Ξεκίνησαν τη δραστηριότητά τους το 1983, γιορτάζουν φέτος τα 40 τους χρόνια κι ακόμη θεωρούνται -και είναι- από τις πλέον καινοτόμες και επιδραστικές βρετανικές ομάδες. Η "ψυχή" τους, όμως, είναι κατά κάποιον τρόπο γαλλική, όπως μαρτυράει το όνομά τους: ένας διαχρονικός φόρος τιμής στον σκηνοθέτη και δάσκαλο Ζακ Λεκόκ, που εντρύφησε και εξέλιξε το σωματικό θέατρο. Οι τέσσερις ιδρυτές των Complicité ήταν μαθητές της σχολής του Λεκόκ, όπου διδάχθηκαν τις τρεις αρχές που καθόρισαν τη δουλειά τους: παιχνίδι, διαθεσιμότητα, συνενοχή. Η τελευταία είναι που έδωσε το όνομα στην ομάδα: αυτή τη συνενοχή με το κοινό θέλουν να αναπτύξουν στις παραστάσεις τους.
Ο πυρήνας της ομάδας ήταν διαπολιτισμικός: ο Βρετανός Σάιμον ΜακΜπέρνι, η Βρετανίδα Άνναμπελ Άρντεν, ο Ιταλός Μαρτσέλο Μάνι και η Αυστραλέζα Φιόνα Γκόρντον. Η διαπολιτισμικότητα είναι δομικό χαρακτηριστικό τους, τόσο στη σύσταση του θιάσου όσο και των θεατών˙ γι’ αυτό και είναι από τις πλέον πολυταξιδεμένες ομάδες, έχουν παρουσιάσει παραστάσεις τους σε περισσότερες από 40 χώρες. Πρόκειται για έναν τρόπο ζωής και αντίληψης της τέχνης, που τους συνοδεύει μέχρι σήμερα. Μάλιστα, ο ΜακΜπέρνι είπε χαρακτηριστικά στη συζήτηση με αφορμή την επικείμενη παράσταση στη Στέγη: "Δεν πιστεύω ιδιαίτερα ότι υπάρχει αυτό που λέμε εθνική κουλτούρα. Δεν ξέρω τι εννοούν όσοι λένε, ‘είμαι Βρετανός’. Ειδικά, πλέον, η Βρετανία είναι ένας δυστυχισμένος τόπος, είναι βίαιη, διχασμένη, υπεροπτική, ξενοφοβική, χωρίς ανοχή και συμπόνοια".
Ξεκίνησαν ως κολεκτίβα και ακόμη εστιάζουν σε μακρές περιόδους έρευνας. Αυτό είναι το κλειδί που κρατάει την ομάδα "νέα". Ο ΜακΜπέρνι τόνισε στη ίδια συζήτηση: "Δεν αισθάνομαι τα σαράντα χρόνια της πορείας μας πίσω μου, νιώθω σαν να ξεκίνησα μόλις τώρα, κάθε φορά νιώθω σαν να ξεκινάω από την αρχή". Και κατά κάποιο τρόπο το κάνουν, ενθυμούμενοι πάντα κάτι που είχε πει ο Πίτερ Μπρουκ. "Η μόνη ερώτηση που χρειάζεται μετά την παράσταση είναι: ήταν ζωντανή; Και για να είναι ζωντανή χρειάζεται να τη φροντίζουμε και να την τροφοδοτούμε, ώστε να επικοινωνεί με τον κόσμο. Γι’ αυτό και η παράσταση που θα δείτε στην Αθήνα, έχει ξαναδουλευτεί, είναι κατά κάποιο τρόπο μια νέα εκδοχή", συμπλήρωσε.
Μιλώντας για τους Complicité μιλάμε ουσιαστικά για (αυτούς που τελειοποίησαν) το θέατρο της επινόησης (devised), δηλαδή το θέατρο που δεν βασίζεται σε θεατρικό ή άλλο προϋπάρχον κείμενο, αλλά δημιουργεί ένα νέο κείμενο παράστασης πάνω σε κάποιο ερέθισμα, ένα θέμα, μια ιδέα. Στη δημιουργία των παραστάσεων συνεργάζονται καλλιτέχνες και ειδικοί διαφορετικών πεδίων, ενώ στηρίζονται ιδιαίτερα σε ό,τι προκύπει κατά τους αυτοσχεδιασμούς και στις δυνατότητες της σωματικής έκφρασης. Έτσι, κατά καιρούς έχουν βασιστεί σε θέματα που δεν είναι είναι τα κατεξοχήν "κατάλληλα" ή "δελεαστικά" για μια θεατρική παράσταση. "Μια από τις παραστάσεις μας ήταν για τα μαθηματικά", μας είπε ο ΜακΜπέρνι, "και ο λόγος ήταν το γεγονός ότι δεν ήμουν καλός σε αυτά ως μαθητής. Κι όμως μέσα από την παράσταση κάτι κατακτήσαμε. Και πρώτα απ’ όλα την ανακάλυψη πως τα μαθηματικά είναι μια τέχνη, μια όμορφη τέχνη".
Αποτελούν πραγματικά πρωτοποριακή ομάδα, αφού ήταν από τις πρώτες που χρησιμοποίησαν την τεχνολογία: προέβαλλαν βίντεο ήδη από τη δεκαετία του ’90, ενώ στην παράσταση "Mnemonic" (1999-2002) ενέταξαν όχι μόνο έντονα φωτιστικά εφέ και προβολές βίντεο, αλλά και χρήση κινητών τηλεφώνων. Όπως όμως έχει δηλώσει ο ΜακΜπέρνι: "Τα τεχνικά μέσα θα έμοιαζαν με τρικ αν δεν υπηρετούσαν το συναίσθημα" και η προσέγγιση του στην τέχνη του θεάτρου παραμένει πλήρως ανθρωποκεντρική. Γι’ αυτό και στην ερώτηση ποιο θεωρεί πως είναι το "αποτύπωμα" της ομάδας ύστερα από σαράντα χρόνια δραστηριότητας, απαντάει: "το γεγονός πως αναπτύξαμε σχέσεις και συνδέσεις, επιστρέψαμε κάτι πίσω στους θεατές, ενώσαμε ανθρώπους διαφορετικών εθνικοτήτων και υπόβαθρων. Επίσης πως είμαστε μια ομάδα που δεν έμεινε στάσιμη, αλλά εξελισσόμασταν συνεχώς, αλλάζαμε την οπτική μας στα πράγματα".
Οι Complicité δεν είναι μόνο οραματιστές όσον αφορά στην τέχνη τους αλλά και διορατικοί όσον αφορά την πραγματικότητα του γύρω τους: από τα μέσα του ’90 σημείωναν πως οι προκλήσεις του 21ου αι. θα είναι η εξορία και η μετανάστευση, και συνέχισαν στα χρόνια που ακολούθησαν να κάνουν λόγο για το ρατσισμό, την ξενοφοβία και τη βία κατά των μειονοτήτων. Ο πολιτικός λόγος ήταν παρών και σε όσα μας είπε ο ΜακΜπέρνι με αφορμή την τωρινή παράσταση: "Ο κόσμος έχει δομηθεί πάνω σε μια πατριαρχική ιεραρχική λογική, που μας αποσυνδέει από την ψυχή, από το συναίσθημα. Αυτή τη λογική δεν την υπηρετούν, απαραίτητα, μόνο άνδρες˙ βλέπουμε γυναίκες που την έχουν ενστερνιστεί πλήρως, βλέπουμε και άνδρες που αντιστέκονται. Δεν πρέπει να καταφεύγουμε σε επιφανειακούς διαχωρισμούς, χρειάζεται όμως να αντισταθούμε".
Επισκέφτηκαν πρώτη φορά την Ελλάδα το 2002, παρουσιάζοντας στη Θεσσαλονίκη την παράσταση "Mnemonic". Ήταν ένα μεγαλειώδες, συναρπαστικό, εντυπωσιακό όσο και βαθιά συναισθηματικό θέαμα με θέμα τη μνήμη. Δύο ιστορίες συνδέθηκαν μεταξύ τους, διατρέχοντας πολλούς αιώνες και γεωγραφικά μήκη: η σύγχρονη ιστορία ενός άνδρα που ψάχνει τη σύντροφό του που έφυγε για την Ευρώπη και μια ιστορία που σχετιζόταν με την ανακάλυψη στις Άλπεις ενός ανθρώπινου απολιθώματος που χρονολογούνταν την τρίτη χιλιετηρίδα π.Χ. Στην παράσταση συμμετείχε ο Κώστας Φιλίππογλου, που υπήρξε μέλος της ομάδας για κάποια χρόνια, ενώ όπως μας αποκάλυψε ο Σάιμον ΜακΜπέρνι, υπάρχει η σκέψη να την αναβιώσουν. Το γεγονός ότι ο πατέρας του ΜακΜπέρνι ήταν αρχαιολόγος επηρέασε τη δουλειά τους, όχι μόνο στη θεματική παραστάσεων όπως τo "Mnemonic", αλλά στη συνολικότερη προσέγγιση του θεάτρου μέσα από την έρευνα και στην εξέλιξη της παράστασης μέσα από πολλά επίπεδα και διαστρωματώσεις. Κοινή συνισταμένη όλων όμως είναι η ευφάνταστη φόρμα, που δεν ξεχνάει ποτέ τη χαρά του παιχνιδιού.
Επίσης, όλο και περισσότερο τους απασχολούν τα περιβαλλοντικά θέματα. "Θα έπρεπε η προστασία του περιβάλλοντος να ανατεθεί σε έναν διεθνή νόμο με παγκόσμια ισχύ", μας είπε. "Τα εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος να αντιμετωπίζονται σαν να προκείται για ένα είδος ‘γενοκτονίας’ (οικο-κτονία) και όσοι εγκληματούν κατά του περιβάλλοντος να θεωρούνται το ίδιο ένοχοι σε όλες τις χώρες. Μόνο έτσι κάτι θ’ αλλάξει, με την ύπαρξη ενός νόμου που θα είναι υπεράνω όλων".
Οι οικολογικές ανησυχίες παρείσφρησαν στην παράσταση "Η συνάντηση" ("The encounter"), που έφεραν το 2016 στην Αθήνα και στη Στέγη: ένα σόλο επί σκηνής του ίδιου του ΜακΜπέρνι, που στηρίχτηκε στην αληθινή ιστορία ενος φωτορεπόρτερ του "National Geographic", ο οποίος χάθηκε στα τροπικά δάση του Αμαζονίου και διασώθηκε από τους ιθαγενείς μιας άγνωστης φυλής. Το αποτέλεσμα ήταν μια πρωτόγνωρη ακουστική εμπειρία, που μεταφέρθηκε στους θεατές εξολοκλήρου μέσα από ακουστικά, όμως η παράσταση δεν ανασύστησε απλώς τους ήχους του τροπικού δάσους, αλλά έδρασε με άκρως αισθητηριακό τρόπο, προσεγγίζοντας μια εμπειρία καταβύθισης στο ανθρώπινο ασυνείδητο. Έτσι, η κορυφαία τεχνολογία εξυπηρέτησε και πάλι την ανθρωποκεντρική οπτική της ομάδας.
Τώρα, έρχονται ξανά στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση με τη μεταφορά του μυθιστορήματος της βραβευμένης με Νόμπελ, Όλγκα Τοκάρτσουκ, "Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών" (4-7/10). Η ιστορία αφορά μια σειρά φόνων εις βάρος κάποιων κυνηγών σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό της Πολωνίας και μια "παράξενη" ηλικιωμένη, που ισχυρίζεται πως οι φόνοι γίνονται από τα ζώα, σε μια εκδικητική πράξη της φύσης. Ο ΜακΜπέρνι χαρακτήρισε το βιβλίο "συναρπαστικό" και "ριζοσπαστικό" και γι’ αυτό θεώρησε επείγον να του δώσει θεατρική μορφή. Ξεχώρισε επίσης το γεγονός ότι δίνει φωνή σε μια γυναίκα, και μάλιστα σε μια γυναίκα που βρίσκεται στα 60 της, την οποία ο κόσμος αντιμετωπίζει ως τρελή, επισημαίνοντας πως λειτουργεί και ως μια αλληγορία για τη στρεβλή "ανδρική" οπτική πάνω στην οποία δομούνται οι κοινωνίες. Τον ρόλο της Γιανίνα Ντουσέικο θα ερμήνευε η Κάθριν Χάντερ, όμως ο θάνατος του συζύγου της Μαρτσέλο Μάνι, εκ των ιδρυτικών μελών της ομάδας, άλλαξε τα αρχικά σχέδια.
Αν και εντοπίζονται στοιχεία αστυνομικού θρίλερ στο μυθιστόρημα, ο ΜακΜπέρνι μίλησε για μια ιστορία που είναι με τον τρόπο της πραγματικότητα: "Δυσκολεύομαι να διαχωρίσω τη μυθοπλασία από την πραγματικότητα, γιατί ακόμη και η μυθοπλασία μιλάει αλληγορικά ή μεταφορικά για την πραγματικότητα. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, ό,τι αφηγείται η Όλγκα είναι τα συνειδητά και μη συνειδητά μοτίβα της ανθρώπινης συμπεριφοράς μας".
Περισσότερες πληροφορίες
Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών
Η ιστορία της παράστασης (που κινείται στα όρια του αστυνομικού θρίλερ και μαύρης κωμωδίας) ξεκινά στα βάθη του χειμώνα σε μια μικρή κοινότητα μιας απομακρυσμένης πολωνικής κοιλάδας. Άνδρες της τοπικής κυνηγετικής λέσχης πεθαίνουν υπό μυστηριώδεις συνθήκες και η Γιανίνα Ντουσέικο, μια εκκεντρική ηλικιωμένη κάτοικος της περιοχής, έχει συγκεκριμένες υποψίες. Παρακολουθεί εδώ και καιρό τα ζώα που ζουν στην κοινότητα και υποστηρίζει ότι συμπεριφέρονται περίεργα. Η Γιανίνα αρνείται να γίνει αιχμάλωτη της κοινωνίας και του φύλου της. Οι πράξεις της θέτουν ερωτήματα: Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος και τι σημαίνει να είσαι ζώο; Γιατί η θανάτωση των ζώων είναι σπορ, ενώ των ανθρώπων φόνος;