Μια σειρά παρεξηγήσεων ορίζουν τη "Δωδέκατη νύχτα", καθώς η Βιόλα και ο δίδυμος αδερφός της Σεμπάστιαν ναυαγούν σε ένα νησί. Η Βιόλα μεταμφιέζεται σε άντρα και, ως Σεζάριο, μπαίνει στην υπηρεσία του δούκα Ορσίνο, τον οποίο και ερωτεύεται. Ο δούκας από την πλευρά του είναι ερωτευμένος με την Ολίβια, που όμως τον αποστρέφεται, αφού πενθεί τον αδερφό της κι έχει αποφασίσει να στερηθεί το ερωτικό συναίσθημα για εφτά χρόνια· ώσπου γνωρίζει και ερωτεύεται τον Σεζάριο/Βιόλα. Έτσι, ένα γαϊτανάκι από ασύμπτωτους και φαινομενικά αδιέξοδους έρωτες ξετυλίγεται όπως και ένα παιχνίδι ψευδαισθήσεων, με επίκεντρο την κρυφή ταυτότητα της Βιόλα και την εμφάνιση, σε δεύτερο χρόνο, του πανομοιότυπου Σεμπάστιαν. Το κεντρικό μοτίβο της μεταμφίεσης/αλλαγής φύλου παρακινεί τον Κακλέα να εντάξει στην παράσταση το ζήτημα της ρευστότητας, όχι μόνο του έρωτα, αλλά και των έμφυλων ταυτοτήτων. Έτσι ο Τρελός του έργου εδώ παίρνει τη μορφή μιας ανδρόγυνης φιγούρας (Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος) που γεννάει τη δράση και συντονίζει ένα σόου, ενώ η φανταστική Ιλλυρία του έργου γίνεται ένας άδειος μαύρος χώρος, όπου όλες οι φαντασιώσεις είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν (σκηνικά: Ηλ. Δουλαδήρη - Γ. Κακλέας).
Σε μία από τις κορυφαίες στιγμές του, ο Σαίξπηρ χρησιμοποιεί την παρεξήγηση για να "γελάσει" με τον έρωτα και τους ερωτευμένους. Έτσι, όσο εξυμνεί με μερικούς από τους ωραιότερους στίχους του το ερωτικό συναίσθημα άλλο τόσο περιγελάει τη μεταβλητότητά του και κυρίως τα μεγάλα λόγια και τους όρκους αιώνιας αγάπης. Ο Κακλέας προσθέτει ακόμη περισσότερη υπερβολή σε αυτήν τη διακωμώδηση, παρουσιάζοντας έναν πομπώδη, γελοίο Ορσίνο, που διακατέχεται από πάθος για την Ολίβια, απλώς για να το ξεχάσει όταν ανακαλύψει πως ο Σεζάριο είναι η όμορφη Βιόλα (αν και ο Κωνσταντίνος Μπιμπής εμφανίζεται υπερβολικά μονοκόμματος) ή την πενθούσα Ολίβια (Ηλιάνα Μαυρομάτη) ως μια άκρως σεξουαλική, ηδυπαθή παρουσία. Δίνει όμως στο λυρισμό το χώρο που του αναλογεί, έστω κι αν το σαιξπηρικό κείμενο έχει περικοπεί δραστικά: η Αμαλία Καβάλη (Βιόλα/Σεμπάστιαν) είναι πραγματικά συγκινητική, ενώ η σκηνοθεσία συνολικά μεταχειρίζεται ωραία τις αλλαγές της δραματικής ατμόσφαιρας: έτσι η παράσταση πότε δονείται από την ενέργεια ενός κλαμπάτου, αισθησιακού σόου και πότε υποκλίνεται στο μεγαλείο του σαιξπηρικού πνεύματος.
Όσον αφορά το χιούμορ, ενώ οι κατεξοχήν φορείς του κωμικού (η παρέα των Σερ Τόμπι και Άντριου) ζημιώνονται κάπως υπό το βάρος της βιντεοκλιπίστικης, underground αισθητικής, ο Κακλέας κρατάει ως άσο στο μανίκι την κορυφαία κωμική σκηνή του έργου (και μία από τις απολαυστικότερες του παγκόσμιου ρεπερτορίου): τη διακωμώδηση του Μαλβόλιο, με την ξεκαρδιστική ερμηνεία του Αλέξανδρου Ζουριδάκη. Πετυχημένη η λειτουργία της μουσικής (Γρηγόρης Ελευθερίου), που στηρίζεται κυρίως σε διασκευές γνωστών κομματιών, συμπληρώνει αποφασιστικά το συναίσθημα των σκηνών, χαρακτηριστικά τα κοστούμια (Ηλένια Δουλαδήρη), που αντλούν από πολλές αναφορές "πειράζοντάς" τες, από το ελισαβετιανό ένδυμα και το βενετσιάνικο καρναβάλι μέχρι τα strip shows και το σύγχρονο street style.
Περισσότερες πληροφορίες
Δωδέκατη νύχτα ή ό,τι επιθυμείτε
Δύο δίδυμα αδέλφια, η Βιόλα και ο Σεμπάστιαν που μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό, μετά από ένα ναυάγιο βρίσκονται σ΄έναν άγνωστο τόπο χωρίς να ξέρει ο ένας την τύχη του άλλου. Η Βιόλα για λόγους επιβίωσης ντύνεται άντρας και τότε ξεκινούν τα μπερδέματα. Τα πρόσωπα του έργου, στην αναζήτηση του ερωτικού τους συντρόφου, μπερδεύονται περίτεχνα με τα είδωλα τους, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια ρευστή εικόνα ερωτικής ταυτότητας και να εμφανιστούν οι πολλαπλές, πολύμορφες σεξουαλικές ταυτότητές τους. Το πάθος, η εναλλαγή φύλων, η τρέλα, η ερωτική παρεξήγηση συγκρούονται με τον πουριτανισμό και την αυστηρή ηθική δομή μιας κοινωνίας μη ερωτικής.