Ενάντια στις επιφυλάξεις που σχετίζονταν με την post Covid πραγματικότητα και τη γενικότερη οικονομική επισφάλεια, η προσέλευση των θεατών και ο αριθμός των παραστάσεων δεν αφήνουν αμφιβολίες ότι το ελληνικό θέατρο είναι ένας ζωντανός οργανισμός που ξέρει να επιβιώνει. Φέτος, μάλιστα, παλιές πιάτσες αναζωογονήθηκαν: αυτή της Πατησίων γύρω από την Ομόνοια (Βεάκη, Αλκυονίς, Προσκήνιο, Άλφα-Ιδέα, Alhambra Art Theatre), αλλά και στην Πλάκα, όπου επαναλειτούργησε με νέα διεύθυνση το θέατρο "Μπέλλος", ενώ το θέατρο ARK προστέθηκε στην ήδη θεατρική γειτονιά της Κυψέλης. Συνολικότερα, ένα νέο ηλικιακά κοινό ήρθε στο θέατρο· σίγουρα, η ανανέωση του ενδιαφέροντος οφείλεται και στην ανανέωση του θεατρικού ύφους, στο "εξωστρεφές" ρεύμα που δημιουργήθηκε μετά την πανδημία, με παραστάσεις με μουσικό στίγμα και υψηλή σκηνική ενέργεια.
Οι "Παίχτες" και ο "Τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού" ήταν αυτές που δημιούργησαν τη νέα τάση, γι’ αυτό κι επαναλήφθηκαν φέτος με την ίδια αθρόα προσέλευση θεατών. Παρενθετικά, αξίζει να σημειωθεί πως οι επαναλήψεις καταλαμβάνουν σημαντικό μέρος του ρεπερτορίου: αφορούν μακροχρόνιες επιτυχίες ("Οι 12 ένορκοι" από την Κων/να Νικολαΐδη), νεοελληνικά έργα ("170 τετραγωνικά" του Γ. Τσουρή), ιδιαίτερες προτάσεις, χειροποίητου ύφους ("Αίας" από τον Γιώργο Νανούρη, "Θέλω να σου κρατάω το χέρι", το στοίχημα των Τάσου Ιορδανίδη και Θάλειας Ματίκα), έργα εμπνευσμένα από σημαντικές προσωπικότητες ("Η μηχανή του Τούρινγκ", από τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο), δυνατά έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου ("Ταξίδι μεγάλης ημέρας μέσα στη νύχτα", από τον Δημήτρη Καραντζά). Οι επιτυχημένες παραστάσεις που επαναλήφθηκαν ήταν, βέβαια, πολύ περισσότερες και παραλείπονται εδώ για λόγους οικονομίας.
Η μουσική κατακτά το θέατρο
Ο μουσικός χαρακτήρας κυριάρχησε και τη φετινή σεζόν, όπως διακρίναμε από την έναρξή της, οδηγώντας σε τολμηρά όσο και ευφάνταστα εγχειρήματα: κορυφαίο αυτό του Εθνικού, που ανέβασε σε σκηνοθεσία Αμάλιας Μπένετ μια μουσική εκδοχή της ιστορικής ταινίας "Τα φώτα της πόλης"· σε άλλο σκηνικό και μουσικό ύφος, αλλά στο ίδιο ρεύμα εντάχθηκαν το "Σπιρτόκουτο: The musical" από τους Γιάννη Νιάρρο και Αλέξανδρο Λιβιτσάνο (Στέγη Ιδρύματος Ωνάση), οι "Εύθυμες κυράδες" των Θ. Καραμουρατίδη-Γ. Ευαγγελάτου σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Γιοβανίδη (Δημοτικό Πειραιά), η "Χριστουγεννιάτικη ιστορία" ως σκοτεινό ροκ μιούζικαλ με τίτλο "Scrooge & Ghosts & Rock ‘n’ Roll" από τους Στ. Κορκολή-Γ. Ευαγγελάτο, σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη (Μέγαρο).
Δίπλα σε αυτές, είδαμε μιούζικαλ και μουσικοθεατρικές παραστάσεις ("Hedwig and the angry inch", "Άντρες με τα όλα τους" κ.ά.), ενώ υπήρξαν δεκάδες ακόμη που πόνταραν στην επένδυση με ζωντανή μουσική. Είναι, άλλωστε, η χρονιά που είδαμε περισσότερο από ποτέ τραγουδιστές και τραγουδίστριες να συμμετέχουν σε παραστάσεις: Έλλη Πασπαλά και Χάρις Αλεξίου ("Μια νύχτα στην Επίδαυρο"), Σαβίνα Γιαννάτου ("Τα φώτα της πόλης"), Κώστας Μακεδόνας ("Έκτο πάτωμα"), Πάνος Μουζουράκης και Θοδωρής Μαραντίνης ("Scrooge"), Αλέκα Κανελλίδου και Τζώρτζια Κεφαλά ("Γεια - the musical").
Η έβδομη τέχνη στο σανίδι
Το "Σπιρτόκουτο" και τα "Φώτα της πόλης" σηματοδότησαν ακόμη μία τάση που έκανε αισθητή την παρουσία της, τη μεταφορά του κινηματογράφου στο θεατρικό σανίδι. Πολλές αγαπημένες ταινίες απέκτησαν σκηνική ζωή: "Dogville" από τη Λίλλυ Μελεμέ, "Ο κύκλος των χαμένων ποιητών" από τον Κων/νο Ασπιώτη, "Άσπρο πάτο/Another round" από τον Θ. Αθερίδη, "Ζορμπάς" από τον Γιάννη Κακλέα κ.ά. Τέτοιες επιλογές αντιστοιχούν συνήθως σε μεγάλα και ψυχαγωγικά θεάματα, ένα εγχείρημα οικονομικά ριψοκίνδυνο, γι’ αυτό οδήγησε στις περισσότερες περιπτώσεις σε ασφαλείς σκηνοθετικές λύσεις, αν και ο Γιώργος Παπαγεωργίου τόλμησε μια μίνιμαλ εκδοχή του "Θάνατος στη Βενετία", όπως και η Βίκυ Βολιώτη στις "Επικίνδυνες σχέσεις".
Με την ισχύ της κωμωδίας και των μεγάλων πρωταγωνιστών
Επίσης, η δύναμη της (εμπορικής) κωμωδίας επιβεβαίωσε την ανάγκη να υπάρξουν θεάματα για το ευρύ κοινό που δίνουν οικονομική ανάσα στους παραγωγούς: "Μπαμπάδες με ρούμι" από τους Μ. Ρέππα-Θ. Παπαθανασίου, "Μπακαλόγατος ή Της κακομοίρας" από τον Γιώργο Βάλαρη, "Σεσουάρ για δολοφόνους" από τον Νικορέστη Χανιωτάκη. Ισχυρότερη ήταν η παρουσία παραστάσεων που στηρίχθηκαν στη δύναμη και το κύρος κοινωνικών και δραματικών έργων, σε ανεβάσματα με δυνατές πρωταγωνιστικές διανομές: "Da" από τον Πέτρο Ζούλια με τον Γρηγόρη Βαλτινό, "Φιλουμένα Μαρτουράνο" από τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο με τους Μαρία Ναυπλιώτου και Μελέτη Ηλία, "Ψηλά απ’ τη γέφυρα" από τον Γιώργο Νανούρη με τους Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη και Ιωάννα Παππά, "Οικόπεδα με θέα" από τον Νικορέστη Χανιωτάκη με Γιάννη Μπέζο, Άρη Λεμπεσόπουλο, Μάκη Παπαδημητρίου κ.ά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως αρκετές από τις παραστάσεις θα επαναληφθούν του χρόνου.
Το ρίσκο του ρεπερτορίου
Με αυτά τα δεδομένα, η τόλμη που επιδεικνύουν σκηνοθέτες και παραγωγοί οι οποίοι αναλαμβάνουν ιδιαίτερες ρεπερτοριακές επιλογές είναι αξιοσημείωτη. Τέτοιο ρίσκο πήρε ο Θωμάς Μοσχόπουλος, με την "Pomona" του Άλιστερ ΜακΝτάουαλ, το πλέον εκκεντρικό έργο που είδαμε φέτος, όπως και άλλοι σκηνοθέτες που παρουσίασαν σε πανελλήνια πρώτη άγνωστα έργα, επιμένοντας στην αξία τους: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ("Μια άλλη Θήβα"), Μάνος Καρατζογιάννης ("Χάπι"), Τάκης Τζαμαργιάς ("Photograph 51"), Γιώργος Σκεύας ("Η ράβδος"), Κων/να Νικολαΐδη ("Άκρως συμπαντικό").
Επίσης, αναπάντεχες συνεργασίες και μεγάλα προσωπικά στοιχήματα δικαιώθηκαν σε παραστάσεις όπως της Ελένης Ράντου στον μονόλογό της "Το πάρτι της ζωής μου", που σκηνοθέτησε ο Ανέστης Αζάς, του Ακύλλα Καραζήση με το ολιγοπαιγμένο "Ο παγοπώλης έρχεται" του Ο' Νιλ και της Κάτιας Δανδουλάκη με το νουάρ "Διάλεξε το θάνατό σου, αγάπη μου", σε σκηνοθεσία Μ. Ρέππα-Θ. Παπαθανασίου.
Θέατρο σκηνοθετών
Το θέατρο που υπηρετούν, ο καθένας με το δικό του ύφος, είδαμε στις παραστάσεις των Δημήτρη Καραντζά, που επέμεινε φέτος στο κλασικό ρεπερτόριο ("Θείος Βάνιας", "Ρωμαίος και Ιουλιέτα"), Θόδωρου Τερζόπουλου, με το ποιητικό, αφαιρετικό και τελετουργικό "Ρέκβιεμ", Δημήτρη Τάρλοου, με μια σύγχρονη ανάγνωση του Ίψεν ("Το κουκλόσπιτο"), Γιάννη Χουβαρδά, αναμετρώμενου για πρώτη φορά με τον κόσμο του Καμί ("Η παρεξήγηση), Βασίλη Μπισμπίκη, με την προσωπική μεταφορά του Ντοστογιέφσκι στην Αθήνα του σήμερα ("Έγκλημα και τιμωρία: Αθήνα"), Στάθη Λιβαθινού, μετρ της σκηνικής αναβίβασης του αφηγηματικού θεάτρου ("Berlin Alexanderplatz"), Νίκου Μαστοράκη (με το τολμηρό έργο του Φασμπίντερ, "Ελευθερία στη Βρέμη") και Άρη Μπινιάρη, που διάβασε τον Μπρεχτ μέσα από ένα εικαστικό και μουσικό πρίσμα ("Η άνοδος του Αρτούρο Ούι").
Τα δύο τελευταία έργα εντάχθηκαν σ’ ένα συνολικότερο ρεύμα που αφορά το ναζισμό, μαζί με τις παραστάσεις "Αντίο, Βερολίνο" (Αγγέλων Βήμα), "Μπεντ" από τον Πέτρο Ζούλια (Χώρα), "Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος" από τη Γεωργία Μαυραγάνη (Tempus Verum), "Ένα σπίτι φωτεινό σαν μέρα" από τον Γιάννη Μόσχο (Εθνικό).
Το κερδισμένο στοίχημα του Εθνικού
Μιλώντας για το Εθνικό, πρόκειται για ένα κερδισμένο στοίχημα οικονομικό και καλλιτεχνικό, παρά την πληγή που επέφερε η πολυήμερη παύση των παραστάσεων λόγω των καταλήψεων. Με τις επιλογές του, κάλυψε τις ανάγκες για ένα ρεπερτόριο που θα διευρύνεται από παραστάσεις κλασικού κύρους (αν και οι "Βρικόλακες" του Ίψεν, που σκηνοθέτησε ο Σταμάτης Φασουλής, δεν απέφυγαν την παγίδα μιας υπερβολικά συντηρητικής απόδοσης) και την παρουσίαση νέων έργων (όπως "Ο άνθρωπος απ’ το Παντόλσκ" που μας σύστησε ο Γιώργος Κουτλής) μέχρι τον γόνιμο πειραματισμό (αξιοσημείωτη η δραστηριότητα της Πειραματικής Σκηνής, όχι χωρίς αστοχίες αλλά και μια κορυφαία στιγμή, το "Goodbye, Lindita" από τον πλέον ανερχόμενο Μάριο Μπανούσι).
Ακόμη, το "Έτος Μολιέρου" μάς έδωσε την ευκαιρία όχι μόνο να απολαύσουμε τρεις διαφορετικές παραστάσεις του "Μισάνθρωπου" (από τη Μαρία Μαγκανάρη, τον Γιάννη Κακλέα και τον Πέτερ Στάιν), αλλά και να δούμε πόσες διαφορετικές οπτικές χωράει το ίδιο έργο (του ίδιου συγγραφέα παίζεται και ο "Ταρτούφος", σε σκηνοθεσία του Γ. Νταλιάνη).
Το ελληνικό έργο και η διαχρονική γοητεία των μονολόγων
Τεράστια κατηγορία από μόνο του αποτελεί το ελληνικό έργο, συνεχίζοντας την αξιοσημείωτη επιτυχία που σημειώνει τα τελευταία χρόνια. Κυρίως έργα της ρεαλιστικής τάσης, που εκπροσωπήθηκε με έργα παλαιότερων και νεότερων συγγραφέων: Ιάκωβου Καμπανέλλη ("Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια", σε μια ιδιαίτερη σκηνοθετική απόδοση του Γιάννου Περλέγκα στο Θ. Τέχνης), Βασίλη Κατσικονούρη ("Καλιφόρνια Ντρίμιν 2" από τον Δημήτρη Μυλωνά στο Από Μηχανής), Γιάννη Τσίρου ("Τα μάτια τέσσερα" από τον Γιώργο Πυρπασόπουλο στο Ιλίσια-Βολανάκης), Γιωργή Τσουρή ("Μακριά από παιδιά" από τον Γιώργο Παλούμπη, επίσης στο Ιλίσια Βολανάκης), ενώ ο "Κωλόκαιρος" του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου (από τον Γιώργο Παλούμπη, στο "Τζένη Καρέζη") και το "Τάο" του Γιώργου Καφετζόπουλου (από τη Δανάη Σπηλιώτη, στο Επί Κολωνώ) επιβεβαίωσαν ότι τα έργα που φέρνουν στο προσκήνιο το λούμπεν στοιχείο βρίσκονται ψηλά στις προτιμήσεις των θεατών.
Αξιοσημείωτη ήταν και η παρουσία του Γιώργου Καπουτζίδη ("42497"), που σε άλλο δραματουργικό ύφος έθεσε σύγχρονους προβληματισμούς σε θέματα οικολογίας, καταπίεσης και έμφυλων ταυτοτήτων, ενώ η πατριαρχία και η έμφυλη βία απασχόλησε όχι μόνο τον "Γάμο" του Μάριου Ποντίκα (Επί Κολωνώ), αλλά και τους ηθοποιούς Γιώργο Χριστοδούλου και Δημήτρη Αγαρτζίδη στα πρώτα έργα που υπέγραψαν ("Ο συνεργός" και "Ζάχαρη", αντίστοιχα).
Συνολικά υπήρξε μια σειρά παραστάσεων ελληνικών και ξένων έργων που έθεσαν ζητήματα queer ορατότητας, ισότητας, έμφυλης βίας και έμφυλων ταυτοτήτων, χρησιμοποιώντας διαφορετικούς σκηνικούς κώδικες ("Πεταλούδες στο στομάχι" από τον Κων/νο Ρήγο, "Την Τρίτη στο σούπερ μάρκετ" από τον Φαίδωνα Καστρή, "Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου" από τον Χρήστο Θεοδωρίδη, "Φοβάμαι, ταυρομάχε" από την Άννα Βαγενά, "Η νύχτα των μυστικών" από την Αικατερίνη Παπαγεωργίου, "Με σιχάθηκα αλλά και πάλι όχι εντελώς" βασισμένο σε διηγήματα της Λένας Κιτσοπούλου κ.ά.).
Υπήρξαν, επίσης, δημιουργοί που επέλεξαν να αναμετρηθούν με ένα κομμάτι ελληνικής Ιστορίας: ο Παντελής Φλατσούσης στην "Άκρα ταπείνωση" και η Σοφία Καραγιάννη στο "Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς", ενώ οι 4Frontal με τα "Μπλε καστόρινα παπούτσια" βρήκαν το ιδανικό κείμενο που πάντρεψε την Ιστορία με την queer οπτική.
Τέλος, οι θεατές αγκάλιασαν μια σειρά μονολόγων, που αναδεικνύουν τον ηθοποιό ως επίκεντρο του θεατρικού σύμπαντος: είτε στηριγμένους σε βιογραφίες, όπως της Φλέρυς Νταντωνάκη ("Το τραγούδι της Φλέρυς" με την Ελένη Κοκκίδου), του Άντι Γουόρχολ ("Άντυ" με τον Μιλτιάδη Φιορέντζη), της Σωτηρίας Μπέλλου ("Σωτηρία με λένε" με την Κάτια Γκουλιώνη), της Έλλης Ζάχου-Ταχτσή ("Η μάνα αυτουνού" με τη Ράνια Σχίζα), είτε μυθοπλαστικούς: "Ανθρώπινη φωνή" με τη Λουκία Μιχαλοπούλου, "Σίρλεϊ" με την Ελένη Ουζουνίδου, "Τσιτάχ. Η ερημιά του τερματοφύλακα" με τον Γιώργο Νινιό, "Μάκης" με τον Ερρίκο Λίτση.