Ο ολιγοπαιγμένος "Αυτόχειρ", λίγο πριν συμπληρώσει έναν αιώνα από τη συγγραφή του (1928), επιβεβαιώνει πως η σπουδαία παράδοση της σοβιετικής κωμωδιογραφίας είναι ακόμα ακμαία - γι’ αυτό και η επιλογή του Εθνικού Θεάτρου και του Γιώργου Παπαγεωργίου να το επαναφέρουν στην αθηναϊκή σκηνή είναι αξιέπαινη. Ο αυτόχειρας του τίτλου, δηλαδή ο Σεμιόν Σεμιόνοβιτς, είναι ένας άνεργος ανθρωπάκος, που επιβιώνει χάρη στην εργασία της γυναίκας του, ώσπου από παρεξήγηση διαδίδεται το νέο πως σκοπεύει να αυτοκτονήσει. Τότε ξεκινά ένας "χορός" εκπροσώπων της διανόησης, του εμπορίου, της θρησκείας, που θα τον επισκεφτούν προκειμένου να τον πείσει ο καθένας να πεθάνει για "χάρη του", αφού η αυτοκτονία έχει νόημα μόνο όταν στέλνει κάποιο "μήνυμα", ενώ την ίδια στιγμή γίνεται ανάρπαστος μεταξύ των γυναικών – υπάρχει καλύτερος λόγος από τον έρωτα να αυτοκτονήσει κάποιος;
Με αληθινή μαεστρία, ο Έρντμαν πλέκει το κωμικό στοιχείο με το –υπαρξιακό– δράμα (καθώς ο Σεμιόν στιγμιαία πείθεται πως η αυτοκτονία είναι το μέσο για να πετύχει ό,τι δεν πέτυχε με τη ζωή του: την ευκαιρία να γίνει "κάποιος") όπως και με την κοινωνική και πολιτική σάτιρα: Γραμμένος –και απαγορευμένος– επί Στάλιν, ο "Αυτόχειρ" βλέπει με καυστική ματιά τους εκπροσώπους του οργανωμένου κράτους, που ενδιαφέρονται για τον "απλό" άνθρωπο μόνο όταν πρόκειται να τον εκμεταλλευτούν, και τα μεγάλα πολιτικά "οράματα" την ώρα που ο λαός συντρίβεται από την οικονομική ανέχεια.
Κι αφού το έργο, έστω με πίκρα ή και ειρωνεία, μιλάει για τη νίκη της ζωής, καθώς τη ζωή επιλέγει τελικά ο ήρωας, ο Παπαγεωργίου στήνει επί σκηνής ένα γλέντι, μία παράσταση με έντονα θεατρικά και μουσικά στοιχεία. Η εξωστρέφεια κυριαρχεί και πάνω της χτίζεται ένα θεατρικό οικοδόμημα από πρόσωπα που αγγίζουν την καρικατούρα (χάρη και στην κωμική τους όψη), έντονες ερμηνείες (αλλά όχι απαραίτητα λειτουργικές υψηλές εντάσεις), μουσικούς σχολιασμούς από την πενταμελή μπάντα και συχνή απεύθυνση στο κοινό. Παρά την αναφερόμενη στη σοβιετική καταγωγή του έργου σκηνογραφία (Πάρις Μέξης), το έργο μιλάει για το πάντα και παντού, δηλαδή και για το εδώ και τώρα, κάτι που προφανώς απασχόλησε τον σκηνοθέτη, χωρίς να τον οδηγήσει, όμως, σε μονοδιάστατες επικαιροποιήσεις (αντιθέτως, πολύ ωραία η σχετική αναφορά στο "Βλέμμα του Οδυσσέα" του Θ. Αγγελόπουλου).
Επιπλέον, η παράσταση ευτυχεί να έχει στο δυναμικό της, επιπλέον του ωραίου θιάσου (Αγορίτσα Οικονόμου, Χριστίνα Χειλά-Φαμέλη, Κώστας Μπερικόπουλος, Ναταλία Τσαλίκη κ.ά.), τον Μανώλη Μαυροματάκη, που συλλαμβάνει με εσωτερική ευαισθησία το μεταίχμιο στο οποίο κινείται ο Σεμιόν. Η παράσταση και το έργο, όμως, θα αναδεικνύονταν περισσότερο, αν υπήρχαν περισσότερες διαβαθμίσεις και εσωτερικές κλίμακες, ευκρινέστερη ανάδειξη των δραματικών στοιχείων και αν η δοσολογία στη χρήση της υπερβολής ήταν μετριασμένη, αντί η παράσταση ν’ αρχίζει και να τελειώνει στον ίδιο "φασαριόζικο" τόνο.
Περισσότερες πληροφορίες
Αυτόχειρ!
Στη μουσική εκδοχή του εκρηκτικού έργου, η φήμη ότι ο άνεργος και απελπισμένος Σεμιόν θέλει να αυτοκτονήσει τον φέρνει αντιμέτωπο με την κοινωνική υποκρισία.