Δεν θυμάμαι αν έχω πάει ως παιδί στους βασιλικούς τάφους των Αιγών, στη Βεργίνα, πάντως, και ο Θεσσαλονικιός φωτογράφος μας Ισαάκ που έχει πάει με τις κλασικές σχολικές εκδρομές βρήκε την εμπειρία της επίσκεψης μετά από χρόνια αγνώριστη. Καταρχήν χάρη στο Κεντρικό Μουσειακό Κτήριο του Πολυκεντρικού Μουσείου Αιγών που εγκαινιάστηκε πέρυσι το χειμώνα και σε εισάγει με τον καλύτερο τρόπο στο μοναδικό αρχαιολογικό πάρκο που παραδίδεται σταδιακά στους επισκέπτες στη γύρω περιοχή και προσφέρει μια πρώτης τάξης ευκαιρία για ένα πολιτιστικό weekend, το οποίο αν μάλιστα επιλέξετε ως βάση σας τη Βέροια μπορεί να συμπληρωθεί πολύ ευχάριστα και από γαστρονομικής και ταξιδιωτικής άποψης (δεν αποκλείεται η μονοήμερη από τη Θεσσαλονίκη ή άλλη περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας, φυσικά). Τα επίσημα εγκαίνια του αναστηλωμένου ανακτόρου του Φιλίππου Β΄, που έχουν προγραμματιστεί να γίνουν μες στον Δεκέμβριο, αναμένεται να στρέψουν ακόμη περισσότερο τους προβολείς στην αρχαία μητρόπολη των Μακεδόνων, όπου η αρχαιολόγος Αγγελική Κοτταρίδη, Διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας, συνεχίζει με τον καλύτερο τρόπο το έργο που ξεκίνησε ο Μανόλης Ανδρόνικος, φέρνοντας στο φως τον τάφο του Φιλίππου Β´ και τους θησαυρούς του το 1977 στη Μεγάλη Τούμπα των Αιγών.
Αιγές, αναδεικνύοντας τη Μητρόπολη των Μακεδόνων με μια ολιστική αρχαιολογική-μουσειολογική προσέγγιση
Όπως έχει γράψει η Κοτταρίδη, η ψυχή του εγχειρήματος, στον τόμο "Αιγές, Η Βασιλική Μητρόπολη των Μακεδόνων”, έκδοση του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση (2013), "οι Αιγές, Μητρόπολη των Μακεδόνων, ενός ακριτικού ελληνικού φύλου που κλεισμένο στην αυτάρκειά του θα διατηρήσει αρχέγονες δομές και θεσμούς για να γίνει την κρίσιμη στιγμή μοχλός και φορέας της εξέλιξης που θα μεταλλάξει τον αρχαίο κόσμο, σφραγίζοντας για πάντα την πορεία της ιστορίας, ήταν μια πόλη κατά κώμας η οποία στην πραγματικότητα ποτέ δεν συνοικίστηκε, θα διατηρήσει στον χώρο το αρχαιότροπο μοντέλο του ανοιχτού, οργανικά εξελισσόμενου μορφώματος που η απαρχή του χάνεται στην αχλή του μύθου και συγχρόνως θα γίνει το δυναμικό κέντρο, η μήτρα όπου θα γεννηθούν και θα πάρουν για πρώτη φορά υπόσταση οι ριζοσπαστικές ιδέες και οι μορφές που θα σφραγίσουν την εικόνα της ελληνιστικής οικουμένης. Πιστεύοντας ότι αυτή ακριβώς η διαλεκτική ανάμεσα στο συντηρητικό-"παραδοσιακό" και το ριζοσπαστικό-"μοντέρνο" αποτελεί την πεμπτουσία της συνεισφοράς των Μακεδόνων στον πολιτισμό, θεωρούμε ότι αυτή πρέπει να είναι και η βασική ιδεολογική-αισθητική αρχή που πρέπει να διέπει κάθε προσπάθεια oργάνωσης-ανάταξης-ανάδειξης των Αιγών, της ξεχασμένης βασιλικής καθέδρας που η σκαπάνη πόντο πόντο ανακαλεί από τη λήθη των αιώνων. Με αυτή την παραδοχή, παίρνοντας υπόψη τις ανάγκες προστασίας και τις ιδιαιτερότητες των μνημείων, αλλά και το πολεοδομικό μοντέλο της ίδιας της αρχαίας πόλης με την ευρύτατη οικιστική διασπορά στον χώρο, προχωρήσαμε σε μια νέα, "ολιστική" και δυναμική προσέγγιση του ζητήματος της σχέσης αρχαιολογικού χώρου και μουσείου με την πρόταση της δημιουργίας του πολύμορφου, πολυδύναμου, ευέλικτου και συνεχώς εξελισσόμενου Πολυκεντρικού Μουσείου των Αιγών που με περισσότερες, διάσπαρτες στον πραγματικό-γεωγραφικό χώρο, "αίθουσες-ενότητες" θα αγκαλιάζει και θα ενσωματώνει το σύνολο του αρχαιολογικού χώρου και θα επεκτείνεται με τη βοήθεια της τεχνολογίας στον υπερβατικό κόσμο της εικονικής πραγματικότητας και του διαδικτύου”.
Οι χώροι που συγκροτούν το Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών είναι: η αναστήλωση του ανακτόρου του Φιλίππου Β΄, που ολοκληρώνεται το Δεκέμβριο, μαζί με τη νεκρόπολη και την ταφική συστάδα των Τημενιδών, έκτασης σχεδόν 550 στρεμμάτων, που το 2021 αποδόθηκε στο κοινό, ως επισκέψιμος δενδροφυτεμένος χώρος, αρχαιολογικής και φυσιολατρικής περιήγησης, το Μουσείο των Βασιλικών Τάφων, το αρχαίο θέατρο, η κατάγραφη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, και το Κεντρικό Μουσείο, το οποίο εγκαινιάστηκε το 2022 από τον Πρωθυπουργό.
Κεντρικό Μουσειακό Κτίριο: η νέα πύλη στο Πολυκεντρικό Μουσείο των Αιγών
Σχεδιασμένο ως πύλη εισόδου και πυρήνας του Πολυκεντρικού Μουσείου Αιγών το Κεντρικό Μουσειακό Κτίριο περιλαμβάνει έναν μεγάλο χώρο για την περιοδική παρουσίαση θεματικών εκθέσεων που θα αντλούν από τα αποθέματα ευρημάτων και θα επικεντρώνονται σε διάφορες όψεις της ζωής, του πολιτισμού και της ιστορίας της μητρόπολης των Μακεδόνων και δύο μεγάλα αίθρια. Στο ένα εκτίθενται μόνιμα τα γλυπτά, δημιουργώντας την ενότητα των ιερών, και στο άλλο ο πάνω όροφος της πρόσοψης του ανακτόρου των Αιγών. Σύντομα θα ανοίξουν τις πόρτες τους το cafe και το πωλητήριο του μουσείου, ενώ εδώ θα βρίσκεται και η φυσική έδρα του ψηφιακού διαδικτυακού μουσείου "Μέγας Αλέξανδρος, από τις Αιγές στην οικουμένη".
Ενταγμένες στον κατάλογο των Μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, οι Αιγές μας καλοσωρίζουν με ένα μουσείο - κόσμημα, το λεγόμενο Κεντρικό Μουσειακό Κτίριο που με σύγχρονη μουσειολογική ματιά κινητοποιεί τις αισθήσεις και σε εισάγει στον κόσμο των Μακεδόνων βασιλιάδων του 6ου-4ου αι. π.Χ. Ειδικά αν έχεις για ξεναγό σου, όπως εμείς την αρχαιολόγο Εύα Κοντογουλίδου, η οποία ζωντάνεψε μπροστά μας την εποχή που το ανάκτορο των Αιγών έσφυζε από ζωή φιλοξενώντας σημαντικές λειτουργίες της δημόσιας ζωής και μοιράστηκε συγκινητικές ιστορίες πίσω από τα εκθέματα στις προθήκες, όπως το μαρμάρινο χεράκι αγάλματος που πρόσφεραν στο μουσείο οι μαθητές του δημοτικού σχολείου της Βεργίνας και το ανακάλυψαν παίζοντας στο δάσος.
Παρουσιάζοντας τα εκθέματα που φυλάσσοντας ως σήμερα σε αποθήκες της Βέροιας ανά θεματικές ενότητες σε ένα μινιμαλιστικό περιβάλλον εν είδη εικαστικής εγκατάστασης, το Κεντρικό Μουσειακό Κτίριο χτίζει μια ζωντανή αφήγηση χάρμα οφθαλμών, όπως αυτές που περιμένεις από ένα σύγχρονο αρχαιολογικό μουσείο.
Παρουσιάζοντας τα εκθέματα που φυλάσσοντας ως σήμερα σε αποθήκες της Βέροιας ανά κατηγορίες εκθεμάτων (όπλα, κεραμικά σκεύη, αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες κλπ.) σε ένα μινιμαλιστικό περιβάλλον εν είδη εικαστικής εγκατάστασης, το Κεντρικό Μουσειακό Κτίριο χτίζει μια ζωντανή αφήγηση χάρμα οφθαλμών, όπως αυτές που περιμένεις από ένα σύγχρονο αρχαιολογικό μουσείο. Από το μαρμάρινα αγάλματα που αναπαριστούν το κυνήγι του κάπρου, πιθανότατα ανάθημα στο Γυμνάσιο των Αιγών (334-330 π.Χ.) ως τις σιδερένιες αιχμές δοράτων και ακοντίων και τους μελανόμορφους κρατήρες - ένδειξη σχετικής πολυτέλειας στα μακεδονικά συμπόσια του 6ου αι. π.Χ., το ταξίδι στη ζωή των Αιγών ξεκινά από τον κόσμο των ανδρών Μακεδόνων, όπου το κυνήγι του κάπρου σημάδευε την τελετή ενηλικίωσης κάθε νεαρού, που για να θεωρηθεί άντρας σωστός έπρεπε να σκοτώσει ένα αγριογούρουνο. Το κυνήγι και ο πόλεμος, η άθληση ("τα μικρά ελαιοδοχεία και οι στλεγγίδες, οι ιδιόμορφες ξύστρες, με τις οποίες καθαρίζονταν από το λάδι, τον ιδρώτα και τη σκόνη μετά την άσκηση, είναι το βασικό, διαχρονικό αξεσουάρ που δεν έλειπε από το σπίτι κανενός”), η μουσική, το τραγούδι και ο χορός, και βέβαια, το συμπόσιο, απαραίτητο συστατικό κάθε δημόσιας ή ιδιωτικής γιορτής, αναπαριστώνται μέσα από τα ευρήματα των Αιγών.
Σύμφωνα με την Κοτταρίδη ¨”Μετάλλινα και πήλινα τα προϊόντα των τοπικών εργαστηρίων διακρίνονται για τη γεωμετρική λιτότητα και τη λειτουργική καθαρότητα της φόρμας τους και για την ανύπαρκτη ή περιορισμένη στο ελάχιστο διακόσμηση, τάσεις που θα αποτελέσουν διαχρονικό γνώρισμα της μακεδονικής τέχνης μέχρι τα ύστερα κλασικά χρόνια. Αναγκασμένοι να αντιμετωπίζουν πιο τραχιές και δύσκολες καιρικές συνθήκες, οι Έλληνες του Βορρά θα πρέπει στην καθημερινότητά τους να απείχαν αρκετά από την εικόνα της ηρωικής γυμνότητας, με την οποία είμαστε εξοικειωμένοι από τις μυθικές εξιστορήσεις.
Οι Μακεδόνες φορούσαν κατά κανόνα έναν ζωσμένο χιτώνα, ενώ συνηθισμένο τους πανωφόρι ήταν η χλαμύδα, μια αρκετά βαριά μάλλινη κάπα που πορπώνεται στο στήθος ή στον ώμο. Δερμάτινες μπότες ή ψηλά σαντάλια και ένα είδος τραγιάσκας από δέρμα ή τσόχα, η περίφημη μακεδονική καυσία, συμπλήρωναν μια ενδυμασία κατάλληλη για πορεία, δουλειά και κυνήγι στο κρύο, ενώ οι τσομπάνηδες και οι ξωμάχοι δεν περιφρονούσαν καθόλου τα βαριά πανωφόρια και τα σκουφιά από απλές ακατέργαστες προβιές, που τους εξασφάλιζαν προστασία έστω και χωρίς κομψότητα. Το μικρό σιδερένιο μαχαίρι που χρησιμοποιείται και σαν ξυράφι είναι το πιο βασικό στοιχείο του αντρικού εξοπλισμού, ενώ, εκτός από τις περόνες που κούμπωναν τα ρούχα τους, το μοναδικό κόσμημα είναι ένα λιτό δαχτυλίδι, συνήθως σιδερένιο ή χάλκινο που χρησιμεύει και σαν σφραγίδα. Το αληθινό καμάρι όμως και το στολίδι κάθε άντρα είναι τα όπλα του, αντικείμενα ακριβά και πολύτιμα που μπορούν να του σώσουν την τιμή και τη ζωή και που κάποτε αξίζουν πραγματικά μια ολόκληρη περιουσία.”
Από τους χώρους των ανδρών, τον πόλεμο και τα συμπόσια, περνάμε στο "μπουντουάρ” των γυναικών, έναν πιο εσωστρεφή χώρο όπου παρουσιάζονται από κοσμήματα και πήλινα θήλαστρα (τα μπιμπερό της εποχής, στις "θηλές" των οποίων διακρίνονται ίχνη από δαγκωματιές) μέχρι μυροδοχεία και τσιμπίδες για τα φρύδια. Σύμφωνα με την Κοτταρίδη, στην αρχαιότροπη Μακεδονία που βρίσκεται κοντά στα ήθη του ομηρικού έπους η γυναίκα μπορεί, περισσότερο από ό,τι στη δημοκρατική Αθήνα, να είναι βασίλισσα στον κόσμο της. Οι τελετές της Δήμητρας και της Περσεφόνης ήταν παραδοσιακά ο χώρος των γυναικών. Το ίδιο και η λατρεία του Διόνυσου.
"Οι εικόνες που τόσο γλαφυρά περιγράφει ο Ευριπίδης στις Βάκχες του, με τις ένθεες μαινάδες που χορεύουν στο δάσος κάνοντας τη γη να αναβρύζει μέλι και γάλα, με τις άγριες γυναίκες που στεφανώνονται με φίδια και κομματιάζουν ζωντανό το θήραμα με τα γυμνά τους χέρια, έχουν σαν πηγή έμπνευσης τις γυναίκες των Αιγών και τα δρώμενά τους στο γειτονικό βουνό των Πιερίων, τελετές βαθιά ριζωμένες στην πίστη του λαού, στις οποίες προεξάρχει πάντα η ίδια η βασίλισσα. Είναι γνωστό ότι η Ολυμπιάδα ήταν η πιο φανατική και θερμή θιασώτις του Βάκχου, ενώ τα φίδια, όπως δείχνει η αφήγηση για τον σύνευνο δράκο της βασίλισσας, αλλά και τα ευρήματα από τα ιερά των Αιγών, είχαν πραγματικά μια ιδιαίτερη θέση στη λατρεία της μακεδονικής μητρόπολης και στον "μυστικό" κόσμο των γυναικών της.”
Περίτεχνα κοσμήματα, σκουλαρίκια χρυσά και βαρύτιμα αλλά και πιο λιτά σε σχήμα Ω, με κεφάλια φιδιών για απολήξεις στην αρχή και μπουμπούκια λωτού αργότερα, συνήθως ασημένια, κολιέ με χάντρες από χρυσό, κεχριμπάρι, υαλόμαζα, ελεφαντόδοντο και χαλκό, βραχιόλια, μονόσπειρα, ασημένια και χρυσά, που απολήγουν σε κεφάλια φιδιών, χάλκινες τριχολαβίδες, χάλκινα καλύμματα πυξίδας που χρησιμοποιούνταν σαν πουδριέρες ή κοσμηματοθήκες, χάλκινες τοξωτές πόρπες ζωντανεύουν μια εποχή που βασικό ρόλο στην περιποίηση μαλλιών και σώματος έπαιζε το λάδι της ελιάς, κάθε λογής πομάδες και αλοιφές, αρώματα και αρωματικά λάδια που έφταναν από την Κόρινθο, την ανατολική Ιωνία, τη Ρόδο, την Αίγυπτο και τη Φοινίκη, μέσα σε περίτεχνα μυροδοχεία.
Φτάνοντας στην τελευταία αίθουσα με τα ταφικά ευρήματα, που σώθηκαν από τα υπολείμματα των πυρών βασιλισσών και βασιλιάδων, την προσοχή κλέβουν τα χρυσά κοσμήματα της "Δέσποινας των Αιγών", ενώ τα μυστηριώδη πήλινα κεφάλια δαιμόνων, κόρων και θεών από ταφή βασίλισσας, τα οποία κατά πάσα πιθανότητα συνδέονταν με κάποιου είδους τελετουργικό, περιμένουν ιδανικά στημένα στη σειρά τους instagrammer όπως ο ξένος επισκέπτης που πετύχαμε για να τα απαθανατίσουν σε βίντεο.
Στη Μεγάλη Τούμπα, το βασίλειο του Άδη
Αφήνοντας πίσω μας το Κεντρικό Μουσείο και φτάνοντας στη Μεγάλη Τούμπα για να κατηφορίσουμε στον τύμβο - μουσείο περνάμε από το φως του προηγούμενου κτιρίου στο σκοτάδι. Ανάμεσα στους 5 αρχαιολογικούς χώρους με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα στην Ελλάδα και ο νούμερα 1 του Βορρά, οι Βασιλικοί Τάφοι διατηρούν αναλλοίωτη τη γοητεία τους - και από άποψη μουσειολογικής παρουσίασης, από το 2004 που ξανάνοιξαν ολοκληρωμένα στο κοινό. Αν στο Κεντρικό Κτίριο του Μουσείου το άπλετο φως θέλει να σε ξυπνήσει, να φέρει στο φως την ιστορία, εδώ το υποβλητικά φωτισμένο υπόγειο "μαυσωλείο" στοχεύει στο συναίσθημα, ανασταίνει τους θησαυρούς που εκτίθενται στον τόπο όπου βρέθηκαν, δίπλα στους τάφους που τους περιείχαν.
Από τον Νοέμβριο του 1977, όταν η αρχαιολογική σκαπάνη του Μανόλη Ανδρόνικου συνάντησε την Ιστορία, η ανακάλυψη των τάφων του Φιλίππου Β´, καθώς και όλα τα πολύτιμα ευρήματα που ακολούθησαν, (συμπεριλαμβανομένου του τάφου του Αλεξάνδρου Δ´, γιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης) παρουσιάζονται σε όλη τη μεγαλοπρέπειά τους, με επιτομή τον επιβλητικό τάφο του Φιλίππου Β’ και τη χρυσή λάρνακα και το τα χρυσό στεφάνι με άνθη βελανιδιάς που βρέθηκε μέσα της.
Βγαίνοντας από τη Μεγάλη Τούμπα ξανά στο φως ο δενδρόφυτος περιβάλλον χώρος με το αναψυκτήριο και τη Νεκρόπολη-Βασιλική Συστάδα των Τημενιδών, σε προσκαλεί να χαλαρώσεις και να απολαύσεις την ειδυλλιακή φύση (αλλά και να ξεχάσεις τη διαδρομή μέσα από το χωριό της Βεργίνας που δεν συνάδει με την εικόνα ενός τόσο εμβληματικού αρχαιολογικού προορισμού).
Όπως διαβάζουμε στη μελέτη της Κοτταρίδη, σύμφωνα με την αρχαία συνήθεια, η οποία στις Αιγές επιβιώνει ώς τα ρωμαϊκά χρόνια, χωμάτινοι τύμβοι με μέγεθος που ποικίλλει ανάλογα με την ισχύ του νεκρού και λίθινους κυκλικούς περιβόλους σημαίνουν τη θέση των τάφων. "Η χρήση επιτύμβιων μνημείων και ανάγλυφων ή ενεπίγραφων στηλών παγιώνεται από τον ο αιώνα, ενώ σε εξέχουσες περιπτώσεις, όπως π.χ. στην ταφική συστάδα του Φιλίππου Β΄, δίπλα στον τύμβο ανεγείρονται εντυπωσιακά υπέργεια μνημεία με γλυπτά και ανάγλυφα ανάλογα με αυτά της Αττικής. Διαχρονικά η συνηθισμένη ταφική πρακτική είναι ο ενταφιασμός. Οι νεκροί παίρνουν μαζί τους ό,τι φορούν και ό,τι τους χαρακτηρίζει –ρούχα, κοσμήματα, όπλα–, τα χαρακτηριστικά και απαραίτητα για τη νεκρική τελετουργία σκεύη –μυροδοχεία και εξάλειπτρα– και ακόμη ποτήρια και κανάτια για να σβήνουν την αιώνια δίψα στον Άδη που συχνά εμπλουτίζονται και με άλλα σκεύη συμποσίου.
Υπάρχουν επίσης αντικείμενα που σχετίζονται με τις θρησκευτικές πίστεις και τους κοινωνικούς συμβολισμούς – χαρώνεια νομίσματα, ειδώλια, ομοιώματα αμαξιών κλπ. Ο πλούτος είναι προφανής, ιδιαίτερα στα κτερίσματα των βασιλικών ταφικών συστάδων και στους τάφους των εταίρων. Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι στα κοσμήματα, στη χρήση χρυσών ελασμάτων, αλλά και στα όπλα και στα μετάλλινα σκεύη, αντικείμενα ακριβά και κατά συνέπεια σύμβολα κύρους, παρατηρείται μια δωρική αυστηρότητα και λιτότητα, η οποία τα διαφοροποιεί από ανάλογα σύνολα που βρέθηκαν σε περιοχές εκτός των ορίων του μακεδονικού βασιλείου.”
Βγαίνοντας ξανά στο φως ο δενδρόφυτος περιβάλλον χώρος με το αναψυκτήριο και τη Νεκρόπολη-Βασιλική Συστάδα των Τημενιδών, σε προσκαλεί να χαλαρώσεις και να απολαύσεις την ειδυλλιακή φύση (αλλά και να ξεχάσεις τη διαδρομή μέσα από το χωριό της Βεργίνας που δεν συνάδει με την εικόνα ενός τόσο εμβληματικού αρχαιολογικού προορισμού).
Η αναστήλωση του ανακτόρου του Φιλίππου Β΄
"Σε τόπο υπερυψωμένο, αλλά όχι απομονωμένο, προσιτό από παντού και όχι περιφρουρημένο, σημείο αναφοράς του άστεως, τοπόσημο και επίκεντρο του δημόσιου χώρου, με τις στοές του ολάνοιχτες για το κοινό, που έφτανε να ανέβει ένα μονάχα σκαλοπάτι για να εισέλθει, το "βασίλειο" καθίδρυμα του Φιλίππου Β΄ στις Αιγές σίγουρα δεν σχεδιάστηκε για να στεγάσει την ιδιωτική-οικογενειακή ζωή του βασιλιά, αλλά τις δομές εκείνες που ήταν απαραίτητες για την άσκηση της πολυεπίπεδης δημόσιας εξουσίας του” γράφει η Αγγελική Κοτταρίδη για το ανάκτορο του Φιλίππου Β΄, το οποίο όπως αναφέρει "μας με τη "δημοκρατικότητα" της δομής του, από την οποία συστηματικά απουσιάζει οποιαδήποτε εξαίρεση και υπερύψωση ή έστω απομόνωση και περιφρούρηση, στοιχεία που γενικά χαρακτηρίζουν την ανακτορική αρχιτεκτονική εκτός Μακεδονίας. Κτήριο λιτό και λειτουργικό και συγχρόνως μνημειακό και επιβλητικό, το ανάκτορο των Αιγών χαρακτηρίζεται από την πολυτέλεια των υλικών, την εφευρετικότητα και την τελειότητα της εκτέλεσης, τα απροσδόκητα επιτεύγματα της τεχνολογίας που ανιχνεύονται σε όλα τα επίπεδα, και συγχρόνως από τη γεωμετρική καθαρότητα της φόρμας που διαμορφώνει ένα σύνολο απαράμιλλης ηρεμίας, κομψότητας και αρμονίας, όπου όλα υποτάσσονται στη γοητεία του μέτρου.”
Το μνημείο αποδίδεται στο κοινό με αναστηλωμένο το μεγάλο περιστύλιο, το πρόπυλο και τις στοές της πρόσοψης, αναταγμένους τους τοιχοβάτες και συντηρημένα τα περίφημα ψηφιδωτά των τεράστιων ανδρώνων, των χώρων, δηλαδή, που φιλοξένησαν τα συμπόσια των Μακεδόνων βασιλέων.
Σύμβολο της Μακεδονικής ηγεμονίας, το μνημείο καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 148 π.Χ., κάηκε και λιθολογήθηκε για να χαθεί από προσώπου γης. Τώρα, καθώς οι εργασίες αναστήλωσής του ολοκληρώνονται, παραπέμπει ξανά στην αρχική του εικόνα. Οι επισκέπτες του αρχαιολογικού χώρου των Αιγών, σύντομα θα μπορούν να έχουν μια ολοζώντανη εικόνα του "Παρθενώνα της Μακεδονίας" -όπως είχε χαρακτηρίσει το μνημείο ο Wolfram Hoepfner, ένας από τους σπουδαιότερους μελετητές της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής- το οποίο με πολύ κόπο, επιμονή και υπομονή αναδύεται από την λήθη των αιώνων.
Ένα μέρος, μήκους 30μ., του άνω ορόφου του κεντρικού τμήματος της πρόσοψης του ανακτόρου, της οποίας η αναστήλωση στο μνημείο δεν κατέστη δυνατή, για λόγους στατικούς καθώς δεν διασώθηκε το ενδιάμεσο αρχαίο υλικό, εκτίθεται ανατεταγμένο στο Κτίριο του Κεντρικού Μουσείου.
Ο Φίλιππος Β’ δεν διάλεξε τυχαία την τοποθεσία του Ανακτόρου του, για την κατασκευή του οποίου έχουν γίνει μεγάλα έργα, έτσι όπως δεσπόζει στους πρόποδες του βουνού και η ίδια η ειδυλλιακή τοποθεσία με θέα στην Πέλλα, τις πλαγιές του Χορτιάτη και τη Θεσσαλονίκη ολοκληρώνει με τον καλύτερο τρόπο την αρχαιολογική περιήγηση.