Η παράσταση είναι για μένα μέρος μια προσωπικής τετραλογίας -"Η άλλη πλευρά της Καταιγίδας" (ΕΦ 2022), "Βασιλιάς Ληρ" (ΕΘ 2023), "Μαχαγκόννυ" (ΕΛΣ 2024), "Δον Κάρλος" (ΚΘΒΕ 2024-25)-, όπου διερευνώ τη σχέση θεάτρου και κινηματογράφου, της ζωντανής θεατρικής δράσης με το ζωντανό βίντεο, και όπου οι ηθοποιοί συνομιλούν επί σκηνής με τις κάμερες και τις οθόνες, με μια κοινή και στα τέσσερα έργα θεματολογία: πώς η εξουσία και το χρήμα, σε μια κοινωνία χωρίς μητέρες και με τη γυναίκα σε θέση υποταγής, τρελαίνει τους ανθρώπους (πρώτα τους ίδιους τους άντρες-πατέρες) και τους εξοντώνει, ηθικά, πνευματικά, και φυσικά, πώς ο άνθρωπος χάνει την ανθρώπινη υπόστασή του — την ψυχή του, το πνεύμα του, το σώμα του, και πώς μπορεί μέσα από αυτή την κόλαση να βρει έναν αληθινό, ισορροπημένο εαυτό. Στην "Άλλη πλευρά της Καταιγίδας", βλέπαμε σε όλη την παράσταση έναν αρσενικό εγκέφαλο (του Πρόσπερο/Όρσον Ουέλς) να λειτουργεί υπό πλήρη έλεγχο, όπου ό,τι συνέβαινε ήταν μέρος ενός δικού του master plan με πολύ συγκεκριμένο στόχο και μέσα, σ’ ένα κινηματογραφικό στούντιο, σ’ ένα περιβάλλον χολιγουντιανής ψευδαίσθησης.
Στον "Βασιλιά Ληρ" τώρα, παρακολουθούμε τη λειτουργία ενός άλλου αρσενικού εγκεφάλου, του εγκεφάλου του Ληρ (το έργο δεν λέγεται τυχαία "Βασιλιάς Ληρ"), της κεφαλής (κυριολεκτικά και μεταφορικά) μιας μεγάλης εγκληματικής οργάνωσης*, βασισμένης σ’ έναν άκαμπτο πατριαρχικό κώδικα κοινωνικής δομής (θα μπορούσε να είναι και ένα απολυταρχικό ή ακόμα και ένα αυταρχικό κράτος), από τη στιγμή που παίρνει την σπουδαιότερη (και καταστροφικότερη απ’ όλες και για όλες τις πλευρές) απόφαση της ζωής του, μέχρι τη στιγμή του θανάτου του — και για λίγα λεπτά μετά από αυτόν. Αλλά είναι ένας εγκέφαλος που, από την αρχή που τον "συναντάμε", έχει ήδη αρχίσει να χάνει τον έλεγχο, έλεγχο που ήταν πάντα η μεγάλη του δύναμη, ή μάλλον ολόκληρη η δύναμή του, η μόνη του δύναμη, στην πραγματικότητα. Και βλέπουμε βήμα-βήμα την κατάρρευσή του, την διάλυσή του, μέχρι τον βιολογικό του θάνατο.
Φανταστείτε το βέβαια αυτό χωρίς εγκεφαλογραφήματα και επιστημονικές ή ιατρικές απεικονίσεις και γραφικές παραστάσεις, αλλά με τα υλικά του Σαίξπηρ: σπάνιο ποιητικό κείμενο, συνταρακτική εικονοποιΐα, συναρπαστική πλοκή, μεγάλες ιδέες, και όλο το οπλοστάσιο των μυθοπλασιών γύρω από το σύμπαν του υποκόσμου: βία, σκοτάδι, θάνατος, πίστη, προδοσία, αβυσσαλέοι έρωτες, συνωμοσίες, παράνομα πάθη, εκδίκηση. Στον "Ληρ", τώρα, προσθετικά στο πιο πάνω σκεπτικό (και συναφώς με το θέμα του υποκόσμου), παρεισφρέει και μια άλλη, πολύ σοβαρή διάσταση: αυτή ενός σχεδόν αποκλειστικά αρσενικού κόσμου, χωρίς μητέρες, στον οποίο οι γυναίκες, για να επιβιώσουν, είτε πρέπει να υποταχθούν στους κανόνες που θέτουν τα κυρίαρχα αρσενικά, είτε να οικειοποιηθούν τα αυταρχικά πρότυπα και να τα μιμηθούν, καταπιέζοντας αφόρητα την γυναικεία τους φύση, είτε να αποκτήσουν όλα τα αρπακτικά χαρακτηριστικά του αρσενικού, διαστρέφοντας και πάλι τη φύση τους.
*Ο υπο-κόσμος του Ληρ
Είναι σχεδόν σατανική η απόλυτη ταύτιση, το πόσο δηλαδή όλα τα στοιχεία, οι ιδέες, οι σχέσεις, οι δράσεις, οι αξίες, μέχρι και το λεξιλόγιο το ίδιο, από το σαιξπηρικό έργο, συμπίπτουν με τα αντίστοιχα εκφραστικά σχήματα μιας σύγχρονης μαφιόζικης οργάνωσης: ένας σκληροτράχηλος, σκληροπυρηνικός, βαθιά πατριαρχικός, ιδεοληπτικός και θρησκόληπτος κόσμος, που αποτελείται από αέναα αντιμαχόμενες και θανάσιμα εχθρικές προς άλληλες, παρατάξεις, οικογένειες, μέλη, όπου πόλεμοι και συγκρούσεις μαίνονται με στόχο την εξουσία και το χρήμα. Μέσα για την κατάκτηση αυτών των υπέρτατων "αξιών" είναι η ακραία βία, η στυγνή εξαπάτηση, η απροκάλυπτη προδοσία, ο αδίστακτος φόνος, η ανελέητη εκδίκηση, η συμμαχία με τον διάβολο, ενώ όλη την ώρα γίνεται από όλους -τι ειρωνία: απολύτως ειλικρινά!- επίκληση του Θεού, των Αγίων, της θρησκευτικής πίστης και των εκκλησιαστικών μυστηρίων και κανόνων. Στο τέλος της μέρας, σ’ ένα τέτοιο σύμπαν, η συγχώρεση γίνεται αδύνατη, η λύτρωση καρικατούρα, η βία αυτοσκοπός, η καταστροφή -συμπεριλαμβανομένης της αυτοκαταστροφής- ο μόνος στόχος, ο θάνατος η μόνη διέξοδος από την κόλαση, που κάποτε όλοι αυτοί την ονειρεύτηκαν ως παράδεισο: το ένστικτο της καταστροφής αυτονομείται και γίνεται ανεξέλεγκτο.
Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στις 16 Δεκεμβρίου, στην Κεντρική Σκηνή του Τσίλλερ. Η μετάφραση είναι του Διονύση Καψάλη, η διασκευή και σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά, τα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη, τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, η μουσική του Gary Salomon, η κίνηση της Μαρκέλλας Μανωλιάδη, τα βίντεο του Παντελή Μάκκα, οι φωτισμοί της Ελίζας Αλεξανδροπούλου. Εμηνεύουν: Λεωνίδας Κακούρης (Βασιλιάς Ληρ), Αλεξία Καλτσίκη (Γκόνεριλ), Ανθή Ευστρατιάδου (Ρίγκαν), Ιωάννα Κολλιοπούλου (Κορντέλια), Ερρίκος Λίτσης (Κόμης του Γκλόστερ), Αργύρης Ξάφης (Έντγκαρ), Γιώργος Παπαγεωργίου (Έντμοντ), Μίνως Θεοχάρης (Τρελός) κ.ά.
Περισσότερες πληροφορίες
Βασιλιάς Ληρ
Το έργο ακολουθεί το ταξίδι του Ληρ προς το σκοτάδι, την εσωτερική ερημιά και την τρέλα,μετά την απόφασή του να αποσυρθεί από την ενεργό δράση και να μοιράσει την επικράτειά του στις τρεις κόρες του. Η τραγωδία που θα ξετυλιχτεί δεν θα αφήσει αλώβητο κανέναν από τους ήρωες. Γραμμένο το 1608, το πιο σκοτεινό έργο της σαιξπηρικής δραματουργίας πραγματεύεται μεταξύ άλλων το ζήτημα της εξουσίας και της φθοράς που επιφέρει η απώλειά της και την πολυπλοκότητα των οικογενειακών σχέσεων. Με πολύτιμο αρωγό μια πολυεπίπεδη σκηνογραφία που επεκτείνεται ως τα έγκατα του κτιρίου Τσίλλερ και εγκολπώνει την τέχνη του κινηματογράφου με εκτεταμένη χρήση live video, ο σκηνοθέτης μάς παρασύρει σε μια καταβύθιση στον εγκέφαλο του Ληρ, ενός άντρα που παρέδωσε επιπόλαια την πρωτοκαθεδρία του, ενός παιδιού που ψάχνει μάταια να επανενωθεί με τη μητέρα, του σκληροτράχηλου πατριάρχη – θεματοφύλακα ενός άκαμπτου κώδικα που δεν διαφέρει από εκείνον μιας εγκληματικής οργάνωσης.