Ας ξεκινήσουμε με έναν αφορισμό: Κανονικά, όποιος θέλει να λέγεται ταβερνιάρης κι εστιάτορας στην Κύπρο, θα έπρεπε να περνάει από υποχρεωτική μαθητεία στην κουζίνα του "Κουτσονικολιά", που έχει τιμηθεί και το 2023 με Βραβείο Κυπριακής Κουζίνας στο πλαίσιο των Αθηνόραμα Χρυσοί Σκούφοι Κύπρου. Και εξηγούμαι.
Ίσως εκ πρώτης όψεως το μαγαζί να μη σας γεμίσει το μάτι. Καταμεσής ενός θαρρείς μονίμως κοιμισμένου χωριού, στη σκιά μιας καλοδιατηρημένης, αλλά όχι ιδιαίτερα αξιοσημείωτης εκκλησίας, ανάμεσα σε δυο συνήθως ζωηρά, αλλά όχι ιδιαίτερα αξιοσημείωτα καφενεία, στέκει μια μικρή, λιτή ταβέρνα που, αν περάσεις και τη δεις κλειστή, μπορεί να την περάσεις και γι’ αποθήκη. Ωστόσο, οι βαριές, θολωτές ξύλινες πόρτες και τα παράθυρα με τα χοντρά σιδερένια κάγκελα, κρύβουν μέσα τους κάτι πολύτιμο: μια κιβωτό κυπριακής γευστικής παράδοσης που, χωρίς να θέλουμε να καταφύγουμε σε αφορισμούς, θα έπρεπε να φυλάγεται ως προστατευόμενο είδος.
Εδώ, στο Καλό Χωριό λίγο έξω απ’ τη Λάρνακα, ο Κωνσταντής Κτώρης και η γυναίκα του, με του βοήθεια του γιού τους, κρατούν ζωντανό το γαστρονομικό ιδίωμα της Καρπάσιας, κρατώντας έτσι ζωντανή τη γευστική μνήμη της κατεχώμενης Κερύνειας, απ’ την οποία έλκουν την καταγωγή τους. Και μέσα από πιάτα με ιστορία γενεών, ιδωμένα με το ιδιοσυγκρασιακό, μερακλίδικο πρίσμα του Κωνσταντή, σερβίρουν στον ταξιδιώτη που θα τους εντοπίσει, όχι απλώς ένα από τα καλύτερα γεύματα που θα δοκιμάσει στην Κύπρο, αλλά και την πιο αυθεντική γεύση του τόπου. Επιπλέον δε, κι αυτό είναι το μπόνους της υπόθεσης, ο Κωνσταντής κι η οικογένειά του, δεν σερβίρουν μόνο πείσμα και αγάπη για την παράδοσή τους. Σερβίρουν και πιάτα – διαμάντια, που αφηγούνται ιστορίες.
Το οφτό της τερατσιάς, για παράδειγμα – το κλέφτικο στον ξυλόφουρνο, δηλαδή, ψημένο πάνω σε βέργες από χαρουπιά – εκτός του ότι καρφώνεται στη μνήμη ως ένα από πιο μαυλιστικά κρεατομαγειρέματα που μπορεί να δοκιμάσει κανείς σε ολόκληρη την Κύπρο (κι ακόμα παραπέρα), επιπλέον κάνει εμφανές το νήμα της γαστρονομικής συγγένειας της Μεγαλονήσου με την Κρήτη (άλλες αντιστοιχήσεις περιλαμβάνουν την αγάπη για τα άγρια χόρτα και μυρωδικά, την περίοπτη θέση των "καραούλων" όπως λέγονται εδώ τα σαλιγκάρια, στην καθημερινή οικογεναική κουζίνα, αλλά και την αγκινάρα ως σταθερό μεζέ για το τοπικό απόσταγμα), ενώ το κερπαστό, ρίφι ξηράς ωρίμανσης 7 ημερών, αρτυμένο με τίποτα άλλο από θαλασσινό αλάτι απ’ το Λατσί και κάπνα από τα κάρβουνα, είναι ένα πιάτο - ορισμός της τάσης του tradinovation, που κάθε σοβαρό κρεατάδικο από εδώ μέχρι τη Νέα Υόρκη θα σκότωνε να έχει στο μενού του.
Αυτά, σε μια χώρα όπου η συντριπτική πλειονότητα των ταβερνών, είναι παραδομένη στα γούστα των διεθνών επισκεπτών, δεν είναι καθόλου αυτονόητα πράγματα. Γι’ αυτό, λοιπόν, κανονικά, όποιος θέλει να λέγεται ταβερνιάρης κι εστιάτορας στην Κύπρο, θα έπρεπε να περνάει από υποχρεωτική μαθητεία στην κουζίνα του "Κουτσονικολιά". Κι επιπλέον, όποιος θέλει να λέει ότι έχει δοκιμάσει την αυθεντική κυπριακή κουζίνα, θα πρέπει υποχρεωτικά να περάσει για έναν μεζέ από τα τραπέζια του Κουτσονικολιά.
Ταβέρνα Κουτσονικολιάς, Καλό Χωριό Λάρνακας, +357 99 651818
IG: @koutsonikolias_tavern
FB: Κουτσονικολιάς