Το έργο του Άκη Δήμου, "Μάθε με να φεύγω", που παρέμενε "στο συρτάρι" για χρόνια, ευτύχησε στα χέρια του Γιάννη Σκουρλέτη, ο οποίος μας έδωσε πέρυσι μία ξεχωριστή παράσταση. Πρόκειται για μια πικρή ερωτική ιστορία, για μια ελεγεία για τη μοναξιά, που διαδραματίζεται σε ένα έρημο ξενοδοχείο που κατοικείται από την ιδιοκτήτριά του, την Αγνή, τον αδερφό της, Ίωνα, αλλά και από τα προσωπικά αντικείμενα παλιών επισκεπτών -ενθύμια περασμένων ερώτων που κατακλύζουν τις αναμνήσεις ειδικά της Αγνής, στο ρόλο της οποίας ο Χάρης Χαραλάμπους Καζέπης πραγματοποίησε μία συναρπαστική ερμηνεία. Διαβάστε όσα μας είπε ο ταλαντούχος ηθοποιός, με αφορμή την επανάληψη της παράστασης, από τις 31 Οκτωβρίου στο bijoux de kant HOOD art space.
Πώς μπήκε το μικρόβιο του θεάτρου στη ζωή σου;
Πιστεύω ότι υπήρχε από πάντα μέσα μου αλλά σίγουρα πήρε αρκετά τον χρόνο του μέχρι να το πάρει απόφαση και να εκδηλωθεί. Σε όλα μου τα μαθητικά χρόνια ενώ συμμετείχα στις θεατρικές σχολικές παραστάσεις, περισσότερο σχέση με την μουσική και ειδικότερα με το τραγούδι είχα παρά με την υποκριτική. Δεν μου πέρασε καθόλου, δηλαδή, τότε από το μυαλό η σκέψη να γίνω ηθοποιός ή να ασχοληθώ κάπως με το θέατρο και επίσης μεγαλώνοντας στη Λεμεσό της Κύπρου δεν μπορώ να πω ότι η παρουσία του θεάτρου στη ζωή μου ήταν τόσο έντονη, ελάχιστα θα έλεγα. Όταν ήρθα στην Αθήνα για σπουδές στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, τότε το μικρόβιο άρχισε δειλά δειλά να ξεμυτίζει και να εκδηλώνεται. Ήρθα σε επαφή με κάποιες φοιτητικές θεατρικές ομάδες, έλαβα μέρος σε παραστάσεις, έκανα κάποια σεμινάρια υποκριτικής για να έχω μια εικόνα του πως γίνεται κανείς ηθοποιός, άρχισα να διαβάζω με μανία θεατρικά έργα και βιβλία για το θέατρο και τελικά κάπου εκεί στο τρίτο έτος του Πολυτεχνείου το πήρα απόφαση ότι η καρδιά μου στο θέατρο χτυπά πιο δυνατά και η στροφή ήταν απαραίτητο να γίνει! Έτσι τελειώνοντας το Πολυτεχνείο, γιατί δεν είμαι κι άνθρωπος που αφήνω πράγματα στη μέση, έδωσα εξετάσεις και μπήκα στη Δραματική Σχολή του Νέου Ελληνικού Θεάτρου του Γιώργου Αρμένη. Με την ευκαιρία να ευχαριστήσω και τον επιβλέποντα της διπλωματικής μου εργασίας στο Πολυτεχνείο, στο Εργαστήριο Καυσίμων και Λιπαντικών, κ. Φάνη Ζαννίκο για την υπομονή του και την ανοχή του που είχα γεμίσει τον πάγκο του εργαστηρίου με τα έργα του Σαίξπηρ που διάβαζα όση ώρα περίμενα τα αποτελέσματα και τις μετρήσεις για τα διάφορα πειράματα που έπρεπε να κάνω και αυτός απλά πέρναγε και παρατηρούσε την όλη κατάσταση στωικά και με χιούμορ.
Είσαι, λοιπόν, απόφοιτος δραματικής σχολής με πτυχίο τραγουδιού, αλλά και απόφοιτος τμήματος Χημικών-Μηχανικών. Το Πολυτεχνείο είχε κάποια συμβολή στη διαμόρφωση του καλλιτέχνη-ηθοποιού;
Το Πολυτεχνείο μου χάρισε πολύ όμορφες εμπειρίες και τον τρόπο σκέψης του μηχανικού που, σε σχέση με τον αέρινο και καμιά φορά υπερβολικά παρορμητικό τρόπο σκέψης του ηθοποιού, φέρνει τα πράγματα σε μια ισορροπία και τα γειώνει μέχρι φυσικά να εκτροχιαστούν πάλι. Το Πολυτεχνείο με έχει κάνει σίγουρα πολύ πιο πρακτικό στον χειρισμό καταστάσεων τόσο στο θέατρο όσο και στην καθημερινότητα.
Έχεις ένα εντυπωσιακό βιογραφικό, μετρώντας συνεργασίες με τους Λευτέρη Βογιατζή, Κατερίνα Ευαγγελάτου, Στάθη Λιβαθινό, Δημήτρη Καραντζά, Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, Άρη Μπινιάρη και πολλούς άλλους. Θα ήθελες να μοιραστείς κάποια συναισθήματα ή αναμνήσεις γι’ αυτή τη συναρπαστική διαδρομή;
Έχω υπάρξει πολύ τυχερός όσον αφορά τις συναντήσεις-συνεργασίες μου στην πορεία αυτής της διαδρομής, που θέλω να πιστεύω ότι δεν είναι καν στη μέση (!), αλλά και πολύ επιλεκτικός ταυτόχρονα με όποιο κόστος. Από την άλλη, δεν θεωρώ ότι κάνω κάτι περισσότερο από τον οποιοδήποτε ηθοποιό που σέβεται τον εαυτό του και την τέχνη του, τιμά τις επιλογές του και πορεύεται αρμονικά με αυτές. Δεν θέλω να παίρνω και πολύ στα σοβαρά τον εαυτό μου και το καταφέρνω. Αυτό θα μου στερούσε την αίσθηση της διαρκούς μαθητείας, περιέργειας και ρομαντικής διάθεσης που επιθυμώ, επιδιώκω να έχει αυτή η διαδρομή και στην υποκριτική αλλά και στη ζωή! (Τζάμπα τα χρόνια στο Πολυτεχνείο τελικά…) Αν έπρεπε να θυμηθώ κάτι, σίγουρα η συμμετοχή μου στον χορό της "Αντιγόνης" του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή, η εμπειρία των προβών μαζί του αλλά και με όλους τους υπόλοιπους εξαιρετικούς ηθοποιούς και συντελεστές, είναι κάτι που ως πολύ-πολύ νέο ηθοποιό τότε με σημάδεψε και μου καθόρισε πολλά σε σχέση με την οπτική μου στα πράγματα. (Είναι ανεκτίμητο για μένα να έχεις αρθρώσει το χορικό του έρωτα ξαπλωμένος ανάσκελα στην ορχήστρα του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου κοιτώντας τον έναστρο ουρανό…) Είναι πολλές οι στιγμές που θα μπορούσα να θυμηθώ και από τους υπόλοιπους πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες που είχα την τύχη να συνεργαστώ και να μάθω από αυτούς, αλλά θεωρώ ότι το πιο σημαντικό είναι πώς έχω εγώ μεταβολίσει αυτές τις εμπειρίες, πώς με προχώρησαν ούτως ώστε, όταν συναντηθούμε ξανά, να προχωρήσουμε μαζί ακόμα παραπέρα. Αυτό ελπίζω και παλεύω.
Η φετινή σεζόν σε βρίσκει ξανά μαζί με τον Γιάννη Σκουρλέτη, σε ένα ωραίο ελληνικό έργο. Μίλησε μας γι’ αυτή τη δουλειά.
Το "Μάθε με να φεύγω" του Άκη Δήμου είναι πράγματι ένα πολύ ωραίο ελληνικό έργο που ευτύχησε να το ξετρυπώσει ο Γιάννης Σκουρλέτης από το συρτάρι του συγγραφέα, να το λοξοκοιτάξει και να μας δώσει την ευκαιρία να "παίξουμε" με την κυριολεκτική έννοια της λέξης. Το έργο αυτό κινείται με τεράστια ευκολία ανάμεσα σε τόσο διαφορετικά μεταξύ τους θεατρικά είδη, έχει τόσες ανατροπές στην πλοκή του που σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη ματιά, ευαισθησία και τάση για αμφισβήτηση του Γιάννη Σκουρλέτη δημιουργεί ένα σύμπαν τόσο για εμάς τους ηθοποιούς όσο και για τους θεατές επικίνδυνα γοητευτικό από τη μια και λυτρωτικό, ως προς τις αναρωτήσεις που δημιουργεί, από την άλλη. Αισθάνομαι πολύ ευγνώμων που συμμετέχω σε αυτή την παράσταση, που μου εμπιστεύτηκε ο Γιάννης την Αγνή και που συνυπάρχω στη σκηνή με δύο υπέροχους ηθοποιούς, τον Θανάση Δήμου και τον Στέλιο Δημόπουλο.
Έχεις αγαπημένη σκηνή στην παράσταση;
Απολαμβάνω κάθε φορά από το καμαρίνι την είσοδο του Θανάση Δήμου στη σκηνή ως άγνωστου Άνδρα και την συνάντηση του με τον Στέλιο Δημόπουλο ως Ίωνα. Από τις πρόβες ακόμα τους χάζευα και θαύμαζα αυτό που πολύ μαεστρικά έχτιζαν.
Η συνεργασία σου με τον Γιάννη Σκουρλέτη κρατάει χρόνια. Τι ξεχωρίζεις στον τρόπο που δουλεύει;
Είναι η τρίτη μου συνεργασία με τον Γιάννη και την ομάδα bijoux de kant και ευελπιστώ και σε πολλές περισσότερες. Ο τρόπος με τον οποίο δουλεύει ο Γιάννης εμένα προσωπικά με κάνει να αισθάνομαι απόλυτα δημιουργικός και ελεύθερος μέσα στο όρια του περιβάλλοντος, υποκριτικού και εικαστικού, που αυτός ορίζει. Ο Γιάννης τολμά γενναία να κοντράρει κάθε στερεότυπο, ακόμα και στην υποκριτική. Τον ενδιαφέρει μια "παιγνιώδης" ειλικρίνεια τόσο αφοπλιστική που σε εμένα λειτουργεί σαν να ανοίγω μέσα μου συνεχώς κι άλλο χώρο για έμπνευση και έκφραση. Θα ήταν παράλειψη μου να μην αναφερθώ και στην αισθητική/εικαστική ταυτότητα των παραστάσεων της bijoux de kant που με ελκύει τρομερά και με εμπνέει επίσης.
Ποιες δουλειές σε κάνουν να πεις το ναι;
Αυτές που νιώθω ότι θα πληρούν κάποια καλλιτεχνικά κριτήρια και θα με σέβονται και ως εργαζόμενο.
Πες μας ένα ρόλο ή ένα έργο που δεν έχεις παίξει ακόμη και θα ήθελες πολύ.
Έχω απωθημένα σε σχέση με ανθρώπους που θα ήθελα να συνεργαστώ, να ξανασυνεργαστώ, να γίνω συνδημιουργός, να με βοηθήσουν να εξελίξω την τέχνη και την τεχνική μου και όχι σε σχέση με ρόλους ή έργα. Για να δούμε...
Τι σε κάνει να χαλαρώνεις;
Η μουσική, το σινεμά, ένα καλό βιβλίο, η γυμναστική, ένα καλό podcast, βόλτα με φίλους, η μαύρη σοκολάτα και οι συζητήσεις με την γάτα μου, την Καίτη.
Ποια είναι η αγαπημένη σου βόλτα στην Αθήνα;
Λατρεύω να περπατώ στα στενά των Εξαρχείων και της Νεάπολης, μέχρι τους πρόποδες του Λυκαβηττού και μετά να χάνομαι στο εμπορικό τρίγωνο των Αθηνών.
Τι σε φτιάχνει και τι σε χαλάει στη σύγχρονη καθημερινότητα;
Θα παραφράσω τους στίχους του Παντελή Ροδοστόγλου (Διάφανα Κρίνα) και θα πω ότι με χαλάει που "έγινε η βία συνήθειά μας και ο έρωτας μια άρρωστη κραυγή". Μοιάζει η δυσανεξία της σύγχρονης καθημερινότητας, του σύγχρονου ανθρώπου, στην όποια βία να κρατάει όσο ένα σκρολάρισμα. Με φτιάχνει όποτε αυτό κρατάει περισσότερο, δημιουργεί κοιτίδες αντίστασης και έστω και στο ελάχιστο κάτι μετακινείται.
Περισσότερες πληροφορίες
Μάθε με να φεύγω
Ένα πρωτότυπο ανέκδοτο έργο εμπνευσμένο από την επιστροφή του ομηρικού Οδυσσέα στην Πηνελόπη του, που ακροβατεί μεταξύ μπουλβάρ, ψυχολογικού θεάτρου δωματίου, μυστήριου και παλιών αισθηματικών ρομάντζων των περιπτέρων. Οι ήρωες: η Αγνή, ιδιοκτήτρια ενός παλιού ξενοδοχείου χτισμένου κοντά στα ερείπια ενός αρχαίου παλατιού, ο αδερφός της Ίων, συγκάτοικος, σύμμαχος και αντίπαλός της, ένας μυστηριώδης ανώνυμος άντρας, που επιστρέφει χρόνια μετά από μια θυελλώδη ερωτική νύχτα που πέρασε εκεί.