Ίσως το πιο αξιοσημείωτο με την παράσταση που υπογράφει ο Μάριο Μπανούσι είναι πώς ένας τόσο νέος δημιουργός (γεννημένος το 1998) παραδίδει ένα θέαμα τέτοιας πυκνότητας και σκηνοθετικής ωριμότητας. Γεννημένος στην Αλβανία και από τα έξι του εγκατεστημένος στην Ελλάδα, ο Μπανούσι στρέφεται στο θέμα του πένθους και της διαχείρισης της απώλειας και συνθέτει μία εκπληκτικής εικαστικής και συμβολικής δύναμης περφόρμανς. Το "Goodbye, Lindita" αντλεί από μια σειρά εθίμων, ταφικών κυρίως, των Βαλκανίων και ειδικά της γενέτειράς του, αλλά και άλλων, και κοινωνεί σε μορφή τέχνης μια ιδιωτική στιγμή, την πιο ιδιωτική ίσως όλων, αυτή του οριστικού αποχαιρετισμού των αγαπημένων προσώπων. Η παράσταση λειτουργεί σαν τελετουργικό δρώμενο, σαν μια διαβατήρια τελετή προς την κατάσταση του θανάτου, το κάνει όμως με όρους υψηλής τέχνης. Αν και προφανώς βασίζεται σε προσωπικές εμπειρίες και βιώματα του σκηνοθέτη, δεν περιορίζεται σε οποιοδήποτε πλαίσιο ιδιωτικότητας· στον πυρήνα της υπάρχει το κοινό αίσθημα του πένθους, με το οποίο κάθε θεατής επικοινωνεί προσωπικά και ξεχωριστά.
Ο σκηνοθέτης δομεί επί σκηνής ένα σύμπαν καθημερινό, απολύτως οικείο, το οποίο σταδιακά κλιμακώνεται και κορυφώνεται σε μια υπερβατική συνθήκη, διαδικασία που προδίδει την ύπαρξη μιας καλά μελετημένης δραματουργικής δουλειάς. Αυτή οδηγεί ένα θέαμα που διαδραματίζεται μέσα σε ένα απλοϊκό σπίτι με στοιχειώδη έπιπλα και ξεκινάει με τις καθημερινές, μηχανικές σχεδόν, δραστηριότητες ενός μεσήλικου ζευγαριού, να μετουσιώνεται σε αποχαιρετιστήρια ταφική τελετουργία και να καταλήγει σε μία μνημειώδη κορύφωση: εκεί όπου, καθώς ο θρήνος κλιμακώνεται, τα οικεία πρόσωπα της νεκρής ριγούν και δονούνται από τον άλγος του πένθους και του θανάτου προτού επιστρέψουν, γυμνά κι ευάλωτα, σε μια πρωταρχική κατάσταση αναγέννησης και αφανισμού, ταυτόχρονα.
Ο Μπανούσι δεν φοβάται να δώσει χρόνο στις δράσεις, δεν φοβάται τις παύσεις, ούτε τη σιωπή. Λόγια δεν ακούγονται˙ ο ήχος της τηλεόρασης που παίζει στο background, η εξαιρετική μουσική υπόκρουση που υπογράφει ο Εμμανουήλ Ροβίθης, ένα τραγούδι και η συγκλονιστική άρια από τα "Κατά Ματθαίον Πάθη" του Μπαχ σπάνε τη σιωπή. Είναι, άλλωστε, και η απουσία λόγου μια ένδειξη της άφατης θλίψης που συνοδεύει το συναίσθημα του πένθους. Κι όμως, παρά την απουσία λόγου, ή μάλλον χάρη σε αυτή, έχει δημιουργηθεί ένα σκηνικό σύμπαν πληρέστατο, με πυκνή δραματουργία και αξιοθαύμαστη εικαστική και συμβολική αυτοτέλεια.
Οι συνεργάτες του Μπανούσι αποδεικνύονται ιδανική ομάδα: ο Σωτήρης Μελανός, που υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια, ο Τάσος Παλαιορούτας και οι εκπληκτικοί φωτισμοί του, που συνδιαμορφώνουν την εικαστικότητα της παράστασης και προσδίδουν στο ταπεινό σπιτικό ποιότητες πέραν του απτού και γήινου και, βέβαια, οι ερμηνευτές: η Αλεξάνδρα Χασάνι, που καθηλώνει με τη σιωπηλή αλλά τόσο εκφραστική παρουσία της στο ρόλο της νεκρής κοπέλας, και οι Χρυσή Βιδαλάκη, Μπάμπης Γαλιατσάτος, Μανταλένα Καραβάτου, Αφροδίτη Κατσαρού, Ευτυχία Στεφάνου, Άννα Συμεωνίδου και η μουσικός Τζέσικα Ονγιγέτσι Ανοσίκε.
Πρώτη δημοσίευση: 27/4/23
Περισσότερες πληροφορίες
Goodbye, Lindita
Ο πολυσχιδής καλλιτέχνης παρουσιάζει ξανά την επιτυχημένη, προσωπικής σύλληψης εικαστική περφόρμανς του, που εμπνέεται από τα ταφικά έθιμα και τις παραδόσεις των Βαλκανίων και επικεντρώνεται στο θέμα του θανάτου, του πένθους και της διαχείρισης της απώλειας. Η παράσταση διαδραματίζεται σε ένα απλοϊκό σπίτι με στοιχειώδη έπιπλα και ξεκινά από τις καθημερινές, σχεδόν μηχανικές δραστηριότητες ενός μεσήλικου ζευγαριού. Σύντομα τα πράγματα αλλάζουν και, μπροστά στα μάτια των θεατών, ο οικείος χώρος σταδιακά μετουσιώνεται, συμμετέχοντας μαζί με τους ερμηνευτές σε μία αποχαιρετιστήρια ταφική τελετουργία που οδηγείται ολοένα στην κλιμάκωση. Το έργο, μέσα από την δύναμή του, συνομιλεί προσωπικά με κάθε θεατή, χωρίς, μάλιστα, να αξιοποιεί καθόλου τον λόγο.