Το άκρως βιογραφικό magnum opus του Αμερικανού συγγραφέα ρίχνει μία ματιά πίσω στο χρόνο, σε ένα δεκαεξάωρο της οικογένειάς του, που εδώ ονομάζεται Ταϊρόν. Πρόκειται για ένα αναστοχαστικό δραματουργικό τοπίο "μιας παλιάς θλίψης", που σύμφωνα με τον Ο ‘Νιλ γράφτηκε "με δάκρυα και αίμα". Τέσσερα τα κεντρικά πρόσωπα: ο πατέρας, Τζέιμς, ένας μέτριος ηθοποιός, που οι αποφάσεις του σημάδεψαν δραματικά τη ζωή της οικογένειας, η μητέρα, Μαίρη, εξαρτημένη από τη μορφίνη, ύστατη οδό διαφυγής από την πραγματικότητα, και δύο γιοι που παραπαίουν μέσα στην οικογενειακή κατάσταση: ο Τζέιμι, αποτυχημένος ηθοποιός στη σκιά του πατέρα, καταφεύγει στο αλκοόλ, και ο Έντμοντ, άρρωστος από φυματίωση – ανάμεσά τους το φάντασμα του μεσαίου γιου, που πέθανε όταν ήταν βρέφος. Η εστία της οικογένειας κυριαρχεί στην παράσταση που υπογράφει ο Δημήτρης Καραντζάς, με τη συγκλονιστική σκηνογραφία της Ελένης Μανωλοπούλου που, μακριά από κάθε ρεαλιστική διάθεση, ανασυνθέτει ένα ερειπωμένο τοπίο. Βρισκόμαστε, άλλωστε, σε ένα οίκημα που "είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ" (Έντμοντ), ούτε το ένιωσε κανείς ως "αληθινό σπίτι· στα αληθινά σπίτια κανείς δεν νιώθει ερημιά" (Μαίρη). Η σκηνογράφος στήνει επί σκηνής ένα χώρο από χώμα, που θα γίνει τάφρος και τάφος, ενώ τα διάφανα παραπετάσματα τριγύρω και μέσα στο χώρο δράσης εντείνουν την ιδέα της ανάμνησης – αν ο "Γυάλινος κόσμος" είναι το "έργο μνήμης" του Τενεσί Ουίλιαμς, το "Ταξίδι" είναι το αντίστοιχο του Ο’ Νιλ.
Ο Καραντζάς διαβάζει σε αυτό το έργο απογυμνωμένου ρεαλισμού τις ποιητικές και συμβολικές αποχρώσεις του και τις παραδίδει με ουσιαστική λιτότητα. Οι μεγεθυσμένοι ήχοι, τα μικρόφωνα στις γωνίες, όπου καταφεύγουν οι ήρωες για να μιλήσουν μυστικά, η δραματικότητα της μουσικής (Γιώργος Πούλιος) χτίζουν ένα σύμπαν που καθιστά εύγλωττη τη δυσλειτουργία της οικογένειας. Συγχρόνως, όμως, κάτι διαφεύγει της παράστασης και της εμφανούς σκηνοθετικής φροντίδας, κυρίως η ακμαία, εύρυθμη διαχείριση ενός δύσκολου –από δομικής άποψης– έργου: το "Ταξίδι" εξελίσσεται μέσα από συνεχείς διαλόγους και διαδοχικές συγκρούσεις, χωρίς εξωτερικές δράσεις, ως μία κυκλική διαδρομή γεμάτη ενοχές, θυμό και απόγνωση, που δεν φτάνει σε κάποιο τέλος, και ο ρυθμός της παράστασης μοιάζει να βυθίζεται μαζί με τους ήρωες στο αδιάκοπο τέλμα της ζωής τους. Ίσως, πάλι, να είναι ζήτημα ερμηνευτικής διάστασης: ο Αινείας Τσαμάτης και ο Βασίλης Μαγουλιώτης ερμηνεύουν με νεύρο και εσωτερικότητα τον Τζέιμι και τον Έντμοντ, αντίστοιχα, αποτυπώνοντας με ενάργεια τον εσωτερικό διχασμό των δύο νέων, που νιώθουν εξίσου ένοχοι για τις αδικίες που έχουν διαπράξει και θύματα αδικίας, ενώ διακρίνεται και η Ελίνα Ρίζου, δίνοντας σκηνικό νόημα στον μικρό ρόλο της υπηρέτριας. Ο Αλέξανδρος Μυλωνάς και η Μπέττυ Αρβανίτη έχουν την άνεση δύο εμπειρότατων ηθοποιών, όμως εμφανίζονται περισσότερο μονοδιάστατοι, καθώς καταφεύγουν στο αναγνωρίσιμο ερμηνευτικό οπλοστάσιό τους.
Περισσότερες πληροφορίες
Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα
Το οικογενειακό δράμα, που θεωρείται το σπουδαιότερο έργο του νομπελίστα συγγραφέα, αναμοχλεύει τις τραυματικές εμπειρίες που έζησε σε νεαρή ηλικία.