Οι λευκές καρέκλες είναι στημένες στη σειρά απέναντι από την πλατεία. Ένα δυνατό φως λούζει τη σκηνή και οι ηθοποιοί παίρνουν θέσεις. Μέσα από το κοινό σηκώνεται ο Χρήστος Στέργιογλου, ο Κορυφαίος του Χορού, και αναλαμβάνει να κάνει τον πρόλογο με τον μοναδικό φλεγματικό τρόπο του. Μας βάζει στο νόημα αυτού που θα δούμε, τονίζει τον ειρωνικό χαρακτήρα του έργου του Ζαν Ανούιγ, που καλλιεργεί την αμφισημία. Παίρνει θέση ανάμεσα στους ηθοποιούς που βρίσκονται παραταγμένοι κοιτάζοντας ευθέως το κοινό και δεν έχουν καμία επαφή μεταξύ τους. Με τη Μαρία Πρωτόπαπα στο ρόλο της Τροφού, και με τις παρεμβάσεις που κάνει λεκτικά αλλά και μέσω της νοηματικής γλώσσας (χρησιμοποιείται μόνο στην αρχή χωρίς να καταλάβουμε το γιατί) ως σκηνοθέτρια επί σκηνής, δίνεται η αίσθηση πως τα πρόσωπα που έχουμε απέναντι μας είναι εκεί για να "παίξουν" την τραγωδία του Σοφοκλή "Αντιγόνη" ως απόγονοι του είδους.
Ο Ανούιγ έγραψε και ανέβασε στη σκηνή την "Αντιγόνη" κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στη Γαλλία και η πρόθεσή του ήταν –όπως ο ίδιος έχει δηλώσει– να χτυπήσει το ναζισμό με περίτεχνο τρόπο ώστε να μη το καταλάβουν οι Γερμανοί. Κι όπως έδειξε η ιστορία το πέτυχε, διότι όχι μόνο επέτρεψαν την παράσταση, αλλά ούτε ενόχλησαν το συγγραφέα εκ των υστέρων. Η Αντιγόνη του, ακολουθώντας την επιθυμία της να παραβεί τις εντολές του βασιλιά και να θάψει τον νεκρό αδελφό της, εκπροσωπεί την αντίσταση και εκφράζει τον αγώνα απέναντι στο αυταρχικό κράτος, την άτεγκτη σκοπιμότητα της πολιτικής πράξης. Συγκρούεται με τον βασιλιά Κρέοντα σε ένα απολαυστικό μπρα ντε φερ ισχυρισμών. Πολύ καλή η πρωτοεμφανιζόμενη Ηλέκτρα Μπαρούτα, αποδίδει με φοβερή θέρμη και συγκίνηση το λόγο της νεαρής σε ηλικία Αντιγόνης και υπέροχη η ιδέα της Μαρίας Πρωτόπαπα να μοιραστεί μαζί της το ρόλο και να φέρει στη σκηνή, από τη μέση της παράστασης, μια πιο ώριμη, συνειδητοποιημένη και με βαρύτητα λόγου ηρωίδα. Χάριν αυτής της επιλογής έχουμε τη χαρά να απολαύσουμε το ερμηνευτικό βάθος της στη σκηνή που διαφωνεί με τον Κρέοντα, τον οποίο ερμηνεύει ο μαγνητικός Γιάννης Τσορτέκης, ανεβάζοντας την ενέργεια της παράστασης. Η μέθη της εξουσίας που παρακμάζει αποτυπώνεται τόσο όσο πίνει μπίρες, αλλά και από την ενέργειά του τις στιγμές της απόλυτης ακινησίας. Ο Τσορτέκης φωτίζει τις όψεις του τραγικού, αποδίδοντας πολύ καθαρά και με νόημα τις λέξεις, και –το πιο αναπάντεχο– υπάρχουν στιγμές που "δικαιώνει" στα μάτια μας τον άκαμπτο εξουσιαστή και γεννά ερωτήματα μπροστά σε μια Αντιγόνη που θυσιάζεται, έναν Φρουρό (Δημήτρης Μαργαρίτης) που έχει ακυρώσει όλα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του κι έναν σαστισμένο Αίμονα (Δημήτρης Μαμιός).
Η Μαρία Πρωτόπαπα, μ’ αυτή την παράσταση, της οποίας το πυρηνικό ζήτημα (η μάχη ανάμεσα στο γράμμα του νόμου και την προσωπική βούληση) συνδέεται άμεσα με τη σοφόκλεια "Αντιγόνη", καταθέτει την πρωτότυπη, μοντέρνα και συνειδητή σκηνοθετική της ανάγνωση. Το αποτέλεσμα έχει ωραίο ρυθμό, αναδεικνύει το κύρος του κλασικού και επιτρέπει να αναδυθούν οι φιλοσοφικές, ιδεολογικές και ψυχολογικές αγωνίες του Ζαν Ανούιγ. Ταυτόχρονα, κατορθώνει να επικοινωνήσει με αμεσότητα με το θεατή του σήμερα μέσα στο σημειολογικό σκηνικό και τα κοστούμια της Εύας Νάθενα, όπου οι ηθοποιοί είναι σαν φαντάσματα και μπροστά τους κείτονται κούκλες/πτώματα, θύματα ενός πολέμου.
Περισσότερες πληροφορίες
Αντιγόνη
Η αντιπαράθεση του ανθρώπου με την εξουσία και η αξία της θυσίας αναδύονται από τη μεταγραφή του γνωστού μύθου της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή, σε μια εκδοχή που εξελίσσει ακόμα περισσότερο την σκηνοθετική της ματιά.