Για πρώτη φορά στη σκηνή ανέβασε την περσινή άνοιξη ο Έκτορας Λυγίζος το μυθιστόρημα του κορυφαίου Αυστριακού συγγραφέα Τόμας Μπέρνχαρντ, "Ο αποτυχημένος", ρίσκο που τον δικαίωσε, καθώς η παράσταση που παρουσιάστηκε στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ υπήρξε ένα επιτυχημένο καλλιτεχνικό και εμπορικό στοίχημα. Έτσι μετά τον περσινό κύκλο των sold out παραστάσεων, ο "Αποτυχημένος" με τις ερμηνείες του Γιάννη Νιάρρου, του Άρη Μπαλή, της Αμαλίας Μουτούση και του σκηνοθέτη επιστρέφει στις 9 Οκτωβρίου.
Στο έργο παρακολουθούμε την επινοημένη συνάντηση τριών υπαρκτών προσώπων σε μια "πραγματεία" για την αποτυχία: πρόκειται για την αφήγηση ενός Αυστριακού πιανίστα, ο οποίος ανασύρει αναμνήσεις από την περίοδο που αυτός και ο φίλος του Βέρτχαϊμερ είχαν παρακολουθήσει μαθήματα πιάνου μαζί με τον σπουδαίο πιανίστα Γκλεν Γκουλντ. Η γνωριμία τους μαζί του έμελλε να αποδειχτεί συντριπτική, καθώς ακούγοντάς τον να παίζει τις "Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ" του Μπαχ –το έργο που τον εκτίναξε–, ο μεν αφηγητής καταπιάστηκε με τη συγγραφή μιας πραγματείας "Για τον Γκλεν Γκουλντ", που αδυνατεί να ολοκληρώσει, ο δε Βέρτχαϊμερ κρατάει επί ματαιώ σημειώσεις για ένα δοκίμιο με τίτλο "Ο αποτυχημένος", δηλαδή με τον χαρακτηρισμό που του κόλλησε ο Γκουλντ.
"Σε αυτήν τη φανταστική συνάντηση βλέπω την αφορμή να αισθανθεί κάποιος συντετριμμένος από τη σύγκριση", εξηγούσε στο "α" ο Έκτορας Λυγίζος, "αλλά εντέλει βλέπω και τη σύγκλιση επιτυχημένων και αποτυχημένων, το πώς ο καθένας μπαίνει στα δικά του αδιέξοδα, στο γεγονός ότι αυτό που έχει στο κεφάλι του δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Βλέπω, πέρα από το συναίσθημα της αποτυχίας του καλλιτέχνη, μια γενικότερη διαχείριση της αποτυχίας του ανθρώπου", εξηγεί. Η θεατρική διασκευή, βασισμένη στη μετάφραση του Βασίλη Τομανά, μετασχηματίζει τη μονολογική αφήγηση του πρωτοτύπου σε μουσικοθεατρική παράσταση για τέσσερις φωνές και ένα πιάνο.
Βασικό εργαλείο της παράστασης είναι η συνεχής συνομιλία του εκφερόμενου λόγου με τη μουσική: σε μια συνθήκη όπου η χρήση του πιάνου ομοιάζει με τη μουσική συνοδεία σε μάθημα χορού, τα μοτίβα του Μπαχ μπλέκονται με την ομιλία, αναδεικνύοντας τις μουσικές της ιδιότητες. Αξιοποιώντας, άλλωστε, τη συνήθεια του ίδιου του Γκουλντ να σιγομουρμουρίζει τις νότες ενώ έπαιζε πιάνο, οι ηθοποιοί χρησιμοποιούν το περιστασιακό σιγοτραγούδισμα ως μια επιπλέον μουσική γραμμή στη συνολική παρτιτούρα της παράστασης, η οποία κινείται στον ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στην πρόζα και το μουσικό θέατρο, συνθέτοντας έτσι ένα ιδιότυπο "προφορικό μιούζικαλ".
"Αξίζει ιδιαίτερης σημείωσης το γεγονός ότι η παράσταση απέδωσε γλαφυρά το (πικρό και σαρκαστικό) χιούμορ του συγγραφέα. Παίρνοντας το ρίσκο μιας σχεδόν φαρσικής απόδοσης (πόσο χαρακτηριστικές η κυκλική πόρτα και οι συνεχείς είσοδοι και έξοδοι των ηθοποιών), ο Λυγίζος κατάφερε να αποτυπώσει όλο το δράμα που κρύβεται στη φάρσα, ενώ η υπαρξιακή και καλλιτεχνική αγωνία των προσώπων συναντήθηκε με τις εύστοχες στην κωμικότητά τους ερμηνείες" διαβάζουμε στην κριτική του "α".
Μουσικός σύμβουλος της παράστασης είναι ο Χαράλαμπος Γωγιός. Το σκηνικό υπογράφει η Μυρτώ Λάμπρου, τα κοστούμια η Άλκηστη Μάμαλη, ενώ συνεργάτης στην κίνηση είναι ο Δημήτρης Μυτιληναίος. Τον σχεδιασμό φωτισμών έχει αναλάβει ο Δημήτρης Κασιμάτης, τον σχεδιασμό μακιγιάζ και κομμώσεων η Ιωάννα Λυγίζου και τον σχεδιασμό του ήχου ο Μπράιαν Κουν.
Ανδρέας Σιμόπουλος©
Η ιστορία
Ένας μεσήλικας μπαίνει σε ένα παρηκμασμένο ξενοδοχείο κάπου στην αυστριακή επαρχία. Λίγες μέρες πριν, έχει λάβει ένα τηλεγράφημα που τον ειδοποιεί ότι ο φίλος του Βέρτχαϊμερ εγκατέλειψε την κοντινή εξοχική κατοικία του και αυτοκτόνησε. Περιμένοντας την ξενοδόχο να εμφανιστεί, ο ανώνυμος αφηγητής πλημμυρίζεται από σκέψεις καθώς αναθυμάται γεγονότα και συνομιλίες της σημαδιακής φιλίας ανάμεσα στον ίδιο, τον Βέρτχαϊμερ και τον Γκλεν Γκουλντ, έναν από τους σημαντικότερους πιανίστες του 20ού αιώνα. Πριν από 28 χρόνια, επίδοξοι δεξιοτέχνες πιανίστες και οι τρεις τους, παρακολούθησαν έναν κύκλο μαθημάτων του διάσημου Ρώσου πιανίστα Βλαντιμίρ Χόροβιτς. Η συνάντηση του αφηγητή και του Βέρτχαϊμερ με τον Γκουλντ ήταν συντριπτική. Ακούγοντάς τον να παίζει σε ένα μάθημα τις "Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ" του Μπαχ, αποφασίζουν να παρατήσουν το πιάνο. Ο μεν αφηγητής καταπιάνεται με τη συγγραφή μιας πραγματείας με τίτλο "Για τον Γκλεν Γκουλντ", την οποία μια ζωή σκίζει και ξαναγράφει, ο δε Βέρτχαϊμερ κρατάει επί δεκαετίες σημειώσεις για ένα δοκίμιο με τον τίτλο "Ο αποτυχημένος", τον χαρακτηρισμό που του κόλλησε ο Γκουλντ από την αρχή της γνωριμίας τους. Τώρα, σχεδόν ένα χρόνο μετά τον θάνατο του (μυθοπλαστικού) Γκουλντ στα 51 του από συγκοπή, ενώ έπαιζε τις "Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ", και λίγες μόλις μέρες μετά την αυτοκτονία του Βέρτχαϊμερ, ο αφηγητής, στοιχειωμένος από την παρουσία των νεκρών συμμαθητών του, θα συναντήσει την ξενοδόχο, πρώην ερωμένη του Βέρτχαϊμερ, που θα του αφηγηθεί τις τελευταίες μέρες του φίλου του πριν από την αυτοχειρία.
Πάνω σ’ αυτόν τον περίπλοκο καμβά αυτής της επινοημένης φιλίας ανάμεσα σε έναν μυθικό Καναδό κλειδοκυμβαλιστή (όπως αποκαλούσε ο ίδιος τον εαυτό του) και δύο χολωμένους Αυστριακούς που έζησαν τη ζωή τους ως αποτυχημένοι πιανίστες, ο Μπέρνχαρντ γράφει το 1983 στο γνωστό παραληρηματικό ύφος του ένα σύντομο μυθιστόρημα που λειτουργεί συγχρόνως ως βιτριολική πραγματεία πάνω στον φθόνο, τη φιλοδοξία, τη φήμη, την ιδιοφυΐα, την τελειοθηρία, την εμμονή και τη ματαίωση. Αφηγούμενος την απόγνωση με αδιάκοπο καυστικό χιούμορ αλλά και με βαθιά αγάπη για τους σακατεμένους του ήρωες, ο συγγραφέας μοιάζει να οργανώνει όλη την ιστορία πάνω στην επαναληπτική, κυκλική δομή των "Παραλλαγών Γκόλντμπεργκ" (που αποτελούνται από ένα σύντομο μουσικό θέμα και τριάντα παραλλαγές του) αποδίδοντας βασανιστικά και την ίδια στιγμή απολαυστικά τον εγωκεντρισμό, τις έμμονες ιδέες, τους ψυχαναγκασμούς και την καθήλωση των προσώπων στα ανυπέρβλητα αδιέξοδά τους. Όπως και σε κάθε έργο του, όμως, δεν ξεχνά να καυτηριάσει ανελέητα την ηθική παρακμή της μεταπολεμικής Αυστρίας, που, δεκαετίες μετά την πτώση του ναζισμού, ποτισμένη ακόμα με κυνισμό και σκληρότητα, εξακολουθεί να λειτουργεί με τον νόμο του απόλυτου νικητή και των απεγνωσμένων ηττημένων.
Περισσότερες πληροφορίες
Ο αποτυχημένος
Γραμμένο το 1983 στο γνωστό παραληρηματικό ύφος του Τόμας Μπέρνχαρντ, το μυθιστόρημα “Ο αποτυχημένος” σφράγισε τη γερμανόφωνη λογοτεχνία κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Η θεατρική διασκευή, η οποία βασίζεται στη μετάφραση του Βασίλη Τομανά, μετασχηματίζει τη μονολογική αφήγηση του πρωτοτύπου σε μουσικοθεατρικό έργο για τέσσερις φωνές και ένα πιάνο. Ο θρυλικός Καναδός πιανίστας Γκλεν Γκουλντ, δύο πρώην συμμαθητές του που έζησαν τη ζωή τους ως αποτυχημένοι πιανίστες, οι “Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ” του Μπαχ, το φουαγέ ενός κεντροευρωπαϊκού ξενοδοχείου που είναι παρατημένο και η ιδιοκτήτριά του συνθέτουν ένα ιδιότυπο «προφορικό μιούζικαλ» για την ιδιοφυΐα, την εμμονή αλλά και τη ματαίωση.