Υπάρχουν δίκαιοι φόνοι; Δικαιολογείται ένας δολοφόνος, αν αφαιρέσει από την κοινωνία ένα "καρκίνωμα"; Πώς στεκόμαστε στο γεγονός ότι το κράτος διατηρεί το δικαίωμα στη νόμιμη δολοφονία; Αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα της παράστασης, που παίρνει αφορμή από το ηθικό δίλημμα του μυθιστορήματος του Ντοστογιέφσκι, σε μεταγραφή και πρωτότυπη δραματουργία των Γιάννη Μελιτόπουλου και Βασίλη Μπιμπίκη. Εδώ, η δράση τοποθετείται γύρω από την Ομόνοια , όπου κινείται ο Μιχάλης, ένας πρώην φοιτητής εγκληματολογίας, που διακηρύττει τις –εμπνευσμένες από τον Νίτσε και την αναρχία– απόψεις του στο κανάλι του στο YouTube. Η παράσταση τον παρακολουθεί στις νυχτερινές διαδρομές του, πριν και μετά τη δολοφονία μιας γριάς τοκογλύφου, και παράλληλα εκθέτει την προσωπική του ζωή, σημεία της οποίας συναντούμε και στον Ντοστογιέφσκι: τον επικείμενο γάμο συμφέροντος της αδερφής του με ένα "λαμόγιο", την απόπειρα βιασμού της από το πρώην αφεντικό της, τον έρωτα του Μιχάλη για μια "αγία πόρνη", τη Σόνια.
Έτσι, ο Μπισμπίκης δράττεται της ευκαιρίας για να εισαγάγει κι άλλες θεματικές, την τοξικότητα της "θεοσεβούμενης" ελληνικής οικογένειας, τη γυναικεία κακοποίηση, τα κεκτημένα του #metoo. Και βέβαια, τοποθετώντας τη δράση στην Ομόνοια, ανεβάζει το underground στη σκηνή, τα κακόφημα στέκια και ξενοδοχεία, τις τραβεστί, τους ναρκομανείς, τις ιερόδουλες.
Η παράσταση διακρίνεται από την τραχιά ομορφιά που χαρακτηρίζει τις δουλειές του σκηνοθέτη με την ομάδα του Cartel, ωστόσο παραδίδεται άνιση, σαν να έχουν δημιουργηθεί δύο κόσμοι που δεν συναντιούνται. Ίσως επειδή δεν κυριαρχούν το κομμάτι της ηθικής διάστασης της δολοφονίας, των ιδεολογικών προβληματισμών που εγείρει, ούτε καν η αντιπαράθεση του Μιχάλη (Θοδωρής Σκυφτούλης) με τον ανακριτή Πορφύρη (Βασίλης Μπισμπίκης). Όσο η παράσταση εστιάζει εκεί, διατηρεί το ενδιαφέρον, οι σκηνές μεταξύ των δύο είναι ωραίες (και ο Μπισμπίκης μάς χαρίζει μια γλαφυρή σύγχρονη απόδοση του ήρωα), όπως κι αυτές μεταξύ του Μιχάλη και της Σόνιας (Έρρικα Μπίγιου).
Ίσως, επίσης, επειδή η επιδίωξη για ωμό ρεαλισμό φαίνεται βεβιασμένη και το underground πλαίσιο δεν προκύπτει ως αναγκαία συνθήκη –σε σημεία, μάλιστα, δείχνει κραυγαλέο–, κάποιοι ήρωες παρουσιάζονται ως καρικατούρες (ο γαμπρός του Μάνου Καζαμία, η Κατερίνα της Νίκης Σερέτη), τα μηνύματα εκφέρονται, ενίοτε, αποτυχημένα (όπως το τραγούδι για το "τέλος της σιωπής" της Ιώβης Φραγκάτου) και η παράσταση φλερτάρει με το κωμικό συναίσθημα που προκαλούν οι cult b movies.
Πέρα απ’ αυτά, ο Μπισμπίκης στήνει ένα πολυπρισματικό θέαμα με κινηματογραφικά στοιχεία (κινηματογράφηση: Φίλιππος Ζαμίδης), εισάγει ωραία στο χώρο του θεάτρου τη ζωή της πόλης, εκμεταλλεύεται όλο το χώρο της σκηνής –αλλά και μέρος της πλατείας– και των τεχνολογικών δυνατοτήτων της και παραδίδει μερικές σκηνές άγριας ομορφιάς και υπόγειας ποιητικότητας: το χορό της Σόνιας με τον πατέρα της –συγκινητικός ο Τσέζαρις Γκραουζίνις στο ρόλο του Μαρμελάντοφ–, την οπερατικής ποιότητας δολοφονία της Αλίνας (Μπέττυ Βακαλίδου), το νέο -που διαφοροποιείται από του πρωτότυπου και ανοίγει διάλογο με την πλατεία- φινάλε. Επιδραστικό το αισθητικό περιβάλλον που συνδημιουργούν ο Κέννυ Μακ Λέλλαν (σκηνικά), ο Γιώργος Σεργεδάκης (κουστούμια) και ο Σάκης Μπιρμπίλης (φωτισμοί).
Περισσότερες πληροφορίες
Έγκλημα και τιμωρία: Αθήνα
Το εμβληματικό μυθιστόρημα του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι μεταφέρεται στην Αθήνα του 2023 ως ένα λαϊκό νουάρ με κινηματογραφικά στοιχεία, που ακολουθεί τον Ρασκόλνικοφ στον απόηχο μιας δολοφονίας που διαπράττει για το κοινό καλό. Η παράσταση ακολουθεί τη σκηνοθετική ταυτότητα του Βασίλη Μπισμπίκη για έναν ωμό, underground ρεαλισμό.