Μία από τις δεκαεπτά ποιητικές συνθέσεις της "Τέταρτης διάστασης" του Γιάννη Ρίτσου επέλεξε το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης για την καλοκαιρινή παραγωγή του, έργα που γράφτηκαν ως αφηγηματικοί θεατρικοί μονόλογοι κατά τη διάρκεια μιας εικοσαετίας (1956-75) και έχουν στην πλειονότητά τους ήρωες από τους αρχαίους μύθους. Ο Βασίλης Παπαβασιλείου, που σκηνοθετεί, έχει συνδέσει το όνομά του με τον ποιητή και τη συγκεκριμένη συλλογή, καθώς η "Ελένη" που παίχτηκε επί δεκαετία σε δική του σκηνοθεσία και ερμηνεία αποτέλεσε σημαντικό καλλιτεχνικό σταθμό για τον ίδιο και το ελληνικό θέατρο. Τώρα, παραδίδει τα ερμηνευτικά ηνία στον σπουδαίο Μανώλη Μαυροματάκη, για να ερμηνεύσει έναν άλλον από τους μυθικούς ήρωες: τον ρωμαλέο αρχηγό των Σαλαμινίων που πήρε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο και, όταν δεν του δόθηκαν τα όπλα του νεκρού Αχιλλέα, επιτέθηκε οργισμένος στους συμπολεμιστές του˙ στην πραγματικότητα, όμως, επρόκειτο για ένα κοπάδι ζώα, καθώς η Αθηνά συσκότισε την κρίση του, γεγονός που του προκάλεσε μεγάλη ντροπή και τον οδήγησε στην αυτοκτονία.
Ο "Αίας" γράφτηκε στα χρόνια της εξορίας του Ρίτσου στη Λέρο και στη Σάμο (1967-69) και, όπως στα υπόλοιπα έργα της "Τέταρτης διάστασης", ο ποιητής βλέπει τον ήρωα απογυμνωμένο από τη μυθική υπόσταση και την αίσθηση μεγαλείου, ενώ τον τοποθετεί σε μια συνθήκη ενδοσκόπησης, εξομολόγησης και αναστοχασμού. Χώρος δράσης είναι ένα σκοτεινό, αμπαρωμένο σπίτι, που κατακλύζεται από τα ίχνη της μανίας: ο Αίας "ένας μεγαλόσωμος, πολυδύναμος άντρας κείτεται χάμου στο πάτωμα, ανάμεσα σε σπασμένα πιατικά, κατσαρόλες, σφαγμένα ζώα".
Λέγεται ότι η τέταρτη διάσταση είναι ο ιστορικός χρόνος κι εδώ ο Αίας, λίγο πριν την αυτοκτονία του, κάνει τον απολογισμό του, κρίνει τους συντρόφους του, καταλήγει στη ματαιότητα του ηρωισμού και των θυσιών του: "Τι να τις κάνεις πια τις δόξες, τα έπαθλα, τα εγκώμια. Τίποτα δεν είναι. Τίποτα κι η αποτυχία κι η χλεύη. Χάνονται κι αυτά μαζί μας. Δε ζήτησα ποτέ μου σκλάβους, θαυμαστές, υποτελείς. Μόνο έναν άντρα θέλω σαν ίσος με ίσο να τα πούμε — πού ’ναι τος; Μονάχα ο θάνατός μας είναι του καθενός μας ο ίσος. Όλα τ’ άλλα πρόχειρη λάμψη, συμβιβασμοί, προσχήματα, εθελοτυφλίες". Απευθύνεται σε ένα βουβό πρόσωπο που είναι συνεχώς παρόν, μια γυναίκα (τη γυναίκα του;), "χλωμή, ξαγρυπνισμένη, τρομαγμένη, κι ίσως μυστικά οργισμένη", και μέσω αυτής αναμετριέται με το παρελθόν και το παρόν του.
Ο Βασίλης Παπαβασιλείου επισημαίνει: "Το θέατρο του Ρίτσου είναι ένα θέατρο γλώσσας και ιδεών. Το ανθρώπινο πάθος, είτε τη "γυναικεία” ψυχή αφορά είτε την "ανδρική”, φωτίζεται στοργικά και συνάμα ανελέητα ως έρμαιο μιας υπέρτερης διαπλοκής δυνάμεων, που φέρουν τα ωραία ονόματα Πόθος, Δόξα, Ομορφιά και συνθέτουν το δίχτυ της Μοίρας μας. Το έργο του Γιάννη Ρίτσου συνομιλεί με το κείμενο του μεγάλου τραγικού, διασταυρώνοντας τις αρετές της γλωσσικής εικονοπλασίας με τη δύναμη της θεατρικής συνθήκης".
Στην ερμηνεία, ο Μανώλης Μαυροματάκης θα αναμετρηθεί με μία από τις γοητευτικότερες προκλήσεις της καριέρας του. Από τους σημαντικότερους ηθοποιούς της γενιάς του, διακρίνεται για την ευαισθησία και την εσωτερικότητα που φέρει στις ερμηνείες του, και η συγκεκριμένη παράσταση θα είναι μία από τις σπάνιες φορές που θα τον απολαύσουμε σε μονολογικό έργο. Η παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης θα παρουσιαστεί στα δημοτικά θέατρα των δήμου Παπάγου (26/7) και Βύρωνα (27/7), με σκηνικά και κοστούμια του Άγγελου Μέντη, σχεδιασμό φωτισμών του Αλέκου Γιάνναρου και σύνθεση ηχοτοπίων από τον an Van Angelopoulos. Το ρόλο της γυναίκας ερμηνεύει η Μάγδα Καυκούλα.
Περισσότερες πληροφορίες
Αίας
Η παράσταση αποτελεί τη μεταφορά στη σκηνή του ομώνυμου ποιήματος του Γιάννη Ρίτσου. Το ποίημα αυτό έχει τη μορφή αφηγηματικού θεατρικού μονολόγου, όπως και άλλα δεκαέξι συνθέματα του δημιουργού που περιλαμβάνονται στην εμβληματική συλλογή “Τέταρτη διάσταση”, την οποία έγραψε όσο βρισκόταν σε εξορία. Το κείμενο του Ρίτσου, όπως και η παράσταση, επικεντρώνεται στη φιγούρα του πολεμιστή στον Τρωϊκό Πόλεμο Αίαντα, όπως παρουσιάζεται στην τραγωδία του Σοφοκλή που φέρει το όνομά του. Μέσα από τη μορφή του παραπλανημένου ήρωα, που χάνει τη λογική του εξαιτίας της Αθηνάς και αυτοκτονεί, το έργο εξετάζει το ανθρώπινο πάθος, που εκτίθεται ως αναδρομή, έχοντας ως όχημα τη γλώσσα.