Αυτό που κυρίως λείπει από την παράσταση που υπογράφει ο Γιάννης Καλαβριανός είναι η δύναμη να παρασύρει στη δίνη και την απελπισία της τραυματικής ιστορίας που έχει συνθέσει η Έμιλι Μπροντέ. Ο Καλαβριανός, σκηνοθέτης που έχει με επιτυχία αντιμετωπίσει αρκετές φορές τη λογοτεχνία ως δραματουργική πηγή, εδώ δείχνει να "λυγίζει" υπό το βάρος του πρωτότυπου υλικού. Υπογράφει βέβαια και πάλι μια καλή, λειτουργική διασκευή, γεγονός όχι αμελητέο ειδικά αν λάβουμε υπόψη την πληθωρικότητα και τον όγκο του μυθιστορήματος. Προτείνει ως άξονα και πυρήνα της αφήγησης τη Νέλι, οικονόμο στα Ανεμοδαρμένα Ύψη, και μέσω αυτής ξεδιπλώνει την ιστορία του Χίθκλιφ και της Κάθριν και του ανομολόγητου όσο και "καταραμένου" έρωτά τους. Από εκεί και πέρα, όμως, το υλικό της Μπροντέ αποδεικνύεται πληθωρικό και ατίθασο, καθώς στη σκηνή φτάνει μια ιδέα μόνο από τα μεγάλα πάθη και τους ταραγμένους ήρωες, από τη μακρόχρονη ιστορία των δύο σπιτιών που καταδικάστηκαν στη δυστυχία, εξαιτίας ανομολόγητων και απωθημένων ερωτικών παθών.
Θα μπορούσε να πει κανείς πως τα ίδια τα "Ανεμοδαρμένα ύψη" δύσκολα πείθουν, καθώς έχουν παρέλθει εκατόν εβδομήντα χρόνια από την έκδοσή τους˙ κι όμως, διατηρούν μια σαρωτική δύναμη, έχουν βιαιότητα, πάθος, οδύνη και σπαραγμό, στοιχεία που στην παράσταση προκύπτουν μάλλον βεβιασμένα. Έτσι, η απόγνωση που βγάζει η γραφή της Μπροντέ, οι ανομολόγητοι έρωτες, τα καταπιεσμένα συναισθήματα που σωματοποιούνται και μεταφράζονται σε νευρικούς κλονισμούς, σωματική κατάπτωση, ακόμη και θάνατο, στη σκηνή μοιάζουν απίθανα και ψεύτικα. Κυριότερα συντελεί σε αυτό η χημεία –μάλλον η απουσία της– των δύο πρωταγωνιστών: η Ιωάννα Κολλιοπούλου ερμηνεύει ωραία τη νεαρή γυναίκα που βγαίνει από τον "σωστό δρόμο" και γίνεται ατίθασο αγρίμι, εξαιτίας της επιρροής του Χίθκλιφ, γρήγορα όμως εγκλωβίζεται σε μια μονοκόμματη απόδοση του δύστροπου, λόγω του ανικανοποίητου έρωτα, χαρακτήρα της, ενώ δύσκολα καταφέρνει να πείσει όταν πια η Κάθριν καταρρέει και φθίνει. Ο Γιώργος Γλάστρας στο ρόλο του Χίθκλιφ παρουσιάζεται περισσότερο αφ’ υψηλού και υπερόπτης απ’ ό,τι ο γήινος ρόλος ενός χαμινιού απαιτεί, και ακόμη περισσότερο πομπώδης, όχι μόνο όταν πια ο ήρωας επιστρέφει στα Ανεμοδαρμένα Ύψη με τον αέρα του ισχυρού, αλλά και στις σπαρακτικές στιγμές που εκλιπαρεί για ένα τελευταίο φιλί στη νεκρή αγαπημένη του.
Η ωραία σκηνογραφική ιδέα (Γιάννης Θαβώρης), ένα σύνολο από διαλυμένα έπιπλα, φτιαγμένα σαν κολάζ που αποτελείται από τα δύο σπίτια της ιστορίας (τα Ανεμοδαρμένα Ύψη και το Θράσκρος Γκρέιντζ) προσθέτει οπτικό ενδιαφέρον, όπως και τα παιχνίδια με το φως και τις σκιές που δημιουργούν ατμόσφαιρα (φωτισμοί: Εβίνα Βασιλακοπούλου). Στον πολυμελή θίασο, ξεχωρίζουν οι ωραίες ερμηνείες, που μεταδίδουν κάτι από τα πάθη αυτών των ατελών, δυστυχισμένων ανθρώπων που κατέγραψε η Μπροντέ από τους Αγγελική Λεμονή (Νέλι), Γιώργο Μπινιάρη (Ιωσήφ), Δημήτρη Πασσά (Έντγκαρ), Γιώργο Μπένο (Λίντον), Λυγερή Μητροπούλου (Κάθι), Γιώργο Μακρή (Έρτον).
Περισσότερες πληροφορίες
Ανεμοδαρμένα ύψη
Ο καταδικασμένος έρωτας του Χίθκλιφ και της Κάθριν βρίσκεται στο επίκεντρο του λογοτεχνικού αριστουργήματος που οδηγεί δύο οικογένειες σε ολοκληρωτική καταστροφή.