Δεν υπάρχει ίσως μεγαλύτερη πρόκληση για μια σκηνοθεσία από την "αδιαμεσολάβητη" αναμέτρηση με μια τραγωδία, όταν δεν εντοπίζεται η ανάγκη ερμηνείας μέσα από επικαιρικές συνδέσεις ή άλλες αναγωγές. Η τετ α τετ αντιμετώπιση κάνει τη σκηνοθεσία πιο "διάφανη" και την τελική κρίση περισσότερο αμείλικτη: πόσο βαθιά έσκαψε ο σκηνοθέτης, πόσο ανέδειξε τα θέματά της, πόσο συνέλαβε το αίσθημά της; Ο "Οιδίπους επί Κολωνώ" ειδικά δεν έχει τη "μυθιστορηματική", καταιγιστική υπόθεση του "Τυράννου" ή της "Ηλέκτρας"˙ έτσι, δεν βοηθάει το σκηνοθέτη να "επαναπαυτεί". Το τελευταίο έργο του Σοφοκλή είναι ένα έργο ιδιαιτέρως εσωτερικό, απόσταγμα ενός ανθρώπου που βρίσκεται σε βαθύ γήρας. Είναι έργο αποκατάστασης ενός ήρωα, που ξεκινάει με την ανεπιθύμητη άφιξη ενός μιαρού άνδρα και καταλήγει στη μυστικιστική ανάληψή του μέσα σε έναν ιερό τόπο. Έργο που περιγράφει την πορεία ενός ανθρώπου προς το θάνατο και τη συμφιλίωσή του με θεούς και ανθρώπους: Ο τυφλός Οιδίποδας, συνοδευόμενος από την Αντιγόνη κι έπειτα από μακρά περιπλάνηση, φτάνει στην Αθήνα, στο δήμο του Ιππίου Κολωνού. Ζητάει καταφύγιο, ξέροντας ότι μεγάλη τύχη θα χαριστεί στον τόπο που θα τον καλωσορίσει. Στην πορεία, θα ξανανταμώσει την Ισμήνη, θα βρει φιλόξενη αγκαλιά στον βασιλιά Θησέα, ενώ άλλοι θα απειλήσουν να ανακόψουν αυτή τη συμφιλιωτική πορεία του: ο Κρέοντας κι ο γιος του Πολυνείκης, που θέλουν να τον πάρουν, ακόμη και δια της βίας, πίσω στη Θήβα.
Η σκηνοθεσία του Γιώργου Σκεύα ελάχιστα κατόρθωσε να μεταδώσει τη βαθιά εσωτερικότητα του έργου. Είχε στη διάθεσή του μια μετάφραση (Χρύσα Προκοπάκη, Θάνος Τσακνάκης) που σε σημεία έφερε σε δημοτικό τραγούδι, αλλά δεν την εκμεταλλεύτηκε. Σε άλλο ύφος τελείως η μουσική (Σήμη Τσιλαλή) κατέφυγε στο ύφος μιας δραματικής υπόκρουσης αγωνίας. Το σκηνικό (Λιλή Πεζανού) διάβασε τον κατάφυτο ελαιώνα του Κολωνού ως ένα γυμνό τοπίο με καμμένους και κουτσουρεμένους κορμούς δέντρων. Το πρόβλημα του Χορού δεν λύθηκε: οι οχτώ άνδρες (Νίκος Νίκας, Γιώργος Νούσης, Γιώργος Φριντζήλας, Νίκος Δερτιλής, Γιώργος Μπούτσικας, Πάνος Αποστολόπουλος, Αντώνης Αντωνιάδης, Πάρις Παρασκευάδης) αρκέστηκαν σε μία συνεχή παρουσία επί σκηνής, χωρίς κίνηση (Damiano Ottavio Bigi), χωρίς τραγούδι, αμήχανοι σχολίαζαν τα γεγονότα. Οι καλοί ηθοποιοί επιχείρησαν να μεταφέρουν το ήθος και τα συναισθήματα των προσώπων και οι περισσότεροι έδωσαν ικανοποιητικές ερμηνείες, αν και στάθηκαν στο επίπεδο του απολύτως επαρκούς, καθώς ήταν ίσως ακαθοδήγητοι: Αγγελική Παπαθεμελή (Αντιγόνη), Αλεξάνδρα Αϊδίνη (Ισμήνη), Χρήστος Χατζηπαναγιώτης (Θησέας), Μάξιμος Μουμούρης (Πολυνείκης). Ο Δημήτρης Καταλειφός στον θηριώδη ρόλο του Οιδίποδα πήρε την παράσταση πάνω του. Εστίασε όμως -μάλλον μονόπλευρα- στην εξωστρεφή πικρία και τον θυμό του προδομένου πατέρα, παρά στην εσωτερική μακαριότητα αυτού που γνωρίζει τι μέλλεται να συμβεί, και οδηγείται, αποκαθαρμένος πια, στην ένωση με το θείο.
Η παράσταση παίχτηκε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου στις 4-5/8. Θα επαναληφθεί στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού (2/9) και στο Θέατρο Πέτρας (4/9).
Περισσότερες πληροφορίες
Οιδίπους επί Κολωνώ
Ο Οιδίπους, γέρος και τυφλός, φτάνει στην Αθήνα με τη βοήθεια της κόρης του Αντιγόνης. Η άφιξή του θα προκαλέσει αναστάτωση στους κατοίκους της περιοχής, όμως ο βασιλιάς Θησέας θα δεχτεί τη φιλοξενία του, καθώς και το αίτημά του να ταφεί εκεί, στο ιερό άλσος των Ευμενίδων, σύμφωνα με χρησμό που του είχε δοθεί. Σύντομα, στην Αθήνα θα καταφθάσει και η κόρη του Ισμήνη, για να μεταφέρει το μήνυμα ότι οι δύο γιοι του, Ετεοκλής και Πολυνείκης, βρίσκονται στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου. Στον Κολωνό έρχεται και ο Κρέων για να τον πείσει να επιστρέψει, όμως όταν βλέπει ότι τα λόγια του δεν λειτουργούν θα καταφύγει στη βία.