Ποιος είπε ότι στο Κέντρο δεν τρώνε πια παραδοσιακά; Μια βόλτα στο Κολωνάκι, το προπύργιο της αστικής Αθήνας, και μια από τις λίγες γειτονιές της Αθήνας που αντιστέκεται (όχι χωρίς απώλειες) στην ολοκληρωτική άλωση από τη βραχυχρόνια μίσθωση, αρκεί για να υπενθυμίσει ότι, όσο υπάρχουν κάτοικοι στις πόλεις, τόσο θα χρειάζονται κι ένα εστιατόριο για "καθημερινό" τους. Τα παρακάτω τέσσερα κολωνακιώτικα στέκια αποδεικνύουν ακριβώς αυτό, βάζοντας καθημερινά τις κατσαρόλες στη φωτιά, για να σκορπίσουν αρώματα αληθινού φαγητού στη γειτονιά.
Φιλίππου, ο αιωνόβιος
Από οινοπωλείο και καρβουνιάρικο, σε ένα από τα μακροβιότερα αστικά στέκια της Αθήνας και σταθερό ραντεβού για μαγειρευτά στο Κολωνάκι, το εστιατόριο "Φιλίππου" (κεντρική φωτό), με έτος ίδρυσης το 1923, έχει επιβιώσει παγκοσμίων πολέμων κι εμφυλίων, έχει δει βασιλείς και χούντες να έρχονται και να φεύγουν, έχει αντέξει κρίσεις, ανακάμψεις και κρίσεις ξανά. Δεύτερο σαλόνι για τους παλιούς Κολωνακιώτες ("θα φάω στο σπίτι μου, στου Φιλίππου", έλεγε ο δις πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, όταν ήθελε να αρνηθεί πρόσκληση για γεύμα) και σημείο μύησης για τους νεόφερτους της γειτονιάς, σε όλα αυτά τα χρόνια έχει μείνει πάντα αυτό που ήταν απ’ την αρχή: ένα στέκι που έδωσε γεύση στον αιώνα της ζωής του με μουσακά και κότα μιλανέζα, ντολμάδες αυγολέμονο και μπιφτέκι στη σχάρα, με ψαρόσουπα, κοκκινιστό, γεμιστά και γιουβαρλάκια, όλα σε άσπρο κολλαριστό τραπεζομάντιλο, κάτω από κάδρα με φωτογραφίες που αφηγούνται την ιστορία της πόλης μέσα απ’ την ιστορία τη δική του.
Όμορφο, το κρυφό χαρτί
Κοντά 90 χρόνια μετράει ως στέκι των Κολωνακιωτών, που το γνώρισαν αρχικά ως καφεζαχαροπλαστείο, κι ύστερα ξανασυστήθηκαν όταν γέμισε τη βιτρίνα μαγειρευτά το 1983 – ήδη 40 χρόνια πίσω. Από τότε, μοστράρει εκεί καθημερινές σπιτικές γεύσεις, από χειροποίητες ηπειρώτικες πίτες, μουσακάδες και παστίτσια, μέχρι κατσικάκια γιουβέτσι, κολοκύθια αυγολέμονο, μελιτζάνες παπουτσάκια και φουρνιστές σαρδέλες λαδορίγανη – πιάτα προσεγμένα και περιποιημένα, που του εξασφάλισαν μια θέση στην καθημερινότητα περίοικων και περαστικών, ενώ από τη μικρή του σάλα, όσο κι από τα κομψά τραπεζάκια στην αυλή, πάντα στρωμένα λιτά και φροντισμένα με διπλά τραπεζομάντιλα, πέρασε το παλμαρέ της κοσμικής Αθήνας, με τη Μελίνα Μερκούρη να συγκαταλέγεται στους θαμώνες.
Οικείο, το διεθνές
Ισορροπεί τα μπιστρό τραπεζάκια του στον απότομο κατήφορο της Πλουτάρχου εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια, κι άλλα τόσα είναι που η μικρή, ζεστή του σάλα, με τα ξύλινα πατώματα, τα χαλιά και της ροτόντες, αντανακλά στη θέρμη της την οικειότητα που εκπέμπουν και τα πιάτα του. Σταθερά παρόν στα Bib Gourmand του οδηγού Michelin για τον value for money χαρακτήρα του, μιξάρει τα παραδοσιακά ελληνικά όπως ο μουσακάς, οι μπάμιες, το κουνέλι και το αρνάκι λαδορίγανη, με σπεσιαλιτέ σαν τα φιλετάκια κοτόπουλο με σαμιώτικο κρασί, ή το πληθωρικό σνίτσελ, με σταθερό παίκτη στα τραπέζια της πάντα τραγανές, φρέσκες τηγανητές πατάτες.
Μπιρμπίλλω, η παιχνιδιάρα
Άνοιξε λίγο πριν την πανδημία, όμως δεν άφησε το lockdown να της κόψει τη φόρα. Ακριβώς απέναντι από το Οικείο, με τραπεζάκια επίσης στον κατήφορο της Πλουτάρχου, συνδυάζει ζεστή ατμόσφαιρα, και ρετρό αισθητική με εντελώς comfort γεύσεις, που ξεκινούν από παραδοσιακές ρεβυθάδες, τραγανά κι αφράτα γιαγιαδίστικα κεφτεδάκια και λαχανοντολμάδες με αυγολέμονο, σε προσεγμένες, κομψές εκτελέσεις, και προχωρούν σε πιο μοντέρνες προτάσεις, όπως τα best seller μοσχαρίσια μάγουλα με γιουβετσάδα σε κρέμα από Κυανό, ή λιχούδικες εξτραβαγκάντσες σαν τις τηγανητές πατάτες με αυγά και κοκκινιστό κιμά.