Το έργο του Λόρκα έχει κάτι σκοτεινό, διατρέχεται από τις ιδέες του έρωτα και του θανάτου τις οποίες τελικά ταυτίζει, κι ας μοιάζει με παραμύθι βγαλμένο από τη λαϊκή παράδοση της Ανδαλουσίας. Σε αυτά τα δύο μοτίβα στηρίζεται και η παράσταση που υπογράφει ο Δημήτρης Τάρλοου, με την όψη να αιχμαλωτίζει πρώτη πρώτη το βλέμμα: στη μέση της σκηνής, που έχει ντυθεί ολόκληρη στα μαύρα, δεσπόζει ένα μεγάλο κρεβάτι ντυμένο κι αυτό με μαύρα σατέν σεντόνια. Πάνω σ’ αυτό το κρεβάτι –που είναι επίσης φέρετρο και τάφος– φιλοξενείται η ιστορία του αταίριαστου γάμου μεταξύ του μεσήλικου Δον Περλιμπλίν και της νεαρότατης Μπελίσα, που καταλήγει σε τραγικό φινάλε. Διότι μπορεί ο Περλιμπλίν αρχικά να πείθεται για το γάμο μόνο και μόνο για να έχει παρέα στα επερχόμενα γηρατειά του, τελικά όμως ερωτεύεται την όμορφη Μπελίσα. Αυτή από την πλευρά της, οδηγημένη στο γάμο από τη μητέρα της που καλοβλέπει την περιουσία του Περλιμπλίν, βρίσκεται στην ακμή της νιότης και της σεξουαλικής αφύπνισης, κι έτσι πολύ γρήγορα –για την ακρίβεια, την πρώτη νύχτα του γάμου– βάζει άλλους, ακμαιότερους εραστές στο συζυγικό κρεβάτι. Ώσπου ένας μυστηριώδης άνδρας, που θα κατακτήσει την καρδιά της, θα φέρει τη λύση του δράματος με μια ξιφομαχία και ένα θανατικό.
Ο ρεαλισμός απουσιάζει από ένα έργο που μεταχειρίζεται το λυρισμό και το γκροτέσκο και τα πρόσωπά του είναι σχεδόν σχηματικά σαν να αφορούν ιδέες, στα γηρατειά και τη νιότη, στην εξιδανικευμένη αγάπη και στον σαρκικό πόθο, παρά σε χαρακτήρες με βάθος ή εξέλιξη. Αυτές τις ιδέες τονίζει επίσης η σκηνοθεσία, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα σκοτεινή, αισθησιακή, ερωτική και μυστηριώδη, εγκαταλείποντας το ρεαλισμό για χάρη μιας πιο συμβολικής γλώσσας, που λειτούργησε ωραία, π.χ. στην επιλογή της τοτεμικής φιγούρας για την ενσάρκωση της μητέρας της Μπελίσα. Εξίσου κυρίαρχη είναι όμως και μια υπερβολική σεξουαλική αίσθηση, που γειώνει το εγχείρημα – για παράδειγμα, στους στίχους κάποιων τραγουδιών και στους ρόλους των δύο Δαιμονίων ως ενορχηστρωτών ενός αισθησιακού σόου. Πάντως, η όλη σύλληψη υπηρετήθηκε με συνέπεια και ειδικά η εικαστικότητα της παράστασης είναι αξιοσημείωτη (σκηνικά-κοστούμια: Άγγελος Μέντης), όπως και η μουσική (Φοίβος Δεληβοριάς) που συνυπάρχει ως συμπρωταγωνίστρια με το κείμενο και τους ηθοποιούς.
Εύστοχη η διανομή, ειδικά του πρωταγωνιστικού διδύμου: ο Χρήστος Σαπουντζής έδωσε έναν κάπως αμήχανο Περλιμπλίν, σαν να συρρικνώνεται από τη φλόγα της Μπελίσα, στο ρόλο της οποίας η Μαριάννα Πουρέγκα προσωποποίησε ανεπιτήδευτα την ομορφιά και το νεανικό σφρίγος μιας άγουρης κοπέλας που αποζητά την ερωτική εκπλήρωση. Συνεπείς και οι υπόλοιποι ηθοποιοί, η Δανάη Σαριδάκη ως Μαρκόλφα, η Γιολάντα Μπαλαούρα ως Μητέρα της Μπελίσα, ο Περικλής Σιούντας και η Έλενα Μελά ως Δαιμόνια.
Πρώτη δημοσίευση: 11/4/24
Περισσότερες πληροφορίες
Περλιμπλίν και Μπελίσα
Ο μεσόκοπος Περλιμπλίν (όνομα που προσιδιάζει στους ερωτοχτυπημένους γέρους της ισπανικής λαϊκής φάρσας του 18ου) πείθεται να παντρευτεί τη νεαρή γειτόνισσά του, για να μη μείνει μόνος κι αβοήθητος στα γεράματα· η Μπελίσα πείθεται να παντρευτεί τον πλούσιο γείτονά της για να γίνει πιο ποθητή από τους άλλους άντρες χάρη στην ομορφιά που θα της χαρίσουν τα πλούτη του. Όμως, λαχταρώντας έναν έρωτα της ηλικίας της, γοητεύεται από τον μυστηριώδη ξένο που κρύβεται τις νύχτες στον κήπο και της γράφει φλογερές επιστολές. Ο Περλιμπλίν δεν αντέχει να ζει χωρίς την αγάπη της Μπελίσα και σκοτώνει τον ανώνυμο εραστή, ενώ η Μπελίσα ανακαλύπτει την αλήθεια χάνοντας διαμιάς σύζυγο και ερωμένο…