Το ελληνικό καλοκαίρι είναι άμεσα συνυφασμένο με το είδος της επιθεώρησης, μιας και είναι η εποχή κατά την οποία ξορκίζουμε όσα συνέβησαν στη διάρκεια της χειμερινής σεζόν. Σήμερα, η ταχύτητα με την οποία αλλάζουν τα θέματα επικαιρότητας –η οποία καθορίζεται από το διαδικτυακό Τύπο και τα social media– λειτουργεί πολλές φορές και ως εχθρός της επιθεώρησης. Αυτή είναι η πραγματική πρόκληση, το "να πάψει να είναι επίκαιρο ένα νούμερο ξαφνικά, επειδή τα γεγονότα τρέχουν σαν τρελά", μας λέει ο Σταμάτης Φασουλής σε μια συνέντευξη με αφορμή τη νέα επιθεώρηση "Τότε, τώρα, πάντα" που κάνει πρεμιέρα στις 14 Ιουνίου στο θέατρο Άλσος. "Παλιά βγάζαμε ένα νούμερο τον Οκτώβρη και το παίζαμε μέχρι το Πάσχα. Τώρα τα θέματα εξαντλούνται μέσα σε τρεις μέρες και μετά δεν τα θυμάται κανείς. Το να μπορείς όμως να είσαι επίκαιρος, χωρίς να περνάει η επικαιρότητά σου, είναι στάση ζωής. Η επιθεώρηση μπορεί να είναι καυστική στην ώρα της και μετά να μη λέει τίποτα. Εμείς φροντίζουμε να έχει κάτι να πει και μετά από χρόνια".
"Ο συνδυασμός "γελάω και καυτηριάζω" είναι εντελώς ελληνικός".
Κάπως έτσι ξεκίνησε η συζήτησή μας με τον πολύπειρο στην επιθεώρηση ηθοποιό και σκηνοθέτη, που επιστρέφει φέτος στο είδος που τον ανέδειξε. Υπήρξε ένα από τα βασικά μέλη του Ελεύθερου Θεάτρου κι έπειτα της Ελεύθερης Σκηνής μαζί με τους Άννα Παναγιωτοπούλου, Μίρκα Παπακωνσταντίνου, Μίμη Χρυσομάλλη, Μίνα Αδαμάκη, που έδωσαν νέα πνοή ήδη από το 1973 στο σπονδυλωτό, ανάλαφρο, καυστικό είδος που εξυπηρετεί κι έναν σημαντικό πολιτικοκοινωνικό σκοπό. "Δεν ξέρω αν το "Τότε, τώρα, πάντα” είναι η συνέχεια αυτής της κληρονομιάς, πάντως δεν ξέρω άλλον τρόπο να κάνω επιθεώρηση. Έχει πάρα πολύ τραγούδι και πολύ πολιτικό σχόλιο – αυτός ο συνδυασμός "γελάω και καυτηριάζω” είναι εντελώς ελληνικός".
Ο ίδιος ενορχηστρώνει περισσότερους από τριάντα ηθοποιούς και χορευτές στη φαντασμαγορική επιθεώρηση που "είναι εναντίον όλων και υπέρ των πάντων" και, το σημαντικότερο, κουβαλάει μια γλυκιά νοσταλγία που έρχεται με μια χρυσή κλωστή από το παρελθόν, στο τώρα, "με την ευχή να πάει και στο αύριο". Υπογράφει επίσης τα κείμενα μαζί με τους Θοδωρή Αθερίδη, Μανίνα Ζουμπουλάκη, Βαγγέλη Νάση, Πέπη Ραγκούση. Βέβαια θα τον δούμε και επί σκηνής μαζί με τον Θοδωρή Αθερίδη και τους Δημήτρη Γκοτσόπουλο, Λευτέρη Ελευθερίου, Ελένη Καστάνη, Κώστα Κόκλα, Αντώνη Λουδάρο, Δήμητρα Ματσούκα, Ματίνα Νικολάου, Ντορέττα Παπαδημητρίου. Σε guest εμφάνιση θα απολαύσουμε και τους Μίρκα Παπακωνσταντίνου και Γιώργο Κωνσταντίνου (σε δικό του κείμενο), δύο ανθρώπους που έχουν τη δική τους θητεία στην επιθεώρηση.
Πού πιστεύει, όμως, ο Σταμάτης Φασουλής ότι οφείλεται η επιστροφή της επιθεώρησης τα τελευταία χρόνια; "Είναι ένα ελληνικό λαϊκό είδος το οποίο δεν υπάρχει πουθενά αλλού. Γεννήθηκε μαζί με το κωμειδύλλιο περί το 1894. Η επιθεώρηση έλαμπε σε στιγμές μεγάλου ενθουσιασμού ή σε μεγάλες ιστορικές στιγμές. Για παράδειγμα το 1922. Έκανε πολύ καιρό να ξανανιώσει μετά την Μικρασιατική καταστροφή. Αντιθέτως όταν έγινε ο πόλεμος το 1940, όλα τα θέατρα παρατήσανε ό,τι παίζανε και παίξανε επιθεώρηση. Αυτό νομίζω λέει πολλά. Από την Κοτοπούλη, μέχρι τον Μουσούρη και τον Βεάκη. Με το που κηρύχθηκε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και ήδη από το 1938-39 είχε αρχίσει να ανεβαίνει η επιθεώρηση. Το 1940 δεν υπήρχε θέατρο στην Ελλάδα, υπήρχε επιθεώρηση. Το ίδιο έγινε και στους Βαλκανικούς Πολέμους με τα πολεμικά "Παναθήναια”. Όποτε η Ελλάδα είχε ανάγκη από λαϊκή στήριξη, η επιθεώρηση ήταν πρωταγωνίστρια και μεγάλη βεντέτα", απαντά. "Όταν τα πράγματα σκούραιναν δεν υπήρχε, όπως συνέβη στην Κατοχή. Τότε τι να σατιρίσεις και τι να τραγουδήσεις. Το ίδιο και στη Δικτατορία. Ένας πήγε να μιλήσει και να κάνει επιθεώρηση, ο Σταύρος Παράβας, και τον έριξαν στη Γυάρο. Είναι πολύ σοβαρά τα πράγματα και συγχρόνως πάρα πολύ ελαφρά, όπως είναι και ο Έλληνας".
Ας πάρουμε, όμως, μια πρώτη γεύση απ’ όλα όσα θα συμβούν στη σκηνή του Άλσους, στην οποία θα πρωτοστατήσει το τραγούδι. "Κάνουμε ένα μεγάλο αφιέρωμα στο ελληνικό τραγούδι μετρώντας πενήντα χρόνια Μεταπολίτευσης, κατά το οποίο αλλάζουμε κοστούμια ανάλογα με τις εποχές μέσα σε περίπου 20 λεπτά, αστραπιαία, σαν ταινία σε γρήγορη κίνηση (εδώ θα δούμε ένα μεγάλο αριθμό από τα 150 και πλέον κοστούμια που χρησιμοποιούνται στην παράσταση). Τα σκηνικά είναι ένας συνδυασμός τεχνολογίας με κλασικά επιθεωρησιακά στοιχεία, όπως οι αυλαίες και τα αντικείμενα που υπήρχαν μεγεθυμένα πάνω στη σκηνή για να πλαισιώσουν τον νουμερίστα, κάτι που επιχειρήσαμε τόσο στη μουσική φόρμα όσο και στη θεματολογία. Έχουμε στην παράσταση δύο παλαιότερα επιτυχημένα νούμερα, κανείς όμως δεν το καταλαβαίνει αυτό όταν τα βλέπει, κι αυτό είναι σπάνιο δείγμα στην επιθεώρηση. Η Μίρκα Παπακωνσταντίνου κάνει ένα νούμερο από την παράσταση "Ραντεβού με την υστερία” του 1983, όπου υποδύεται ένα μικρό κοριτσάκι που προσπαθεί να καταλάβει τι γίνεται μέσα στην οικογένειά του. Το δεύτερο το παρουσίασα μαζί με τον Γιάννη Ζουγανέλη, στην επιθεώρηση του 2006 "Το τρέντυ θα σφυρίξει τρεις φορές”: δύο φίλοι (αυτήν τη φορά ο Θοδωρής Αθερίδης κι εγώ) λένε τα προβλήματά τους, αλλά κανείς δεν ακούει ουσιαστικά τον άλλον. Επιπλέον, παίζω στο κεντρικό στην επιθεώρηση πολιτικό νούμερο με τίτλο "Άσ’ το να πάει, άσ’ το”, όπου θίγονται πολλά φλέγοντα θέματα".
Τα περισσότερα θέματα βέβαια με τα οποία καταπιάνεται η παράσταση έχουν να κάνουν με καυτά ζητήματα που μας απασχολούν όλους: η πολιτική και οικονομική πραγματικότητα, η τεχνητή νοημοσύνη, η χαμένη επικοινωνία μας και όλα όσα ή μάλλον όσοι μας βασανίζουν ή μας κάνουν να αναρωτιόμαστε τι συμβαίνει στον κόσμο, όπως οι συνωμοσιολόγοι, οι τράπερ κ.ά. "Μιλάμε για την τηλεόραση, για τη γλώσσα των νέων παιδιών, την οποία οι γονείς δεν την καταλαβαίνουν καθόλου, με τα greeklish και λέξεις όπως "κριντζάρω”, το bullying που παρατηρείται επίσης ανάμεσά τους, το πολιτικά ορθό και τη woke κουλτούρα. Υπάρχει μια πολύ εύστοχη φράση που εκφράζει μια ολόκληρη κατάσταση: "Το woke [σ.σ. παρήχηση του wok] δεν είναι τηγάνι”. Δύο ξενόφερτα κινήματα που μέχρι να βλαστήσουν εδώ και να βγάλουν καρπούς -αν βγάλουν- θα πρέπει να περάσει λίγο ο καιρός. Τώρα φαντάζομαι ότι για πολλούς είναι ακόμη κάτι εξωτικό". Η Δήμητρα Ματσούκα κάνει την Barbie, που της πάει πάρα πολύ γιατί έχει τη φοβερή ικανότητα να αυτοσατιρίζεται, ο Κώστας Κόκλας τον συνωμοσιολόγο, ο Λευτέρης Ελευθερίου κάνει μοναδικά έναν τράπερ, ο Αντώνης Λουδάρος έναν από όλους αυτούς τους Κυρ Παντελήδες που έγιναν τα μισητά πρόσωπα της περιόδου 2015-20, ο οποίος απολογείται, εξομολογείται και τραγουδάει, και η Ντορέττα Παπαδημητρίου μια influencer. Η Ελένη Καστάνη υποδύεται ένα θύμα της τηλεοπτικής πρωινής και μεσημεριανής ζώνης και ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος έναν τύπο που ζει με όλη αυτή την ιδεολογία του "αξίζω” και της αυτοβελτίωσης. Κάνουμε κι ένα μεγάλο νούμερο όπου όλοι οι παλιοί ήρωες της tv ζητάνε τα ρέστα και θέλουν δικαιώματα στη σημερινή τηλεόραση, τώρα το αν τους δίνεται ή όχι θα το δούμε στην παράσταση".
Το πολύ σημαντικό για την επιθεώρηση τραγούδι της έναρξης, γιατί όπως έχει πει ο Σταμάτης Φασουλής είναι μισή παράσταση, και μερικά ακόμη τραγούδια υπογράφει ο Σταμάτης Κραουνάκης με τον οποίο συνεργάζονται για δεύτερη φορά μετά το μακρινό 1988. Ως επί το πλείστον όμως στην επιθεώρηση ακούμε γνωστά τραγούδια με διασκευασμένους στίχους (από τον Γιώργο Παυριανό). Η καλλιτεχνική διεύθυνση και οι χορογραφίες είναι του Φωκά Ευαγγελινού, οι ενορχηστρώσεις του Δημήτρη Ανδρεάδη, τα σκηνικά του Μανόλη Παντελιδάκη, η video art του Παντελή Μάκκα, τα κοστούμια της Ντένης Βαχλιώτη και οι φωτισμοί του Περικλή Μαθιέλλη. Την δεκαμελή ορχήστρα διευθύνει ο μαέστρος Δημήτρης Κίκλης.
Συμμετέχουν επίσης οι: Τραϊάνα Ανανία, Άννα Μάγκου, Μιχάλης Παπαδημητρίου, Δέσποινα Πολυκανδρίτου, Φαίη Φραγκαλιώτη.
Περισσότερες πληροφορίες
Τότε, τώρα, πάντα
Η πολιτική και οικονομική πραγματικότητα, η τεχνητή νοημοσύνη, τα πρόσωπα της σόου μπιζ, ένας τράπερ, ένας άστεγος, μια αναμαλλιασμένη ξανθιά που βγαίνει από έναν κάδο ανακύκλωσης, η τραγουδιάρα Αλίκη… Κι ακόμη η κοινωνική μας ζωή, τα βάσανα του κόσμου, η χαμένη επικοινωνία μας. Σε τι κόσμο ζούμε άραγε; Όλες οι απαντήσεις στο φως αλλά και στη σκηνή του Άλσος. Σχόλιο, ανατροπές, χιούμορ και πολλή μουσική και χορός σε μια παράσταση εναντίον όλων και υπέρ των πάντων. Γιατί η επιθεώρηση είναι για «Τότε, τώρα, πάντα» η καλύτερη συνταγή για γέλιο αλλά και για κριτική όπως και φυσικά για άφθονη διασκέδαση.