Mε την "Παρεξήγηση" του Αμπέρ Καμύ, ένα έργο πανέξυπνο και πολυεπίπεδο, έρχεται στο Θέατρο Τέχνης "Κάρολος Κουν" της οδού Φρυνίχου ο Γιάννης Χουβαρδάς (από 3/2), ένας από τους πιο ενδιαφέροντες σκηνοθέτες που διαθέτει αυτήν τη στιγμή ευρωπαϊκή σκηνή. Επιτυχημένος ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεάτρου του Νότου (Αμόρε) και του Εθνικού Θεάτρου (2007-2013) στο οποίο έδωσε ανανεωτική πνοή, αγαπητός στο θεατρόφιλο κοινό ως σκηνοθέτης, έχει στο ενεργητικό του συνεργασίες με σημαντικούς ευρωπαϊκούς θεατρικούς φορείς και ηθοποιούς. Η προσωπική αισθητική του χαρακτηρίζεται από το συγκερασμό δύο αλληλοσυγκρουόμενων σκηνικών αντιλήψεων: δομικά, αφαιρετικά στοιχεία της κεντροευρωπαϊκής παράδοσης, αφενός, και το παιγνιώδες, και μεστό παίξιμο της ρωσικής σχολής αφετέρου.
Πηγή έμπνευσης για τη συγγραφή αυτού του έργου από τον Αλμπέρ Καμί ήταν μια πραγματική ιστορία, δημοσιευμένη σε εφημερίδα της Αλγερίας. Ένας γιος, ύστερα από εικοσάχρονη απουσία στην Αφρική, επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο του, μια πόλη της Τσεχίας, για να προσφέρει την περιουσία του και την ευτυχία στη μητέρα και την αδελφή του, που συντηρούν ένα πανδοχείο. Αδυνατεί, όμως, να αποκαλύψει την ταυτότητά του και, όπως αποδεικνύεται, ο κίνδυνος ελλοχεύει όταν η ταυτότητα ενός ανθρώπου παραμένει μυστική... Μάνα και κόρη, ζώντας μίζερα και φτωχικά, έχουν χάσει την επαφή με τα αισθήματά τους, σε αντίθεση με τον άγνωστο επισκέπτη που καταφθάνει με τη σύντροφό του από την καυτή Αφρική. Εκείνοι είναι άνθρωποι γεμάτοι εμπειρίες και φως, σε αντίθεση με τις δύο γυναίκες που εμφανίζονται ψυχρές, δίχως αυθορμητισμό. Δεν μπορούν να αισθανθούν και να καταλάβουν ότι ο "ξένος" είναι ο δικός τους άνθρωπος και η σύγκρουσή τους είναι αναπόφευκτη. Όπως και στη ζωή ο καθένας γνωρίζει τη δική του αλήθεια. Οι αινιγματικοί χαρακτήρες του Καμί κραυγάζουν την απελπισία, αγαπούν και μισούν ταυτόχρονα. Όπως στον διάσημο "Ξένο" του, έτσι και στην "Παρεξήγηση", υπάρχει η έννοια του εξόριστου και της νοσταλγίας. Η πλοκή είναι η αφορμή ώστε ο συγγραφέας να μιλήσει πιο προσωπικά, αν σκεφτεί, μάλιστα, κανείς ότι έγραψε το έργο όσο βρισκόταν στην υπό γερμανική κατοχή Ευρώπη, όπου η ζωή δεν είχε αξία, και νοσταλγούσε την Αλγερία.
Πάντα επίκαιρος και ανθρωπιστής, ο Καμί γοήτευσε τον Γιάννη Χουβαρδά, ο οποίος επέλεξε να ανεβάσει την "Παρεξήγηση" σε μετάφραση της Μαριάννας Κάλμπαρη, που πρωταγωνιστεί μαζί με τους νεότερους, αποδεδειγμένα άξιους ηθοποιούς Φλομαρία Παπαδάκη, Αναστάση Ροϊλό, Πηνελόπη Τσιλίκα. Με αυτό το ωραίο καστ, ο σκηνοθέτης φιλοδοξεί να αναδείξει ότι το έργο είναι πιο επίκαιρο από ποτέ σήμερα, "στην εποχή της διαθλασμένης επικοινωνίας και της παραμορφωμένης πληροφόρησης", καθώς μεταφέρει "τα συναισθήματα του εγκλωβισμού και της απομόνωσης μέσα σε έναν απρόσωπο, ψηφιακό κόσμο, ο πόθος για μια αληθινή ζωή που βρίσκεται κάπου αλλού, η αποξένωση από τον ίδιο μας τον εαυτό, το παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα σ’ ένα αδιάφορο σύμπαν, η αδυναμία επικοινωνίας ανάμεσα στους πιο κοντινούς μεταξύ τους ανθρώπους -τα μέλη μιας οικογένειας- που φτάνει εδώ στην απόλυτα τραγική της συνέπεια, τον θάνατο", όπως αναφέρει στο σημείωμα της παράστασης.
Με βασικό άξονα τη σαρκαστική ατάκα της κόρης προς τη σύζυγο του γιου –"Αν θέλετε να ξέρετε, υπήρξε κάποια παρεξήγηση. Όσο άμαθη κι αν είστε στη ζωή, αντιλαμβάνεστε ότι αυτά συμβαίνουν"–, ο Γιάννης Χουβαρδάς χτίζει μια άκρως μυστηριώδη, μεταφυσική σχεδόν ατμόσφαιρα μέσα στο σκηνικό που σχεδίασε η Εύα Μανιδάκη, με τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, τη μουσική που συνέθεσε και ερμηνεύει ζωντανά ο Blaine L. Reininger και τους φωτισμούς της Χριστίνας Θανάσουλα.
Περισσότερες πληροφορίες
Η παρεξήγηση
Σε μια παράσταση με άκρως μυστηριώδη ατμόσφαιρα ανεβαίνει το ολιγοπαιγμένο έργο-μελέτη πάνω στη σύγκρουση του ανθρώπου με το μοιραίο, όπου δύο γυναίκες ληστεύουν και δολοφονούν τους επισκέπτες του πανδοχείου τους.