"Είναι κάποια μέρη που αποτελούν τοπόσημα για την πόλη, αντιπροσωπευτικά της κουλτούρας και της ιστορίας μας", ακούμε να λέει ο ιδιοκτήτης του σκακιστικού καφενείου "Πανελλήνιον" στην εισαγωγή του ομώνυμου ντοκιμαντέρ των Σπύρου Μαντζαβίνου και Κώστα Αντάραχα, που προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, αποσπώντας τρία βραβεία και αποκαλύπτοντας πόσο σημαντικό είναι αυτό το στέκι για τους ανθρώπους που βρίσκονται εκεί καθημερινά. Έχω να πάω χρόνια στο παλιό καφενείο της Μαυρομιχάλη (όπου μεταφέρθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, έχοντας αλλάξει ήδη μία τοποθεσία, ένα στέκι που μετρά πάνω από έναν αιώνα ζωής), μπορεί κι από φοιτήτρια τότε που ξημεροβραδιαζόμασταν στα πέριξ των Εξαρχείων και μας γοήτευαν τα μέρη με άρωμα ιστορίας. Κάθε φορά όμως που περνάω απ’ έξω χαμογελάω και κόβω κίνηση, χαρούμενη που υπάρχει ακόμη και δεν έχει γίνει wine bar ή copy paste healthy brunchάδικο νέας γενιάς.
Κάπως έτσι είναι και η σχέση μου με το "Δίπορτο", την εμβληματική υπόγεια ταβέρνα γωνία Σωκράτους και Θεάτρου στην Ομόνοια, που γράφτηκε ότι κινδυνεύει να κλείσει, μια φήμη που διέψευσε σε επικοινωνία του μαζί μας ο συνιδιοκτήτης Χρήστος Μαργαρίτης. Μπορώ να θυμηθώ διάφορα εξαφανισμένα μαγειρευτάδικα στα οποία συχνάζαμε ως φοιτήτριες στα μέσα των ‘90s, για μια σκέτη από γιουβέτσι, από τον "Μπαρμπαγιάννη" στα Εξάρχεια ως τον "Ανθό" στην Κολοκοτρώνη, αλλά το "Δίπορτο" δικαιούται ξεχωριστή θέση στην ιστορία της πόλης. Με νωπό το πλήγμα του "Ιντεάλ" και δεδομένου ότι στην Αθήνα ποτέ δεν προστατεύαμε ιδιαιτέρως τα ιστορικά στέκια, σε αντίθεση με άλλες πρωτεύουσες του κόσμου, ίσως ήρθε πάντως η στιγμή να δούμε πιο σοβαρά την προστασία αντίστοιχων μαγαζιών.
Δικαιούται η πιο παλιά, μάλλον, εν λειτουργία ταβέρνα της πόλης, με τους μαρμάρινους πάγκους, τα παλιά κρασοβάρελα και τα μαγειρευτά της κατσαρόλας που φέρνει ο σερβιτόρος με την άσπρη ποδιά, να προστατευτεί ως αρχιτεκτονικό-κοινωνικό "μνημείο" μιας εποχής και μια κουλτούρας που συνεχίζει να γοητεύει τους ξένους επισκέπτες και να βρίσκει νέους θαμώνες, είτε έγραψε είτε όχι εδώ ο Κώστας Βάρναλης το στίχο "Μες στην υπόγεια την ταβέρνα, μες σε καπνούς και σε βρισιές (απάνω στρίγκλιζε η λατέρνα) όλ’ η παρέα πίναμ’ εψές·", όπως θέλει ο αστικός μύθος; Είτε τα εν λόγω μαγειρευτά είναι καλομαγειρεμένα και μας θυμίζουν της γιαγιάς μας είτε όχι; Κατά τη γνώμη μας, σήμερα το δικαιούται περισσότερο από ποτέ.
Γιατί είναι σημαντικό να κρατήσουμε κάτι από την ιστορία και τη διαφορετικότητα της Αθήνας, τόσο ως προστιθέμενη τουριστική αξία, κυρίως όμως για τη συνοχή των κατοίκων της, τις ιστορίες και τις εικόνες που μοιραζόμαστε, τα νήματα με το παρελθόν. Ειδικά καθώς η πόλη μεταμορφώνεται σε ένα τεράστιο ξενοδοχείο και η ομοιομορφία, η οποία πάει χέρι-χέρι με τον υπερτουρισμό και τον αστικό εξευγενισμό (gentrification), δεσπόζει, ικανοποιώντας τις τάσεις που αγαπά ο αλγόριθμος. Όπως το έχει ωραία αναλύσει στο άρθρο του με τίτλο "Η τυραννία του αλγορίθμου: γιατί κάθε cafe μοιάζει ίδιο" ο Kyle Chayka μιλώντας για τα "αυθεντικά" cafes της του δικτύου της ψηφιακής γεωγραφίας, όσων δηλαδή συνδέονται μεταξύ τους σε πραγματικό χρόνο μέσω των κοινωνικών δικτύων, αλλά και ο καθηγητής Σπουδών Φαγητού Fabio Parasecoli στο βιβλίο του "Gastronativism", μιλώντας για την ιδεολογική χρήση του φαγητού στην εποχή της παγκοσμιοποίησης για την προώθηση ιδεών σχετικά με το ποι@ ανήκει σε μια κοινότητα και ποι@ όχι, η οποία θέτει νέα δεδομένα στην περίπλοκη συζήτηση περί βιωσιμότητας.
Πριν λίγα χρόνια καλοδεχθήκαμε την είδηση ότι μια σειρά ιστορικά καφέ ανά την Ελλάδα, από το "Καφέ Κήπος" στα Χανιά και τα "Καφέ Ερμής" και "Πανελλήνιο" στη Μυτιλήνη μέχρι το "Καφέ Ωραία Ελλάς" στην Αθήνα, συμπεριλήφθηκαν στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, στο οποίο γίνεται αρκετή δουλειά τα τελευταία χρόνια και με την καταχώρηση γαστρονομικών προϊόντων, εθίμων και τελετουργιών. Στο σκεπτικό του Συμβουλίου της Ευρώπης ως προς το να χαράξει τη Διαδρομή των Ιστορικών Καφέ (Historic Cafes Route) προστατεύοντας τα καφέ αυτά ήταν πέρα από την αδιαμφισβήτητη αρχιτεκτονική τους αξία και η σημασία τους για την εξέλιξη της αστικής κοινωνικότητας, το ότι αποτελούν αντιπροσωπευτικό στοιχείο της εκάστοτε κουλτούρας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν τα ιστορικά καφενεία αντικατοπτρίζουν την κοινή κληρονομιά της Ευρώπης, όπως αποδεικνύεται από την αρχιτεκτονική, το σχεδιασμό και το ρόλο τους στην πολιτιστική και πολιτική ιστορία.
Μεταφέρουν πολύτιμες ιστορίες για την ανάδυση των δημοκρατικών κοινωνιών, την αντίσταση στον ολοκληρωτισμό και την κοινωνική μισαλλοδοξία. Ταυτόχρονα, τα καφέ αποτελούν έκφραση της ποικιλομορφίας των τοπικών πρακτικών και παραδόσεων που σχετίζονται με το φαγητό και το ποτό και κατά κανόνα τα βασικά μέλη της Διαδρομής των Ιστορικών Καφέ είναι "μικρές, ανεξάρτητες, οικογενειακές επιχειρήσεις που συνεχίζουν να παρέχουν συναρπαστικούς και ελκυστικούς αστικούς χώρους για απόλαυση, εκπαίδευση και διαπολιτισμικό διάλογο για τις τοπικές κοινότητες και τους τουρίστες".
Άλλωστε, όπως μας είχε πει σχετικά ο Βασίλης Σταθάκης, ιδιοκτήτης του Καφέ "Κήπος" στα Χανιά από το 1988, και πρωτεργάτης του Συνδέσμου των Ιστορικών Καφέ αντίστοιχοι χώροι επιφέρουν μεγάλη ευθύνη όσον αφορά την συντήρηση και τον τρόπο λειτουργίας τους,, καθώς όλα οφείλουν να συνάδουν με την ιστορικότητά τους και δυστυχώς δεν υπάρχει ακόμα κάποιου είδος οικονομική κάλυψη για τις δράσεις και την συντήρηση των καφέ από τους δήμους της κάθε περιοχής αλλά τουλάχιστον η ένταξή τους στο Εθνικό Ευρετήριο θέτει τις βάσεις για τη διεκδίκηση μιας πιθανής κρατικής υποστήριξης. Είναι σημαντικό ότι το θέμα της Διαδρομής των Ιστορικών Καφέ δεν αφορά μόνο την απτή κληρονομιά των καφενείων αλλά και τη συλλογική μνήμη και την άυλη κληρονομιά, το ότι αποτελούν μέρος της καθημερινής μνήμης μεταξύ των οικογενειών και των τοπικών κοινοτήτων.
Δεν είναι τυχαίο ότι στον απόηχο της τρομοκρατικής επίθεσης στο θέατρο Μπατακλάν στο Παρίσι τα ιστορικά καφέ και μπιστρό της πόλης είχαν διεκδικήσει την ένταξή τους στα μνημεία της UNESCO ως σύμβολα της πόλης. Στο Σαν Φρανσίσκο το μη κερδοσκοπικό ίδρυμα San Francisco Heritage του οποίου η αποστολή είναι να διατηρήσει και να ενισχύσει τη μοναδική αρχιτεκτονική και πολιτιστική ταυτότητα της πόλης ξεκίνησε πριν μια δεκαετία το πρόγραμμα Legacy Bars and Restaurants εντάσσοντας πάνω από 130 ιστορικά εστιατόρια και μπαρ με στόχο να τα συνδέσει με νέους καταναλωτές και να τα υποστηρίξει τη μικροεπιχειρηματικότητα έναντι στις πολυεθνικές που άλλαζαν ραγδαία τη φυσιογνωμία της πόλης, ένα πρόγραμμα που ενέπνευσε παρόμοια προγράμματα και άλλους δήμους. Αντίστοιχα, το National Trust for Historic Preservation ηγείται του κινήματος για τη διάσωση τόπων συνδεδεμένων με την Αμερικανική ιστορία, οι οποίοι περιλαμβάνουν και αντίστοιχες επιχειρήσεις, με στόχο να τις υποστηρίξουν και να οικοδομήσουν ισχυρότερες κοινότητες.
Ήρθε η ώρα και η παλιά αθηναϊκή, και ευρύτερα ελληνική, ταβέρνα να ενταχθεί στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς μέσα από την καταγραφή κάποιων αντιπροσωπευτικών εκφραστών της ή τουλάχιστον να βρεθούν τρόποι να υποστηριχθούν αντίστοιχα μαγαζιά και να γίνει αντιληπτή η αξία τους. Ποιος πρέπει να μεριμνήσει; Τόσο το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού όσο και το Υπουργείο Τουρισμού, ο Δήμος Αθηναίων και κάθε δήμος που κινδυνεύει να χάσει ένα σημείο αναφοράς του οφείλουν στους πολίτες να ευαισθητοποιηθούν σχετικά. Διαφορετικά σε λίγα χρόνια θα τα βλέπουμε μόνο σε ντοκιμαντέρ, στην καλύτερη περίπτωση σε κάποια ανεξάρτητη κινηματογραφική αίθουσα…