Το "Όλοι εμείς πουλιά", που βλέπουμε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ξεκινάει από ένα love story, από το –τυπικό στην τέχνη– μοτίβο μιας σχέσης που γνωρίζει εμπόδια. Ο Εϊτάν, Γερμανοεβραίος φοιτητής και η Γουαχίντα, Αμερικανίδα φοιτήτρια αραβικής καταγωγής, γνωρίζονται και ερωτεύονται στη Νέα Υόρκη. Τίποτα δεν προμηνύει ότι αυτοί οι δύο σύγχρονοι νέοι, που ζουν έξω από τα όρια που επιβάλλουν η θρησκεία ή η καταγωγή τους, θα αναγκαστούν να επανεξετάσουν τη σχέση τους. Ένα ταξίδι στο Ισραήλ, όμως, θα φέρει τα πάνω-κάτω και, καθώς ο Εϊτάν τραυματίζεται σε μια τρομοκρατική επίθεση, ένα μεγάλο ταξίδι αυτογνωσίας ξεκινάει για όλους: για τον ίδιο, την οικογένειά του και τη Γουαχίντα.
Ο συγγραφέας με πραγματική μαεστρία μπλέκει στην ιστορία μια σειρά από ζητήματα σχετικά με την ταυτότητα, την καταγωγή, τη θρησκεία, τις ρίζες και τις προγονικές αξίες, ενώ παράλληλα διανθίζει το έργο με στοιχεία υπέρτατου λυρισμού, αντλώντας από την πλούσια αραβική κουλτούρα και παράδοση. Η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα από συνεχή φλασμπάκ, που μας πηγαίνουν στην –καθοριστική– ιστορία του πατέρα του Εϊτάν, ενώ κάθε πρόσωπο του δράματος συνδιαμορφώνει το πολυεπίπεδο συγγραφικό σύμπαν έχοντας λόγο ύπαρξης, χωρίς δηλαδή να λειτουργεί προσχηματικά. Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα σύγχρονα κείμενα (2018) που βλέπουμε στην Ελλάδα (η περιγραφή σε λίγες γραμμές το αδικεί, ειδικά καθώς αποκρύπτονται στοιχεία της πλοκής που έχουν μεγάλο συναισθηματικό αποτύπωμα), η οποία συγκινεί επιπλέον με τη βαθιά αίσθηση αποδοχής και κατανόησης με τη οποία βλέπει ένας συγγραφέας λιβανέζικης καταγωγής την πλευρά του "εχθρού" –τα βάρη και τα πάθη της εβραϊκής κοινότητας–, παραδίδοντας τελικά ένα αληθινά ανθρώπινο και οικουμενικό έργο, παρά ένα στρατευμένο μανιφέστο.
Η έντιμη παράσταση του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου μεταδίδει σε μεγάλο βαθμό τα ζωηρά συναισθήματα και την προβληματική του έργου, παρόλο που ενίοτε ζημιώνεται από τη βραδύτητα του σκηνικού ρυθμού (συντελεί σε αυτό και η μουσική του Πάνου Γκίνη). Βέβαια, η σκηνοθεσία δείχνει περισσότερο να ορίζει ένα πλαίσιο δράσης παρά να δουλεύει επισταμένα με τους ηθοποιούς και τους ρόλους τους. Τουλάχιστον αυτό μαρτυρούν οι άνισες ερμηνείες, αν και συνολικά οι ηθοποιοί ανταποκρίνονται τουλάχιστον ικανοποιητικά κι έτσι η παράσταση επικοινωνεί ωραία με την πλατεία. Η Άννα Μάσχα και η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου επιβάλλονται με την υποκριτική τους ωριμότητα. Κάπως εγκλωβισμένος στη σκληρότητα του ήρωά του εμφανίζεται ο Δημήτρης Παπανικολάου στον καθοριστικό ρόλο του πατέρα του Εϊτάν, όπως και η Πηνελόπη Τσιλίκα στον αμφίρροπο ρόλο της Εβραίας στρατιωτικού. Στους ρόλους του νεαρού ζευγαριού ο Μπάμπης Αλεφάντης έχει ωραίες στιγμές, όμως εκείνη που αληθινά καθηλώνει με τη ζεστασιά και τη δυναμική της είναι η Μελίνα Πολυζώνη. Ο ωραίος σκηνικός χώρος που υπογράφει η Ηλένια Δουλαδίρη χωρίζει τη σκηνή σε διαφορετικές ζώνες δράσης, σε γκρι χρώμα που παραπέμπει σε συντρίμμια και με την άμμο στο προσκήνιο ως πολλαπλό συμβολικό στοιχείο.
Περισσότερες πληροφορίες
Όλοι εμείς πουλιά
Ο Εϊτάν, Γερμανοεβραίος φοιτητής Γενετικής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, γνωρίζει και ερωτεύεται τη Γουαχίντα, Αμερικανίδα φοιτήτρια αραβικής καταγωγής. Η σχέση τους συναντά την εχθρότητα της εβραϊκής οικογένειας του Εϊτάν. Το ταξίδι του ζευγαριού στο Ισραήλ και μια βομβιστική ενέργεια που θα στείλει τον Εϊτάν στο νοσοκομείο σε κωματώδη κατάσταση θα γίνει η απαρχή να αποκαλυφθεί το παρελθόν μιας οικογένειας. Τα μυστικά αντηχούν, η αλήθεια εκρήγνυται και η οικειότητα γίνεται κομμάτια μέσα στη δίνη των παγκόσμιων γεγονότων που «επιτίθενται» στους ήρωες του έργου. Από τον κεραυνοβόλο έρωτα σε μια τρομοκρατική επίθεση, από το γέλιο στις κραυγές, ο Μουαουάντ εξυφαίνει μια ερωτική ιστορία με πολιτικές διαστάσεις και υπαρξιακές προεκτάσεις με φόντο το αξεδιάλυτο χάος της Μέσης Ανατολής.