Ένα βαθύ αίσθημα αποσύνδεσης σε αγκαλιάζει όταν μπαίνεις στους χώρους του all suites ξενοδοχείου "White Coast" της Μήλου. Η απόμερη τοποθεσία του, μέσα σ’ ένα σχεδόν κάτασπρο σκηνικό άγριας φυσικής γοητείας, το κάνει να μοιάζει με την τελική πίστα κάποιας περιπέτειας του James Bond, κάπου στα βάθη μιας σεληνιακής εσχατιάς, που τυγχάνει να βρέχεται απ’ την αφράτη θάλασσα του Αιγαίου.
Στην πραγματικότητα, το νεότερο πεντάστερο κατάλυμα του ηφαιστειογενούς αυτού θαύματος που είναι η Μήλος, δεν απέχει παρά μερικά λεπτά απ’ τον Αδάμαντα, το κεντρικό λιμάνι του νησιού, με hotspots όπως η ρομαντική βεράντα της Πλάκας ή τα γραφικά στενάκια της Τρυπητής να βρίσκονται μερικές γκαζιές απόσταση. Για όποιον, βέβαια, καταφέρει να ξεφύγει απ’ το πλέγμα ανακουφιστικής χαλάρωσης που γνέθουν η μινιμαλιστική αισθητική κι η σχεδιαστική στιβαρότητα ενός ξενοδοχείου, που, μαζί με την αίσθηση ιδιωτικότητας που παρέχουν τα δωμάτια με τις prive πισίνες του, έχει για κύριο χαρακτηριστικό την ικανότητά του να φέρνει σε άμεση επαφή τον επισκέπτη του με την εσωτερική αύρα γαλήνης κι αποφόρτισης που εκπέμπει αυτό το νησί.
Αυτήν την αίσθηση συντονισμού με τις αρχέγονες συχνότητες της Μήλου προσφέρει για πρώτο πιάτο και το εστιατόριο "Bianco", που απλώνει τη boho minimal σάλα του στο σικάτο poolside του ξενοδοχείου, με θέα την άγρια ακτογραμμή του Μύτακα, αλλά και το πυρωμένο ηλιοβασίλεμα του νησιού. Εκεί, εκτός απ’ το κομψό πρωινό, βασισμένο σε τοπικά προϊόντα και εξειδικευμένους παραγωγούς, αλλά και μια all day κάρτα με μεσογειακές fine comfort επιλογές όπως η αθηναϊκή με ψάρι ημέρας και μαγιονέζα ταραμά, ή τα linguini με ταρτάρ κόκκινης γαρίδας, σερβίρεται και η πιθανά πιο δουλεμένη dinner εμπειρία ολόκληρου του νησιού.
Την κάρτα επιμελείται ο Γιάννης Λιόκας, executive chef του "White Coast" και γνωστός μας από το κηφισιώτικο "Monzu" μεταξύ άλλων, ξεδιπλώνοντας μια λίστα προτάσεων με κοσμοπολίτικη άποψη κι έντονες μεσογειακές και ιταλικές αναφορές, αλλά στέρεο και το ελληνικό στοιχείο, που εκφράζεται τόσο μέσα από την επιλογή των υλικών, όσο και τις γευστικές αφετηρίες των πιάτων. Έτσι, με τον Σπύρο Μαυρονάσο ως chef de cuisine, το χταποδάκι - φάβα προικίζεται εδώ με την απολαυστική κρούστα που χαρίζει στο θαλασσινό το σοτάρισμά του σε καραμελωμένη σόγια, ενώ η φάβα που έρχεται πλουτισμένη με σκορδάτη ένταση, έχει για γευστικό υπασπιστή ένα κενέλ από κρέμα ντομάτας και πιπεριάς Φλωρίνης, που κατακλύζει το στόμα με φρουτένια γλύκα και καλοκαιρινή δροσιά.
Αντίστοιχα, το μαγιάτικο γίνεται αφράτο ταρτάρ με τη δροσιά του πεπονιού να κοντράρει ωραία την αψάδα του σιναπόσπορου που πρωταγωνιστεί στη μαρινάδα, ενώ η σφυρίδα, ψημένη σε ζυμάρι, προσφέρει χυμώδη μπουκιά, παρ’ ότι αδικείται απ’ τις επιθετικές εντάσεις των πικλαρισμένων βλήτων που έρχονται μαζί με υφές αγκινάρας στο πιάτο. Ο δε ελληνικός μαύρος χοίρος, ένα απ’ τα αγαπημένα υλικά του Λιόκα κι όχι άδικα, κερδίζει βάθος και ένταση από την έξυπνη προσθήκη καραμελωμένου guanciale πλάι στις δροσερές ανάσες των πουρέδων από καρότο και βερίκοκο, συνθέτοντας ένα πιάτο που, με λίγο πιο προσεκτική δουλειά στο καραμέλωμα του κρέατος, θα έλαμπε ακόμη περισσότερο.
+ Τη νοστιμιά του μενού σιγοντάρουν ευρηματικά cocktails με τοπικές αναφορές, ενώ η καλοδουλεμένη ελληνοκεντρική κάρτα κρασιών αναμένεται να γίνει ακόμη πιο συναρπαστική, με την επέκταση της κάβας που προγραμματίζεται ήδη.
- Η επανάληψη παρασκευών σε διάφορα πιάτα του μενού, προδίδει εγκράτεια που περιορίζει τη δημιουργική φόρα της κουζίνας.