Με κίνδυνο να χαρακτηριστώ άδικη, απαντάω όχι και τόσο. Και για να μπερδέψω τα πράγματα ακόμη περισσότερο, θα έλεγα ότι, παρ’ όλ’ αυτά, ήταν μια άψογη παράσταση, από αυτές που μόνο μια ομάδα τέτοιου βεληνεκούς που διακρίνεται για την ενδελεχή ερευνητική και σκηνική δουλειά της μπορεί να καταφέρει. Η βρετανική θεατρική ομάδα με επικεφαλής τον σκηνοθέτη Σάιμον ΜακΜπέρνι, που μετράει σαράντα χρόνια ιστορίας, έφερε στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση την τελευταία της παράσταση, βασισμένη στο μυθιστόρημα της βραβευμένης με Νόμπελ Λογοτεχνίας, Όλγκα Τορκάτσουκ, "Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών". Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα οικολογικής προβληματικής, που έχει τη μορφή ενός αστυνομικού θρίλερ, όπου παρακολουθούμε μια σειρά "μυστηριωδών" θανάτων κάποιων λαθροκυνηγών σε μία απομονωμένη περιοχή της Πολωνίας. Ηρωίδα είναι μια "εκκεντρική" μεσήλικη γυναίκα, που υποστηρίζει πως οι θάνατοι προέρχονται, εκδικητικά, από τα ίδια τα ζώα, και ταυτόχρονα η συγγραφέας θίγει δεκάδες θεματικές, από την ιστορία της πατρίδας της, Πολωνίας, τη διαφθορά της σύγχρονης πολιτικής σκηνής, την ασυδοσία της σύγχρονης έννοιας της ανάπτυξης, τη θρησκοληψία, αλλά και τον έρωτα, τη συνύπαρξη με τα ζώα και τη φύση κ.ά.
Η μεταφορά της λογοτεχνίας στη σκηνή, και μάλιστα ενός πολυσέλιδου μυθιστορήματος, είναι πάντα ένα ξεχωριστό στοίχημα, όμως για την ομάδα των Complicité, που δουλεύει συχνά εκ του μηδενός ή μέσω πολλαπλών ερεθισμάτων, ανασυνθέτοντας και διασταυρώνοντας διαφορετικές ιστορίες, στάθηκε ένα ακόμη πεδίο για να εξασκήσουν τη μεγαλειώδη τέχνη τους. Πρωτοπόροι στη χρήση της τεχνολογίας, διάσημοι για την δουλειά τους στο σωματικό θέατρο και έχοντας πάντα υπόψιν τους το θέατρο που όσο βαθιά κι αν σκάψει δεν παύει να είναι ένα "παιχνίδι", οδηγήθηκαν εδώ σε ένα τρίωρο υπερθέαμα, όπου το ανθρώπινο στοιχείο και η τεχνολογία έγιναν ένα. Στην πραγματικότητα, η παράσταση ακολούθησε ένα βασικό χαρακτηριστικό του αφηγηματικού θεάτρου: η ιστορία μεταφέρθηκε μέσα από την αφήγηση της ηθοποιού που υποδύθηκε την κεντρική ηρωίδα, ενώ γύρω από αυτή και μαζί της ο θίασος "δίδαξε" τι θα πει ομαδικότητα: εννέα ηθοποιοί ερμήνευσαν τα υπόλοιπα πρόσωπα του έργου περνώντας από ρόλο σε ρόλο, έδωσαν υπόσταση στα ζώα (που αποτελούν κεντρικό θέμα της ιστορίας), δημιούργησαν δράσεις, χώρους και περιβάλλοντα. Έτσι, η παράσταση κατάφερε να είναι ταυτόχρονα μεγαλειώδης όσο και "απλή" σαν ένα θεατρικό παιχνίδι, όπου ο αφηγητής δίνει το πλαίσιο και η ομάδα φτιάχνει σκηνικούς κόσμους χρησιμοποιώντας, εκτός από τον διάλογο, τους αυτοσχεδιασμούς, τη σωματική έκφραση, τη χρήση αντικειμένων.
Ενδέκατος και ισότιμος πρωταγωνιστής ήταν βέβαια η τεχνολογία. Εδώ δεν μπορεί να γίνει λόγος για χρήση της ως συμπληρωματικού στοιχείου, αλλά για παρουσία της ως ενός ενεργητικού συντελεστή. Ο τρόπος που οι προβολές στο βάθος της σκηνής ενώνονταν και συμπλήρωναν τα τρισδιάτατα σώματα των ηθοποιών και τα λιγοστά σκηνικά αντικείμενα, και το πώς τα φωτιστικά και ηχητικά εφέ χρησιμοποιήθηκαν για να προκαλέσουν τις αισθήσεις και τις (σωματικές) αντιδράσεις των θεατών ήταν πραγματικά παραδείγματα για το ρόλο που μπορεί να έχουν οι τεχνολογικές δυνατότητες στο θέατρο. Η φυσικότητα στις ερμηνείες των ηθοποιών, η συνολική σκηνική σύλληψη, το χιούμορ που διέτρεχε το όλο θέαμα είναι αξιομνημόνευτα, όμως ως το πιο αξιοθαύμαστο στοιχείο της παράστασης εντοπίζω την ασύλληπτη ροή της: η αφήγηση κύλησε με μια ανάσα, ενώ οι δεκάδες σκηνές και δράσεις γεννιόντουσαν και τελείωναν αβίαστα, κι έτσι μια τρίωρη παράσταση ξεδιπλώθηκε χωρίς πουθενά να υπάρξει μια παύση, ή να φαίνεται κάποιο σημείο "ένωσης" της μιας σκηνής με την επόμενη.
Οπότε, τι ήταν αυτό τελικά που με άφησε με μια αίσθηση ανικανοποίητου; Μάλλον το γεγονός πως η παράσταση δεν είχε διακυμάνσεις: η σκηνική ενέργεια, οι δράσεις, η ίδια η εξέλιξη της ιστορίας -παρόλο που θεωρητικά κλιμακώνεται, όσο ο ένας θάνατος ακολουθεί τον άλλο και εκκρεμεί η λύση του μυστηρίου- παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο από την αρχή ως το τέλος. Επίσης, κανένα επεισόδιο δεν ξεχώρισε στη δραματουργία της παράστασης ώστε να λάβει μια ξεχωριστή θέση, να μεταβάλει τη σκηνική θερμοκρασία, να αναθερμάνει το ενδιαφέρον. Κι αυτό μίκρυνε τελικά την επίδραση της ίδιας της ιστορίας πάνω μου, καθώς κατέληξα να παρακολουθώ κάπως αμέτοχη κάτι που ενώ είχε πολλαπλό ενδιαφέρον αποδόθηκε στο ίδιο κι απαράλλαχτο -άψογα εκτελεσμένο, πάντως- μοτίβο.
Περισσότερες πληροφορίες
Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών
Η ιστορία της παράστασης (που κινείται στα όρια του αστυνομικού θρίλερ και μαύρης κωμωδίας) ξεκινά στα βάθη του χειμώνα σε μια μικρή κοινότητα μιας απομακρυσμένης πολωνικής κοιλάδας. Άνδρες της τοπικής κυνηγετικής λέσχης πεθαίνουν υπό μυστηριώδεις συνθήκες και η Γιανίνα Ντουσέικο, μια εκκεντρική ηλικιωμένη κάτοικος της περιοχής, έχει συγκεκριμένες υποψίες. Παρακολουθεί εδώ και καιρό τα ζώα που ζουν στην κοινότητα και υποστηρίζει ότι συμπεριφέρονται περίεργα. Η Γιανίνα αρνείται να γίνει αιχμάλωτη της κοινωνίας και του φύλου της. Οι πράξεις της θέτουν ερωτήματα: Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος και τι σημαίνει να είσαι ζώο; Γιατί η θανάτωση των ζώων είναι σπορ, ενώ των ανθρώπων φόνος;