Γιατί επιλέξατε να σκηνοθετήσετε την "Ορέστεια" τώρα;
Πάντα ήθελα να τη σκηνοθετήσω. Το 1986, το Άττις άρχισε με την πιο δύσκολη τραγωδία, τις "Βάκχες" του Ευριπίδη, και φέτος ολοκληρώνονται τα σαράντα χρόνια του με την τριλογία του Αισχύλου, με την πολύ καλή συνεργασία του Γιάννη Μόσχου, Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
Τι είναι για εσάς η "Ορέστεια";
Είναι ο πιο βαθύς μύθος, αντίστοιχος υπάρχει στο Θιβέτ την ίδια εποχή. Στην παράσταση που θα δείτε στην Επίδαυρο το κλειδί είναι η ματιά του φύλακα, τον οποίο ερμηνεύει ο Τάσος Δήμας. Καμένος από το λιοπύρι, άλλα βλέπει και άλλα σκέφτεται. Βλέπει την κατάρρευση των Μυκηνών και μαζί την κατάρρευση της μητριαρχίας και τη γέννηση της υποτιθέμενης δημοκρατίας. Ανατρέχω στα αρχέτυπα. Ο μύθος της "Ορέστειας" χειραφετείται και φτιάχνει μία από τις κολώνες της Αθήνας, τη δημοκρατία, τον Άρειο Πάγο, τη δικαιοσύνη. Με τη δημοκρατία γεννιέται και το ταξικό ζήτημα. Κάνω μια ανατροπή με τις Ερινύες. Οι χθόνιες θεές εξευμενίζονται, δέχονται τις συμβουλές, τις προσταγές της θεάς Αθηνάς και φεύγουν. Είναι σαν να πηγαίνουν στο Άουσβιτς. Ο κόσμος της δημοκρατίας έφτιαξε πολλά Άουσβιτς κι αυτό γιατί η δημοκρατία χρησιμοποιείται πολλές φορές ως άλλοθι. Εγώ, λοιπόν, δεν τις βάζω να χαίρονται, αλλά να φεύγουν με κατεβασμένο το κεφάλι, ηττημένες. Μέσα στο έργο τους λένε: "ελάτε, θα πάμε κάτω, πολύ κάτω", δηλαδή δημιουργείται η κατώτερη τάξη. Ενώ, η Αθηνά τους υπόσχεται ότι είναι μια τάξη, η οποία θα χειραφετηθεί, θα ανέλθει, θα αναβαθμιστεί, εγώ τις στέλνω στο νέο κόσμο, ο οποίος δεν μπορώ ακόμα να σας αποκαλύψω ποιος είναι. Οι "Ευμενίδες" είναι το πιο δύσκολο κείμενο από τα τρία και μοιάζουν εξαφανισμένες, συνήθως δεν τους δίνουν τόση σημασία.
Πού οφείλεται αυτό;
Ίσως επειδή δεν καταλαβαίνουμε την υπόσταση αυτών των θεοτήτων. Είναι πρόθεοι, έρχονται από τον κάτω κόσμο, από τον Άδη, κουβαλάνε τη βαθιά μνήμη, τη βαθιά παράδοση, τα αρχέτυπα. Η Αθηνά για να τις ξεφορτωθεί τους λέει: "Θα σας δώσω λαμπρά σπίτια, θα πάτε κάτω", εννοώντας την κάτω τάξη των μετοίκων. Από τον κάτω κόσμο στον πάνω κόσμο, δηλαδή από τον πόλεμο της Μέσης Ανατολής στο Αιγαίο Πέλαγος και… στην Ευρώπη συναντούν τη Μέρκελ. Η δημοκρατία γεννήθηκε στην Ελλάδα και η δικαιοσύνη ως ο πυρήνας της δημοκρατίας έχει προδοθεί, είναι τα άλλοθι για να μακροημερεύσει ένα σύστημα εξουσιαστικό, τυραννικό και πολλές φορές δικτατορικό. Όλο τα κόμματα αναφέρονται πάντα στους δημοκρατικούς θεσμούς κι όμως δεν τηρείται τίποτα από αυτούς. Από τη στιγμή που υπάρχει το ταξικό δεν υπάρχει δημοκρατία. Υπάρχει η δημοκρατία των αρίστων, των ιππέων, των μετοίκων, των δούλων… Κατάλαβες πόσες δημοκρατίες υπάρχουν; Δίνεις στις κατώτερες τάξεις ένα ψευτοδικαίωμα συνύπαρξης και συμμετοχής. Οι Ερινύες είναι σαν τους μέτοικους που δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Η δημοκρατία ποτέ δεν έχει υπάρξει, ίσως βάζει φρένο σε κάποιες αυθαιρεσίες. Σίγουρα είναι πιο καλό να έχεις αρχές της δημοκρατίας, από το να προσκυνάς το δικτάτορα.
Αντιλαμβάνομαι ότι εστιάζετε στην πολιτική διάσταση της τραγωδίας, αλλά τι γίνεται με τα θέματα που αφορούν την οικογένεια και τη γυναικοκτονία;
Η "Ορέστεια" είναι πολιτικό έργο, αλλά και βαθιά οντολογικό. Κάποια στιγμή βγαίνει μια καθολική συγκίνηση, ανατριχιάζεις βλέποντας κάποια πράγματα και συνειδητοποιώντας πόσο επίκαιρα είναι. Συνειδητοποιείς ότι ο σύγχρονος κόσμος δεν έχει κάνει ούτε ένα βήμα μπροστά. Τα έχει πει όλα ο Αισχύλος και σίγουρα διαβάζεται με χιλιάδες τρόπους. Το οικογενειακό κομμάτι το παρωδώ λίγο. Πάω στα άκρα τον Αγαμέμνονα και την Κλυταιμνήστρα με τη συμπεριφορά τους. Τους βλέπω ώρες ώρες με έναν γκροτέσκο τρόπο.
Και την Ηλέκτρα με τον Ορέστη που είναι πληγωμένοι, πώς τους αντιμετωπίζετε;
Έχουν μέσα τους πολύ φθόνο, τους κατατρώει το μίσος. Το μίσος γίνεται άλλος ένας σκοπός και κυριαρχεί. Τους κάνει να σαπίζουν, να μην μπορούν να συγκρατηθούν. Βρίσκονται σε ένα τραγικό βραχυκύκλωμα όπως όλες οι Μυκήνες, το οποίο προσπαθώ να καταλάβω. Ένα βραχυκύκλωμα υπάρχει και στη δική μας κοινωνία σήμερα. Όταν κυριαρχεί το μίσος, χάνεις τον προσανατολισμό σου. Χάνεται αυτό που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από το ζώο.
Στις "Χοηφόρους" υπάρχει ένα τελετουργικό κομμάτι. Αυτό πώς το αντιμετωπίσατε;
Το τελετουργικό κομμάτι δρα στα σώματα, είναι σαν να σκάει η γη και να βγαίνουν σώματα. Τοποθετούν οι ηθοποιοί τα σώματά τους στο θυσιαστήριο και είναι όλοι με μία σφαίρα στην καρδιά, σαν να συμβαίνει η επιστροφή των νεκρών. Σε όλη τη διαδρομή κυνηγάω το παράδοξο, δεν το κρύβω. Την παράσταση τη διατρέχει ένας άξονας και το σκηνικό φτιάχνεται από τα σώματα.
Τι επιζητείτε από την Επίδαυρο αυτήν τη φορά;
Επιζητώ να εκτεθώ απόλυτα. Δηλαδή να εκθέσω το ανθρώπινο σώμα γυμνό ως πρόκληση. Να βάλω τον ηθοποιό στο κέντρο της σκηνής και να πω: "Κύριοι, ούτε τεχνολογία, ούτε μικρόφωνα, ούτε ψείρες, ούτε τίποτα. Ο ηθοποιός μπορεί να κατακτήσει και να επαναφέρει τις χαμένες βαθιές συγκινήσεις". Όλα κεφαλαιοποιήθηκαν. Θέλω μια global ερμηνεία και μια global πρόσληψη από το θεατή. Δηλαδή να το αισθανθεί σωματικά και να θεοποιηθεί ο ηθοποιός, ο άνθρωπος. Θέλω να βάλω στο επίκεντρο τον ουμανισμό. Όλοι για έναν νέο ουμανισμό πρέπει να παλεύουμε, νέο εξανθρωπισμό γιατί ο άνθρωπος πια δεν υπάρχει, τον αντικατάστησε η τεχνολογία με τον πιο χυδαίο τρόπο.
Κοιτάζοντας πίσω στο χρόνο, ποιες σκέψεις κυριαρχούν για το θέατρο;
Έχω συμφιλιωθεί με όλα, και με τις παραλήψεις. Προχωράω επειδή πρέπει να προχωράμε, να μη μιζεριάζουμε και να γκρινιάζουμε. Δεν μπορούμε να ζούμε παγιδευμένοι στο παρελθόν και στα απελθόντα. Πρέπει να απολαμβάνουμε τις σχέσεις μας με τους άλλους. Στη συλλογικότητα του Άττις κάνουμε φίλους, ζούμε! Όταν σκέφτομαι ότι θα έρθω στην πρόβα, σκέφτομαι τα παιδιά όχι το έργο, σκέφτομαι ότι θα ξανασυναντηθώ με φίλους, με συνεργάτες, με την οικογένεια.
Η μετάφραση είναι της Ελένης Βαροπούλου, τα σκηνικά, τα κοστούμια και οι φωτισμοί του Θεόδωρου Τερζόπουλου, η μουσική του Παναγιώτη Βελιανίτη. Ερμηνεύουν: Σοφία Χιλλ, Αγλαΐα Παππά, Νιόβη Χαραλάμπους, Τάσος Δήμας, Έβελυν Ασουάντ, Έλλη Ιγγλίζ, Δαυίδ Μαλτέζε, Άννα Μαρκά Μπονισέλ κ.ά.
Περισσότερες πληροφορίες
Ορέστεια
Tο 458 π.Χ., σε μια εποχή βίαιων κοινωνικών και πολιτικών ανατροπών, o Αισχύλος παρουσιάζει στη γιορτή των Διονυσίων την Ορέστεια (“Αγαμέμνων”, “Χοηφόροι”, “Ευμενίδες”), τη μοναδική σωζόμενη τριλογία αρχαίου δράματος. Κεντρικός άξονας της τριλογίας είναι το τραγικό βραχυκύκλωμα του Ορέστη που διαχέεται σε όλα τα πρόσωπα του δράματος και στον χορό μέσα από διαδοχικά στάδια: από την αποσταθεροποίηση στο αδιέξοδο, στην τρέλα. Στα δύο πρώτα μέρη της τριλογίας, στον “Αγαμέμνονα” και τις “Χοηφόρους”, οι δολοφονίες που βάζουν τέλος στις τυραννικές εξουσίες του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας αποτελούν την κορύφωση μιας νέας περιόδου κρίσης και αποσταθεροποίησης που αντανακλάται στις “Ευμενίδες”. Οι Ερινύες, οι χθόνιες θεότητες, εκπροσωπώντας τα ένστικτα και τις παρορμήσεις διαφυλάσσουν τη μνήμη. Η Αθηνά προσπαθεί με κάθε τίμημα να συνάψει «σύμφωνο ειρήνης» ανάμεσα στους θεούς και εκείνες, προσφέροντας ανταλλάγματα και προνόμια. Για να πετύχει τη συνθηκολόγηση, μεταφέρει τη βία στο πεδίο της γλώσσας. Οι Ερινύες υποκύπτουν με τη θέλησή τους, ανακηρύσσονται σε Ευμενίδες και οδηγούνται στη λήθη. Το δημοκρατικό πολίτευμα έχει εγκαθιδρυθεί. Ό,τι είναι ασύμβατο με το νέο καθεστώς –το μέρος του ζωντανού σώματος που συνδέεται με τη μνήμη, τα ένστικτα, τη ζωική ορμή– έχει εξοριστεί. Η παράσταση αυτή σηματοδοτεί την πρώτη συνεργασία του Εθνικού Θεάτρου με τον Θεόδωρο Τερζόπουλο.