Ο καλός ηθοποιός Θανάσης Δήμου που έχει αφήσει το υποκριτικό του στίγμα μέσα από πολλές και αξιοσημείωτες συνεργασίες και δουλειές στο θέατρο, αποδεικνύοντας με τη δουλειά του ότι δεν χρειάζεται κάποιος να κάνει πολύ θόρυβο για να κάνει αίσθηση, μιλά στο "α" με αφορμή το ρόλο του Φρανκ Φορντ, του ζηλόφθονα συζύγου που ερμηνεύει στο μιούζικαλ "Εύθυμες κυράδες", σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Γιοβανίδη, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, ενώ μας αποκαλύπτει και μια λιγότερο γνωστή πλευρά του.
Έχετε ξανακάνει μιούζικαλ;
Όχι και ελπίζω να μη με συλλάβει για την συμμετοχή μου η αστυνομία του μιούζικαλ.
Ήταν πρόκληση για εσάς ο ρόλος του Φρανκ Φορντ;
Τον κύριο Φορντ τον αγάπησα από την πρώτη στιγμή γιατί ανήκει στο σύμπαν της ανθρώπινης "ανοησίας" που αποθεώνει η κωμωδία. Η παθολογική ζήλια του τον κάνει να πάσχει. Όποιος πάσχει εκτίθεται και εμείς γελάμε μαζί του ξορκίζοντας την δική μας εμμονή, το δικό μας σαράκι το καλά κρυμμένο, που, όμως, στους άλλους είναι ολοφάνερο. Με συγκινεί, επίσης, γιατί νομίζω ότι είναι συγγενής των κυρίων Περισσόν και Πετιπόν της γαλλικής φάρσας, των υστερικών του Τζακ Λέμον, των γκρινιάρηδων του Γουόλτερ Ματάου, των νευρικών του Λουί Ντε Φινές και των αντίστοιχων δικών μας αστών και μικροαστών που ενσάρκωσαν ο Βασίλης Λογοθετίδης, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος και πολλοί άλλοι πολυαγαπημένοι της σκηνής και της οθόνης.
"Το έργο μας ανήκει στην επικράτεια της κωμωδίας όπου κανένα από τα ανθρώπινα πάθη δεν απουσιάζει. Θυμάμαι τον Βασίλη Παπαβασιλείου στην πρώτη ανάγνωση μιας κωμωδίας του Γκολντόνι. Είχε πει: "Η πραγματικότητα χωρίς την κατάθλιψή της".
Βλέπετε κάτι από τη δική μας εποχή στις "Εύθυμες κυράδες”;
Τα κλασικά έργα ανήκουν σε όλες τις εποχές. Και γι’ αυτό επιστρέφουμε σε αυτά και αναμετριόμαστε μαζί τους δοκιμάζοντας τις δυνάμεις μας, ακόμα και διασκευάζοντας τα. Αυτά θα είναι πάντα εκεί. Εμείς κρινόμαστε.
Για ποιο πράγμα διψούν οι χαρακτήρες του έργου;
Το έργο μας ανήκει στην επικράτεια της κωμωδίας όπου κανένα από τα ανθρώπινα πάθη δεν απουσιάζει. Θυμάμαι τον Βασίλη Παπαβασιλείου στην πρώτη ανάγνωση μιας κωμωδίας του Γκολντόνι. Είχε πει: "Η πραγματικότητα χωρίς την κατάθλιψή της".
Είναι πάνω απ’ όλα μια κοινωνική σάτιρα;
Στο πρωτότυπο έργο του Θείου Σαίξπηρ είναι νομίζω πιο έντονα τα ηθογραφικά και τα φαρσικα στοιχεία. Αν δεν κάνω λάθος είναι το μόνο κωμικό έργο του Βάρδου όπου απομακρυνόμαστε από τις μυθικές, Ιλυρία της "Δωδέκατης Νύχτας”, Βοημία και Σικελία του "Χειμωνιάτικου παραμυθιού”, ή την Αθήνα του "Ονείρου καλοκαιριάτικης νύχτας”, και πάμε στο τόσο αναγνωρίσιμο για τους σύγχρονούς του Ουίνδσορ. Είναι, δηλαδή, σαν ο θεατής της εποχής του Σαίξπηρ να αναγνωρίζει υπαρκτά πρόσωπα της εποχής του, ήρωες της διπλανής πόρτας. Γι' αυτό και βλέπω αυτό το σύνδεσμο με τα πρόσωπα της μετέπειτα ευρωπαϊκής αστικής κωμωδίας ηθών και της φάρσας, που είναι και σε εμάς πολύ οικεία μέσα από τις πολλαπλές μεταμορφώσεις και επιβιώσεις της.
Τι επιβιώνει στην δική σας παράσταση από το σαιξπηρικό έργο "Οι εύθυμες κυράδες του Ουίνδσορ”;
Ελπίζω το πνεύμα της χαράς και της ανάτασης. Της κατάφασης στη ζωή.
Νιώσατε μέσα από την παράσταση να επιστρέφετε στη δεκαετία του ‘80; Τι θυμάστε από εκείνη τη δεκαετία;
Στη δεκαετία του '80 μπήκα παιδί και βγήκα έφηβος. Με διαμόρφωσε. Θα ήθελα σαν άλλος Γούντι Άλλεν να έκανα για την δεκαετία του ‘80 τις "Μέρες τηλεόρασης” (κατά το "Μέρες ραδιοφώνου”). Θυμάμαι τις εκλογές του '81, τα "Τραπεζάκια έξω” του Σαββόπουλου σε κασέτα, ένα αμάνικο καλοκαιρινό φουστάνι της μάνας μου με τιράντες, το δράμα που ζούσα επειδή οι Ντιουκς συνέπιπταν με την ώρα που είχα Γαλλικά στο φροντιστήριο και δεν είχα μούτρα να πάω στο σχολείο, τον πατέρα μου να ακούει στο ραδιόφωνο τον Ασημάκη Πανσέληνο στο "Μια ώρα χωρίς πρόγραμμα” της Μαρίας Ρεζάν, τα Κλασικά Μίκυ Μάους που έγιναν Αστερίξ και Βαβέλ, την Ελευθεροτυπία, τον Κουν υποβασταζόμενο στο θέατρο των Φιλίππων, την αισιοδοξία της ελληνικής κοινωνίας ότι έρχονται καλύτερες μέρες, την οσμή του βόθρου της Αυριανής και πολλά άλλα. Και βέβαια τον "Τρίτο δρόμο” του Γιάννη Ιωάννου, ένα σπουδαίο ντοκουμέντο της δεκαετίας του '80.
Υπάρχουν ταινίες και μουσικές που έχετε αγαπήσει από εκείνη την εποχή;
Τα δύο τελευταία χρόνια της δεκαετίας, έφηβος πια, έβλεπα τρεις-τέσσερις ταινίες τη βδομάδα στους κινηματογράφους της επαρχίας που γεννήθηκα. Και από μουσική έχω στη μνήμη μου ότι έπαιζαν τα κρατικά ραδιόφωνα της εποχής.
Έχετε κάνει πολλές και αξιοσημείωτες συνεργασίες στο θέατρο. Υπάρχει κάποια/κάποιες στιγμές από όλη αυτή τη διαδρομή που θυμάστε πιο έντονα;
Κρατάω μέσα μου τις στιγμές του φωτός όταν κάτι γεννιέται στην πρόβα, και τις στιγμές την ώρα της ακροβασίας πάνω στο τεντωμένο σκοινί της παράστασης που η βαρύτητα χάνεται και βρισκόμαστε όλοι μαζί για λίγο κάπου αλλού.
Εκτός από την υποκριτική σας κέρδισε και η σκιτσογραφία. Πείτε μας δυό λόγια για τη δουλειά σας σε αυτόν το χώρο αλλά και την "Χειμωνιάτικη Ιστορία", την ελεύθερη διασκευή του "Winter's Tale" του Ουίλιαμ Σαίξπηρ που έχετε γράψει και σχεδιάσει, αποσπώντας το Κρατικό Βραβείο Εικονογράφησης (2009).
Τα σκίτσα είναι το 50 τοις εκατό της επιχείρησης "Θ. Δήμου Ε.Ε.". Κι ο μισός μου εαυτός. Μέχρι το 2010 είχα έντονη δραστηριότητα (ζούσα κι από αυτό) έτσι μπόρεσα να βγάλω και την "Χειμωνιάτικη ιστορία" στις εκδόσεις Πατάκη που τότε συνεργαζόμουν. Δυστυχώς η κρίση - καταστροφή που ήρθε μετά έφερε και την κρίση - καταστροφή του Τύπου. Δύσκολα πλέον ένας εκδότης ρισκάρει να βγάλει ένα ακριβό και απαιτητικό στην έκδοση του βιβλίο, όπως είναι ένα εικονογραφημένο. Για να επιστρέψω ξανά στη δεκαετία του '80 θυμηθείτε μόνο πόσα άλμπουμ πολιτικών γελοιογράφων κυκλοφορούσαν τέτοια εποχή εν' όψει εορτών. Πάντα εργάζομαι. Έκανα ένα βιβλίο με τον φίλο μιας ζωής τον Θέμη Πάνου, δύο με τον αγαπημένο Γιάννη Ξανθούλη, ένα ακόμα δικό μου. Έχω ένα τελευταίο βιβλίο έτοιμο το οποίο αναζητεί την τύχη του και στην Γαλλόφωνη αγορά την μόνη που παρά την κρίση παραμένει μεγάλη και δραστήρια.
Περισσότερες πληροφορίες
Εύθυμες κυράδες
Μουσικοθεατρική μεταγραφή του σαιξπηρικού έργου «Εύθυμες κυράδες του Ουίνδσορ» με ζωντανή ορχήστρα και 80s αισθητική που καυτηριάζει το θεσμό του γάμου και τις κοινωνικές συμβάσεις.