Μια σημερινή παράσταση Σαίξπηρ, ειδικά αν δεν ανεβαίνει με όρους πολυπρόσωπης παραγωγής σε μια μεγάλη και άκρως εξοπλισμένη από τεχνολογικής άποψης σκηνή, θέτει εξαρχής τον όρο μιας συμπυκνωμένης εκδοχής του έργου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, λοιπόν, η παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός έχει για πρώτο καλό σύμμαχο την ωραία και σκηνικά λειτουργική διασκευή του Στρατή Πασχάλη, που δομείται γύρω από τα βασικά πρόσωπα των δύο παράλληλων ιστοριών της τραγωδίας. Ο Πασχάλης επιτυγχάνει να μεταφέρει με πύκνωση αλλά χωρίς βιασύνη τις βασικές προβληματικές και τα θεματικά μοτίβα του "Ληρ" μέσα από εννέα πρόσωπα (κι οχτώ ηθοποιούς) θέτοντας έτσι τα θεμέλια για τη δημιουργία μιας παράστασης που χρειάζεται να ανταποκριθεί στις ανάγκες της περιορισμένης και δύσκολης σκηνής του Κεφαλληνίας. Τόσο το πρωτότυπο έργο όσο και η διασκευή και η παράσταση εστιάζουν στο πρωταγωνιστικό πρόσωπο και ολόκληρο το πλέγμα των συγκρούσεων στρέφεται γύρω από έναν βασιλιά που καταλήγει ένας ανυπεράσπιστος άνθρωπος, τυρρανισμένος από το γεγονός ότι αρνείται την πραγματικότητα, εκτίμησε λάθος τους οικείους του, άφησε την αλαζονεία να τον υποτάξει· γι’ αυτό και η πορεία του προς την αλήθεια είναι επώδυνη, όπως αυτή ενός μεταγενέστερου Οιδίποδα.
Η Μπέττυ Αρβανίτη συγκινεί καθώς κατακτάει την ανθρώπινη πλευρά του γηραιού Ληρ· ακόμη και ως κραταιός βασιλιάς που διακατέχεται από υπεροψία, αποτυπώνει στην ερμηνεία της τη φθαρτή πλευρά του. Έπειτα, καθώς τον ακολουθεί στο ταξίδι του, όσο η αξιοπρέπειά του ταπεινώνεται, το μυαλό του θολώνει από την τρέλα και στρέφεται στα βαθύτερα της ύπαρξής του μοιάζει να προσεγγίζει τους ήρωες του Μπέκετ: η σκηνή του Ληρ και του Τρελού (Νίκος Αλεξίου) στο δάσος κάτω από τη βροχή θα μπορούσε, πράγματι, να είχε βγει από δράμα του Ιρλανδού. Συνολικά, υπάρχουν καλές ερμηνείες, με πιο ξεχωριστές των Νέστορα Κοψιδά (Γκλόστερ), Αντώνη Γιαννακού (Έντγκαρ), Γκαλ Ρομπίσα (Έντμοντ), Βιργινίας Ταμπαροπούλου (Γκόνεριλ) – ίσως, βέβαια, είναι τονισμένες από τη σκηνοθεσία για να φωτιστεί η θεμελιακή στο έργο σύγκρουση του κακού με το καλό. Εξάλλου, πρόκειται για μια τραγωδία, όπου η μοναδική ακτίνα φωτός που ανάβει με τη συμφιλίωση του Ληρ και της Κορντέλια, σβήνει κι αυτή με το θάνατό τους. Κάπως πιο θολά είναι τα πράγματα όσον αφορά τη λύση του σκηνικού (της Ελένης Μανωλοπούλου, που υπογράφει και τα ωραία κοστούμια): Η παρουσία του νοσοκομειακού κρεβατιού και η μεγάλη αποτύπωση στο φόντο –σαν από ακτινογραφία– ενός ανθρώπινου κρανίου, αποτυπώνει με έναν λοξό, ενδιαφέροντα τρόπο τον υπαρξιακό προβληματισμό του έργου, όμως οι δεκάδες μικρές οθόνες αποδεικνύονται μάλλον λίγη και ψυχρή λύση και δεν κατορθώνουν να μεταδώσουν το μεγαλείο ενός έργου που συνυφαίνεται πολύ έντονα με τα στοιχεία της φύσης και κορυφώνεται μέσα σε ένα δάσος, εν μέσω μιας τρομερής καταιγίδας.
Περισσότερες πληροφορίες
Βασιλιάς Ληρ
Έργο που γράφτηκε το 1609, περίοδο που στην Αγγλία εκτός από πολλά είδη λόγου άκμαζε το θέατρο, ο «Βασιλιάς Ληρ», αποτελεί ένα διαχρονικό αριστούργημα της παγκόσμιας δραματουργίας. Το έργο έχει μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες και έχει παρουσιαστεί σχεδόν σε όλες τις χώρες του κόσμου, σε κάποιες από αυτές πάμπολλες φορές. Το θέμα αυτής της τραγωδίας του Σαίξπηρ, αφορά στην απόφαση του Βασιλιά Ληρ να μοιράσει το βασίλειό του στις τρεις κόρες του τη Γονερίλη, τη Ρεγάνη και τη μικρότερη την Κορδέλια. Αυτή που θα τον πείσει για την αγάπη της θα πάρει το βασίλειο. Ο γηραιός βασιλιάς, παρά τις συμβουλές του Δούκα του Κεντ, αποκληρώνει την Κορδέλια κι εξορίζει το Δούκα… Στον ρόλο του Ληρ, η Μπέττυ Αρβανίτη.