη ανάγκη μας για τους άλλους. Όπου ανάγκη θα μπορούσε κανείς να βάλει και εξάρτηση, τόσο θεμελιώδης και σπαρακτική είναι η ένταση της ανάγκης αυτής. Στην περίπτωση του Μέρικ η εξάρτησή του από τους άλλους ήταν κυριολεκτική: λόγω της κατάστασης της υγείας του δεν μπορούσε να εργαστεί, λόγω της εμφάνισής του δεν μπορούσε να κοινωνικοποιηθεί… Στην περίπτωση των υπόλοιπων ηρώων του έργου (αλλά και των περισσότερων από εμάς) η εξάρτηση παίρνει άλλες διαστάσεις: ψυχολογικές, οικονομικές, συναισθηματικές… Έτσι ο Τζόζεφ λειτουργεί σαν ένας καθρέφτης πάνω στον οποίον προβάλλονται τα είδωλα των υπόλοιπων ηρώων, συχνά παραμορφωμένα. Άλλωστε συμβαίνει συχνά αυτό, τα πιο ευάλωτα άτομα της κοινωνίας μας (είτε πρόκειται για κάποιον που ασθενεί, είτε για έναν ηλικιωμένο, είτε για ένα παιδί) έχουν έναν τρόπο να μας καθρεφτίζουν. Κι η συναναστροφή μας μαζί τους, οι προθέσεις μας απέναντί τους, οι παρορμήσεις μας και οι ενστικτώδεις αντιδράσεις μας σε αυτά είναι κάτι που αν το παρατηρήσουμε μπορεί να μας μάθει κάτι σημαντικό για εμάς ως άτομα αλλά και ως κοινωνία. Το πώς απαντάμε στην ευαλωτότητα, τη δική μας και των άλλων, και το αν και υπό ποιες συνθήκες αυτή η ίδια η ευαλωτότητα μπορεί να αποτελέσει μια μορφή δύναμης κι έναν καταλύτη προς τη μεταμόρφωση και την εξέλιξη είναι επίσης ερωτήματα που με απασχόλησαν και που ελπίζω πως θα γεννήσει το έργο στο μυαλό των θεατών.
Υπάρχουν, έμμεσες ή άμεσες, γέφυρες με τη σύγχρονη εποχή;
Ζούμε σε μια εποχή εξάρτησης και εθισμού. Όλοι οι άνθρωποι ζουν πάντα σε μια τέτοια εποχή μάλλον. Στο έργο μας, που διαδραματίζεται στην εποχή του Μέρικ, οι άνθρωποι παρουσιάζονται εθισμένοι στη μορφίνη ή στα βίαια θεάματα, στα χρήματα, στο αλκοόλ ή ακόμα και στην ταυτότητά τους ως επιτυχημένοι επιστήμονες, πατριάρχες, φιλάνθρωποι... Σήμερα κάποιοι από τους εθισμούς μας διαφέρουν. Είμαστε όλοι εθισμένοι στις οθόνες των κινητών μας, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην επικαιρότητα, στην ταχύτητα με την οποία γίνονται τα πράγματα… Ο λόγος όμως για τον οποίον δημιουργείται αυτό το κενό που προσπαθούμε να γεμίσουμε (με το δηλητήριο της προτίμησής του ο καθένας από εμάς) δε μου φαίνεται να διαφέρει και πολύ. Κάνουμε ό,τι κάνουμε αναζητώντας πάντα τους άλλους: την επαφή και τη σύνδεση μαζί τους, την αποδοχή και την αγάπη τους, την εκτίμηση και τη συντροφιά τους. Ψάχνουμε τους άλλους με την ελπίδα πως θα μας δεχτούν όσο διαφορετικοί κι αλλόκοτοι κι αν είμαστε.
H Τζούλια Διαμαντοπούλου εργάζεται στο θέατρο ως μεταφράστρια, κειμενογράφος, δραματουργός και συγγραφέας. Μεταφράσεις και διασκευές της έχουν ανεβεί στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ ("Into the woods"), στο Δημοτικό Θέατρο Ολύμπια ("Οι Απάχηδες των Αθηνών") στο Μικρό Εθνικό ("Πινόκιο", "Στα όρια"), στο Θέατρο του Νέου Κόσμου ("Το Νούμερο 31328", "Ο Τίποτας"), στο Σταθμό ("Μούρη γεμάτη μούρα"). Κατέγραψε επίσης τις αφηγήσεις της Ξένιας Καλογεροπούλου στο βιβλίο "Πριν τα ξεχάσω. Μισός αιώνας θέατρο για παιδιά" (εκδόσεις Εθνικού Θεάτρου).
Η παράσταση ανεβαίνει σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Αγιοπετρίτη-Μπογδάνου, μουσική σύνθεση του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη, σκηνογραφία των Μαριάνθης Ράδου & Δημήτρη Αγιοπετρίτη-Μπογδάνου, ενδυματολογία της Αρχοντούλας Τσατσουλάκη, φωτισμούς της Σοφίας Αλεξιάδου και κινησιολογία του Κωνσταντίνου Κουνέλα. Ερμηνεύουν: Άλκης Μπακογιάννης (Τζόζεφ Μέρικ), Βίκυ Παπαδοπούλου (Ματζ Κένταλ), Γιώργος Στάμος (Τομ Νόρμαν), Δημοσθένης Φίλιππας (Φρέντερικ Τριβς).
Περισσότερες πληροφορίες
Ο Άνθρωπος Ελέφαντας, έτσι τον είπαν
Η αληθινή συγκινητική ιστορία του «Ανθρώπου Ελέφαντα», ενός φρικτά παραμορφωμένου άνδρα, που έγινε γνωστή από την πολυβραβευμένη κινηματογραφική ταινία του Ντέιβιντ Λιντς. Η νέα θεατρική εκδοχή της που επιχειρεί να φωτίσει τα πιο σκοτεινά ερωτήματα της ανθρώπινης φύσης, βασίζεται στα τεκμήρια που άφησαν πίσω τους οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της ιστορίας, με τους ηθοποιούς να αφηγούνται όλοι μαζί όλα όσα έζησε ο Τζόζεφ Μέρικ, ο εμβληματικός αντιήρωας του οποίου το μονοπάτι είναι αφενός σπαρακτικό αφετέρου σύμβολο ελπίδας. Σε μια εποχή που αντιμετώπιζε τη διαφορετικότητα με φόβο και αποστροφή, ο Τζόζεφ Μέρικ αντιστάθηκε με σπάνια ψυχική ανθεκτικότητα και αξιοπρέπεια στις αντιλήψεις και τις προκαταλήψεις της κοινής γνώμης. Η οδύσσεια αυτού του ανθρώπου που αναγκάστηκε κατά τη διαδρομή του να αμφισβητήσει κάθε εγγενές χαρακτηριστικό του αλλά και που τελικά είχε τη γενναιότητα να σταθεί ακέραιος μπροστά στον καθρέφτη του, αποτελεί φάρο για κάθε πλάσμα που διαφέρει από την πλειοψηφία.