Συμπλήρωσες τριάντα εφτά χρόνια στο θέατρο. Τι κρατάς, τι αφήνεις και τι εύχεσαι για το μέλλον;
Κρατάω τους ανθρώπους που συνεργάστηκα αγαπημένους καλλιτέχνες, ηθοποιούς, μαστόρους, ηλεκτρολόγους, νέους, μεγαλύτερους, την Μελίνα Μερκούρη πρώτη υπουργό πολιτισμού που γνώρισα, ένας ολόκληρος κόσμος που στήριξε μία περιπέτεια που συνεχίζεται. Μία μοναχική ανεξάρτητη παραδειγματική πορεία, χωρίς κανένα δίχτυ ασφαλείας, ενός θεάτρου ρεπερτορίου, που στάθηκε από επιλογή με μεγάλο προσωπικό κόστος εκτός αγοράς ότι και αν σημαίνει αυτό, επένδυσε σε κείμενα, παρουσίασε συγγραφείς από τον Χάινερ Μύλλερ στη Τσβετάγιεβα, Έλληνες και ξένους, δοκίμασε αρχικά σε ένα παλιό ξυλουργείο και τώρα στο ιστορικό θέατρο φίλων αγαπημένων, μία γλώσσα θεατρική αναζητητική. Εύχομαι κάθε κύκλος που ανοίγει να είναι γενναίος, σήμερα πιο πολύ από κάθε άλλη φορά.
Ποια είναι η μέθοδος που ακολουθείς στη δουλειά σου;
Η μέθοδος μου ξεκινάει από την πολύ αργή, εσωτερική, αποκλειστικά μέσα μου, επιλογή του κειμένου και της δραματουργίας του. Ξεκινάω από το τι θέλω να πω, βαθιά μέσα μου και προς τα πού θέλω να το πω. Ακολουθώντας μία πορεία αναζήτησης με συνεργάτες που ξανακοιτάζουν με βλέμματα διαφορετικά και δοκιμάζουν την αντοχή, τη δύναμη, την πρωτοτυπία κάθε σκέψης μπαίνω κάποια στιγμή στην πρόβα. Η πρόβα είναι για μένα μία μαθηματική διαδικασία σειρών, αλλεπάλληλων επικαλύψεων, ανοιχτών και κλειστών δοκιμών, που μαθηματικά δομημένες αρχίζουν να συγκλίνουν προς ένα κέντρο. Χωρίς ποτέ ο πυρήνας αυτός να αποκτήσει σύνορα, τον αφήνω αντίθετα, να αποκτήσει με τους ηθοποιούς και τους συνεργάτες την δική του αυτόνομη ζωή. Βλέπω το θέατρο σαν την μαθηματική αφηρημένη δημιουργία, κάθε φορά από την αρχή ενός ξεχωριστού κόσμου που ορίζεται από μικρά ανεξάρτητα σύμπαντα.
Αν γυρνούσες πίσω το χρόνο τι θα άλλαζες;
Θα προσπαθούσα να γίνω περισσότερο υπομονετικός και εφευρετικός σε λύσεις, απέναντι στις δυσκολίες. Και ήταν άπειρες αυτές που συνάντησα. Όσο μεγαλώνω ψάχνω να βρω τα λάθη. Και νομίζω ότι αργά συμφιλιώνομαι και αποδέχομαι τα λάθη και τα τραύματα, τα κενά και τις παραλείψεις.
Επιλέγεις έργα με την καρδιά ή με το μυαλό;
Με την καρδιά μου, αυτή με οδηγεί. Είμαι παρορμητικός, αφήνω στον προσωπικό μου κόσμο να επιλέξει πλευρά. Αφήνω την καρδιά μου να ερωτευτεί πρόσωπα, κόσμους, λέξεις και να συνθέσω μετά.
Πως σε βρήκε το lockdown και πως το διαχειρίστηκες δεδομένου ότι εκτός από σκηνοθέτης είσαι και παραγωγός;
Με βρήκε σε μία πού δύσκολη προσωπική συγκυρία, μετά από μία απόφαση σκληρή, η οποία άλλαξε τη ζωή μου και η οποία κόστισε πολύ σε όλα τα επίπεδα. Παίρνοντας μία δύσκολη αιφνιδιαστική απόφαση γύρισα στον εαυτό μου, με μοναξιά μεγάλη, τραβώντας μία διαχωριστική γραμμή από πράγματα για τα οποία πάλεψα. Αντιμετώπισα ένα θάνατο στις αρχές της πανδημίας, άρχισα να επανεξετάζω πολλά. Μέσα στην πανδημία όμως δημιούργησα μερικά πράγματα για τα οποία είμαι πολύ περήφανος: "Σε ποιο μέρος της μνήμης μου κατοικείς Κύριε" πάνω στη ρήση του Αγ. Αυγουστίνου, σε παρακλητικές προσευχές και στου Συριγμούς του Σάμουελ Μπέκετ. "Τον κλήρο του μεσημεριού" για το ραδιόφωνο της ΕΡΤ και την "Εξαγωγή – Έξοδο" του Εζεκιήλ στη Δήλο.
Πόσο εύκολα ανεβαίνει πλέον μια παράσταση από επίπεδο χρηματοδότησης και παραγωγής; Έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο με τον οποίο γίνεται το ελληνικό θέατρο;
Νομίζω ότι δύσκολα επιβιώνουν τα θέατρα ρεπερτορίου. Στο θέατρο Σημείο διαλέξαμε τον πιο δύσκολο δρόμο επιλέγοντας να μην γίνουμε σούπερ μάρκετ θεάτρου, αλλά να κρατήσουμε ένα διακριτό στίγμα καλλιτεχνικών επιλογών. Τα τελευταία δέκα – δεκαπέντε χρόνια, όμως για πολλούς λόγους, παραγωγοί, ιδρύματα, δημόσιο χρήμα, όλο και λιγότερο κατευθύνονται στην ανεξάρτητη δημιουργία. Αυτό έχει ένα τεράστιο κόστος ακόμα και στην διαμόρφωση της αισθητικής του κοινού και συνακόλουθα των επιλογών του. Μόνη λύση η αλλαγή της εκπαιδευτικής καλλιτεχνικής λειτουργίας και η εκ νέου προσέγγισή της από την Πολιτεία.
Σκηνοθετείς το αισθηματικό δράμα "Χιροσίμα αγάπη μου" της Μαργκερίτ Ντιράς. Γιατί διάλεξες να αφηγηθείς αυτήν την ιστορία τώρα;
Γιατί με ενδιαφέρει η φόδρα των ανθρώπων. Με ενδιαφέρει αυτό που δεν λέγεται στην ανθρώπινη περιπέτεια, αυτό που είναι αδύναμο και αδύνατο να εκφραστεί. Η ψυχή μας βουτάει στα βάθη συναισθημάτων και ενστίκτων που την καθορίζουν. Δημιουργούν ακατανόητες συμπεριφορές, πάθη αλλά κυρίως καθορίζουν την προσωπική μας μυθολογία. Γι’ αυτά αξίζει το θέατρο, γι’ αυτούς τους κόσμους. Η Ντιράς μέσα από μια ερωτική ιστορία διαπραγματεύεται το θέμα της ιστορικής μνήμης και την επιρροή που έχει στην διαμόρφωση της ατομικής ταυτότητας και της ανθρώπινης επικοινωνίας.
Ποιες είναι οι δικές σου σκέψεις για τις προσωπικές ιστορίες, την ιστορική μνήμη αλλά ακόμη ευρύτερα, τη μοίρα και τη συλλογική ιστορία;
Δε νομίζω ότι ο άνθρωπος είναι ένα όν ξεκομμένο από την ιστορική στιγμή. Είναι βαθιά πολιτική η σύλληψη του ανθρώπινου όντος και των σχέσεων του, μέσα στο ιστορικό σπίτι του. Και έτσι φυσικά σήμερα και πάντα το θέατρο είναι πολιτική πράξη, καλλιτεχνική πολιτική επιλογή. Είμαστε δίπλα σε μια καινούργια Χιροσίμα. Είμαστε σε οικογενειακά τραπέζια χωρίς φαγητό, με ανθρώπους στο δρόμο. Διακρίνω σήμερα γύρω μου, έλλειψη λογικής, ανόητη
πληροφορία και υπερκατανάλωση, κι αυτό με κάνει να μιλήσω για το απόλυτο τραύμα, για το ασύλληπτο κακό που είναι η Χιροσίμα.
Η ηρωίδα του έργου, μια Γαλλίδα ηθοποιός, βρέθηκε στη Χιροσίμα και το παρελθόν της συνάντησε τον πυρηνικό όλεθρο και το τραύμα που εξακολουθούσαν να βιώνουν οι κάτοικοί της. Πόσο εύκολα μπορεί ο θεατής να ταυτιστεί μαζί της;
Η Ντιράς συνδυάζει την προσωπική απώλεια και την διαπόμπευση της γυναίκας με την ιστορία που εκτυλίσσεται γύρω της, ερήμην. Και η συντριβή της είναι πολλαπλή. Πέρα από τα γεγονότα που έχουν την μορφή τιμωρίας ,υπάρχει μία τρομακτική ανεξέλεγκτη αδυναμία κατανόησης της απώλειας της ενθύμησης των προσωπικών γεγονότων. Η μνήμη γλιστράει και αυτό που ήταν κάποτε μοναδικό και λαμπερό, ο πρώτος έρωτας, χάνεται σαν την άμμο στην άκρη της θάλασσάς. Όλοι μας θυμόμαστε πως έτρεμαν τα πόδια μας στο πρώτο φιλί και όλοι μας ξεχάσαμε τη γεύση του.
Ποιες είναι, οι σημερινές καταστροφές που εξακολουθούν να διχάζουν την ανθρωπότητα;
Η υπερσυγκέντρωση πλούτου στα χέρια ολίγων, εταιρειών και ανθρώπων, η κλιματική αλλαγή και η αντιμετώπιση της φύσης, η υπερκατανάλωση στην οποία ωθούμεθα, η βιοηθική, η οποία αντικαθιστά αντί να λύνει την ανεκτικότητα, την υπομονή και την συμπεριληπτικότητα. Αργά και σταθερά η ανθρώπινη μνήμη του ουσιώδους και αναγκαίου, χάνεται και αντικαθίσταται από την ευκαιρία.
Στην ταινία του 1959 ο Αλέν Ρενέ κατάφερε μέσω ενός περίπλοκου συνδυασμού φλασ-μπακ, να αλλάξει την έννοια του υποκειμενικού χρόνου στο σινεμά και δημιουργεί μία οπτικοακουστική σύνθεση σε λυρισμό και δραματική δύναμη. Θεατρικά πως διαχειρίζεσαι την έννοια του χρόνου;
Φυσικά με κείμενα, πρόσωπα και σχέσεις. Στη διαδικασία της πρόβας δημιούργησα δύο νέα πρόσωπα ακριβώς για να αντιμετωπίσω την πολύπλοκη διαστρωμάτωση μεταξύ του υποκειμενικού, του αντικειμενικού, του εσωτερικού κόσμου και του ιστορικού κόσμου. Το θέατρο έχει τη δική του δύναμη, έχει κείμενα και ηθοποιούς για να παράγουν εικόνες και συναισθήματα. Δημιούργησα έναν απαλό ψίθυρο της ανθρώπινης ανάγκης με διαρκή και σπειροειδή κείμενα και συμπεριφορές που εναλλάσσονται και ταυτόχρονα επαναλαμβάνονται μεταλλαγμένες. Θέλησα να δημιουργήσω μία μικρή λίμνη μέσα στην οποία πέφτουν βότσαλα ανθρώπινα. Το έργο του Ρενέ, η Ντιράς με έστρεψαν να δημιουργήσω μία παράσταση απέναντι στα στερεότυπα του σύγχρονου ανθρώπου. Μια παράσταση αυστηρώς ακατάλληλη για βιαστικούς, αλλά μια παράσταση για ονειροπόλους.
Μιά αργή παράσταση.
Ποια είναι η αγαπημένη σου σκηνή στην παράσταση;
Όλες, αλλά κυρίως η στιγμή που αποκαλύπτεται η αδυναμία του πόθου, η συντριβή του αρσενικού, η παράκληση της στύσης και ταυτόχρονα η τεράστια, σχεδόν αρχαϊκή δύναμη να σηκωθεί και να συνεχίσει.
Αποφάσισες να την σκηνοθετήσεις έχοντας τους συγκεκριμένους ηθοποιούς στο μυαλό σου;
Δεν θα μπορούσα να κάνω το έργο χωρίς την Λητώ, τον Όμηρο, τον Βαγγέλη και την Ιωάννα Μακρή. Με αυτούς συνέλαβα αυτή τη μορφή του έργου από τη πρώτη
στιγμή. Τους το χρωστάω. Δουλέψαμε μαζί 4 μήνες βαθιά και όμορφα, με γενναιοδωρία απίστευτη όπου ο ένας εγκατέλειψε στον άλλο όλες τις δυναμικές, χτίζοντας μια θεατρική χειρονομία.
Ποιες εμπειρίες ανακτάς από τη δουλειά σου ως σκηνοθέτης και ως δάσκαλος;
Νομίζω ότι γίνομαι καλύτερος άνθρωπος. Αν κάτι έμαθα διδάσκοντας είναι η γενναιότητα των νέων, ο τρόπος που η τέχνη γίνεται βαθιά ανθρώπινη δημοκρατική, ανανεώνει και ανανεώνεται. Έμαθα να ακούω και να εκπλήσσομαι από την ανθρώπινη φύση. Και έμαθα να ανοίγω τα αυτιά μου και να μην φοβάμαι το νέο που έρχεται και είναι αλαζονικό, επιθετικό, ακατάτακτο.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σου;
Ήδη ασχολούμαι μαζί με άλλους 40 ανθρώπους με το "Ισλαχάνε". Είναι μία πρόταση η οποία εγκρίθηκε από το ΥΠΠΟ μέσα στα πλαίσια του προγράμματος "Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός" και είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος και υπερήφανος γι’ αυτό μαζί με τους συνεργάτες μου.
Περισσότερες πληροφορίες
Χιροσίμα Αγάπη μου
Θεατρική μεταφορά της κορυφαίας γαλλο-ιαπωνικής ταινίας του 1959 σε σενάριο της Μαργκερίτ Ντιράς για τον απόλυτο έρωτα και τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.