Τον Φεβρουαρίου του 1933 δύο υπηρέτριες, οι αδελφές Κριστίν και Λέα Παπέν, σκοτώνουν την εργοδότρια τους, Μαντάμ Λανσελέν, και την κόρη της, Ζενεβιέβ. Οι δυο γυναίκες δικάστηκαν και ενώπιον του δικαστηρίου μοιράστηκαν απόλυτα την ευθύνη της πράξης τους. Το πρωτοφανές για την εποχή έγκλημα ενέπνευσε τον Γάλλο λογοτέχνη, Ζαν Ζενέ να γράψει το 1947 τις "Οι δούλες" (Les Bonnes), ένα μονόπρακτο θεατρικό δράμα. Στο έργο του ο ασφυκτικός χώρος του κελιού μεταμορφώθηκε σε υπνοδωμάτιο αστικού σπιτιού, όπου οι αδελφές Κλερ και Σολάνζ ζουν μια καθημερινότητα που μοιράζεται ανάμεσα στο μίσος και στην αγάπη, στον θαυμασμό και στον φθόνο για την Κυρία. Ζουν στερημένες στο μικρόκοσμό τους και συνδέονται μεταξύ τους με μια νοσηρή σχέση αλληλεξάρτησης.
Ο ίδιος ο Ζενέ έχει γράψει το εξής, που αποκαλύπτει τις βαθύτερες σκέψεις του: "Ξεριζώνω τις λέξεις μέσα από τα σπλάχνα μου, από μια περιοχή όπου δεν χωράει ειρωνεία και οι λέξεις αυτές φορτίζονται με τους καταχωνιασμένους πόθους μου, τους εκφράζουν, και όσο θα τις γράφω, θα ξαναχτίζουν το σιχαμερό και λατρεμένο κόσμο από όπου θέλησα να λυτρωθώ".
Οι "Δούλες" είναι ένα κλασικό έργο, από τα σπουδαιότερα παγκοσμίως και ένα από σημαντικότερα του Ζενέ, το οποίο εξερευνά τις σχέσεις εξουσιαστή- εξουσιαζόμενου στους κοινωνικούς ρόλους των ανθρώπων. Ο σκηνοθέτης Γιώργος Σκεύας γοητευμένος από την πλοκή, το ψυχολογικό και συμβολικό υπόβαθρο του έργου, το παρουσιάζει στο θέατρο Αποθήκη με ένα ταιριαστό πρωταγωνιστικό τρίο. Η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου ερμηνεύει την Κυρία, σ’ αυτήν την παράσταση όπου η μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη δίνει στον συγκεκριμένο ρόλο όλο το γλωσσικό υλικό της γοητείας της εξουσίας. Η Αγγελική Παπαθεμελή είναι η μεγάλη αδελφή, η Σολάνζ, η οποία ζει με πάθος στο ένα ατέρμονο "παιχνίδι" ρόλων, που έχει μεν την ελαφράδα του παιχνιδιού, αλλά συγχρόνως το διακύβευμα ζωής και θανάτου, ένα παιχνίδι όχι του φαίνεσθαι αλλά του είναι. Η Αμαλία Καβάλη είναι η Κλερ, η μικρότερη αδερφή από τις δύο υπηρέτριες, η οποία όταν λείπει η Κυρία, αναζητά να παίξει το παιχνίδι ρόλων: η μια παίρνει το ρόλο της Κυρίας και η άλλη το ρόλο της υπηρέτριας. Εύκολα όμως το παιχνίδι αυτό ξεφύγει από τα όρια της άκακης μεταξύ τους συνήθειας και επηρεάζει αρνητικά την πραγματική ζωή των αφεντικών τους αλλά και των ίδιων.
Ο Γιώργος Σκεύας μιλώντας για το αλληγορικό παραμύθι και ταυτόχρονα πολιτικό και υπαρξιακό έργο δηλώνει: "Το έγκλημα που έως τώρα οι δούλες υποδύονταν με λέξεις –η εξολόθρευση της Κυρίας– είναι πια ανάγκη να συντελεστεί χωρίς το "δίχτυ ασφαλείας” του λόγου. Είναι το τέλος του παιχνιδιού.
Οι δούλες περνούν, μέσα από την τελετουργική θυσία του εαυτού, σε μια απόλυτη σύντηξη ταυτοτήτων: γίνονται μία σε δύο και είναι πια τραγικά όμορφες, ελεύθερες και χαρούμενες". Η εναλλαγή των ρόλων, οι σχέσεις εξουσίας και υποταγής, η αγωνία για την κυριαρχία απέναντι στον άλλον, οι ταξικές διαφορές που αποδεικνύονται αγεφύρωτες , ο ερωτισμός και η εξάρτηση, δημιουργούν ένα εκρηκτικό κλίμα αγωνίας και σασπένς, μέσα από τον συνδυασμό ονείρου και πραγματικότητας, επιθυμίας και αυτοτιμωρίας, άρνησης αλλά και αποδοχής του απαράβατου κανόνα της ζωής.