Η παράσταση "Underground” διανύει τον τελευταίο μήνα της και με την αφορμή αυτή μιλήσαμε με έναν από τους πρωταγωνιστές, τον μοναδικό Γιάννη Τσορτέκη. Εκείνος ως Μπλάκι κι ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος ως Μάρκο υποδύονται δύο κολλητούς από τη Γιουγκοσλαβία που κρύβονται σε ένα κελάρι όταν ξεσπά ο Δεύτερος Παγκόσμιος. Τι γίνεται, όμως, όταν ο πόλεμος τελειώνει αλλά ο Μάρκο πείθει τον Μπλάκι και όσους είχαν κρυφτεί μαζί του, ότι οι συρράξεις συνεχίζονται και θα πρέπει να παραμείνουν underground; Και τι θα αλλάξει όταν μια γυναίκα (Αλεξάνδρα Αϊδίνη) μπει ανάμεσά τους; Το "Underground” (έως 28/4, Ακροπόλ) που αποτελεί διασκευή βασισμένη στην ομώνυμη ταινία του Εμίρ Κουστουρίτσα, στο θεατρικό έργο "Άνοιξη τον Ιανουάριο" και στο μυθιστόρημα "Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια χώρα" του Ντούσαν Κοβάσεβιτς, είναι σε σκηνοθεσία Νικίτα Μιλιβόγιεβιτς.
Γιατί, λοιπόν, ο Γιάννης Τσορτέκης μιλά με τόσο θερμά λόγια για τον Μπλάκι του; Τι πιστεύει ότι θα έλεγε ο χαρακτήρας του αν μεταφερόταν στη σημερινή Ελλάδα; Και, τελικά, είναι οι Έλληνες πιο βαλκάνιοι απ’ ό,τι παραδέχονται; Οι απαντήσεις για αυτά και άλλα πολλά στη συζήτηση που ακολουθεί.
Συστήστε μας τον χαρακτήρα σας στο "Underground”.
Το όνομά του είναι Μπλάκι. Πέταρ Πόπαρα Μπλάκι. Μπλάκι επί το "συνωμοτικότερο” γιατί είναι μαυραγορίτης και του κόλλησε το όνομα. Είναι ένας τύπος πολύ ανοιχτός, αισιόδοξος, ευχάριστος, και ως τέτοιος, αντιμετωπίζει θετικά τα πράγματα. Δύσκολα τον γονατίζουν. Προσπαθεί με διάφορους τρόπους να εμψυχώνει τους δικούς του ανθρώπους στο υπόγειο. Είναι ηγετική φυσιογνωμία από τη φύση του, ασχολούμενος με τη μαύρη αγορά και το λαθρεμπόριο εκείνη την εποχή αλλά και επιβιώνοντας μέσα σε τόσο δύσκολες συνθήκες.
Και γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με το "Underground” φέτος;
Μου έγινε η πρόταση να εμπλακώ από τον Νικίτα Μιλιβόγεβιτς και τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και δέχτηκα με ενθουσιασμό, καθώς είναι και οι δύο εξαίρετοι καλλιτέχνες και συνεργάτες. Βέβαια, παράγοντας ήταν και η ταινία, που όταν την είχα δει με είχε καθηλώσει -όπως φαντάζομαι και όλους. Είναι μία από τις σημαντικότερες ταινίες όλων των εποχών, θα έλεγα, τόσο σε επίπεδο κινηματογράφησης όσο και σε επίπεδο ιστορίας αλλά και μουσικής. Οι μελωδίες του Γκόραν Μπρέγκοβιτς έχουν σφραγίσει όλα τα Βαλκάνια.
"Το μόνο αντίδοτο που έχουμε είναι το χιούμορ, το κέφι, το πανηγύρι που μας κάνει όλους ένα. Και να θέλουμε να γίνουμε Δυτικοευρωπαίοι αυτό δεν πρόκειται να πάψει ποτέ"
Είναι η μουσική, αυτό το βαλκανικό άκουσμα, κάτι σαν "συμπρωταγωνιστής” σας στην παράσταση;
Μα βέβαια. Ωστόσο, συχνά, όταν λέμε "βαλκανικό” εννοούμε οτιδήποτε είναι πάνω από τα δικά μας σύνορα, την τέως Γιουγκοσλαβία ουσιαστικά. Ποτέ δεν συμπεριλάβαμε σε αυτή την κατηγορία την Έδεσσα, ας πούμε, ή γενικά τη Μακεδονία ή και την Ελλάδα ολόκληρη. Κι εμείς, όμως, Βαλκάνια είμαστε. Αυτό το ηχόχρωμα της μουσικής του Μπρέγκοβιτς είναι ηχόχρωμα και δικό μας. Και η μουσική του Άγγελου Τριανταφύλλου δένει με τις ευαίσθητες συνθέσεις του Μπρέγκοβιτς ακριβώς επειδή υπάρχει το ηχόχρωμα αυτό από την μπάντα των χάλκινων. Αυτή η μικρή φιλαρμονική που παίζει στην παράσταση έχει ζωτική σημασία. Δεν υπάρχει ως διακοσμητικό στοιχείο, πόσω μάλλον δε ως μουσική υπόκρουση. Η μουσική που παίζει είναι η ζωή η ίδια.
Είμαστε άρα περισσότερο Βαλκάνιοι απ’ ό,τι παραδεχόμαστε.
Είμαστε μέρος των Βαλκανίων, όσο και αν θέλουμε να αντιδράσουμε σε αυτό ή να ακολουθήσουμε κάτι άλλο. Για να το πω πολύ απλά: νηφάλιοι όντες, αν πιούμε το οτιδήποτε, έχουμε φτάσει στο τσακίρ κέφι. Και σε αυτό βοηθάει ο τόπος, ο ήλιος, η ψυχολογία, η ψυχογραφία όλων ημών που ζούμε με τρομακτικές στερήσεις. Το μόνο αντίδοτο που έχουμε είναι το χιούμορ, το κέφι, το πανηγύρι που μας κάνει όλους ένα. Και να θέλουμε να γίνουμε Δυτικοευρωπαίοι αυτό δεν πρόκειται να πάψει ποτέ.
Γιατί τότε αυτή η περιοχή της Ευρώπης ήταν διαχρονικά ένα "καζάνι που βράζει”;
Αυτό μπορεί να το δει κανείς από πολλές πλευρές. Μία είναι το σημείο στο οποίο βρίσκονται τα Βαλκάνια χαρτογραφικά, δηλαδή το ότι λούζονται από θάλασσα κι έχουν πολλές διεξόδους -ειδικά η Ελλάδα. Υπάρχουν, επίσης και λόγοι γεωπολιτικοί. Το κυριότερο, όμως, είναι το ότι εδώ επικρατούν εντελώς διαφορετικές συνθήκες ζωής, που δημιουργούν προϋποθέσεις ελευθερίας.Τα άρρωστα μυαλά, λοιπόν, θέλουν να καταπνίξουν αυτή την ανάγκη για ανεξαρτησία. Θέλουν να διαλύσουν τους πυρήνες που σχηματίζονται εδώ, ώστε να γίνουν πιο κυρίαρχα σε κάποιους άλλους λαούς ή κοινότητες που δεν έχουν αυτή την εγγενή δυνατότητα στην αντίδραση, δεν πυρακτώνονται και δεν αντιδρούν όπως ένας Βαλκάνιος.
Υπάρχει κάποια από τις ταινίες του Κουστουρίτσα που έχετε ξεχωρίσει;
Γενικά δεν ξεχωρίζω μεταξύ έργων του ίδιου καλλιτέχνη ούτε μεταξύ καλλιτεχνών. Το κάθε έργο είναι μοναδικό, μη συγκρίσιμο. Μου αρέσει και με αφορά για διαφορετικούς λόγους, με πιάνει σε διαφορετική στιγμή. Σίγουρα, όμως, το "Underground” είναι μια εμβληματική ταινία που τρέχει μέσα σε όλες τις δεκαετίες που έχουν ακολουθήσει από την προβολή της και αφορά και σήμερα με τον ίδιο τρόπο και τους νεότερους.
Ο μαγικός ρεαλισμός, ή η ποιητικότητα αν θέλετε, του σκηνοθέτη αυτού έχουν επηρεάσει την παράσταση;
Ναι, οπωσδήποτε. Νομίζω ότι η ματιά του Μανώλη Παντελιδάκη που έκανε τα σκηνικά είναι εξαιρετικά αιχμηρή και δομικά ουσιαστική. Η λεπτομέρεια και η αφαίρεση ταυτόχρονα δημιουργούν ένα περιβάλλον μαγικό, υπερρεαλιστικό και ρεαλιστικό ταυτόχρονα.
Μιλήστε μας λίγο και για τη συνεργασία σας με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και την Αλεξάνδρα Αϊδίνη, που μαζί κρατάτε τους κύριους ρόλους.
Πρώτα απ΄όλα δεν είμαστε μόνο οι τρεις μας, υπάρχει ένας ουλαμός απίστευτων ανθρώπων, εξαιρετικών, ενός προς έναν. Όσον αφορά, συγκεκριμένα, την Αλεξάνδρα και τον Βασίλη, για μένα είναι υπέροχη η συνεργασία μας, γόνιμη, ευγενική και δημιουργική. Πρώτη φορά βρίσκομαι μαζί τους και είναι δύο θησαυροί αισθημάτων, αγωνιών και αντιδράσεων και έτσι δημιουργείται κάτι πολύ ζωτικό. Δεν υπάρχει τίποτε στο οποίο να παραμένουμε με ευκολία ή σε ευκολία. Δεν βαλτώνουμε και τις δυσκολίες τις αντιμετωπίζουμε συγκεντρωτικά. Πραγματικά αισθάνομαι όμορφα και ήσυχα που περιμένω να βρεθώ μαζί τους, να ξαναπαίξουμε. Αυτό είναι πολύ βασικό. Να νιώθεις ότι θέλεις να δεις τα φιλαράκια σου για να παίξετε μαζί, όπως τα παιδιά, χωρίς να έχει σημασία το παιχνίδι.
Και πώς είναι ο Νικίτα Μιλιβόγιεβιτς ως ο μαέστρος αυτού του συνόλου;
Με τον Νικίτα έχει τύχει να συνεργαστώ ξανά πολύ παλιά στο "Εγκλημα και τιμωρία” στο πρώην Αμόρε (τέως σουπερμάρκετ…) και οι σχέσεις μας κρατούν από τότε. Έχω μια σχέση επί προσωπικού με εκείνον. Τον εκτιμώ πάρα πολύ και τον αγαπώ τον Νικίτα. Είναι ένας άνθρωπος εξαιρετικά έμπειρος και με πολλές γνώσεις, πόσο μάλλον για κάτι που τον αφορά άμεσα όπως είναι η Γιουγκοσλαβία. Ο πόλεμος, ο εμφύλιος, αμέσως μετά, η διάλυση, όλα αυτά τα πράγματα είναι η ζωή του. Πέρα από αυτά θα τον χαρακτήριζα -από την πρώτη στιγμή αυτή την αίσθηση έχω- ότι είναι ένας παραμυθάς. Παίρνει στα χέρια του μια ιστορία και την κάνει ένα παραμύθι. Νομίζω ότι και εδώ αυτό το πράγμα συμβαίνει. Κι ήταν πολύ δύσκολο αυτό το εγχείρημα γιατί είχε και ο ίδιος και όλοι μας μια αναμέτρηση με την ταινία του Κουστουρίτσα -όχι συγκριτικά, αλλά επειδή ακριβώς προηγείται. Νομίζω, πάντως, ότι το κέρδισε το στοίχημα.
Αν, σε ένα υποθετικό σενάριο, μπορούσαμε να φέρουμε τον χαρακτήρα σας στη σημερινή Ελλάδα, τι πιστεύετε ότι θα έλεγε;
"Θα βγω έξω να το διαλύσω αυτό το μπουρδέλο! Και θα το φτιάξω από την αρχή”. Και νομίζω ότι μόνο αυτός θα μπορούσε όντως να κάνει και τα δύο. Ξέρεις γιατί; Γιατί αυτός το εννοεί και δεν φοβάται το Θεό τον ίδιο. Είναι ένας άνθρωπος που κινείται από το δίκαιο. Και αυτό είναι οξύμωρο, διότι έχουμε έναν μαυραγορίτη, που λέει, όμως, κάποια στιγμή "το να κλέβεις από τους Γερμανούς (δηλαδή τους φασίστες) δεν είναι κλοπή”.
"Ζούμε σε μια συνεχή απόπειρα εξαθλίωσης και απο-ανθρωπισμού. Έτσι δημιουργούνται άνθρωποι που παύουν να είναι δημιουργικοί, χαμογελαστοί, άρα και αντιδραστικοί."
Έχει μια ηθική καθαρά και αμιγώς "ηθική”. Είναι ένας Ρομπέν των Δασών. Οπότε είναι ο μόνος άνθρωπος ο οποίος θα μπορούσε να αντιδράσει σε όλο αυτό το αδιανόητο μπουρδέλο που είναι η Ελλάδα. Εδώ κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνης της πράξης τους και η εξουσία κοιτά το ίδιον όφελος και όχι την κοινωνική αναβάθμιση. Αυτοσκοπός των κυβερνώντων είναι να νέμονται όσο το δυνατό περισσότερα για ίδιον όφελος. Αυτό δεν ισχύει για τον Μπλάκι, γι’ αυτό είναι πρωτεργάτης, επαναστάτης, σύμβολο, μπροστάρης.
Και γιατί χαρακτηρίζετε έτσι την κατάσταση στη χώρα;
Ζούμε σε μια συνεχή απόπειρα εξαθλίωσης και απο-ανθρωπισμού. Στοχευμένη θα έλεγα. Στοχευμένη εξαιτίας του ότι στο σχολείο οι έννοιες, παραδείγματος χάριν, του τι είναι Πολυτεχνείο αποκτούν μιαν άλλη διάσταση. Έτσι δημιουργούνται γενιές γαλουχημένες με μία πληροφορία η οποία εκπορεύεται μονάχα από ένα κινητό. Την ίδια στιγμή, έχουν καταστρατηγηθεί όλοι οι εργασιακοί όροι. Άλλος δεν μπορεί να πάει να ψωνίσει στη λαϊκή, στο σούπερ μάρκετ, δεν φτάνουν τα χρήματα για το ρεύμα και το νερό. Η καταστολή έχει φτάσει να είναι βία τρομακτική, με την αστυνομία αχαλίνωτη και τη δικαιοσύνη να μην είναι ικανή να επιτελέσει τον ρόλο της. Έτσι δημιουργούνται άνθρωποι που τους προσφέρονται τα ελάχιστα και είναι ευγνώμονες. Άνθρωποι οι οποίοι θα πάψουν να είναι δημιουργικοί, χαμογελαστοί, άρα και αντιδραστικοί.
Το θέατρο μπορεί να μας βοηθήσει σε αυτό;
Φυσικά. Και δεν είναι το θέατρο μόνο. Η τέχνη από μόνη της, ο κινηματογράφος, ο χορός, η γλυπτική, η ζωγραφική. Η τέχνη αυτόν τον σκοπό έχει, να είναι εκεί ώστε, στη στιγμή του, ο καθένας, να εκμεταλλευτεί ένα οποιοδήποτε στοιχείο ως ερέθισμα που να τον τροφοδοτεί, να τον αναζωογονεί και να του δημιουργεί το περιβάλλον για να αντιδρά. Γιατί αν δεν αντιδράσει ο καθένας μέσα του δεν πρόκειται να αντιδράσει και έξω του. Συχνά-πυκνά έχουμε την ανάγκη για ένα πρόσχημα ώστε να δούμε τα πράγματα. Η τέχνη το προσφέρει αυτό.
Και μιας και έχετε κάνει και θέατρο και τηλεόραση και κινηματογράφο όπως είπατε, ξεχωρίζετε κάποιο μέσο λίγο παραπάνω από τα άλλα.
Όχι. Το καθένα έχει το δικό του χαρακτήρα, τη δική του αξία και λειτουργία. Το θέμα είναι πώς διαχειρίζεται αυτά τα πράγματα ο χειριστής τους, δηλαδή οι καλλιτέχνες, και από την άλλη μεριά τι αποτέλεσμα έχει το καθετί από αυτά και στον ακροατή/θεατή τους. Εγώ δεν ξεχωρίζω κανένα.
Βέβαια έχετε κάνει αρκετό κινηματογράφο.
Ναι, δεν μπαίνει όμως σε καντάρι. Όλα τα πράγματα είναι τυχαία, είναι ένας δρόμος που τον πορεύεσαι και προκύπτουν τα ερεθίσματα στα οποία ή αντιδράς και τα ακολουθήσεις ή επιλέγεις να μην τα ακολουθήσεις.
Πώς αισθάνεστε και για το "Maestro";
Η κάθε ιστορία είναι ένα μοναδικό ταξίδι, που σου αφήνει κάτι ανεξίτηλο. Είναι κάτι που με συντροφεύει, όπως με συντροφεύουν και όλα αυτά τα οποία έχω κάνει. Δεν ξεχωρίζω τον Χαράλαμπο από το Maestro όπως δεν ξεχωρίζω και το Maestro από οτιδήποτε άλλο. Και αυτό το λέω με τον ίδιο τρόπο που είπα στην αρχή ότι δεν ξεχωρίζω έργα καλλιτεχνών ή καλλιτέχνες. Φυσικά ήταν και παραμένει μια άρτια παραγωγή, αλλιώς δεν θα είχε και το αντίκρισμα αυτό που είχε.
Σίγουρα, όμως, είναι μια σειρά που προκάλεσε συζητήσεις και προέβαλε στο ελληνικό σπίτι πράγματα που δεν έχει συνηθίσει να βλέπει.
Ναι και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Υπήρχαν μέσα θέματα πολύ ουσιαστικά τα οποία πολύ συχνά τα ρίχνουμε κάτω από το χαλί, αλλά αυτά παραμένουν εκεί. Και κάποια στιγμή βγαίνουν μπροστά.
Και σε λίγο καιρό αρχίζει η δεύτερη σεζόν (16/5).
Ναι, αλλά ο Χαράλαμπος έχει ταξιδέψει το ταξίδι το ωραίο (γελά).
Ο Γιάννης Τσορτέκης εμφανίζεται και στη συχνότητα του Alpha στην αστυνομική σειρά "Ο σκαραβαίος”.
Περισσότερες πληροφορίες
Underground
Η εμβληματική ταινία, βραβευμένη με Χρυσό Φοίνικα (1995) και βασισμένη στο πρωτότυπο θεατρικό έργο «Άνοιξη τον Ιανουάριο» και στo μυθιστόρημα «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια χώρα» του Ντουσάν Κοβάσεβιτς, ανεβαίνει στη σκηνή και αφηγείται την επική ιστορία δύο φίλων, του Μπλάκι και του Μάρκο, με φόντο την πολιτική αναταραχή και τον πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Με μια δυναμική θεατρική προσέγγιση και υπό τον γνώριμο βαλκανικό ήχο, το «Underground» μεταφέρει το κοινό σε έναν κόσμο σουρεαλισμού, σκοτεινού χιούμορ και ειλικρινούς συγκίνησης, όπου ο παραλογισμός και η τραγωδία συναντούν την απίστευτη ανθεκτικότητα της ανθρώπινης ψυχής αλλά και το εκτυφλωτικό φως της ελπίδας.