Στις 26 και 27 Ιουλίου, ο ιστορικότερος θίασος της Γαλλίας, η Comédie Française, θα παρουσιάσει στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου την παράσταση "Εκάβη, όχι Εκάβη". Σκηνοθετεί ο Πορτογάλος σκηνοθέτης Τιάγκο Ροντρίγκες, νυν Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ της Αβινιόν, ο οποίος υπογράφει και το κείμενο, στο οποίο συνδέει την τραγωδία του Ευριπίδη με μία σύγχρονη ιστορία. Στην "Εκάβη", ο Ευριπίδης αφηγείται την ιστορία της πρώην βασίλισσας της Τροίας, αιχμάλωτης πλέον των Ελλήνων, η οποία εκδικείται τον βασιλιά της Θράκης, Πολυμήστορα, τυφλώνοντάς τον, όταν μαθαίνει πως σκότωσε το μικρότερο γιο της, που του τον είχε εμπιστευτεί ώστε να είναι ασφαλής. Στο έργο του Ροντρίγκες ηρωίδα είναι μία σύγχρονη ηθοποιός, η οποία, ενώ βρίσκεται σε πρόβες για να ερμηνεύσει την "Εκάβη", ανακαλύπτει πως ο αυτιστικός γιος της κακοποιείται από το προσωπικό του ιδρύματος που τον φιλοξενούσε. Διαβάστε παρακάτω όσα μας είπε ο Τιάγκο Ροντρίγκες, τον οποίο συναντήσαμε στο Παρίσι κατά τη διάρκεια των προβών.
Η σχέση του με την αρχαία τραγωδία
Ξεκινώντας τη δουλειά μου ως ηθοποιός το 1998, δούλεψα εμμέσως με την αρχαία τραγωδία, καθώς οι παραστάσεις αφορούσαν τις σύγχρονες μεταγραφές της, την "Αντιγόνη" του Ανουίγ και του Κοκτό. Την ίδια την ελληνική τραγωδία την είχα μελετήσει στη δραματική σχολή κι έπειτα ασχολήθηκα με την επαναγραφή της, όταν έφτασα στο Εθνικό Θέατρο της Λισαβόνας ως σκηνοθέτης. Ο θίασός του συρρικνωνόταν και ήθελα να τον διευρύνω με περισσότερους και νεότερους ηθοποιούς -καθώς και νέο κοινό- κι έτσι τα τρία πρώτα έργα που σκηνοθέτησα ήταν δικά μου πρωτότυπα έργα που ξαναέγραφαν την "Ιφιγένεια", τον "Αγαμέμνονα" και την "Ηλέκτρα". Η όλη ιδέα πίσω από αυτό είναι πως η ελληνική τραγωδία είναι σαν τη γλώσσα του θεάτρου. Ηθοποιοί από διαφορετικές χώρες, διαφορετικές σχολές υποκριτικής, διαφορετικές κληρονομιές και αισθητικές μπορούμε όλοι να συναντηθούμε γύρω από την ελληνική τραγωδία και να μιλήσουμε την ίδια γλώσσα.
Η ιδέα πίσω από την "Εκάβη, όχι Εκάβη"
Έχω ισχυρούς δεσμούς με την ελληνική τραγωδία ως πηγή έμπνευσης για τα δικά μου έργα και το ίδιο συνέβη και με την "Εκάβη" του Ευριπίδη. Βέβαια, σε αυτή την περίπτωση, η όλη ιδέα ήταν να αφηγηθώ την ιστορία μιας ηθοποιού που αντιμετώπιζε μια τραγωδία, ένα δράμα στην προσωπική της ζωή, ενώ έκανε πρόβες για μια παράσταση τραγωδίας. Εντυπωσιάστηκα πολύ, όταν δούλευα πριν από δύο χρόνια στην Ελβετία, με ένα δημόσιο σκάνδαλο σχετικά με την κακοποίηση αυτιστικών παιδιών σε κρατικά ιδρύματα, κι έτσι άρχισα να το φαντάζομαι ως τραγωδία της αληθινής ζωής. Έτσι, προέκυψε η ιδέα της ηθοποιού που έχει ένα αυτιστικό παιδί και κακοποιείται στο ίδρυμα. Αναρωτήθηκα σε τι έργο θα μπορούσε να κάνει πρόβα και σε δύο λεπτά έδωσα την απάντηση "την Εκάβη, φυσικά".
Η δική μου ηρωίδα είναι μια Εκάβη, αλλά δεν είναι η Εκάβη, όπως η παράσταση δεν είναι η "Εκάβη" του Ευριπίδη. Οπότε, λυπάμαι, αλλά δεν πρόκειται να παρουσιάσουμε την ελληνική τραγωδία. Από την άλλη πλευρά, είναι μια "Εκάβη". Και είναι πάντα τόσο ενδιαφέρουσα η συζήτηση για την ελληνική τραγωδία. Με ρωτούν συχνά, τι πιστεύω, αν είναι σύγχρονη. Αυτή είναι μια ανόητη ερώτηση, μια που για μένα το ερώτημα είναι αντίστροφο. Δεν είναι αυτό το θέμα, το θέμα είναι ο κόσμος μας. Δηλαδή, όταν παίρνουμε την ελληνική τραγωδία και κοιτάμε μέσα από αυτήν τον κόσμο, ο κόσμος εξακολουθεί να βγάζει νόημα; Αυτό είναι το ερώτημα. Όχι το αν η "Αντιγόνη" ή η "Εκάβη" έχουν νόημα σήμερα, άλλα αν έχει νόημα το σήμερα, όταν το κοιτάμε μέσα από την "Αντιγόνη" και την "Εκάβη".
Η τραγωδία του Ευριπίδη
Την αγαπώ πολύ, είναι μια παράξενη τραγωδία που δεν παίζεται συχνά, δεν είναι μια από τις μεγάλες επιτυχίες του Ευριπίδη, δεν είναι η "Μήδεια". Στο έργο, βρίσκω εκπληκτική την οργή της μητέρας που θέλει να υπερασπιστεί το παιδί της, την οργή και την υπερδύναμη που προκύπτει από την αγάπη. Και είναι επίσης από τις λιγότερο διαλλεκτικές τραγωδίες. Υπάρχει, βέβαια, η συζήτηση περί δικαιοσύνης, αλλά είναι φανερό πως ο Ευριπίδης είναι με το μέρος της Εκάβης και είναι τόσο σπάνιο στην ελληνική τραγωδία να καταλαβαίνεις ποιον αγαπάει ο συγγραφέας. Είναι πάντα τόσο διφορούμενο, μπορεί να αγαπάει όλους τους χαρακτήρες, αλλά δεν συμμετέχει. Εκθέτει, ενώ εδώ νιώθεις πραγματικά τον Ευριπίδη να πηγαίνει με το μέρος της Εκάβης. Είναι ένα δύσκολο έργο, το οποίο δουλεύω συχνά και με τους σπουδαστές μου, γιατί έχει να κάνει με το να είσαι θυμωμένος, να υποφέρεις, με όλα όσα είναι δύσκολο να παραστήσεις. Ανακαλύπτεις το σώμα του παιδιού σου. Πώς το παίζεις αυτό; Ακόμη κι αν πεις, είναι αρχαία τραγωδία, είναι στυλιζαρισμένη, σχεδόν χορογραφημένη. Παρ’ όλ’ αυτά, πώς παίζεις την ανακάλυψη του νεκρού παιδιού σου;
Ο τρόπος δουλειάς με τους/τις ηθοποιούς
Την πρώτη εβδομάδα καθόμαστε γύρω από το τραπέζι και συζητάμε πίνοντας πολλούς καφέδες, φέρνω προσχέδια κειμένου, κρατάω σημειώσεις, διαβάζουμε, ώσπου από ένα σημείο και μετά είναι ανυπόφορο να συνεχίσουμε στο τραπέζι. Κάποιος σηκώνεται και κάνει πρόβα, κι έτσι αρχίζουμε να κάνουμε πρόβα και να επιστρέφουμε στο τραπέζι, ώσπου το έργο ολοκληρώνεται και αρχίζουμε τις πρόβες ολόκληρου του κομματιού.
Η Επίδαυρος
Οι εμπειρίες μου ως τώρα με το ελληνικό κοινό δεν ήταν με αρχαία ελληνική τραγωδία αλλά ήταν καταπληκτικές. Τώρα ετοιμάζομαι για την πρώτη μου φορά στο φεστιβάλ της Επιδαύρου και είμαι πολύ χαρούμενος που θα βρίσκομαι σε ένα φεστιβάλ που θαυμάζω πολύ, από μακριά, και το θεωρώ ένα σημαντικό ευρωπαϊκό φεστιβάλ. Με την παρουσία μου στην Αθήνα [σ.σ. στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση το 2016 με το " By heart" και το 2023 με το "Καταρίνα και η ομορφιά να σκοτώνεις φασίστες"] ήρθα σε επαφή με το ελληνικό κοινό και κατάλαβα πόσο ερωτευμένο είναι με το θέατρο και πόσο ενθουσιώδες. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, γνωρίζω ότι η Επίδαυρος είναι ένα ιδιόμορφο μέρος, με το δικό του κοινό, και πως υπάρχει μια ισχυρή σύνδεση με την ελληνική τραγωδία. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι η δουλειά που κάνω είναι επίσης από αγάπη για την ελληνική τραγωδία και δεν έχει καμιά αξίωση να είναι ένα μάθημα για το πώς πρέπει να παρουσιάζεται. Είναι ένα από τα έργα μου, εμπνευσμένο από την ελληνική τραγωδία. Πεποίθησή μου είναι ότι το κοινό σε οποιαδήποτε χώρα, σε οποιοδήποτε θέατρο, στην Επίδαυρο ή σε ένα υπόγειο στη Λισαβόνα, είναι πιο έξυπνο από μένα. Οπότε σέβομαι αυτή τη νοημοσύνη, σέβομαι τη γνώμη τους, σέβομαι ότι κάτι δεν αρέσει ή ότι προκαλεί έντονη συζήτηση ή διχάζει. Δεν υποφέρω με αυτό, διαφορετικά δεν θα ήμουν διευθυντής του Φεστιβάλ της Αβινιόν, με τα περισσότερα σκάνδαλα ανά τετραγωνικό μέτρο που σχετίζονται με το θέατρο στον κόσμο. Μου αρέσει λοιπόν η συζήτηση. Οι άνθρωποι που θυμώνουν για το θέατρο είναι ένας λιγότερος άνθρωπος στον κόσμο που κάνει πόλεμο. Οπότε, ναι, μου αρέσουν οι διαφωνίες, οι καυγάδες, οι λεκτικοί καυγάδες, αρκεί να μην υπάρχουν παρερμηνείες.
Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους επέλεξα αυτόν τον τίτλο είναι το γεγονός ότι παίζουμε στην Επίδαυρο. Είναι λίγο η "Εκάβη", λίγο Ευριπίδης, λίγο τραγωδία. Και μου αρέσει το γεγονός ότι κινείται στα όρια, γιατί τα όρια είναι και ο τόπος του θεάτρου. Επίσης, ο Ευριπίδης ήταν στα όρια, δεν έκανε τραγωδία όπως ο Σοφοκλής ή ο Αισχύλος. Εφηύρε το ύφος του και σίγουρα είχε προβλήματα με το κοινό που αγαπούσε τον Σοφοκλή (γελάει). Μου αρέσει ο διάλογος που προκύπτει από αγάπη και ενδιαφέρον για τα έργα, είτε μιλάμε για Σαίξπηρ, Μολιέρο ή αρχαία τραγωδία. Το θέατρο είναι φτιαγμένο πάνω σε όλες τις δυνατές σκηνικές προτάσεις που μπορούν να προκύψουν από τα έργα και θεωρώ ότι και οι θεατές είναι αρκετά έξυπνοι και παθιασμένοι ώστε να το καταλαβαίνουν αυτό. Οπότε είμαι εντάξει με το να μην αρέσει η παράστασή μου στους Έλληνες θεατές, όχι όμως επειδή θεωρούν ότι τους ανήκει η αρχαία τραγωδία. Η πολιτιστική κληρονομιά είναι πολύ ωραία, ειδικά όταν μιλάμε για ζωντανή κουλτούρα όπως το θέατρο, αλλά δεν αποτελεί ιδιοκτησία.
Η πολιτική προσέγγιση
Η προσέγγιση μου στην "Εκάβη" είναι τόσο πολιτική όσο του Ευριπίδη, ο οποίος λέει ότι σε καιρό πολέμου, ακόμα και οι πιο ευάλωτοι αξίζουν δικαιοσύνη. Κατά κάποιον τρόπο, ο Ευριπίδης επινόησε το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο σε αυτό το έργο: έχουμε μια βασίλισσα που γίνεται σκλάβα, που χάνει σχεδόν όλη την οικογένειά της, αλλά λέει ότι ακόμη και στον πόλεμο, ακόμη και όταν χάνεις τον πόλεμο, υπάρχουν κάποια όρια που δεν μπορείς να ξεπεράσεις, γιατί εξακολουθεί να αποτελεί έγκλημα. Και αυτό είναι, για παράδειγμα, αν ο φίλος σου, ο βασιλιάς της Θράκης, παραβιάζει το δικαίωμα της φιλοξενίας και σκοτώνει το γιο σου. Το βρίσκω τρομερά πολιτικό να σκέφτομαι τον Ευριπίδη και τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και να ξέρω ότι κάποιος που έζησε σε εποχές πολέμου γράφει ότι ο ηττημένος από τον Έλληνα έχει δικαιώματα στο ελάχιστο της δικαιοσύνης. Σαν να επινόησε το διεθνές δίκαιο 25 αιώνες πριν από τη Σύμβαση της Γενεύης. Το βρίσκω πολύ πιο πολιτικό από αυτό που κάνω εγώ.
Το θέμα της δικαιοσύνης
Το θέμα της δικαιοσύνης είναι παρόν και στις δύο ιστορίες, του Ευριπίδη και τη δική μου. Εκτός από τη μητέρα που παλεύει για δικαιοσύνη για το παιδί της, βλέπουμε την αποτυχία της δικαιοσύνης ή του μηχανισμού δικαιοσύνης και την ανάγκη να βγει κανείς έξω απ’ αυτόν για να δικαιωθεί. Κι αυτό σχετίζεται πολύ με το σήμερα, γιατί σήμερα ένα από τα μεγάλα προβλήματα της δικαιοσύνης είναι η πολιτική και, μερικές φορές, ένα από τα μεγάλα προβλήματα της πολιτικής είναι η δικαιοσύνη. Κι όταν μιλάμε για τον οργανισμό ενός κράτους, υπάρχουν άνθρωποι που είναι πολιτικά υπεύθυνοι. Υπάρχει λοιπόν ένα ερώτημα σχετικά με τη δικαιοσύνη όπως και σχετικά τους οργανισμούς αυτούς. Πώς μπορούμε, στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, τη Γαλλία, την Ελβετία, όπου παρά τις ανισότητες και την αδικία, οι άνθρωποι έχουν σε γενικές γραμμές πρόσβαση στις βασικές ανάγκες και τα δικαιώματα, πώς μπορούμε να είμαστε τόσο αμελείς απέναντι στους πιο ευάλωτους, στους ηλικιωμένους, στους ανθρώπους με αναπηρία, στους ανθρώπους με αυτισμό;
Πρόκειται επίσης για μια παράσταση για το ίδιο το θέατρο, για τη δύναμη του θεάτρου. Είναι ένα ερωτικό γράμμα στο θέατρο. Και είναι υπέροχο να μπορείς να το κάνεις με αυτούς τους ηθοποιούς, που έχουν τόσο πλούσιες εμπειρίες. Οπότε η ιστορία μας αγγίζει πολλά θέματα. Είναι μια ιστορία με πολλά ερωτήματα για τη δικαιοσύνη, την ευαλωτότητα, την αγάπη, το θέατρο, τη μητρότητα, το να είσαι γυναίκα. Τα θέτουμε ως θέματα και ως ερωτήματα και όχι ως απαντήσεις σε μια ιστορία όπου συνεργάζονται ο Ευριπίδης και η Εκάβη ως πρεσβευτές του θεάτρου.
Το σκηνικό
Κατ’ αρχήν κατασκευάστηκε στα εξαιρετικά ατελιέ της Comédie Française. Η έμπνευσή μας ήταν ένα άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ένα ρωμαϊκό άγαλμα, το οποίο αναπαριστά τον σκύλο του, μια ελληνική πολεμική ράτσα που έχει εξαφανιστεί. Είναι κάτι σαν το Ντόμπερμαν ή το Ροτβάιλερ των Μακεδόνων και ο Αλέξανδρος το αγαπούσε πολύ. Εμείς το διαμορφώσαμε ώστε να είναι ένα θηλυκό σκυλί εμπνευσμένοι από το μύθο της Εκάβης, από την προφητεία που λέει ότι μεταμορφώνεται σε σκύλα με κόκκινα μάτια. Αντιπροσωπεύει επίσης την ιδέα της πίστης και της αφοσίωσης, αλλά στο δικό μου κομμάτι αναφέρεται και στο αυτιστικό παιδί, τον γιο της ηθοποιού, που έχει εμμονή με ένα σκύλο που βλέπει σε καρτούν στην τηλεόραση. Τα σκηνικά αποφασίστηκαν πριν γράψω το έργο κι αυτό είναι κάτι που κάνω συχνά. Αποφασίζουμε τα σκηνικά ή τα κοστούμια με βάση κάποια λεπτομέρεια ή κάποια ιδέα κι όταν γράφω το έργο, γράφω γνωρίζοντας ποιος θα είναι ο χώρος. Επίσης το άγαλμα αναφέρεται στη αυστηρότητα, τη λιτότητα της ελληνικής τραγωδίας, στο πέτρινο και μνημειακό σκηνικό που μας έρχεται στο νου όταν σκεφτόμαστε την τραγωδία, όπως αναφέρεται και στα συντρίμια που έχει αφήσει η πτώση της Τροίας.
Η μουσική
Η μουσική στις παραστάσεις μου προέρχεται πάντα από ό,τι ακούω όσο είμαι στο στάδιο της έρευνας και της προετοιμασίας. Σ' αυτή την περίπτωση ήξερα ότι χρειαζόμουν κάτι που δεν ήταν προβλέψιμο για μια ελληνική τραγωδία. Έτσι, ψάχνοντας για τη σχέση των αυτιστικών παιδιών με τη μουσική, έμεινα έκπληκτος με το πόσο πολύ σχετίζονται με τον ρυθμό, όπως με το funk, το rhythm n' blues, το hip hop. Προσωπικά, αγαπώ τον Ότις Ρέντινγκ με εμμονικό τρόπο από τότε που ήμουν παιδί, οπότε κατά κάποιο τρόπο συνδέθηκα ξανά με τον παιδικό μου εαυτό και κατέληξα στη δική του μουσική για την παράσταση. Επίσης, στο έργο το όνομα του παιδιού είναι Οτίς, λέξη που στα γαλλικά ηχεί παρόμοια με τον αυτισμό. Αυτό ήταν ένα κακόγουστο αστείο από μέρους μου, αλλά αποφάσισα να το κρατήσω κι αυτό γιατί, ενώ έγιναν μεγάλες συζητήσεις, όταν το ανέφερα στη μητέρα ενός αυτιστικού παιδιού, το βρήκε πολύ αστείο. Τότε, αποφάσισα να το κρατήσω.