Δεν είναι κρυφό ακριβώς το γεγονός ότι η βιομηχανία του θεάματος περνά μεταβατική περίοδο που θα επιφέρει μέσα σε πέντε χρόνια περισσότερες αλλαγές από αυτές που συνέβησαν τα τελευταία δεκαπέντε. Αυτό είναι σαφές. Αυτό που δεν είναι με τον ίδιο τρόπο σαφές είναι το αν και κατά πόσο αυτή η νέα μορφή της αγοράς ψυχαγωγίας θα αξιολογείται με τον ίδιο τρόπο που αξιολογείται σήμερα ή αν θα έπρεπε να βρεθούν νέα μέτρα και σταθμά για αυτήν την αξιολόγηση, περισσότερο ευθυγραμμισμένα με την online παρουσία των σχετικών συνδρομητικών υπηρεσιών. Όποια και να είναι η σωστή απάντηση σε αυτό, πάντως, οι εταιρείες-κολοσσοί που πρωταγωνιστούν στην μετάβαση αυτή δεν δείχνουν διατεθειμένες να βοηθήσουν σε κάτι τέτοιο.
Το box office είναι ένα παράδειγμα ενδεικτικό. Οι εισπράξεις των εισιτηρίων στα ταμεία των σινεμά είναι ένας τρόπος μέτρησης της επιτυχίας μιας ταινίας για πάνω από τρεις δεκαετίες παγκοσμίως. Ασχέτως των εσόδων που ένα φιλμ μπορεί να φέρει σε μία κινηματογραφική μετά από την προβολή του στις αίθουσες, το ενδιαφέρον που εκδηλώνουν οι καταναλωτές για αυτό ενόσω προβάλλεται εκεί ήταν πάντοτε σημαντικός τρόπος αξιολόγησης της εμπορικότητάς του (αν και όχι φυσικά της ποιότητάς του). Θα περίμενε κανείς, λοιπόν, ότι στην νέα σινε-πραγματικότητα προς την οποία βαδίζουμε, η καθιέρωση ενός είδους online box office για τις νέες ταινίες που προβάλλονται απευθείας στις διάφορες Δικτυακές συνδρομητικές υπηρεσίες θα ήταν χρήσιμη και πως οι κινηματογραφικές θα ήθελαν να συμμετάσχουν στην δημιουργία του.
Δεν συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο με την Netflix, την Disney, την Warner ή οποιαδήποτε άλλη από τις μεγάλες πολυεθνικές που προσφέρουν συνδρομητικές υπηρεσίες ψυχαγωγίας αυτήν την στιγμή. Για την ακρίβεια ισχύει το ακριβώς αντίθετο: καμία από αυτές δεν δημοσιοποιεί στοιχεία π.χ. για μοναδικούς θεατές των ταινιών τους ή για συνολικές θεάσεις των φιλμ αυτών που προβάλλονται απευθείας μέσω internet. Η Disney δεν έδωσε τέτοια στοιχεία για το Hamilton ή το Mulan το 2020, δεν έδωσε τέτοια για το Raya and the Last Dragon που είχε πρεμιέρα το Σαββατοκύριακο που μάς πέρασε, δεν έδωσε η για το Wonder Woman 1984 τον Δεκέμβριο, δεν έδωσε η Netflix για το Roma ή το The Irish ή το Extraction ή το The Old Guard... η λίστα είναι προφανώς μεγάλη.
Είναι, βεβαίως κατά πολύ δυσκολότερο να υπολογίσει κανείς με ακρίβεια τον αριθμό των ανθρώπων που παρακολούθησαν μία ταινία μέσω Δικτυακής υπηρεσίας απ' ότι τον ίδιο αριθμό μέσω των εισπράξεων μίας ταινίας στα ταμεία. Στην δεύτερη περίπτωση ίσχυε πάντοτε το "ένα εισιτήριο, ένας θεατής" και θεωρούνταν ως δεδομένο το γεγονός πως όσα εισιτήρια "έκοψε" ένα φιλμ, τόσοι ήταν και οι άνθρωποι που το παρακολούθησαν. Στο οικιακό περιβάλλον τα πράγματα είναι διαφορετικά. Μπορεί να κάθονται μπροστά σε μία τηλεόραση για να παρακολουθήσουν π.χ. μία νέα ταινία της Disney και δύο και τρεις και πέντε θεατές, η Disney όμως θα έπρεπε να μετρήσει αυτήν την προβολή ως μία θέαση. Το ίδιο και για π.χ. δύο ανθρώπους που παρακολουθούν μαζί μία ταινία με laptop ή μεγάλο tablet. Είναι, με άλλα λόγια, περισσότερο... περίπλοκο το θέμα.
Η άρνηση που επιδεικνύουν, ωστόσο, οι εταιρείες αυτές στην δημοσιοποίηση στοιχείων για τις νέες ταινίες τους που προβάλλονται στο οικιακό περιβάλλον οφείλεται και αλλού. Καθώς δεν υπάρχει τρόπος να πιστοποιηθούν τα στοιχεία αυτά από ανεξάρτητους φορείς - τα σχετικά δεδομένα βρίσκονται στους servers των κινηματογραφικών - εν τέλει λειτουργούν στο πλαίσιο... επικοινωνιακής διαχείρισης της επιτυχίας ή αποτυχίας ενός φιλμ. Οι θεάσεις από μοναδικά προφίλ στις Δικτυακές συνδρομητικές υπηρεσίες των κινηματογραφικών, για παράδειγμα, δεν θα ήταν τεχνικά δύσκολο ως στοιχείο να συλλεχθεί (έστω κι αν δεν θα ήταν 100% ακριβές). Αντ' αυτών δημοσιοποιούνται ανακοινώσεις του τύπου "πρεμιέρα-ρεκόρ για ταινία μη μυθοπλαστική" ή "η ταινία θρίλερ με τις περισσότερες θεάσεις στο πρώτο Σαββατοκύριακο προβολής της". Η απουσία στοιχείων που μπορούν να διασταυρωθούν επιτρέπει ακόμη και την πονηρή εκμετάλλευσή τους: ο διαβόητος τρόπος με τον οποίο η Netflix μετρά τις θεάσεις μιας νέας της ταινίας - αν παρακολουθήσει κανείς μόλις 2 λεπτά (!) από αυτήν, προσμετράται ως "θέαση" - είναι χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα... ασυδοσίας στην διαχείριση στοιχείων σχετικών.
Καταλήγουμε, λοιπόν, στο εξής παράδοξο: οι κινηματογραφικές με την πρεμιέρα ταινιών τους στις Δικτυακές τους υπηρεσίες έχουν στα χέρια τους περισσότερα δεδομένα από ποτέ όσον αφορά τα φιλμ αυτά, αυτά ωστόσο δεν δημοσιοποιούνται πουθενά ή - ακόμη χειρότερα - εργαλειοποιούνται ώστε να εξυπηρετήσουν την δημόσια εικόνα που οι εταιρείες αυτές θέλουν να δηαμορφώσουν για τις ταινίες τους. Αυτή δεν είναι η διαφάνεια που χρειάζονται τα μέσα ενημέρωσης και το καταναλωτικό κοινό προκειμένου να ενημερώνουν και να είναι ενημερωμένο αντιστοίχως. Οι ανακοινώσεις τύπου "η ταινία μας με την υψηλότερη θέαση στην κατηγορία της τον Φεβρουάριο" δεν είναι μόνο μηδενικής αξίας αλλά συχνά και παραπλανητικές, καθώς δεν μπορούν να τεθούν σε κανένα πλαίσιο σύγκρισης και αξιολόγησης κατανοητό απ' όλους.
Δεν υπάρχει, φυσικά, οποιουδήποτε είδους νομικός τρόπος να εξαναγκάσει κανείς τις εταιρείες αυτές να δίνουν στην δημοσιότητα τα στοιχεία θέασης των ταινιών τους, καθώς τα δεδομένα χρήσης των υπηρεσιών τους τούς ανήκουν και μόνο οι ίδιες μπορούν να αποφασίσουν γι' αυτά. Η συμμετοχή τους σε ένα θεωρητικό online box office, με άλλα λόγια, βρίσκεται στην διακριτική τους ευχέρεια. Στην διακριτική ευχέρεια των μέσων ενημέρωσης και του κοινού, ωστόσο, βρίσκεται επίσης το αν και κατά πόσο θα αποδίδουν οποιαδήποτε σοβαρότητα ή αξία στις ανακοινώσεις των κινηματογραφικών που προσπαθούν να δημιουργήσουν ενδιαφέρον γύρω από τις ταινίες τους χωρίς να στηρίζουν σε οποιοδήποτε δεδομένο την δημοτικότητα των τελευταίων. Το παιχνίδι αυτό μπορεί να παιχθεί και από τις δύο πλευρές, κοινώς. Κι αν οι κινηματογραφικές έχουν διαλέξει ήδη την στάση τους στο θέμα, έχουμε διαλέξει κι εμείς την δική μας.