Τι είναι πολιτικό θέατρο και ποιες κοινωνικές φωνές εκφράζει; Τρεις καλλιτέχνιδες με ισχυρή άποψη και παρουσία, η Λένα Κιτσοπούλου, η Στεφανία Γουλιώτη και η Κατερίνα Γιαννοπούλου απαντούν στα ερωτήματα, μιλούν για τη θέση της γυναίκας στο θέατρο, για το μέλλον και για τις φετινές παραστάσεις τους, που συνδέουν την τέχνη με την κοινωνική παρέμβαση.
Λένα Κιτσοπούλου
Η αιρετική που αντιστέκεται στα στερεότυπα
Ερωτικές φαντασιώσεις, εξομολογήσεις, αυνανισμοί και πάσης φύσεως "προκλητικές" δράσεις ευδοκιμούν στις παραστάσεις της Λένας Κιτσοπούλου. Είναι η συγγραφέας, σκηνοθέτρια και ηθοποιός που παρουσίασε ήρωα της ελληνικής επανάστασης σαν μάγκα ιδιοκτήτη σουβλατζίδικου με τζιν και τσαρούχια ("Αθανάσιος Διάκος – Η επιστροφή"), μίλησε για τη βία σημαδεύοντάς μας με ένα πιστόλι ("Cry") αλλά και για πολύ προσωπικά πράγματα, σχολιάζοντας μια τερατώδη κοινωνία, φαινομενικά κανονική ("Φράνκενσταϊν – Ο χαμένος Παράδεισος". Δηλώνει χωρίς αναστολές την άποψή της και σε κάνει να αναρωτηθείς αν η επιθυμία της είναι να πυροδοτήσει τον κοινωνικό διάλογο ή να εκφράσει την αγωνία της ύπαρξης.
"Τα έργα που γράφονται στη γλώσσα μέσα στην οποία ζουν είναι τα μόνα που μπορούν να αντιληφθούν την κοινωνία τους. Η λογοτεχνία και το θέατρο πρέπει να αφουγκράζονται μέχρι και την ανάσα ενός ανθρώπου που κάθεται στη στάση του λεωφορείου. Η αντίδραση ενός συγγραφέα απέναντι σε σημαντικά γεγονότα είναι πιο άμεση όταν δεν χρειάζεται μεταφραστή".
"Είναι μία μόδα το ανέβασμα των έργων που δίνουν φωνή στους αδικημένους, δεν προκύπτει πάντα από ουσιαστική καλλιτεχνική ανάγκη, αλλά και από συμφέρον ή μάρκετινγκ. Δεν πιστεύω ότι ένα έργο πρέπει αναγκαστικά να μιλάει για την επικαιρότητα για να είναι σύγχρονο· αντιθέτως, βρίσκω πολύ σύγχρονους τους αρχαίους συγγραφείς, όπως είναι ο Αριστοφάνης με τον οποίο και καταπιάστηκα το καλοκαίρι στην Επίδαυρο ("Σφήκες"). Τα ζητήματα τα οποία η σημερινή κοινωνία θεωρεί θέματα του δικού μας παρόντος είναι διαχρονικά. Ο άνθρωπος είναι το ίδιο κακοποιητικός όπως πάντα, το ίδιο άδικος, επικίνδυνος, ανίκανος να αποδεχτεί τη διαφορετικότητα και το ίδιο σκλάβος του συστήματος που του προσφέρει ψίχουλα για να τον έχει μαντρωμένο σε μια δήθεν κανονικότητα προκειμένου να τον εκμεταλλεύεται. Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Απλώς εμείς νομίζουμε ότι ξαφνικά ανακαλύψαμε τον τροχό".
"Το θέατρο αναγκαστικά είναι πολιτικό και μόνο από το γεγονός ότι δημιουργείται από ανθρώπους. Δεν μπορείς να μη συμπεριλάβεις σε μια δημιουργία το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζεις, το σπίτι στο οποίο ξυπνάς, τους λογαριασμούς που βλέπεις κάθε πρωί στο τραπέζι σου ή τις ειδήσεις που χαζεύεις στο κινητό σου. Δεν γίνεται να μην έχεις αναφορά σε όλα όσα βιώνεις εσύ ή οι γύρω σου".
"Δεν μπορώ να φανταστώ το μέλλον και δεν χρειάζεται κιόλας. Αυτό που ξέρω είναι ότι η ζωντανή ανθρώπινη στιγμή στην τέχνη προσωπικά με συγκινεί, με ταράζει και με μετατοπίζει. Μία ωραία φωνή ενός τραγουδιστή όταν βγαίνει αβίαστα μέσα στη νύχτα κι ας είναι ακαπέλα, δεν μπορεί να αντικατασταθεί εύκολα από οτιδήποτε τεχνητό".
"Πάντα ξεκινάω από την προσωπική μου αγωνία για τη ζωή μου, δουλεύω για την εκτόνωση του εγκεφάλου μου, για την περιπέτεια και το ταξίδι μέσα σε ένα έργο, για την ηδονή που νιώθω για την εικόνα, για τις λέξεις, για την απρόσμενη υποκριτική ενός ηθοποιού, για οτιδήποτε ονομάζεται δημιουργία. Πηγαίνω τον εαυτό μου στα άκρα, εκθέτοντας σκέψεις μου ή απόψεις μου ενάντια σε αυτό που λέμε κοινωνικά αποδεκτό ή δήθεν ηθικό, επειδή έτσι θέλω να είναι ζωή μου κάθε μέρα. Δεν αποδέχομαι αυτό που βλέπω γύρω μου ως κανονικό, έχω ανάγκη να σκάβω και να ανακαλύπτω τη ματαιότητα, την υποκρισία, να την γελοιοποιώ, να μην ντρέπομαι για τον χειρότερο εαυτό μου. Επομένως, μέσα στη διαδικασία αυτή δεν έχω χώρο να σκεφτώ τι ανταπόκριση θα έχει αυτό που φτιάχνω. Αφήνομαι χωρίς καμία αίσθηση κινδύνου σε οτιδήποτε μου προκαλεί ευφορία, έκπληξη, τρόμο ή γέλιο. Έχω μεγάλη εμπιστοσύνη στην ικανοποίηση μου, όταν την αισθάνομαι. Όταν πια φτάσουν τα πράγματα στο σημείο να εκτεθούν και μπροστά στα μάτια ενός κοινού, επειδή έχω αρκετή εγωπάθεια και ναρκισσισμό, σίγουρα θέλω και να στιγματίσω τη στιγμή που φανερώνομαι, θέλω εκείνη την ώρα που εγώ παθαίνω κάτι, να πάθουν κάτι και κάποιοι άλλοι. Από μικρή ήθελα να προκαλώ κάποιες αναταράξεις στο περιβάλλον, να ενοχλώ λίγο, να φαίνομαι πολύ, να πηδάω από τα κάγκελα και να μην βγαίνω από τις πόρτες. Ήθελα να διασχίζω έναν δρόμο και να με κοιτάνε, γι’ αυτό και πάντα έφτιαχνα στιλ, είτε περπατήματος, είτε έριχνα τα μαλλιά μου στη μούρη μου για να μην φαίνομαι, έβαζα τσιγάρα στο στόμα, φόραγα τα ρούχα μου ανάποδα, ήθελα η εμφάνισή μου ώστε να μην μοιάζει με κανενός άλλου. Αυτό σημαίνει ότι ήθελα να τραβάω τα βλέμματα πάνω μου, γιατί δεν μου αρκούσε ο εαυτός μου. Ίσως έψαχνα με αυτόν τον τρόπο κάποιον να με ερωτευτεί. Κάπως έτσι λειτουργώ μέχρι σήμερα και στο θέατρο".
"Κάθε στιγμή είμαι ευάλωτη και κινδυνεύω, όπως όλοι μας, και νομίζω ότι υπερασπίζομαι τον εαυτό μου μέσα από αυτά που κάνω, με τη στάση μου απέναντι στη ζωή και με τα έργα μου. Ούτε θέλω να πιέζομαι να μην είμαι ανασφαλής, γιατί είμαι και μ’ αρέσει ο εαυτός μου ανυπεράσπιστος. Μέσα στην ανημπόρια βρίσκω πολλές φορές τον λόγο και την αδρεναλίνη για να δημιουργήσω. Προσπαθώ και στη ζωή μου και στην τέχνη να μην κάνω πίσω σε ό, τι πιστεύω, να μιλάω όπως ακριβώς σκέφτομαι και να μην φοβάμαι. Όταν έρχονται επιθέσεις, συνήθως βρίσκομαι κάπου αλλού και έχω αφήσει το ολόγραμμά μου στη θέση μου".
"Δεν με ενδιαφέρει γενικώς η θέση της γυναίκας ή του άντρα στο θέατρο, παρά μόνο ειδικά, γιατί πιστεύω ότι υπάρχουν και άντρες και γυναίκες που δεν θα έπρεπε να έχουν καμία θέση πουθενά. Δεν μου αρέσουν οι γενικεύσεις. Μιλάμε για τη θέση της γυναίκας και αναρωτιέμαι ποιας ακριβώς; Υπάρχουν πολλά είδη. Δεν πρέπει κατά τη γνώμη μου να υπάρχουν ισάριθμες γυναίκες και άντρες σε οποιοδήποτε επάγγελμα, αλλά άνθρωποι που το αξίζουν. Φυσικά να δίνονται ίσες ευκαιρίες και δικαιώματα και στα δύο φύλα και να μην υπάρχει πατριαρχία, αλλά όχι να φτάσουμε στο σημείο να προσκυνάμε οτιδήποτε γυναικείο ή να στηρίζουμε τη γυναίκα μόνο και μόνο για το φύλο της".
"Φέτος θα παρουσιάσω ένα δικό μου έργο στο Θέατρο Τέχνης με προσωρινό τίτλο "Και λέγε λέγε” και θέμα τον έρωτα. Θα ήθελα πολύ ο τίτλος να αλλάζει κάθε είκοσι μέρες και το έργο να ακολουθήσει τη δική μου πορεία και όλων των συντελεστών από τώρα μέχρι τον Μάιο. Γιατί για τον έρωτα οι απόψεις μας κάθε τόσο αλλάζουν· όταν κάποιος μας αγαπάει τον αγαπάμε, όταν μας παρατάει τον μισούμε και δεν ξέρουμε αν ποτέ στ’ αλήθεια ερωτευόμαστε κάποιον άλλον ή τον εαυτό μας που είναι ερωτευμένος. Ο έρωτας είναι ένα θέμα τόσο τεράστιο όσο η ζωή και ο θάνατος. Δεν ξέρω από πού θα το πιάσουμε εμείς, θα χτίζουμε κάθε μέρα μέχρι τότε και θα είναι άλλη μία περιπέτεια για όλους μας".
"Είναι επαναστατικό το να αγαπάς αληθινά, γιατί απαιτεί να μην θες να σου ανήκει αυτό που αγαπάς και αυτό είναι μια δύσκολη θυσία. Δεν λέω αν είναι ωραίο ή όχι, αν είναι σωστό ή λάθος, όμως είναι σίγουρα μονόδρομος το να αποφασίσεις να διοχετεύσεις όλο σου το πνεύμα σε κάποιον άλλον. Αγάπη είναι να σου καθορίζει την ύπαρξη κάτι άλλο, να έχεις κάποιον άλλον πάνω από σένα, να μπορείς να πεθάνεις γι’ αυτό που αγαπάς. Άμα σου είναι απαραίτητη αυτή η εμπειρία, παίρνεις αυτόν τον δρόμο με κίνδυνο κάθε στιγμή να χάσεις την ήδη χαμένη ζωή σου και πας. Η αγάπη απαιτεί αυτοθυσία".
Στεφανία Γουλιώτη
Γήινη, ιδεολόγος και πρωταγωνίστρια
Η Στεφανία Γουλιώτη μάς έχει χαρίσει αλησμόνητες στιγμές στο θέατρο μέσα από τις ερμηνείες της σε παραστάσεις όπως "Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν", "Αντιγόνη", "Το παιχνίδι της σφαγής" κ.ά. Ηθοποιός με εντυπωσιακά στέρεη παρουσία, φέτος πρωταγωνιστεί στη σκηνή του Αμφι-Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, στο σύγχρονο έργο "The Doctor" του Ρόμπερτ Άικ, που έσπασε τα ταμεία στο Γουέστ Εντ του Λονδίνου, και μέσα από το ρόλο μιας επιστήμονα αποδεικνύει πώς το προσωπικό είναι και πολιτικό.
"Λέμε ότι το θέατρο είναι κοινωνικό κι αυτό άλλοτε είναι εμφανές και άλλοτε πρέπει να το ψάξεις, αναζητώντας τα βαθιά νοήματα. Το "The doctor” του Ρόμπερτ Άικ, στο οποίο παίζω σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάτου στο Αμφι-Θέατρο, με εκφράζει ιδεολογικά και με ιντρίγκαρε το πώς παρουσιάζει τη διαμάχη επιστήμης και θρησκείας. Ιδιαίτερα σήμερα, τίθεται το ερώτημα κατά πόσον η θρησκεία είναι μια ανακουφιστική φιλοσοφία ή τροχοπέδη στα "θέλω” ενός ανθρώπου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση βλέπουμε έναν άνθρωπο να χάνει τη ζωή του εξαιτίας της θρησκείας του. Έπειτα από μια αυτοσχέδια απόπειρα έκτρωσης στο σπίτι, ένα 14χρονο κορίτσι μεταφέρεται ετοιμοθάνατο στο Ινστιτούτο Elizabeth, όταν είναι πια πολύ αργά για να τη σώσουν. Αλλά όταν η Ρουθ Γουλφ, η διευθύντρια και επικεφαλής γιατρός του Ινστιτούτου, αρνείται να αφήσει έναν ιερέα να επισκεφτεί το κορίτσι για την τελευταία μετάληψη, επειδή θα της προκαλούσε "έναν ανήσυχο θάνατο”, ένα σκάνδαλο ξεσπά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μετατρέπει μια ιατρική απόφαση σε ανθρωποφάγο δίνη, που φτάνει σε κατηγορίες ότι η Γουλφ επιτέθηκε στον ιερέα και σκότωσε το κορίτσι. Αυτό το έργο σε χαστουκίζει από παντού".
"Μπορεί ένα καλό έργο να είναι ακτινογραφία της κοινωνίας και να διαχειριστεί το λεπτό θέμα της έμφυλης βίας. Πιστεύω πολύ στα έργα που φτάνουν σε βάθος, αγγίζοντας αδιανόητα κοινωνικά θέματα, όπως το "The Doctor” που θέτει ξεκάθαρα και το θέμα των διακρίσεων. Κατά πόσο ξεχωρίζουμε κάποιον για τη θρησκεία του ή όχι και τι επακόλουθα έχει αυτό; Αν χωρίσουμε την ανθρωπότητα σε κομμάτια, στο τέλος θα πάψει να υπάρχει. Το έργο είναι καθαρά πολιτικό: στον πυρήνα του υπάρχει μονίμως μια αντιπαλότητα, υπογραμμίζει το θυμικό του ανθρώπου και την ανάγκη του να ασφαλιστεί πίσω από μια κοινωνική ομάδα. Ενωτικά μπορεί να λειτουργήσει μόνο η αγάπη και αυτό είναι το μεγάλο μου μαράζι. Είμαι σαράντα πέντε και δεν θα προλάβω να δω τους ανθρώπους να συμμαχούν απέναντι στους πραγματικούς εχθρούς, το θάνατο και τις αρρώστιες".
"Υπάρχουν έργα που δεν είναι πολιτικά με τη στενή έννοια, αλλά θέτουν ζητήματα για τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται η κοινωνία. Οτιδήποτε κι αν ονομάζουμε πολιτικό θέατρο, αυτό το οποίο καταλήγεις να αναζητήσεις είναι το πώς θα δεις τα πράγματα από μια άλλη οπτική και πώς θα αποδεχτείς όλα τα διαφορετικά επιχειρήματα που παρουσιάζονται".
"Με την Κατερίνα Ευαγγελάτου ξανασυναντιόμαστε στο θέατρο ύστερα από δέκα χρόνια και, όπως λέει κι εκείνη, σ’ αυτό το διάστημα οι γωνίες μας έχουν αμβλυνθεί. Αυτό συμβαίνει όταν υπάρχει καλή διάθεση. Μπορεί να μη μας συνδέουν τόσο οι οπτικές μας απέναντι στην πολιτική και σε άλλα πράγματα, αλλά κάτι πιο ιδιοσυγκρασιακό που έχει να κάνει με τη συχνότητα στην οποία εκπέμπουμε".
"Δεν ξέρω πώς θα κάνουμε θέατρο στο μέλλον. Νομίζω πάντως ότι μέχρι να βγουν τα ρομπότ στο θέατρο, οι ηθοποιοί δεν θα έχουμε πρόβλημα. Μπορεί να έχουμε πρόβλημα στις ταινίες, αλλά ευτυχώς οι Αμερικανοί άνοιξαν και πάλι ένα δρόμο με τις απεργίες των σεναριογράφων και των ηθοποιών, αυτή τη φορά προς το να προστατέψουν την φυσική μας παρουσία. Μέσα στη φρενίτιδα της τεχνολογίας και της ελεύθερης αγοράς θα πρέπει να διαφυλάξουμε κάποιες ανθρώπινες αξίες, όπως την αξία της επαφής".
"Θέλω να διαβάσω δυνατά ελληνικά νέα έργα. Ως ηθοποιός έχω υπηρετήσει την επιθυμία σκηνοθετών να αναβιώσουν παλιότερα έργα δίνοντάς τους φρέσκο αέρα. Για μένα, όμως, αυτό δεν έχει νόημα. Μου αρέσει πολύ η πρωτοβουλία σκηνοθετών να ασχοληθούν με έργα, όπως αυτό που θα ανεβάσει τον Δεκέμβριο ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος στο Εθνικό: το βραβευμένο "Όλοι εμείς πουλιά” του Λιβανο-Καναδού συγγραφέα, σκηνοθέτη και ηθοποιού Ουαζντί Μουαουάντ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Νομίζω ότι το μεγάλο μας κενό αυτήν τη στιγμή είναι η συγγραφή σύγχρονων ελληνικών έργων, που δεν θα ανήκουν στην κατηγορία του ντοκιμαντέρ. Θα ήθελα σε τριάντα χρόνια από τώρα να μην ξέρω ποιο έργο που να με ταράζει να πρωτοδιαλέξω. Τώρα δεν μου συμβαίνει αυτό".
"Πιστεύω στη δύναμη του θεάτρου. Στο έργο ρωτάνε την ηρωίδα μου αν υπάρχει περίπτωση η ασθενής να ζήσει κι εκείνη απαντά: "πάντα υπάρχει περίπτωση”. Κι εγώ πιστεύω για το θέατρο ότι πάντα υπάρχει η περίπτωση να αλλάξει τον κόσμο!"
Κατερίνα Γιαννοπούλου
Η πρώτη γυναίκα στο τιμόνι της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού
Απόφοιτη της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών, η Κατερίνα Γιαννοπούλου μπήκε δυναμικά στο θέατρο το 2014 με ιδιαίτερα έργα όπως είναι "Το γελοίο σκότος" του Βόλφραμ Λοτζ, η "Χρονιά με τα 13 φεγγάρια", πάνω στην ομότιτλη ταινία του Φασμπίντερ κ.ά. Την ενδιαφέρει η διερεύνηση της ανάσυρσης του τραύματος και των περιθωριοποιημένων ιστοριών και, αναλαμβάνοντας την καλλιτεχνική διεύθυνση της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου για φέτος, θέλει να δώσει βήμα "σε ανθρώπους και ιστορίες που συχνά απουσιάζουν από τον δημόσιο διάλογο".
"Δεν πιστεύω στους μέντορες και στους δασκάλους, αλλά στις ωραίες συνεργασίες και στους ανθρώπους που μπορούν να σε εμπνεύσουν και να σε παρακινήσουν να πας παρακάτω. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι για μένα ο σκηνοθέτης Κριστόφ Μαρτάλερ, τον οποίο θαυμάζω απεριόριστα. Δουλεύοντας δίπλα του ανακάλυψα εκ νέου τη χαρά της δημιουργίας".
"Μου αρέσει να ανεβάζω στη σκηνή κείμενα και ιστορίες που είτε δεν έχουν ξαναπαιχτεί είτε δεν ανήκουν στο mainstream αφήγημα και νομίζω ότι αυτός είναι ο βασικός λόγος που ασχολούμαι με τη σκηνοθεσία. Φέτος για πρώτη φορά ανεβάζω ένα κείμενο που προέκυψε και από προσωπικά μου βιώματα, το "Generation lost" του Γρηγόρη Λιακόπουλου, στο οποίο έχουμε κάνει μια μεγάλη έρευνα για τους Έλληνες millennials. Αφορμή γι’ αυτό το πρότζεκτ ήταν η ανάγκη να μιλήσουμε εμείς οι ίδιοι για την εμπειρία μας και να μη χαρακτηριζόμαστε συνεχώς από τρίτους. Βασικό κομμάτι της προσέγγισής μου είναι η έρευνα, ώστε να βρω τα υλικά που αποκαλύπτουν πτυχές του κειμένου τις οποίες δεν θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος απλώς διαβάζοντάς το. Με γοητεύουν πολύ οι πιο underground ιστορίες· ίσως να φταίνε ο Φασμπίντερ και ο Τζάρμους γι’ αυτό, όμως αισθάνομαι πιο οικεία με τις ιστορίες αυτές, παρά με τις πιο clean cut αφηγήσεις".
"Το θέατρο οφείλει να είναι πολιτικό, δηλαδή να συνομιλεί με την εποχή του και να προσπαθεί να την αλλάξει. Για το λόγο αυτό επιλέγω να ανεβάζω κυρίως έργα που έχουν γραφτεί πολύ πρόσφατα και αντιμετωπίζουν κριτικά ζητήματα τα οποία προκύπτουν από το σήμερα και όχι από ένα παρελθόν, ίσως πολύ διαφορετικό. Με αφορά η αιχμηρή και πολύπλοκη σύγχρονη γραφή. Ο ρεαλισμός δεν με ελκύει καθόλου, χρειάζομαι ποίηση".
"Η Πειραματική Σκηνή έχει στόχο να ανοίγει τη συζήτηση γύρω από τον τρόπο με τον οποίο κάνουμε θέατρο, αλλά και από τις ιστορίες που αφηγούμαστε, και θεωρώ ότι η εύρεση αυτών των τρόπων και των ιστοριών είναι πολιτική πράξη. Μέσα και από έναν κύκλο συζητήσεων και εκδηλώσεων που θα πλαισιώνουν τις παραστάσεις, θα προσπαθήσουμε να ενδυναμώσουμε τη συμπερίληψη και να προάγουμε τη διαφορετικότητα. Φέτος έχουμε πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους καλλιτέχνες και καλλιτέχνιδες, ώστε να δοθεί βήμα σε ανθρώπους που ανακαλύπτουν νέους τρόπους να κάνουν θέατρο, με ανατρεπτική διάθεση και δυναμική. Τη σεζόν άνοιξε η παράσταση "Yes, we can’t” της Μαριλένας Κατρανίδου, για την κόπωση και το burnout, βασισμένη σε κείμενα του Byung-Chul Han. Ακολουθεί η Σοφία Μαυραγάνη με το "Χορός: We are here prepared for tragedy”, στα όρια της διάλεξης, του χορού, της συναυλίας και του θεάτρου. Παράλληλα, θα παρουσιάζεται το "Μπατόν Σαλέ”, σε σύλληψη Ευδοξίας Ανδρουλιδάκη και Μαρίας Φιλίνη, το οποίο είναι "ζωντανές συνεντεύξεις σε ελαφριά ατμόσφαιρα” με γυναίκες προσκεκλημένες. Στη συνέχεια, ο Τζέο Πακίτσας και η Σοφία Πριόβολου σκηνοθετούν το πιο αναπάντεχο live της σεζόν στο "The life and death of Jessica Brown” του Γεράσιμου Μπέκα και των ίδιων. Ο Βασίλης Βηλαράς ανεβάζει τον "Καταποντισμό”, για την gay Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μέσα από τις πραγματικές αφηγήσεις των ατόμων που κατέγραψαν τις εμπειρίες τους στις επιστολές που έστελναν στο επαναστατικό περιοδικό "Αμφί”. Η σεζόν ολοκληρώνεται με τη "Γραμμή του Ορίζοντος” του Χρήστου Βακαλόπουλου, "μια ιστορία φυγής”, όπως χαρακτήριζε το έργο ο πρόωρα χαμένος συγγραφέας, σε σκηνοθεσία Γιώργου Παύλου".
"Πάντα υπήρχαν φωνές που φωτίζουν το παρόν, σχολιάζοντας την πατριαρχία, την ομοφοβία και τον κοινωνικό αποκλεισμό, ίσως περισσότερο στο σινεμά ή στη μουσική, όμως τώρα είμαστε πιο ανοιχτοί να τις ακούσουμε. Δυστυχώς το θέατρο έχει πιο αργά αντανακλαστικά και η ενσωμάτωση τέτοιων αφηγήσεων έρχεται αργοπορημένα, ειδικά στην Ελλάδα".
"Οι γυναίκες σε θέσεις εξουσίας είναι κάτι που θα έπρεπε να είναι πλέον κανονικότητα και να μη χρειάζεται να γίνεται θέμα κάθε φορά που συμβαίνει. Ελπίζω στο μέλλον να γίνουν περισσότερα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση".
"Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να είναι άλλο ένα εργαλείο στα χέρια των καλλιτεχνών. Ήδη πολλοί καλλιτέχνες στο εξωτερικό χρησιμοποιούν εργαλεία που μπορεί να προσφέρει. Δεν λέω ποτέ όχι στο καινούριο. Μου αρέσει η χρήση της τεχνολογίας στις παραστατικές τέχνες και εφόσον αυτή συνεχώς εξελίσσεται, το ίδιο μπορεί να κάνει και η τέχνη".
"Η πιθανότητα να αλλάξω τον κόσμο μέσα από το θέατρο; Σε μια εποχή τόσο σκοτεινή και συντηρητική όσο η δική μας δεν ξέρω αν θα μπορούσα να δώσω μια απάντηση σε αυτό. Σίγουρα, ο ρομαντικός μου εαυτός θα απαντούσε "ναι”, όμως τα γεγονότα είναι τόσο τεράστια που μας ξεπερνούν συνεχώς".
Περισσότερες πληροφορίες
Χορός: We are here prepared for tragedy
Στην Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών η γνωστή χορογράφος παρουσιάζει έναν αιρετικό χορό για τη σύγχρονη ελληνική τραγωδία σε συνεργασία με την ομάδα των περφόρμερ και υπό τους ήχους της μουσικής του Larry Gus, θίγοντας ζητήματα περί συλλογικής δράσης και κοινωνικής αλλαγής, σε μια παράσταση στα όρια της διάλεξης, του χορού, της συναυλίας και του θεάτρου. Μέσα από αυτή τη συνάντηση δημιουργείται ένα σώμα πολυφωνικό και ανομοιογενές που διεκδικεί, καταγγέλλει, προβληματίζεται, διχάζει και διχάζεται, θέτοντας ερωτήματα γύρω από τις τραγωδίες που αξίζει ή όχι να ζούμε, το πώς το υποκείμενο διατηρεί την αυτονομία του και ταυτόχρονα επαναπροσδιορίζεται ως μέλος μιας κοινωνικής ομάδας, αλλά και το πώς ορίζεται το ποιος/ποια ανήκει στην ομάδα.
The doctor
Το έργο, που σπάει τα ταμεία στο West End, αποτελεί ένα θρίλερ ιδεών, που βασίζεται πολύ ελεύθερα στο κείμενο “Καθηγητής Μπερνάρντι” του Άρτουρ Σνίτσλερ, ανεβαίνει σε μια σαρωτική παράσταση για δεύτερη χρονιά. Όταν μία έφηβη μεταφέρεται σε κρίσιμη κατάσταση στο Ινστιτούτο “Ελίζαμπεθ” μετά από μια αυτοσχέδια έκτρωση, η Καθηγήτρια Ρουθ Γουλφ αρνείται την είσοδο ενός ιερέα στο θάλαμο του κοριτσιού, διότι δεν διαθέτει επαρκείς πληροφορίες για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της ασθενούς. Γύρω από αυτήν την απόφαση, ξεσπά ένα σκάνδαλο που σύντομα λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι διαστρεβλώσεις κάθε είδους διαδέχονται η μία την άλλη, αναδεικνύοντας την περιπλοκότητα της κατάστασης. Όλοι έχουν γνώμη. Kαι την εκφράζουν με πάθος μέσα σε αυτήν τη δίνη που νομοτελειακά βυθίζει μαζί της όποιον βρεθεί στο επίκεντρό της. Η πορεία προς την αποκαθήλωση φαντάζει μη αναστρέψιμη. Μέσα από αντιπαραθέσεις και αντιφάσεις η ιστορία ξετυλίγεται σαν ένα καυστικό νοητικό πείραμα, το οποίο αναδεικνύει όχι μόνο τα ηθικά διλήμματα και τα αδιέξοδα της πολιτικής ταυτοτήτων (identity politics), αλλά και την ανθρωποφάγα «κουλτούρα της ακύρωσης» (cancel culture), που λογοκρίνει, εξοστρακίζει και αποκαθηλώνει με εργαλείο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Όλοι εμείς πουλιά
Ο Εϊτάν, Γερμανοεβραίος φοιτητής Γενετικής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, γνωρίζει και ερωτεύεται τη Γουαχίντα, Αμερικανίδα φοιτήτρια αραβικής καταγωγής. Η σχέση τους συναντά την εχθρότητα της εβραϊκής οικογένειας του Εϊτάν. Το ταξίδι του ζευγαριού στο Ισραήλ και μια βομβιστική ενέργεια που θα στείλει τον Εϊτάν στο νοσοκομείο σε κωματώδη κατάσταση θα γίνει η απαρχή να αποκαλυφθεί το παρελθόν μιας οικογένειας. Τα μυστικά αντηχούν, η αλήθεια εκρήγνυται και η οικειότητα γίνεται κομμάτια μέσα στη δίνη των παγκόσμιων γεγονότων που «επιτίθενται» στους ήρωες του έργου. Από τον κεραυνοβόλο έρωτα σε μια τρομοκρατική επίθεση, από το γέλιο στις κραυγές, ο Μουαουάντ εξυφαίνει μια ερωτική ιστορία με πολιτικές διαστάσεις και υπαρξιακές προεκτάσεις με φόντο το αξεδιάλυτο χάος της Μέσης Ανατολής.
Και λέγε λέγε
Το έργο παίρνει τον τίτλο του από το ομότιτλο τραγούδι του Στράτου Διονυσίου. Αυτό ήταν που ενέπνευσε τη δημιουργία ενός έργου ανολοκλήρωτου, λάθους για την εποχή ανεπίκαιρου και ανέντιμου όσο ο έρωτας (που είναι και το θέμα του). Το “Και λέγε λέγε” αποτελεί ένα συνολικό έργο τέχνης που δημιουργήθηκε από τον συνδυασμό διαφορετικών τεχνών: κείμενα της Λένας Κιτσοπούλου, φωτογραφίες του Γιώργου Καπλανίδη και του Τάκη Διαμαντόπουλου, ένα video clip σε τραγούδι του Νίκου Κυπουργού, μια ταινία μικρού μήκους της Λένας Κιτσοπούλου σε κινηματογράφηση της Εύης Καλογηροπούλου. Η σύνθεση όλων αυτών οδηγεί στο έργο που θα παρουσιαστεί στο Τέχνης, προτείνοντας μια νέα θεώρηση της θεατρικής πράξης πέρα από τα όρια του ίδιου του θεάτρου.