Χρήστο, η σχέση σου με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος μετρά χρόνια από την εποχή που αποφοίτησες από τη Δραματική Σχολή, εργάστηκες ως ηθοποιός και να που σήμερα είσαι Υπεύθυνος Σχεδιασμού Καλλιτεχνικού Προγραμματισμού Πόσο καλά γνώριζες τους εσωτερικούς μηχανισμού του οργανισμού πριν αναλάβεις αυτή τη θέση;
Συνεργάστηκα με το ΚΘΒΕ, ως ηθοποιός, από το 1997 έως το 2010. Είχα την τύχη και την τιμή να διατηρώ εξαιρετικές σχέσεις με όλους σχεδόν τους καλλιτεχνικούς διευθυντές. Η δίψα μου για ενδελεχή γνώση του αντικειμένου με οδηγούσε διαρκώς στο να επιζητώ να αποκτήσω σφαιρική άποψη, για οτιδήποτε αφορά μια θεατρική παραγωγή αλλά και τη λειτουργία ολόκληρου του οργανισμού. Μου αρέσει επίσης πάρα πολύ να ακούω και ήμουν, νομίζω, καλός ακροατής για τους καλλιτεχνικούς διευθυντές, μαθαίνοντας πολλά μέσα από τη συχνή επαφή. Έχω ιδιαίτερες μνήμες από την σχέση/επαφή, με τους Διαγόρα Χρονόπουλο, Βίκτωρα Αρδίττη και Γιάννη Ρήγα. Ήταν ευτύχημα για μένα το γεγονός ότι υπήρξαν ανοιχτοί και γενναιόδωροι μαζί μου, τόσο σε ευκαιρίες, όσο και σε επικοινωνία καταστάσεων που αντιμετώπιζαν στο κρατικό θέατρο, αλλά και τους τρόπους διαχείρισης, οπότε, πριν ακόμα αναλάβω τη θέση του υπεύθυνου καλλιτεχνικού σχεδιασμού, γνώριζα το ΚΘΒΕ πάρα πολύ καλά διοικητικά, οικονομικά και καλλιτεχνικά. Ήξερα σχεδόν κάθε λεπτομέρεια ακόμα και για το προσωπικό.
Η θέση που έχεις χρειάζεται μεταξύ άλλων και μια στρατηγική. Άραγε πόσο εύκολο είναι να πετύχει κανείς το συνδυασμό εμπορικής και καλλιτεχνικής επιτυχίας;
Σίγουρα δεν είναι απίθανο. Έχω την αίσθηση πως υπάρχει ένα έλλειμμα στην ελληνική θεατρική πραγματικότητα και αυτό αφορά, το λεγόμενο mainstream θέατρο. Αυτό το οποίο στο εξωτερικό έχει εξέχουσες προσωπικότητες που το υπηρετούν, όπως ο Τόμας Όστερμαϊερ και ο Ίβο βαν Χόβε. Στην Ελλάδα, για κάποιο λόγο, έχουμε συνδέσει την εμπορικότητα ενός προϊόντος με την καλλιτεχνική ένδεια και οτιδήποτε προδιορίζεται ως ποιοτικό, αυτομάτως κατατάσσεται στα θεάματα για λίγους. Ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων που διαφωνώ κάθετα με τέτοιου είδους διαχωρισμούς και ταμπέλες. Άλλωστε, στο παρελθόν το Εθνικό θέατρο της χώρας με τον Γιάννη Χουβαρδά καλλιτεχνικό διευθυντή, κατάφερε να δημιουργήσει μεγάλες εμπορικές επιτυχίες με απολύτως καλαίσθητη, ποιοτική και σοβαρότατη τεκμηρίωση. Με λίγα λόγια, κατόρθωσε να καταστήσει το ποιοτικό, εμπορικό.
Φέτος, περισσότερο ίσως από άλλες χρονιές συζητήθηκαν οι συνεργασίες που εξασφαλίσατε για το ΚΘΒΕ. Είσαι ικανοποιημένος από το τελικό αποτέλεσμα;
Γνωρίζω το Κρατικό Θέατρο από το 1994. Μέχρι σήμερα, μπορώ να πω ότι ποτέ ξανά στην ιστορία του οργανισμού δεν παρουσιάστηκαν συγκεντρωμένοι τόσοι πολλοί σπουδαίοι σκηνοθέτες μέσα σε μία τριετία. Από κει και ύστερα, τα νούμερα δείχνουν ότι μέχρι και την ημέρα των καταλήψεων, το Κρατικό έφερε εβδομαδιαίως 50.000 ευρώ σε εισπράξεις, δηλαδή 200.000 ευρώ το μήνα. Και αν δεν σταματούσαν την ανοδική αυτή πορεία οι καταλήψεις, είναι βέβαιο πως θα ξεπερνούσαμε τα 2 εκατομμύρια ευρώ σε έσοδα από τα εισιτήρια των παραγωγών, κατά τη διάρκεια ενός ολόκληρου έτους, κάτι το οποίο δεν έχει ξαναγίνει. Το ΚΘΒΕ εισπρακτικά διένυσε μία από τις καλύτερες σεζόν των τελευταίων ετών και αυτό με κάνει να χαίρομαι πάρα πολύ. Οι παραστάσεις μας έχουν καλλιτεχνική και εμπορική αξία. Οι υγιώς σκεπτόμενοι ηθοποιοί χαίρονται που παίζουν σε παραστάσεις οι οποίες διαδέχονται η μία την άλλη, με σκηνοθέτες τους οποίους θαυμάζουν. Για πρώτη φορά επίσης το δυναμικό του θεάτρου, απασχολήθηκε κατά 95% σε μια χρονιά. Η αργομισθία σχεδόν εξαλείφθηκε. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει το παρακάτω περιστατικό: Σε συνομιλία που είχα με ηθοποιό του δυναμικού, ρώτησα πως αισθάνεται στις πρόβες παραγωγής που συμμετείχε και μου απάντησε: "αισθάνομαι ότι κάνω σεμινάριο πληρωμένο από το Κρατικό Θέατρο". Αυτό μόνο χαρά μπορεί να μας δώσει.
Ποιες παραστάσεις ξεχώρισαν;
Πολλές και για διάφορους λόγους. Παραστάσεις όπως, η "Τριλογία του παραθερισμού" σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη, η "Αγγέλα" σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μπίτου, το "Σ’ εσάς που με ακούτε" σε σκηνοθεσία του Χρήστου Θεοδωρίδη, η "Απόλυτη μαγεία" του Χρήστου Πασσαλή, μπορώ να πω πως είναι από τις καλύτερες παραστάσεις που έχει ανεβάσει ποτέ το ΚΘΒΕ. Βλέπω πάρα πολύ θέατρο και στο εξωτερικό και συνειδητοποιώ ότι έχουμε φτάσει σε ένα υψηλό επίπεδο θεατρικά στη χώρας μας. Δεν συμβαίνουν ωραία πράγματα μόνο στην Αθήνα αλλά και στη Θεσσαλονίκη. Μάλιστα πολύ σύντομα τολμώ να ισχυριστώ, πως το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος θα δίνει καλλιτεχνικό στίγμα στη χώρα.
Θα μπορούσε το ΚΘΒΕ να συνεργαστεί με άλλα θέατρα, ώστε να παιχτούν κάποιες παραστάσεις του στην πρωτεύουσα ή στο εξωτερικό;
Η τακτική επιχορήγηση δυστυχώς δεν επαρκεί για να καλύψει τη μισθοδοσία των υπαλλήλων, πόσο μάλλον μια πολιτική εξωστρέφειας, η οποία θα αφορά περιοδείες εντός και εκτός συνόρων. Πρόσφατα, μας ζήτησαν την sold out παράσταση του Γιώργου Καπουτζίδη "Όποιος θέλει να χωρίσει… να σηκώσει το χέρι του!" για να παιχτεί στις Σέρρες, όπως επίσης και τον "Ερωτόκριτο" της Αργυρώς Χιώτη, η οποία θα ταξιδέψει στην Κύπρο, μετά από πρόσκληση του Διεθνούς Φεστιβάλ Λευκωσίας. Το ίδιο είμαι βέβαιος πως θα συμβεί και με την παραγωγή του Πασσαλή και του Θεοδωρίδη, αλλά και αυτές που έρχονται τον χειμώνα, όπως η "Λυσσασμένη γάτα" σε σκηνοθεσία Σύλλα Τζουμέρκα, "Ο καλός άνθρωπος του Σέ Τσου Αν", σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, ή το "Mr Lihn and his Child", σε σκηνοθεσία Guy Cassiers. Μας λείπουν όμως πόροι για να κάνουμε παραγωγές με εξωστρεφή πολιτική. Ξέρεις πόσο θα θέλαμε να φορτώσουμε το σκηνικό της παράστασης του Θεοδωρίδη και να την παρουσιάσουμε στο Βερολίνο, στην Βιέννη, στη Στοκχόλμη; Έχουμε τις απαραίτητες διασυνδέσεις και όλο αυτό το διάστημα με τη συνδρομή της συνεργάτιδάς μας, της Ιφιγενειας Ταξοπούλου, ανοίξαμε ένα δίαυλο επικοινωνίας με το εξωτερικό, που αντίστοιχο του δεν είχε ποτέ το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Για να σχεδιάσεις και να υλοποιήσεις σοβαρή στρατηγική, όμως, ας μη γελιόμαστε, χρειάζεται χρόνος και χρήμα.
Η τακτική επιχορήγησή σας ανέρχεται στα 5.800.000 ευρώ και ενώ έχετε πολλές σκηνές τα χρήματα είναι λιγότερα από αυτά που λαμβάνει το Εθνικό Θέατρο. Με αυτά τα δεδομένα το Υπουργείο Πολιτισμού θα πρέπει να επανεξετάσει το θέμα της τακτικής επιχορήγησης;
Οι επιχορηγήσεις των οργανισμών, είναι σχεδόν ίδιες. Όμως υπάρχουν διαφορετικά κόστη και μεγάλη απόκλιση στον αριθμό εργαζομένων, σε ό,τι αφορά το ΚΘΒΕ. Εμείς αξιώνουμε μια ισότιμη μεταχείριση σε πολλά πράγματα. Άλλωστε το υπουργείο έχει ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία οικονομικής εξίσωσης των δύο κρατικών οργανισμών και γι’ αυτή την αποφασιστικότητα θα ήθελα να ευχαριστήσω και δημοσίως την υπουργό πολιτισμού, την κυρία Μενδώνη και τον υφυπουργό, κύριο Γιατρομανωλάκη. Ωστόσο, η παραγωγή θεατρικών παραστάσεων στη Θεσσαλονίκη, στοιχίζει 30% περισσότερο από τις παραγωγές που υλοποιούνται στην Αθήνα. Ο λόγος είναι πως οι Αθηναίοι συνεργάτες, πρέπει να στεγαστούν κατά το διάστημα της παρουσίας τους στη Θεσσαλονίκη και να αμειφθούν με τρόπο συμφέροντα για τους ίδιους, αναλογιζόμενοι πως απουσιάζουν από την έδρα τους για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Στην ετήσια δαπάνη προσθέστε και τα μεταφορικά όλων των συνεργατών, οι οποίοι σε συντριπτική πλειοψηφία έρχονται από την Αθήνα. Η λύση του να παράγουμε καλλιτεχνικά προϊόντα τα οποία δημιουργούνται από καλλιτέχνες που κατοικοεδρεύουν στη Θεσσαλονίκη και μόνο, με σκοπό τη μείωση του κόστους, θεωρώ πως είναι απολύτως απαρχαιωμένη, επαρχιώτικη και οπισθοδρομική. Εξίσου αυξημένο βεβαίως είναι και το κόστος παρουσίασης παραγωγών του ΚΘΒΕ στην Επίδαυρο. Η μετακίνηση και μεταφορά για το ΚΘΒΕ, στοιχίζει 50% πάνω από τις αντίστοιχες μετακινήσεις που πραγματοποιεί ο αδελφός οργανισμός των Αθηνών. Το Εθνικ,ό επίσης, απευθύνεται σε ένα ενεργό θεατρικό κοινό 200.0000 θεατών, ενώ το ΚΘΒΕ σε 50.000 με 60.000 μάξιμουμ. Τέλος, ο αθηναϊκός οργανισμός διατηρεί θέατρα τα οποία του ανήκουν, ενώ το ΚΘΒΕ δαπανά σε ενοίκια το ποσό των 400.000 ευρώ ετησίως. Συνεπώς το ΚΘΒΕ θα έπρεπε να αξιώνει μεγαλύτερη ετήσια οικονομική ενίσχυση έναντι του Εθνικού από την πολιτεία. Η πλήρης εξίσωση όμως, η οποία ήδη δρομολογείται από το υπουργείο, είναι κάτι το οποίο μας ικανοποιεί.
Αυτό το καλοκαίρι ανέλαβες να σκηνοθετήσεις τις "Τρωάδες" του Ευριπίδη στο ΚΘΒΕ. Άραγε η διανομή είναι το πιο δυνατό χαρτί για την επιτυχία;
Όταν αναλαμβάνω μια σκηνοθεσία σκέφτομαι τι είναι αυτό που θα με ευχαριστούσε πραγματικά. Δεν μπορώ να ασχοληθώ με οτιδήποτε αν δεν έχω έντονη επιθυμία γι' αυτό που θα υλοποιήσω. Δεν ενδιαφέρομαι να σκηνοθετήσω απλώς για να το κάνω. Οι "Τρωάδες" του Ευριπίδη, η καλοκαιρινή παράσταση του ΚΘΒΕ με την οποία θα κατέβουμε και στην Επίδαυρο στις 18 και 19 Αυγούστου, είναι ένα project που ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια μετά την πρεμιέρα το "Βακχών" στο Ηρώδειο. Βασικότατο συστατικό για τη δημιουργία αυτής της παράστασης όπως και κάθε παράστασης που σκηνοθετώ, είναι οι ηθοποιοί. Αν δε γοητεύομαι από αυτούς, αν δεν είμαι σίγουρος ότι μαζί τους μπορώ να καταφέρω πράγματα, δεν υπάρχει περίπτωση να μπω στη διαδικασία. Για να απευθύνω σε έναν ηθοποιό πρόσκληση συνεργασίας, πρέπει πρώτα να με γοητεύει. Οπότε είμαι πολύ χαρούμενος που συνεργάζομαι με τους Ρούλα Πατεράκη (Εκάβη), Δημήτρη Πιατά (Ταλθύβιος), Μαρία Διακοπαναγιώτου (Κασσάνδρα), Αντώνη Καφετζόπουλο (Ποσειδώνας), Αλέξανδρο Μπουρδούμη (Μενέλαος), Λουκία Βασιλείου (Ελένη/ διπλή διανομή), Κλειώ Δανάη Οθωναίου (Ελένη /διπλή διανομή), Μαρίζα Τσάρη (Ανδρομάχη) για τις "Τρωάδες".
Οι "Τρωάδες" χαρακτηρίζονται ως ένα αντιπολεμικό έργο. Αυτή η σκέψη κυριάρχησε στην απόφαση σου να το ανεβάσεις;
Δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει αντιπολεμικό έργο, διότι δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει πολεμικό έργο. Βαριέμαι τις επικαιροποιήσεις, δεν με ενδιαφέρουν και ούτε είμαι από τους ανθρώπους που θυμούνται ένα κείμενο επειδή είναι της μόδας. Το έργο μιλάει για την πτώση, την ηθική, την ήττα, για την απώλεια, για την απανθρωπιά του ισχυρού, απέναντι στον ανίσχυρο. Τα τελευταία χρόνια με ενδιαφέρει το σημείο εκκίνησης, το σημείο αναχώρησης, οπότε με ενδιαφέρει να δει ο θεατής ότι αυτές οι γυναίκες αναχωρούν. Οι "Τρωάδες" δεν είναι ένα από τα αγαπημένα μου έργα, ούτε είχα όνειρο ζωής να τις σκηνοθετήσω. Μετά την πρεμιέρα των "Βακχών" ένιωσα έντονη την ανάγκη να συνεργαστώ με κάποιους ανθρώπους που τους αγαπώ πάρα πολύ και ξεκίνησα να σκέφτομαι τι είναι αυτό το οποίο θα με ευχαριστούσε και σε ποιο έργο θα μπορούσα να δω τα συγκεκριμένα πρόσωπα μέσα σε μια παράσταση. Ψάχνω το τι θα μπορούσα να κάνω με συνεργάτες που εκτιμώ. Για παράδειγμα, για τη Μαρία Διακοπαναγιώτου ετοιμάζω μελλοντικά ένα project και η ιδέα μου γεννήθηκε από την ανάγκη που έχω να δουλεύω με τη Μαρία. Με το ίδιο σκεπτικό ένιωσα τώρα την έντονη ανάγκη να δω τη Ρούλα Πατεράκη στο ρόλο της Εκάβης. Με τιμάει τα τελευταία χρόνια με την παρουσία της, είναι μαζί μου χωρίς να την ενδιαφέρει αν παίζοντας σε μια παράσταση θα πει μία ατάκα ή αν θα έχει ένα μεγάλο ρόλο. Θέλω να τιμήσω τη Ρούλα Πατεράκη ως μία μεγάλη θεατράνθρωπο με ένα ρόλο που είναι εξαιρετικά σημαντικός. Η κυρία Πατεράκη είναι ο σημαντικότερος άνθρωπος που έχω συναντήσει στο θέατρο. Είναι εξαιρετική σκηνοθέτιδα και, τολμώ να πω, ότι είναι απείρως καλύτερη ως ηθοποιός.
Αυτή η αναχώρηση που αναφέρεις συνδέεται με την ήττα ή με την ελπίδα;
Το εξαιρετικά επικίνδυνο με όλα τα μεγάλα κείμενα είναι ότι μέσα τους υπάρχουν όλα τα μεγάλα θέματα της ζωής. Πρέπει να επιλέξεις ένα θέμα για να εστιάσεις στην αφήγηση σου, πρέπει ο θεατής να αισθάνεται από πού εκκινεί ο σκηνοθέτης και -ενδεχομένως,- πού θέλει να καταλήξει. Η αναχώρηση είναι το θέμα στο οποίο εστιάζω και εμπεριέχει πολλά υποθέματα. Αυτή η αναχώρηση δεν είναι οικειοθελής, οπότε προφανώς δεν είναι κάτι ευχάριστο. Όμως, ένας άνθρωπος ο οποίος ξεσπιτώνεται, ξεριζώνεται με το χειρότερο τρόπο, έχοντας χάσει τα πάντα και τις ζωές δικών του ανθρώπων ενδεχομένως, μετά από ένα διάστημα μπορεί να δει τη ζωή του να καλυτερεύει. Δηλαδή, η αναχώρηση, όσο βίαιη κι αν είναι, εμπεριέχει το στοιχείο της ελπίδας. Μπορεί εκεί που θα πας να είναι άθλια ή να είναι η Γη της Επαγγελίας, μπορεί αυτό που ξεκίνησε ως το μέγιστο κακό, να καταλήξει να είναι ευεργετικό. Μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ ότι επικροτώ τους πολέμους και τους ξεριζωμούς, λέω όμως, ότι η αναχώρηση ακόμα και με τους χειρότερους όρους, μπορεί στο τέλος, μετά από ένα διάστημα, να φέρει κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό για τον άνθρωπο ο όποιος αναχωρεί. Αυτό το οποίο με ενδιαφέρει στην τραγωδία αυτή, είναι ένας άνθρωπος με μια βαλίτσα στο χέρι. Αυτό είναι οι "Τρωάδες" για μένα.
Όπως είπες δεν στοχεύεις στην επικαιροποίηση. Πού στοχεύει η αφήγηση σου;
Κυνηγάω τη μία σκηνική στιγμή. Εκείνη τη μία σκηνική στιγμή όπου έχουν συντονιστεί όλες οι δυνάμεις, εκείνη τη στιγμή που αναδεικνύει την παραγωγική πράξη της θεατρικής αφήγησης. Ίσως λόγω συγκυρίας, ίσως λόγω δραματουργίας, ίσως λόγω της θέσης μου απέναντι στον τρόπο με τον οποίο βλέπω τον κόσμο, μπορώ να πω ότι στις "Τρωάδες" θα προσπαθήσω να παίξω σκηνικά με όρους οι οποίοι θα εμπλέκουν το ποιος είμαι εγώ ως καλλιτέχνης, αλλά και το τι είναι αυτό στο οποίο πάω να μπλέξω, συμμετέχοντας σε ένα θεσμό όπως είναι το Φεστιβάλ Επιδαύρου. Η παρουσίαση μιας παράστασης σε ανοιχτό θέατρο στην Ελλάδα έχει κάποιους νόμους, κάποιους κανόνες, κάποιους τρόπους λειτουργίας και μέσα σε αυτούς πρέπει να χωρέσω κι εγώ ως καλλιτέχνης. Θα προσπαθήσω να κάνω μία πολύ ήσυχη παράσταση τραγωδίας σε ανοιχτό χώρο. Με ενοχλεί η εξτραβαγκάντζα της αφήγησης, ο τρόπος με τον οποίο αφηγούμαστε θέατρο στην Ελλάδα στις χειμερινές σκηνές και πολύ περισσότερο στον ανοιχτό χώρο. Δεν θα ετοιμάσουμε μία παράσταση τραγωδίας, στην οποία οι ηθοποιοί θα ουρλιάζουν για να ακούγονται, ούτε θα ουρλιάζουν για να δείξουν ότι πενθούν, πονούν, συμπάσχουν κλπ. Αυτό το οποίο με ενδιαφέρει είναι το σημείο εκκίνησης για τους αφηγητές/σκηνικά πρόσωπα. Έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία το ποιο είναι το σημείο της αφετηρίας της σκηνικής τοποθετήσεις αυτών των προσώπων, συνεπώς θα προσπαθήσω να συνθέσω μια απλή αφήγηση τραγωδίας, με τους σπουδαίους ερμηνευτές με τους οποίους συνεργάζομαι.
Σ' αυτή την "ήσυχη παράσταση τραγωδίας" με ποιες μελωδίες δίνει το ρυθμό η μουσική του Στέφανου Κορκολή;
Ο Στέφανος θα βρίσκεται ζωντανά επί της ορχήστρας με το πιάνο του και εξ αρχής, συζητώντας μαζί του για την παράσταση, του είπα ότι είναι μεγάλη μου ανάγκη να πάμε σε μουσικά θέματα ακραία κλασικά. Είναι ένα πεδίο, το οποίο ο Στέφανος το γνωρίζει πάρα πολύ καλά. Είναι ένας ήχος τον οποίο αισθάνομαι ότι τον έχω πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη στην παρούσα φάση και χαίρομαι βλέπουμε τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο. Με βοηθά να παρουσιάσω μια σύγχρονη εκδοχή της τραγωδίας, χωρίς να έχω την ανάγκη να εντυπωσιάσω με τα σκηνικά ευρήματα.
Η εμπλοκή σου με τη σκηνοθεσία σε άλλαξε ως ηθοποιό;
Η μικρή διαδρομή μου στη σκηνοθεσία, μπορώ να πω ότι με έχει κάνει πολύ πιο συνεργάσιμο ηθοποιό. Ως ηθοποιός ήμουν πολύ δύσκολος, είχα την τάση να έχω πολύ συχνά άποψη, αλλά ξεχνούσα το γεγονός, ότι δεν ήμουν εκεί για να έχω άποψη, αλλά για να υπηρετήσω αυτήν ενός άλλου ανθρώπου. Δεν το έκανα επίτηδες, αλλά αν σου δοθεί ο χώρος από ένα σκηνοθέτη να διεκδικήσεις μερίδιο στην αφήγηση, ανταποκρίνεσαι σε αυτό, ιδιαίτερα αν είσαι φιλόδοξος άνθρωπος. Εγώ είμαι φιλόδοξος άνθρωπος, πάντα ήθελα να γίνω σκηνοθέτης και μάλιστα του κινηματογράφου, όμως δεν είχαμε σχολές στην Ελλάδα και, καθώς δεν είχα χρήματα και κότσια για σπουδές στο εξωτερικό, αποφάσισα να γίνω ηθοποιός. Θαύμαζα πάντα τους auteur στον κινηματογράφο όπως ήταν ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος, ο οποίος δεν αναλάμβανε μόνο τη σκηνοθεσία αλλά ήταν και πίσω από την παραγωγή. Με ενδιαφέρει η σφαιρική γνώση πάνω στα πράγματα.
Ποιους στόχους έχετε θέσει με τον καλλιτεχνικό διευθυντή Αστέριο Πελτέκη για την επόμενη σεζόν;
Θα ξαναπαιχτούν παραστάσεις που ξεχώρισαν, όπως η "Αγγέλα", η "Απόλυτη μαγεία", ο "Ερωτόκριτος", ο "Επιθεωρητής", το "Σ' εσάς που με ακούτε", η "Πράγα", οι "Εχθροί", το "Big in Japan", το "Όποιος θέλει να χωρίσει..", όλα επιτυχίες και θα πλαισιώσουν ένα πολύ δυνατό πρόγραμμα. Με τις προσθήκες του Καραντζά, του Τζουμέρκα, του Καραζήση, του Cassiers, του Πελτέκη, του Πιατά και της Σπυράτου. Σχεδιάζουμε μια δυνατή ομάδα που θα παρουσιαστεί τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη. Αυτή την περίοδο, επίσης, ετοιμάζουμε σε συμπαραγωγή με το Εθνικό θέατρο τους "Σφήκες" της Λένας Κιτσοπούλου στην Επίδαυρο στις 15 & 16 Ιουλίου και σε περιοδεία στην Ελλάδα. Με τον Αστέρη σκεφτόμαστε πολύ έντονα το τι είναι αυτό που θα παραδώσουμε στους επόμενους και έχουμε προσανατολιστεί σε ένα κρατικό θέατρο με αισθητικό προφίλ που να αγγίζει το επίπεδο των σύγχρονων ευρωπαϊκών θεάτρων. Θέλουμε ακόμη, να καταφέρουμε να ανακατασκευάσουμε τις απαρχαιωμένες σκηνές μας με χρήματα από το ταμείο ανάκαμψης αλλά και μέσω ΕΣΠΑ. Όταν στο παρελθόν ανακατασκευάστηκαν, προτιμήθηκε η φθηνότερη και λιγότερο χρονοβόρα λύση και, οκτώ χρόνια μετά, το κρατικό θέατρο χρειάζεται αναβάθμιση στα σταγκόνια και στις σκηνές. Αν θέλουμε να αναβαθμίσουμε καλλιτεχνικά το Κρατικό Θέατρο θα πρέπει να αναβαθμίσουμε τις σκηνές του, ούτως ώστε οι επόμενοι που θα έρθουννα βρουν ένα θέατρο λειτουργικό και έτοιμο να απογειωθεί. Έχει γίνει ο προγραμματισμός για το 2024 και για το 2025 επίσης. Οι καλλιτέχνες πρέπει να ξέρουν από νωρίς τι ετοιμάζουν, για να έχουν χρόνο να το δουλέψουν καλύτερα κι εμείς για να οργανωθούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το Σεπτέμβριο θα κάνουμε μία συνέντευξη τύπου όπου θα ανακοινώσουμε το πρόγραμμα. Το καλοκαίρι του 2024, θα σκηνοθετήσει στο ΚΘΒΕ ο Timofey Kulyabin, ο οποίος θα βρίσκεται στις 21 Ιουνίου στη Θεσσαλονίκη και στην Επίδαυρο για τεχνικό έλεγχο και το καλοκαίρι του 2025, τη σκυτάλη για το αργολικό θέατρο παίρνει ο σπουδαίος Μιχαήλ Μαρμαρινός. Αυτή την περίοδο, τέλος, βρίσκομαι σε επικοινωνία με ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του Ευρωπαϊκού θεάτρου, το όνομα του οποίου θα ανακοινώσουμε μόλις κλείσει και τυπικά η συνεργασία, που θα ωφελήσει το ελληνικό θέατρο συνολικά.
Περισσότερες πληροφορίες
Τρωάδες
Σε αναμονή της αναχώρησής τους για την Ελλάδα, οι αιχμάλωτες γυναίκες της Τροίας θρηνούν για την άλωση της πόλης τους. Μαζί τους η Εκάβη, που έρχεται αντιμέτωπη με τρομερές συμφορές: η κόρη της Πολυξένη σκοτώνεται στον τάφο του Αχιλλέα και ο μικρός εγγονός της Αστυάνακτας αποφασίζεται από τους Αχαιούς να θανατωθεί. Την ίδια ώρα, η Κασσάνδρα προμηνύει τις καταστροφές που θα βρουν τους Έλληνες στον δρόμο της επιστροφής. Σε αυτήν την τραγωδία, ο Ευριπίδης επιχειρεί να υπενθυμίσει τη σημασία τού να παραμένει κανείς άνθρωπος και προβάλλει τη δύναμη εκείνη που κάνει τον άνθρωπο να επιμένει ακόμα και μετά την καταστροφή.