Η είδηση ότι ο Πέτερ Στάιν θα σκηνοθετήσει με έναν ελληνικό θίασο, με επικεφαλής τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, τον "Μισάνθρωπο" του Μολιέρου, ήταν φυσικό να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον από την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκε την περασμένη άνοιξη. Η πρωτοβουλία του Λευτέρη Γιοβανίδη ήταν που έφερε τον σπουδαίο Γερμανό σκηνοθέτη για έβδομη φορά στην Ελλάδα και για πρώτη στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, όπου ετοιμάζεται να σηκώσει αυλαία η πικρή μολιερική κωμωδία, στις 19 Απριλίου. Στη δύση της καριέρας του, στα 86 του χρόνια, ο Στάιν αποτελεί έναν από τους στυλοβάτες του θεάτρου του 20ού αιώνα, έναν από τους τελευταίους μεγάλους εκείνης της σκηνοθετικής γενιάς που σημάδεψαν την ευρωπαϊκή θεατρική πρακτική. Το θέατρο των 70’s, 80’s και 90’s χρωστάει πολλά στον γεννημένο στο Βερολίνο, την εποχή που εγκαθιδρυόταν το χιτλερικό καθεστώς, το 1936, δημιουργό και διανοούμενο, που ξεκίνησε να σπουδάζει λογοτεχνία και ιστορία της τέχνης στη Φρανκφούρτη κι έπειτα στο Μόναχο.
Στο θέατρο ξεκίνησε δυναμικά, αναλαμβάνοντας πολύ γρήγορα την καλλιτεχνική διεύθυνση της ιστορικής Σαουμπίνε. Ύστερα από μερικές σκηνοθεσίες στο Μόναχο -και επιλογές έργων με ανήσυχο πολιτικό προβληματισμό: "Σωσμένος" του Μποντ, παράσταση που έλαβε τη διάκριση ως η καλύτερη παράσταση του 1967 από το έγκυρο γερμανικό περιοδικό Theater Heute (Το θέατρο σήμερα), "Βιετνάμ/Συζήτηση" του Πέτερ Βάις, το 1968, ενώ ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν σε εξέλιξη-, δέχτηκε μια πρόταση για σκηνοθεσία στη Σαουμπίνε, τη θεατρική κολεκτίβα του Βερολίνου, που είχε ξεκινήσει τη λειτουργία της το 1962 επιλέγοντας έναν προγραμματισμό κοινωνικού και πολιτικού προσανατολισμού. Το 1969, ο Στάιν πραγματοποιεί την πρώτη σκηνοθεσία του εκεί και την επόμενη χρονιά, στα 33 του χρόνια, γίνεται ο καλλιτεχνικός διευθυντής της. Μαζί με τους ηθοποιούς που έφερε μαζί του (ανάμεσά τους ο Μπρούνο Γκανζ και η Γιούτα Λάμπε) διαμόρφωσαν καθοριστικά τον χαρακτήρα της Σαουμπίνε πάνω στις αρχές της συλλογικότητας και της ισοτιμίας. Στα χρόνια που έμεινε εκεί, μέχρι το 1985, την έκανε ουσιαστικά αυτό που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα: ένα θέατρο ανήσυχο, μαχητικό, με ριζοσπαστικό προσανατολισμό, έναν εμβληματικό θεατρικό οργανισμό όχι μόνο με διαρκή επιρροή στην εξέλιξη της θεατρικής και σκηνοθετικής πρακτικής αλλά και λαμβάνοντας κριτική θέση απέναντι στα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα.
Τον διακρίνει η επισταμένη δουλειά που κάνει με τα κείμενα και τα συμφραζόμενά τους, όπως και αυτή με τους ηθοποιούς, κάτι που οδήγησε στη δημιουργία ενός άψογα ασκημένου ερμηνευτικού ανσάμπλ. Το ρεπερτόριο που επιλέγει είναι ευρύ: κλασικοί συγγραφείς, κυρίως αρχαίοι Έλληνες τραγικοί, Σέξπιρ, Γκαίτε και Κλάιστ, αλλά και Τσέχοφ, Ίψεν, σύγχρονοι γερμανόφωνοι συγγραφείς, όπως ο Μπότο Στράους και ο Πέτερ Χάντκε, καθώς και όπερα. Και μετά την αποχώρησή του από τη Σαουμπίνε, ο Στάιν συνέχισε -αντλώντας από τους μύθους, τους κλασικούς, τη σύγχρονη δραματουργία, την όπερα-, να κάνει ένα θέατρο χαρακτηριστικής σκηνικής δυναμικής, συλλογικού χαρακτήρα και ολιστικής προσέγγισης. Στο σκεπτικό για τη βράβευσή του με το 14ο Ευρωπαϊκό Βραβείο Θεάτρου, το 2011, σημειωνόταν η συμβολή του στην αναγέννηση του γερμανικού και ευρωπαϊκού θεάτρου, καθώς το εμπλούτισε "με την ερευνητική εργασία του στον ηθοποιό και το σκηνικό χώρο, στο κείμενο και το χρόνο, συνεχίζοντας την γερμανική και κεντροευρωπαϊκή πρακτική για ένα θέατρο θαρραλέο, συχνά προκλητικό, που συνδιαλλέγεται με την ιστορία και επανεξετάζει την κριτική και κοινωνική του λειτουργία στο σημερινό κόσμο".
Μνημειώδεις είναι οι πολύωρες παραστάσεις του: η εννιάωρη "Ορέστεια" κλειστού χώρου το 1980-81 με τον θίασο της Σαουμπίνε, παράσταση που εγκαινίασε την μεταφορά του θιάσου στην έδρα όπου στεγάζεται μέχρι σήμερα, και αποτελεί σταθμό στον τρόπο που αντιμετωπίστηκε η παρουσία του Χορού. Το 1993 την ξανανέβασε σε μια εξάωρη ρωσόφωνη εκδοχή, με το Θέατρο του Ρωσικού Στρατού στη Μόσχα, ενώ το 2000 σκηνοθέτησε στο Αμβούργο και τα δύο µέρη "Φάουστ" του Γκαίτε σε µία παράσταση διάρκειας 20 ωρών! Το 2007 σκηνοθετούσε τη δεκάωρη εκδοχή της τριλογίας του Σίλλερ, "Wallenstein", έργο του 18ου αι. για τον τριακονταετή πόλεμο, ενώ οι "Δαιμονισμένοι", το 2010, βασισμένοι στο ομώνυμο έργο του Ντοστογιέφσκι, διήρκησαν δώδεκα ώρες.
Ο Στάιν και η Ελλάδα
Το 1985, χάρη στη διοργάνωση της πρώτης πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης στην Αθήνα, το νταμάρι της Πετρούπολης υποδεχόταν την εννιάωρη "Ορέστεια" με τον θίασο της Σαουμπίνε. Ήταν η πρώτη παράσταση του Στάιν που βλέπαμε στην Ελλάδα, η αρχή μιας σειράς επισκέψεων: επόμενος σταθμός, το 1994, όταν στην Επίδαυρο ερχόταν η "Ορέστεια" με το Θέατρο του Ρωσικού Στρατού. Το 2002, η παγκόσμια πρεμιέρα της "Πενθεσίλειας" του Κλάιστ δόθηκε στην Επίδαυρο, με έναν σαρανταμελή μικτό θίασο από Ιταλούς ηθοποιούς για τους βασικούς ρόλους και Ελληνίδες ηθοποιούς ως μέλη του Χορού. Το 2005 παρουσίασε, επίσης στην Επίδαυρο, τη "Μήδεια" του Ευριπίδη, σε μια παράσταση με μεγαλειώδες φινάλε: η ανάληψη της ηρωίδας με το άρμα του Ήλιου έγινε μέσα σε μία τεράστια σκηνογραφική κατασκευή που φώτισε την Επίδαυρο, έναν φωτεινό κύκλο από 460 λάμπες, συνολικής ισχύος 230 κιλοβάτ.
Το 2007, σηματοδότησε την πρώτη του συνεργασία με Έλληνες ηθοποιούς: σε συμπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου και του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, βλέπαμε την "Ηλέκτρα" του Σοφοκλή, με τη Στεφανία Γουλιώτη στον ομώνυμο ρόλο και τους Γιάννη Φέρτη, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Λάζαρο Γεωργακόπουλο, Κόρα Καρβούνη, Αποστόλη Τότσικα, Μίλτο Σωτηριάδη. "Ήθελα πολύ νέους, άπειρους σχεδόν, ηθοποιούς για τους βασικούς ρόλους. Πάντα βέβαια με το στήριγμα των έμπειρων και καθιερωμένων συμπρωταγωνιστών τους", είχε δηλώσει τότε ο σκηνοθέτης. "Η ιδιότυπη διαδικασία των προβών, με τους ηθοποιούς να διαμένουν επί πέντε εβδομάδες στο κτήμα του Στάιν στην Ούμπρια της Ιταλίας και να δουλεύουν φράση-φράση το έργο (βάσει της μετάφρασης του Μίνωα Βολανάκη, της επιμέλειας του Πέτρου Μάρκαρη αλλά και με επιπρόσθετη επεξεργασία από τον ίδιο το θίασο), αναμένουμε ότι θα συνέβαλε στη δημιουργία ομαδικού πνεύματος", γράφαμε στο "α" με αφορμή την πολυαναμενόμενη πρεμιέρα.
Από παλιά, άλλωστε, υπήρξε συνεργάτιδά του μια Ελληνίδα, η Μίρκα Γεμεντζάκη, που συμμετείχε στο Χορό της πρώτης "Ορέστειας" και είχε διδάξει φωνητική διδασκαλία στους ηθοποιούς, ενώ συχνές ήταν και οι συνεργασίες του Στάιν με τον Διονύση Φωτόπουλο, που έχει υπογράψει σκηνικά και κοστούμια σε παραστάσεις του. Οι δυο τους, καθόλου τυχαία, αναγορεύτηκαν την ίδια μέρα, στις 27 Μαρτίου του 2012, ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας Θεάτρου, επίτιμοι διδάκτορες του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ. "Για να κατανοήσω τι σημαίνει θέατρο έπρεπε να επισκεφτώ την Ελλάδα. Από μικρός διάβαζα αρχαίες τραγωδίες και Έλληνες φιλοσόφους. Στα 10 μου έμαθα αρχαία ελληνικά και στα 13 μου ήδη μετέφραζα τον "Φιλοκτήτη” του Σοφοκλή και τους "Διαλόγους” του Σωκράτη", είχε δηλώσει τότε.
Τον είδαμε μάλιστα και σε ρόλο ερμηνευτή, σε ένα κοντσέρτο για πιάνο και σόλο απαγγελία, εμπνευσμένο από τον "Φάουστ" του Γκαίτε, το 2006. Η τελευταία του επίσκεψη στην Ελλάδα ήταν το 2010, στο Φεστιβάλ Αθηνών και την Πειραιώς 260, που υποδεχόταν τους "Δαιμονισμένους" του. Τώρα, τα βλέμματα είναι στραμμένα στον "Μισάνθρωπο ή ο Πικρόχολος ερωτευμένος" που θα δούμε στο Δημοτικό Πειραιά και αποτελεί διασκευή της παράστασης που παρουσίασε το 2019 στο Παρίσι. Η παράσταση θα παιχτεί σε μετάφραση της Λουΐζας Μητσάκου, σκηνικά του Ferdinand Woegerbauer, κοστούμια της Anna Maria Heinreich, φωτισμούς του Νίκου Βλασόπουλου και περούκες του Κωνσταντίνου Σαββάκη. Δίπλα στον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, που θα ερμηνεύσει το ρόλο του Αλσέστ, ένας δωδεκαμελής θίασος: Όλια Λαζαρίδου, Γιωργής Τσαμπουράκης, Παρασκευή Δουρουκλάκη, Γιώργος Γλάστρας, Γιώργος Ψυχογιός, Νάνσυ Μπούκλη, Βαγγέλης Δαούσης, Γιώργος Τριανταφύλλου, κ.ά.
φωτό εξωφύλλου: Ο Πέτερ Στάιν με τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή του ΔΘΠ, Λευτέρη Γιοβανίδη.
Περισσότερες πληροφορίες
Ο Μισάνθρωπος ή Ο πικρόχολος ερωτευμένος
Με αφορμή τα 400 χρόνια από τη γέννηση του Μολιέρου, ένας από τους σημαντικότερους ευρωπαίους σκηνοθέτες, ο Πέτερ Στάιν, υπογράφει το ανέβασμα της εμβληματικής και πάντα επίκαιρης, πικρής κωμωδίας που καυτηριάζει την κοινωνική υποκρισία. Η ανειλικρίνεια και η εξαπάτηση του ίδιου μας του εαυτού ή των άλλων εξοργίζουν τον Αλσέστ, ο οποίος είναι διατεθειμένος να υποστεί οποιεσδήποτε συνέπειες αναλογούν στην “κακότροπη για πολλούς” συμπεριφορά του, προκειμένου να παραμείνει πιστός στις ιδέες του. Η παράσταση ανέβηκε πρώτη φορά από τον γερμανό θεατράνθρωπο το 2018 στο Παρίσι, σημειώνοντας τεράστια καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία με δεκάδες παραστάσεις σε ολόκληρη τη Γαλλία.