Πέρασαν δέκα επτά χρόνια από το πρώτο ανέβασμα, στο Εθνικό σε σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη, και δέκα από το τελευταίο, του θρυλικού έργου του Βασίλη Κατσικονούρη, που αποτέλεσε τεράστια καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία και έβαλε ξανά το θέμα "νεοελληνικό έργο" στο προσκήνιο, ενώ υπολογίζεται ότι το έχουν δει περισσότεροι από 500.000 θεατές στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό. Φέτος, θα το δούμε σε σκηνοθεσία της Ερμίνας Κυριαζή και του Μάνου Καρατζογιάννη, με τις ερμηνείες των Στέλλας Γκίκα, Δημήτρη Πασσά, Ελένης Σακκά και Μάνου Καρατζογιάννη.
Μια μητέρα από την πρώην Σοβιετική Ένωση και οι δυο της γιοι συνθέτουν μια συγκλονιστική οικογενειακή ιστορία, όπου φωτίζεται δεξιοτεχνικά από τον συγγραφέα ο συναισθηματικός κόσμος των ηρώων και οι ανησυχίες τους, όπως αυτές πηγάζουν μέσα από το κοινωνικό τους περιβάλλον, αλλά κυρίως η αίσθηση που έχει κανείς πως όλα μέσα του μαλακώνουν και ζεσταίνονται, όταν σταματάει πια να κλαίει και να πονάει γιατί δέχεται την τροφή του. Αγαπιέται... Κι όταν αυτό δε συμβαίνει, τότε νιώθει ξένος. Σαν πρόσφυγας ανάμεσα σε δυο πατρίδες. Ξένες κι αυτές.
Το γάλα στα ρωσικά λέγεται "μαλακό". Έτσι, περίεργα, μια άλλη ελληνική λέξη, σπαρμένη μέσα σε μια άλλη γλώσσα, δίνει εκεί, στο ξένο χωράφι, πολύ πιο άμεσα και ανάλαφρα την αίσθηση του πράγματος, απ’ ότι η αντίστοιχη που το ονοματίζει στα ελληνικά. Γι’ αυτήν ακριβώς την αίσθηση θέλουν να μιλήσουν το "Γάλα" και οι ήρωες του.
Η παράσταση αφιερώνεται στη μνήμη του Κωνσταντίνου Παπαχρόνη, του ηθοποιού που ήταν ο πρώτος που ερμήνευσε το ρόλο του Λευτέρη, το 2006 στην παράσταση του Εθνικού, και, φέτος, στις 2 Δεκεμβρίου, συμπληρώνονται 15 χρόνια από τον θάνατό του. Η πρεμιέρα προγραμματίζεται για τις 18 Νοεμβρίου, στο Θέατρο Σταθμός.
Προπώληση εισιτηρίων more.com.
Περισσότερες πληροφορίες
Το γάλα
Το γάλα στα ρωσικά λέγεται «μαλακό». Έτσι, περίεργα, μια άλλη ελληνική λέξη, σπαρμένη μέσα σε μια άλλη γλώσσα, δίνει εκεί, στο ξένο χωράφι, πολύ πιο άμεσα και ανάλαφρα την αίσθηση του πράγματος, απ’ ότι η αντίστοιχη που το ονοματίζει στα ελληνικά. Γι’ αυτήν ακριβώς την αίσθηση θέλει να μιλήσει «Το γάλα» και οι ήρωες του. Μια μητέρα από την πρώην Σοβιετική ένωση και οι δυο της γιοι συνθέτουν μια συγκλονιστική οικογενειακή ιστορία όπου φωτίζεται δεξιοτεχνικά από τον συγγραφέα ο συναισθηματικός κόσμος των ηρώων και οι ανησυχίες τους, όπως αυτές πηγάζουν μέσα από το κοινωνικό τους περιβάλλον, αλλά κυρίως η αίσθηση που έχει κανείς πως όλα μέσα του μαλακώνουν και ζεσταίνονται, όταν σταματάει πια να κλαίει και να πονάει γιατί δέχεται την τροφή του. Αγαπιέται... Κι όταν αυτό δε συμβαίνει, τότε νιώθει ξένος. Σαν πρόσφυγας ανάμεσα σε δυο πατρίδες. Ξένες κι αυτές.