Πολλά μπορεί να πει κανείς για την Netflix και τον ρόλο που αυτή παίζει στην διαμόρφωση των προσδοκιών του κοινού από το σύγχρονο ψυχαγωγικό περιεχόμενο, αλλά δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υποστηρίξει πως ο αμερικανικός κολοσσός δεν έφερε μεγάλες αλλαγές σε αυτήν την αγορά. Από την ενιαία συνδρομή για απεριόριστες ώρες θέασης κάθε μήνα και την non-stop θέαση όλων των επεισοδίων μιας τηλεοπτικής σειράς από την πρώτη μέρα (το περίφημο binge watching), μέχρι την χρήση της εικόνας 4Κ και της τεχνολογίας απόδοσης χρώματος HDR, η Netflix καθιέρωσε νέες προσεγγίσεις στην Δικτυακή διασκέδαση και βρίσκεται στην αιχμή των εξελίξεών της. Ταιριαστό, λοιπόν, να είναι και η πρώτη που θα πειραματιστεί με την "αλληλεπιδραστική" μορφή των τηλεοπτικών σειρών ή ταινιών, όπως κάνει αυτές τις ημέρες με το Black Mirror: Bandersnatch. To πραγματικό ερώτημα είναι: έχει νόημα και ουσία κάτι τέτοιο ή γίνεται από την Netflix απλώς γιατί είναι τεχνολογικά εφικτό;
To Black Mirror: Bandersnatch είναι ένα ειδικό αυτοτελές επεισόδιο της περίφημης ομώνυμης βρετανικής σειράς φαντασίας, δημιουργημένο από τους ίδιους ανθρώπους αλλά με μία πολύ σημαντική διαφορά: το σενάριό του έχει γραφτεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιτρέπει στον θεατή να κάνει σε συγκεκριμένα σημεία επιλογές που επηρεάζουν την κατεύθυνση των όσων θ' ακολουθήσουν. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Netflix έχει κάνει κάτι παρόμοιο - πειραματίστηκε με παιδικές παραγωγές όπως τα Puss in Book και Minecraft Story πέρσι και φέτος - όμως το Bandersnatch είναι η πρώτη τέτοια παραγωγή για το ευρύ ενήλικο κοινό και βέβαια όχι τυχαία φέρει το όνομα, την αισθητική, την θεματολογία και και το γενικότερο στυλ των Black Mirror έτσι ώστε να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κοινού εκείνου που αρέσκεται στο διαφορετικό από τα συνηθισμένα. Αυτό, τουλάχιστον, το πετυχαίνει.
To Black Mirror: Bandersnatch ακολουθεί την προσπάθεια ενός προγραμματιστή παιχνιδιών για υπολογιστές στην δεκαετία του '80 να φτιάξει ένα video game βασισμένο σε βιβλίο που στηρίζεται σε πολλαπλά σεναριακά μονοπάτια και αναθέτει στον αναγνώστη να κάνει πολλαπλές κομβικές επιλογές (ο λόγος για τον οποίο το συγκεκριμένο επεισόδιο ήταν ιδανικό για υλοποίηση από την Netflix ως "αλληλεπιδραστικό"). Ο θεατής παρακολουθώντας θα πρέπει να κάνει με το τηλεκοντρόλ μία σειρά από δυαδικές επιλογές - "είτε αυτό, είτε αυτό" - μέσα σε 10'' προκειμένου να διαπιστώσει τί επιρροή έχουν αυτές οι επιλογές στην εξέλιξη του σεναρίου. Το συγκεκριμένο επεισόδιο μπορεί να το παρακολουθήσει κανείς είτε μέσα από οποιονδήποτε Web browser Η/Υ, είτε σε PS4/Xbox One, είτε σε κινητό/tablet βασισμένο σε iOS/Android, είτε σε Smart TV (απαιτεί αναβαθμισμένη έκδοση του app της Netflix). Μη συμβατές συσκευές άξιες αναφοράς είναι τα Apple TV και τα Chromecast.
To σενάριο του Bandersnatch έχει γράψει ο θρυλικός Charlie Brooker, οπότε λίγο-πολύ ξέρει τί να περιμένει κανείς από αυτό: δυστοπικά σκοτεινή ατμόσφαιρα και ψυχολογικά πιεστικές καταστάσεις, ακριβείς cult αναφορές στην δεκαετία του '80 και την "σκηνή" των games στην Αγγλία την περίοδο εκείνη, πολλά αλληγορικά στοιχεία και διπλά νοήματα σε μια σειρά από σεκάνς, ακόμη και αναφορές σε αγαπημένα άλλα επεισόδια παλαιότερων Black Mirror. Το σενάριο βοηθά τον μηχανισμό της αλληλεπίδρασης - κατά την διάρκεια της παραγωγής βέβαια και το αντίστροφο - έτσι ώστε ο θεατής/παίκτης αφενός να έχει την αίσθηση πως με κάποιο τρόπο επηρεάζει την εξέλιξη της υπόθεσης, αφετέρου να μην απομακρυνθεί πολύ από το κύριο σεναριακό νήμα. Η όλη παραγωγή απευθύνεται φυσικά στον θεατή τόσο ευθέως σε πολλά σημεία (το περίφημο "breaking the fourth wall"), όσο και έμμεσα με τα όσα τον καλεί να επεξεργαστεί και να ερμηνεύσει. Black Mirror με τα όλα του, κοινώς.
Το πρόβλημα με όλες τις απόπειρες "αλληλεπιδραστικής" τηλεόρασης και σινεμά του παρελθόντος εντοπιζόταν στο γεγονός πως αυτές ήταν κατά βάση... fake: προσέφεραν τόσες λίγες και τόσο προβλέψιμες "επιλογές" για τόσο ολιγάριθμα σεναριακά μονοπάτια, ώστε εν τέλει προσέδιδαν την αίσθηση του βεβιασμένου και του ρηχού. Για το Bandersnatch έχει γίνει πολλή περισσότερη δουλειά και με πολλή περισσότερη σοβαρότητα: η όλη ιστορία μπορεί να καταλήξει με πέντε διαφορετικούς τρόπους, υπάρχουν δεκάδες μικρές και μεγάλες επιλογές που μπορούν να γίνουν ώστε να οδηγήσουν εκεί και το ποιές θα είναι αυτές καθορίζει και την διάρκεια του επεισοδίου. Αυτή κυμαίνεται ανάμεσα στα 45 λεπτά και τις 2 ώρες (ο μέσος όρος σύμφωνα με την Netflix είναι γύρω στα 60-75 λεπτά για τους πιο πολλούς θεατές) συνυπολογίζοντας και κάποια "πισωπατήματα" που αναπόφευκτα θα γίνουν απ' όλους.
Έχοντας στα υπ' όψιν όλα τα παραπάνω παρακολουθήσαμε με μεγάλη περιέργεια το νέο Black Mirror και ομολογούμε πως ήταν ευχάριστη η έκπληξη. Όχι, δεν είναι αυτή η παραγωγή που "εν μία νυκτί" θ' αλλάξει το πρόσωπο της σύγχρονης έβδομης ή όγδοης τέχνης. Όχι, με το αλληλεπιδραστικό της στοιχείο δεν καθιστά... πασέ και ντεμοντέ ξαφνικά τις παραδοσιακές σειρές ή ταινίες που παρακολουθεί κανείς χωρίς να συμμετέχει. Ακόμη και από την πρώτη θέαση διακρίνονται οι συνέπειες που θα έχουν κάποιες επιλογές στη συνέχεια, ένας αριθμός από αυτές τις επιλογές βρίσκεται εκεί... διακοσμητικά και όχι ουσιαστικά, ενώ η αίσθηση πως όποια επιλογή και να κάνει κάποιος σε πολλά σημεία, αυτό δεν έχει ιδιαίτερη σημασία ενίοτε προκύπτει επίσης. Δεν χωρά αμφιβολία, ωστόσο, στο γεγονός ότι είναι η καλύτερη υλοποίηση "αλληλεπιδραστικού τηλεοπτικού θεάματος" που έχουμε δει μέχρι σήμερα.
Το πρόβλημα είναι πως παραμένει συζητήσιμη (α) η ψυχαγωγική αξία αυτού του "υβριδικού" τρόπου παρουσίασης μιας ιστορίας και ταυτόχρονα (β) η αποτελεσματικότητα του μοντέλου περιορισμένης αλληλεπίδρασης που διακρίνει το Bandersnatch. Με τα μάτια του "παραδοσιακού" θεατή αυτή η παύση ανά μερικά λεπτά και η απαίτηση της λήψης αποφάσεων "σπάει τη ροή" της ιστορίας και τον αποστασιοποιεί από αυτήν - είναι αδύνατον να "βυθιστείς" στην εξέλιξη των όσων παρακολουθείς και να συμμεριστείς τον πρωταγωνιστή όταν σού ζητά κάθε τρεις και λίγο να σταματήσεις για να πατήσεις ένα κουμπί. Παράλληλα ο μηχανισμός της επιλογής φαντάζει ως ενδιαφέρον... "παιχνίδι" αρχικά, γρήγορα όμως συνειδητοποιεί κανείς πως, για τα δεδομένα του 2019, είναι μάλλον πρωτόγονος. Η όμορφη παρουσίαση δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι η προσέγγιση αυτή σήμερα δείχνει τόσο... flat και παρωχυμένη, όσο η αντίστοιχη στο video game του Bandersnatch της δεκαετίας του '80.
Η απάντηση, λοιπόν, στο αρχικό μας ερώτημα; Ναι, είχε νόημα και ουσία να δημιουργήσει και προωθήσει η Netflix το Black Mirror: Bandersnatch. Είχε νόημα καθώς αυτή η ιδέα της αλληλεπίδρασης έχει ολοφάνερα προοπτικές για περισσότερα και είχε ουσία γιατί εταιρείες που έχουν τόσο στενή σχέση με την τεχνολογία όσο η Netflix οφείλουν ν' αναζητούν πάντοτε τρόπους αξιοποίησης του Internet για νέες ψυχαγωγικές εμπειρίες. Όμως τον τελικό λόγο θα τον έχει, όπως πάντοτε, το κοινό και δεν είμαστε καθόλου βέβαιοι πως αυτό είναι... "ψυχολογικά έτοιμο" για να υποδεχθεί με ενθουσιασμό ένα "κύμα" τέτοιων υβριδικών παραγωγών, όπως ελπίζει η Netflix (η οποία δηλώνει πως έχει ήδη σκεφτεί και άλλα σενάρια εφαρμογής του αλληλεπιδραστικού μηχανισμού). Μπορεί ένα ποσοστό θεατών να ασχοληθεί με ορισμένες από απλή περιέργεια, αλλά αν οι επόμενες απόπειρες δεν δώσουν την εντύπωση - με την χρήση πολύ περισσότερων σεναριακών παραλλαγών, διαδρομών κι επιλογών - ότι ο θεατής όντως επηρεάζει την εξέλιξη μιας υπόθεσης που δεν μπορεί να προβλέψει, και αν δεν το κάνει με τρόπο περισσότερο σύγχρονο, το όλο εγχείρημα θα μείνει στο επίπεδο του πειράματος και μόνο. Όπως πάντοτε... θα δείξει!