Εφτά από τα έντεκα διηγήματα της ομώνυμης συλλογής διηγημάτων που σύστησε και στη χώρα μας τη συγγραφέα από τη Βόρεια Μακεδονία ανεβάζει στη σκηνή η Μαρία Μαγκανάρη, σε μια παράσταση τριών (έξοχων) ερμηνευτριών. Αποτελούν όλα αφηγήσεις γυναικών, που μιλούν για τους άντρες, τους συζύγους, τους εραστές, τους γιους τους, όμως μέσω αυτών και για τις ίδιες, τις μητέρες, τις φίλες τους. Μαζί συνθέτουν ένα παζλ ιστοριών με κωμικό, τραγελαφικό, αλλά και τραγικό περιεχόμενο, που αποτυπώνει πλέγματα σχέσεων και κοινωνικών δομών απολύτως αναγνωρίσιμων, ενώ στο φόντο αφήνουν να φανεί η μεγαλύτερη εικόνα της βαλκανικής, κυρίως, κοινωνίας. Η συγγραφέας δεν χαρίζεται στους άντρες, στη μικρότητα, τα κόμπλεξ, τις εμμονές τους, ούτε όμως και στο φύλο της· η ματιά της δείχνει διαυγής, έχει συμπόνοια, αλλά και κάποιον σαρκασμό κι έτσι, ενώ ταυτιζόμαστε με αυτές τις γυναίκες, ταυτόχρονα μπορούμε και να τις κρίνουμε.
Τουλάχιστον αυτά τα ανάμεικτα αλλά γόνιμα συναισθήματα προκαλεί η ζωηρή δραματοποίηση των διηγημάτων από τη Μαρία Μαγκανάρη. Από μόνα τους, εξάλλου, αποδεικνύονται καλό θεατρικό υλικό: έχουν κατά κανόνα μονολογική δομή, ενώ τα σύντομα διαλογικά στοιχεία αποτελούν βοηθητικό σκηνικό εργαλείο, το γλωσσικό ύφος τους είναι ακμαίο, με λειτουργική αίσθηση προφορικότητας, τα συναισθήματα και οι καταστάσεις που αποτυπώνουν είναι απολύτως γλαφυρές. Η ειρωνεία, η παρωδία, το σαρκαστικό χιούμορ αναβλύζουν από τις αφηγήσεις των τριών ερμηνευτριών, οι οποίες μοιάζουν να συμμετέχουν σε μια γυναικεία "συνωμοσία". Η σκηνοθέτρια (που επωμίζεται και την ερμηνεία δύο διηγημάτων) έχει επιτύχει δεσμούς αλληλεγγύης, κι αυτό είναι το πιο δυνατό, και αληθινά συγκινητικό, στοιχείο της παράστασης. Μαζί με τη Μαρία Σκουλά και την Αμαλία Καβάλη βρίσκονται συνεχώς επί σκηνής, όχι μόνο για να συμπληρώσουν ως δευτερεύοντα πρόσωπα τη δραματοποίηση μιας ιστορίας, αλλά κυρίως ως γυναίκες που θέλουν να είναι παρούσες και συμπαραστάτριες.
Με κορυφαία ίσως τη Μαρία Σκουλά, που ερμηνεύει με σφρίγος τρεις ιστορίες, αποδεικνύονται όλες έξοχες ερμηνεύτριες, αφουγκραζόμενες αυτές τις γυναίκες και τις ιστορίες τους με ευαισθησία και κατανόηση αλλά –όπως η συγγραφέας τους– και με την ανάλογη δόση αυτοσαρκασμού, όταν χρειάζεται. Έτσι, καταλήγουν σε ένα καλοπαιγμένο αποτέλεσμα, που αποδομεί εικόνες, σχήματα και στερεότυπα, όχι μόνο της ανδρικής αλλά και της γυναικείας συμπεριφοράς, που μοιάζουν να διαιωνίζονται καθώς έχουν περάσει από γενιά σε γενιά. Το σκηνικό της Μαρίας Μαγκανάρη και του Παύλου Θανόπουλου αναπαράγει στοιχεία βαλκανικού φολκλόρ, καθώς και μια 70s και 80s ατμόσφαιρα, επιλογή που κρατάει τις ιστορίες σε έναν συγκεκριμένο χωροχρόνο, αντί να τις συνδέσει με έναν πιο οικουμενικό χαρακτήρα, και επιπλέον εντείνει τη "ρετρό" αίσθηση που μεταδίδουν τα ίδια τα διηγήματα, παρόλο που το περιεχόμενό τους αναφέρεται στη σύγχρονη εποχή.
Περισσότερες πληροφορίες
Ο άντρας μου
Μια χήρα καταφέρνει να φάει μετά την αποκάλυψη του μυστικού της μητέρας της. Μια νεαρή μάνα ξεκινάει ένα ταξίδι τρόμου προς τη δική της μητέρα. Μια άλλη αντιπαθεί τον γιο της, βλέποντας σ'αυτόν τα κακά γονίδια του παππού της. Μια απατημένη σύζυγος κάνει συνεχώς εμετό. Και κάποιες άλλες απατούν τους άντρες τους για να τους τιμωρήσουν. Αυτές είναι μερικές μόνο από τις ιστορίες που από τα διηγήματα της Μπουζάροφσκα που ζωντανεύουν στη σκηνή, περιγράφοντας την ανθρώπινη κατάσταση με όρους πατριαρχίας. Ιστορίες που χαρτογραφούν με χιούμορ και σκληρότητα τις δυναμικές των σχέσεων εντός του ζευγαριού και της οικογένειας, μέσα σε μια σύγχρονη, πατριαρχική βαλκανική κοινωνία (αυτή της Βόρειας Μακεδονίας)- που μοιάζει πολύ με τη δική μας. Αποκαλύπτουν τόσο την πλάνη μας περί γυναικείας απελευθέρωσης, όσο και τα αδιέξοδα των ανδρών: και τα δύο φύλα ασφυκτιούν μέσα από την παγίδα των παραδοσιακών ρόλων.