Πρόκειται για ένα μεγάλο, φιλόδοξο εγχείρημα του Στάθη Λιβαθινού και της ομάδας του η παρουσίαση σε ενιαία παράσταση δύο άπαιχτων έως τώρα κειμένων, ποιητικής πνοής και πνευματικού μεγαλείου. Συνδέονται μεταξύ τους μέσα από την ιστορική προσωπικότητα του Καζανόβα και τη λογοτεχνική φιγούρα του Δον Ζουάν και τις φωτίζουν με νέο, πέρα από το αναμενόμενο, πρίσμα. Πρόκειται για τον "Δον Ζουάν" του Λόρδου Μπάιρον και το "Τέλος του Καζανόβα" της Ρωσίδας ποιήτριας Μαρίνα Τσβετάγεβα, έργα δύο σπουδαίων προσωπικοτήτων, που θα μας αποκαλυφθούν κι αυτές μέσα από τα κείμενα. Έτσι, χάρη στις μεταφράσεις σε ομοιοκατάληκτο στίχο που δημιουργήθηκαν ειδικά για την παράσταση (από τον Γιώργο Κοροπούλη για τον "Δον Ζουάν" και την Έλσα Ανδριανού για το "Τέλος του Καζανόβα") θα δουν το φως της σκηνής δύο έργα που γεννήθηκαν σε ταραγμένους καιρούς: το πρώτο στις αρχές 19ου αιώνα, λίγο πριν ο Μπάιρον αναμιχθεί ενεργά στην Ελληνική Επανάσταση, και το δεύτερο στις αρχές του 20ού, λίγο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Και οι δύο συγγραφείς ήταν "φλεγόμενοι άνθρωποι", κατά τον Στάθη Λιβαθινό, "γι’ αυτό και δημιούργησαν κείμενα με τρομερή ποιητική δυναμική. Μέσα σε αυτή την πεζότητα που μας περιβάλλει πρέπει να ακουστούν, θέλουμε να τα υπερασπιστούμε", είπε. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι πως μιλούν για το "φαινόμενο όχι του έρωτα, αλλά του έρωτα για τη ζωή. Πρόκειται για δύο ελεγείες για τη ζωή, η μία όταν αυτή είναι στην αρχή της, καθώς ο Δον Ζουάν (με τον τρόπο που τον χειρίζεται ο Μπάιρον) είναι ένα δειλός και φοβισμένος ‘πρωτοετής’, ενώ τον Καζανόβα τον συναντούμε όταν είναι έτοιμος να αποχωρήσει δια παντός". Κι έτσι μπαίνει στο κάδρο και το θέμα του Κενού: "στη ζωή, όσο πλήρης κι αν είναι, πάντα κάτι θα λείπει", σχολιάζει.
Δεκαέξι χιλιάδες στίχους αριθμεί το ποιητικό κείμενο του Μπάιρον, από τους οποίους επιλέχτηκαν μόνο τα cantos, τα έμμετρα κομμάτια που περιλαμβάνουν τα πιο πυκνά σημεία της υπόθεσης, ενώ το "Τέλος του Καζανόβα" είναι μέρος μιας τριλογίας˙ στην παράσταση έχει επιλεχτεί το τελευταίο κομμάτι της, που πραγματεύεται την ιδέας της ζωής που πεθαίνει αλλά ξαναγεννιέται μέσα από την ομορφιά. Κι αυτό χάρη στη συνάντηση του ήρωα όταν είναι πια σε φάση αποχώρησης (τον υποδύεται ο Άρης Τρουπάκης) με μια πολύ νεότερή του γυναίκα (Ειρήνη Λαφαζάνη), "μια συνάντηση ιδιαίτερης σημασίας, που δεν πηγαίνει σε προφανή μονοπάτια αλλά χαρακτηρίζεται από μια αμοιβαία ανταλλαγή", όπως σχολίασε η ηθοποιός. Ο Τρουπάκης ανήκει στους σταθερούς συνεργάτης του Λιβαθινού, ενώ η Λαφαζάνη συμμετέχει για πρώτη φορά σε παράστασή του, κάτι που αποτυπώνει τη γενικότερη σύνθεση της ομάδας: ηθοποιοί που μετρούν χρόνια συνεργασίας με τον σκηνοθέτη δίπλα σε νεότερους και νεότερες ηθοποιούς που προσήλθαν πρόσφατα.
Συνεργάτης του από το 1999, ο Βασίλης Ανδρέου επισημαίνει πως ο Λιβαθινός του έχει δώσει ρόλους "που έχουν να κάνουν με το φως και άλλους που έχουν να κάνουν με το σκοτάδι, κι αυτό είναι σπουδαίο", για να συμπληρώσει: "ειδικά καθώς ο καιρός των ομάδων φθίνει, εγώ είμαι περήφανος που ανήκω σε μία". Στην παράσταση ερμηνεύει τον Λόρδο Μπάιρον κατά τη στιγμή που γεννάει το έργο και τον ήρωά του, και μας δίνει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να γνωρίσουμε τον ποιητή που έχουμε ταυτίσει, άδικα, μόνο με την Αγώνα του 21: "Ο Μπάιρον φέρει στη σκηνή το βρετανικό χιούμορ. Κλείνει πάντα τις οκτάβες του με τσιτάτα, με ένα χαρακτηριστικό εγγλέζικο αστείο. Έχει κομψότητα, είναι ανατρεπτικός, διεισδύει στα ερωτικά σκάνδαλα και στα οικογενειακά θεμέλια και τα υπονομεύει, συγκρούεται με τη θρησκεία, τους ομότεχνούς του, τη λογοτεχνική κριτική. Ξύνει πληγές, αλλά μόλις πάει να σε πονέσει, αλλάζει ύφος. Είναι sparkling, σαν μια ωραία σαμπάνια! Συμπεριφέρεται σαν παιδί που παίζει, σαν μαριονετίστας και ταχυδακτυλουργός".
Ως στοίχημα για να πραγματοποιηθεί η συνάντηση της εποχής μας με τη σπουδαία, παραγνωρισμένη εδώ, προσωπικότητα του Άγγλου ποιητή χαρακτηρίζει την παράσταση και ο Γιώργος Δάμπασης (που ερμηνεύει τον πατέρα του Δον Ζουάν): "ως τώρα εχει παρουσιαστεί κυρίως ως φιλέλληνας κι ελάχιστα ως ποιητής. Να αποφασίσουμε τι θα αναγνωρίσουμε από τον Μπάιρον", σχολιάζει και προσθέτει πως ο ποιητικός του τρόπος να σατιρίζει γεγονότα και πρόσωπα προσφέρεται για αναγωγές στη σημερινή εποχή: "αυτή τη συνάντηση του 2023 με έναν άνθρωπο του 1820 θέλουμε να υπηρετήσουμε". Στο δεύτερο μέρος της παράστασης θα εμφανιστεί το πρόσωπο της Τσβετάγεβα, ένας εφευρημένος ρόλος που προέκυψε από την επιθυμία να παρουσιαστούν οι μορφές και των δύο ποιητών. Θα την ερμηνεύσει η Μαρία Σαββίδου, παρ’ όλ’ αυτά δεν χρειάστηκε να γραφτεί νέο, πρωτότυπο κείμενο: "Αν εξαιρέσουμε ένα ποίημά της που δεν ανήκει στην τριλογία, ο ρόλος μου στηρίζεται στο υλικό του Καζανόβα", μας είπε. "Είναι απίστευτο το γεγονός πως ακόμη και οι σκηνικές οδηγίες που δίνει, ο τρόπος που περιγράφει τα πρόσωπα, έχουν κάτι βαθιά ποιητικό, κι έτσι προκύπτει ο ρόλος μου από αυτά" σημείωσε. "Είναι σαφές πως πρόκειται για μια γυναίκα που η γραφή της είναι η ζωή της".
Ο Δον Ζουάν του Μπάιρον δεν έχει καμία σχέση με αυτόν που ξέρουμε ή φανταζόμαστε: "ανταποκρίνεται στον έρωτα με μια γνησιότητα και έναν αυθορμητισμό. Δεν ειναι ο ηδονιστής διαφθορέας, ένα τέτοιο κείμενο σε αυτή τη φάση δεν θα με ενδιέφερε", σχολιάζει ο Λιβαθινός. Τον ήρωα, που θεωρείται προβολή, alter ego του ποιητή, θα ερμηνεύσουν ο Δημήτρης Φιλιππίδης και ο Στάθης Κόικας. Ως έναν αντιήρωα τον χαρακτηρίζει ο πρώτος, επισημαίνοντας πως ο συγγραφέας τού επιφυλλάσσει μια μη αναμενόμενη ανάγνωση: "ο Μπάιρον αντιστρέφει το μυθικό πρόσωπο, έχει μια ερευνητική διάθεση απέναντί του. Ο δικός του Δον Ζουάν είναι έρμαιο περισσότερο, ξεβράζεται στα πράγματα που του συμβαίνουν", ενώ ο Κόικας τον παρομοιάζει με ένα "βέλος σε τόξο. Η μητέρα του προσπαθεί να τον κρατήσει μακριά απ’ οτιδήποτε έχει να κάνει με τη σαρκική επαφή, αλλά όσο τραβάς το βέλος προς τη μία κατευθυνση, τόσο θα πάει με φόρα προς την άλλη. Αυτό συμβαίνει μαζί του˙ όταν καταφέρει να ξεφύγει από το κλειστό πλαίσιο της διαπαιδαγώγησής του, αρχίζει να ζει έντονα και απαγορευμένα".
Αντιθέτως, ο Καζανόβα του δεύτερου μέρους βρίσκεται στην τελευταία ημέρα της ζωής του: το θέμα αυτού του έργου είναι "σαφώς η αναχώρηση", μας είπε ο Άρης Τρουπάκης. "Υπάρχει όμως και η συνάντηση με μια γενιά που τώρα έρχεται. Ένας αιώνας που φεύγει και ένας αιώνας που έρχεται. Η αναπόφευκτη συνάντηση και σύγκρουση μεταξύ τους", ενώ η Μαρία Σαββίδου συμπλήρωσε: "η Τσβετάγεβα τόλμησε να γράψει ένα κείμενο για μια συνάντηση ανάμεσα σε έναν άντρα πολύ μεγάλης ηλικίας με ένα κορίτσι που τώρα ξεκινάει τη ζωής της. Με μια πρώτη ματιά αυτό ξενίζει, όμως κρύβει κάτι πολύ προχωρημένο ακόμη και για εμάς: είναι μια συνάντηση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που, πέρα από το φύλο και την ηλικία τους, σε κάτι μοιάζουν. Η Τσβετάγεβα μοιάζει να δημιουργεί το πρότυπο του νέου Καζανόβα στη μορφή μιας γυναίκας, ενός νεαρού κοριτσιού. Κι όταν λέω ‘Καζανόβα’ εννοώ έναν τρόπο ζωής ελευθερίας που δεν ανταποκρίνεται στην στερεοτυπική αποτύπωση της γυναίκας".
Ο Λιβαθινός ακολουθεί το δρόμο του αφηγηματικού θεάτρου, "ένα μικτό, καίριο είδος, το οποίο απελευθερώνει τον ηθοποιό, ποτέ εις βάρος και της λογοτεχνίας", κατά τα λεγόμενά του. Σε αυτή την παράσταση, έχει την ευκαιρία να ασχοληθεί παράλληλα με την αφηγηματική και με τη θεατρική γλώσσα, αφού ο "Δον Ζουάν" είναι αμιγώς ποιητικός, ενώ ο "Καζανόβα" έχει θεατρική δομή: "το ένα είδος με κάποιο τρόπο υποδέχεται το άλλο", σχολιάζει˙ "η παράσταση ξεκινάει με αφηγηματική δομή, που εξελίσσεται σε θεατρική". Μια διαδικασία δημιουργική για τους ηθοποιούς, όχι μόνο αυτούς που έχουν αποκτήσει κοινούς κώδικες με τον σκηνοθέτη μέσα από την πολύχρονη τριβή τους, όπως ο Νίκος Καρδώνης, που τονίζει πως "οι ηθοποιοί είμαστε συνδημιουργοί της παράστασης. Το εφέ της είναι ο εαυτός μας, το σώμα και η φωνή μας. Και ειδικά στο αφηγηματικό θέατρο, όπου δεν χτίζουμε ψυχολογικά πορτρέτα και μιλάμε για υλικά περισσότερο παρά για ρόλους [ο ίδιος υποδύεται τρεις], η όλη διαδικασία είναι ακόμη πιο δημιουργική".
Αισθήματα που μοιράζονται και οι νέες ηθοποιοί της ομάδας: η Πολυξένη Παπακωνσταντίνου (θα ερμηνεύσει την Τζούλια), που στο "Berlin Alexanderplatz" το φετινό χειμώνα υπέγραψε την πρώτη της συνεργασία με τον Στάθη Λιβαθινό αλλά και την πρώτη της επαγγελματική εμφάνιση˙ ως μια "ανάσα καθαρού αέρα" χαρακτηρίζει την παράσταση που βρίσκεται εν τη γεννέσει της, παράσταση "με πολλά κωμικά στοιχεία μέσα στην τραγικότητά της, ανάλαφρη αλλά όχι επιπόλαιη, που συμπυκνώνει ζωή και πάθος" και επισημαίνει την εμπιστοσύνη του σκηνοθέτη "σε κάθε άτομο γι’ αυτό που θα φέρει στην πρόβα"˙ η Θεόβη Στύλλου, επίσης, πρωτοεμφανιζόμενη στο "Berlin Alexanderplatz", κάνει λόγο για την ελευθερία που δίνει ένα ποιητικό κείμενο στη σύνθεση της παράστασης και του ρόλου της (ερμηνεύει τη μητέρα του Δον Ζουάν), ενώ η Ειρήνη Λαφαζάνη επισημαίνει πως ο τρόπος του Λιβαθινού "προσαρμόζεται ανάλογα με τις ανάγκες του ηθοποιού και πώς αυτός θα ανοιχθεί. Χτίζει με τον καθένα μια ξεχωριστή επικοινωνία μέσα στη μεθοδολογία που ακολουθεί".
Ο έμμετρος ποιητικός λόγος, και μάλιστα δύο διαφορετικών συγγραφικών ειδών, είναι μια επιπλέον πρόκληση. "Μας αφορά να περάσει το κείμενο, το μέτρο και η ιστορία", λέει ο Στάθης Κόικας, "να μην μοιάζει το κείμενο απαρχαιωμένο, γιατί δεν είναι. Θέλουμε, κρατώντας τον στίχο, να το κάνουμε άμεσο, να μην ακούγεται σαν μια απαγγελία ποιήματος, γιατί ο Μπάιρον δεν έγραφε έτσι. Ήταν άμεσος, με καυστικό χιούμορ και ανατρεπτικούς ήρωες, έγραφε για πράγματα που μας απασχολούν, δεν είναι ένα σκονισμένο κείμενο που προσπαθούμε εμείς να ξεσκονίσουμε. Λάμπει απο μόνο του", ενώ ο Άρης Τρουπάκης λέει για τον λόγο της Τσβετάγεβα: "είναι έμμετρος αλλα απολύτως ανθρώπινος και κατανοητός. Ποιητικός, αλλά την ίδια στιγμή πατάει πάνω στην πραγματικότητα, σε θέματα που καταλαβαίνουμε αμέσως, δεν χρειάζονται αποκρυπτογράφηση".
Στις δύο νέες μεταφράσεις, λοιπόν, της Έλσας Ανδριανού και του Γιώργου Κοροπούλη, που "έχουν υπερβεί τον εαυτό τους" κατά τα λεγόμενα του σκηνοθέτη, θα συντεθεί επί σκηνής μια τραγική φάρσα. Έτσι τη χαρακτηρίζει ο Νίκος Καρδώνης: "ξεκινάει με πολύ λαμπερά χρώματα, αλλά σιγά σιγά σκοτεινιάζει καθώς στην παράσταση συνομιλούν ένας έφηβος στα δεκάξι του και ενός άνδρας στη δύση του. Υπάρχει μια συγγένεια μεταξύ τους, αν και ποτέ δεν ενώνονται σε έναν ήρωα".
Στην παράσταση που θα παρουσιαστεί στις 14-18 Ιουνίου στον Χώρο Δ της Πειραιώς 260, τα σκηνικά και κοστούμια είναι της Ελένης Μανωλοπούλου, η μουσική του Θοδωρή Αμπαζή, οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου. Παίζουν: Βασίλης Ανδρέου, Γιώργος Δάμπασης, Νίκος Καρδώνης, Στάθης Κόικας, Ειρήνη Λαφαζάνη, Λίλλυ Μελεμέ, Πολυξένη Παπακωνσταντίνου, Μαρία Σαββίδου, Θεόβη Στύλλου, Άρης Τρουπάκης, Δημήτρης Φιλιππίδης.