Μια γυναίκα δημιουργεί μια παράσταση για μια άλλη γυναίκα, την βασίλισσα Αμαλία. Τι πυροδότησε την επιθυμία σας να σκηνοθετήσετε την παράσταση "Amalia melancholia, η βασίλισσα των φοινίκων";
Στην αρχή ήταν μια απλή περιέργεια με αφορμή κάποια δημοσιεύματα στο διαδίκτυο που αφορούσαν την Αμαλία, το ζήτημα της ατεκνίας, τις πολιτικές συνέπειες που είχε και τις φήμες - αφού δε βρέθηκε ποτέ επίσημη αναφορά - που ακολούθησαν την πράξη της νεκροψίας της. Μέχρι τότε δεν ήξερα, όπως οι περισσότεροι πολλά. Ήξερα μόνο τη στολή Αμαλία που φορούσαν τα κορίτσια στις παρελάσεις - δεν είμαι σίγουρη αν την φορούν ακόμη - και τη λεωφόρο Β. Αμαλίας, που την μπέρδευα για χρόνια με τη λεωφόρο Β. Όλγας. Στη συνέχεια, συνεχίζοντας το διάβασμα και την έρευνα για αυτήν, μου αποκαλύφθηκε ένα απολύτως γοητευτικό, αντιφατικό πρόσωπο, παρεξηγημένο και εντελώς άγνωστο, όχι μόνο σε μένα. Ένα ρομαντικό πρόσωπο που ονειρευόταν να ριζώσει στην Ελλάδα κάνοντας ένα παιδί, αλλά τελικά κατάφερε κάτι ακόμα ωραιότερο, κάτι ακόμα σπουδαιότερο, να δημιουργήσει έναν Κήπο "μοναδικό στο είδος του". Υπάρχει ακόμη βέβαια ένα άλυτο μυστήριο γύρω από αυτήν, γύρω από το θέμα της στειρότητάς της και τη σχέση της με τον Όθωνα - μόνο εικασίες μπορούν να κάνουν σήμερα οι γιατροί για το τί συνέβαινε πραγματικά στο σώμα της, τί ήταν "δυσλειτουργικό". Αυτό το σώμα-εμπόδιο που τελικά έγινε πηγή δημιουργίας και ζωής, με απασχόλησε πολύ τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.
Όσον αφορά το ύφος του κειμένου, τον "τόνο" του, με επηρέασε ο τρόπος που προσέγγισε ο Ζαχαραίας Παπαντωνίου τη βιογραφία του Όθωνα. Αντιμετωπίζει αυτόν και την Αμαλία ως πρόσωπα που πάλευαν με ένα πεπρωμένο, παρακινημένα από ιδεαλισμό και ρομαντικά ιδεώδη. Όσον αφορά τον κύριο κορμό του κειμένου, βασίστηκα στις 887 επιστολές της ίδιας της Αμαλίας προς τον πατέρα της, Παύλο Φρειδερίκο Αύγουστο του Ολδεμβούργου - για τον οποίο έτρεφε αισθήματα λατρείας. Ανέτρεξα ακόμη στα ιατρικά έγγραφα - γνωματεύσεις που αντάλλασσαν οι Έλληνες και οι Ευρωπαίοι γιατροί της Αμαλίας και σε σύγχρονες ιατρικές έρευνες. Καθώς δεν πρόκειται για μια ιστορική βιογραφία αλλά για μια παράσταση εμπνευσμένη από την Αμαλία, υπάρχουν στην παράσταση και πρωτότυπα κείμενα που εξυπηρετούν τη δραματουργία.
Υπάρχει κάτι που σας ξάφνιασε ευχάριστα ή δυσάρεστα ερευνώντας την ιστορία για την πρώτη βασίλισσα της Ελλάδος;
Έγραφε πολύ ωραία, γλαφυρά, είχε χιούμορ και πολιτική οξυδέρκεια. Ήταν μια γυναίκα γεννημένη για να δημιουργεί ζωή, με επιμονή, πείσμα αλλά γεμάτη, όπως και πολλοί από εμάς, με αυταπάτες. Ήταν ικανή να κάνει τα πάντα προκειμένου να μείνει μέχρι το τέλος της ζωής της στην αγαπημένη της Ελλάδα, στον τόπο των ονείρων της, όπως έλεγε. Στο τέλος ο Όθων δεν άντεξε, δεν υπέκυψε στο αίτημά της να βρουν τρόπο να αναχαιτίσουν την τελευταία επανάσταση που είχε ως αποτέλεσμα την οριστική έξωσή τους από τη χώρα. Τα τριάντα χρόνια που παρέμειναν στην Ελλάδα, έγινα είκοσι επαναστάσεις εναντίον τους και δύο απόπειρες δολοφονίας εναντίον της Αμαλίας. Πίστευαν ότι αν την έβγαζαν από τη μέση, ο Όθωνας θα έφευγε οικειοθελώς. Ωστόσο, ακόμα και μετά την έξωση, αυτή ήλπιζε ότι οι Έλληνες θα αναγνωρίσουν το λάθος τους και θα τους ανακαλέσουν. Δεν ήταν υπέρ της συνταγματικής μοναρχίας, αλλά τα επιχειρήματά της δύσκολα τα αντικρούει κανείς ακόμα και σήμερα. Υποστήριζε ότι οι Έλληνες χρειάζονταν περισσότερο χρόνο για να αφομοιώσουν έννοιες και ιδέες μέχρις ότου να είναι πραγματικά έτοιμοι για Σύνταγμα και κοινοβουλευτισμό. Ασκούσε κριτική στον μιμητισμό και τα πολιτισμικά δάνεια. Είπε κάποιος ότι η Αμαλία ήταν μια "εστεμμένη αναρχική" και μου άρεσε. Της πηγαίνει αυτός ο αντιφατικός χαρακτηρισμός.
Πόσα πράγματα έχουν αλλάξει στην νοοτροπία μας από την εποχή του Όθωνα και της Αμαλίας μέχρι σήμερα;
Με θλίψη διαπιστώνω πως δεν έχουν αλλάξει πολλά. Συχνά νιώθω ότι ζω σε ένα κράτος οικογενειών και διαδόχων. Περιμένουμε συνέχεια κάτι από τους άλλους, αλλά όχι από τον εαυτό μας. Αυτά τα κρίνει και η Αμαλία, παρόλο που η ίδια πέρασε τα πάνδεινα επί 16 χρόνια για να δώσει στο ελληνικό κράτος έναν διάδοχο. Βέβαια, έχουν συμβεί σημαντικά πράγματα τις τελευταίες δεκαετίες που αφορούν κοινωνικά ζητήματα. Έχω την ελπίδα ότι η νέα γενιά θα δει και θα αντιμετωπίσει διαφορετικά, πιο δημιουργικά, πιο τολμηρά, τις διάφορες παθογένειες της ελληνικής μας κοινωνίας.
Συμφωνείτε με την άποψη της Σιμόν Ντε Μποβουάρ πως "Ο γάμος είναι περιορισμός, αστικοποίηση, αλλά και θεσμοθετημένη παρέμβαση του κράτους στην ιδιωτική ζωή των πολιτών";
Με απασχόλησαν περισσότερο, σε αυτό το έργο, οι σκέψεις της Σιμόν ντε Μποβουάρ για τη γυναίκα σε σχέση με το είδος της και την αναπαραγωγική λειτουργία. Για την υποτέλεια της γυναίκας στο είδος της. Για την υποδούλωση του οργανισμού της στην αναπαραγωγική λειτουργία. Επίσης, η σκέψη της Μποβουάρ για τη γυναίκα που έχει περάσει το χρονικό όριο της αναπαραγωγικής ηλικίας. Η γυναίκα τότε αποτελεί το "τρίτο φύλο" : δεν είναι ούτε αρσενικό ούτε θηλυκό και πολλές φορές αυτή η αυτονομία της φυσιολογίας της δίνει τη δυνατότητα να εκφραστεί με υγεία, ισορροπία, ζωτικότητα που δεν διαθέτει κατά την αναπαραγωγική της φάση.
Διαλέξτε πέντε λέξεις που περιγράφουν την Αμαλία.
Παχαίνω, φυτεύω, χορεύω, καλπάζω, ονειρεύομαι
Τι είδατε στην Έμιλυ Κολιανδρή και την επιλέξατε για το ρόλο της Αμαλίας;
Δεν είχε τίποτα από την Αμαλία όπως πραγματικά ήταν ούτε από την Αμαλία όπως την είχα αρχικά φανταστεί, αυτό ακριβώς ήταν που με έκανε να της κάνω την πρόταση. Υπάρχει φόβος να περιοριστεί κανείς σε αυτό που φαντάζεται αρχικά ως μορφή. Η Έμιλυ είναι το σώμα και η φωνή μιας Αμαλίας. Μια εκδοχή της. Μια πιθανότητα. Η ιδανική, θα έλεγα, για μένα.
Ποιες είναι οι βασικές οδηγίες που δώσατε στους συνεργάτες σας για την σύνθεση της μουσικής, το σκηνικό, τα κοστούμια, τα βίντεο, τους φωτισμούς;
Στη μουσική και τον ήχο δουλέψαμε επισταμένα με τον Γιώργο Μιζήθρα, που είναι μαζί μας σε κάθε πρόβα - χωρίς αυτόν η Έμιλυ δεν ξεκινάει πρόβα - και τον συνθέτη Σταύρο Γασπαράτο. Δουλέψαμε πάνω σε ηχητικά τοπία, πρωτότυπες συνθέσεις και δοκιμές πάνω στο Lacrimosa του Mozart - που μου είχε γίνει έμμονη ιδέα. Αρκετοί αφηγούνται ότι μετά την έξωση από την Ελλάδα, στον πύργο της Βαμβέργης, τα μάτια της Αμαλίας έτρεχαν ασταμάτητα "ποταμούς δακρύων". Η ξεχασμένη, παχιά, χήρα Αμαλία πρόσμενε κάποιον επισκέπτη να της φέρει νέα από την Ελλάδα για να κλάψει. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου πρότεινε σε όποιον θα αποφάσιζε ποτέ να φτιάξει ένα μνημείο για την Αμαλία, να την κάνει βρυσούλα στον Εθνικό Κήπο.
Η Ιωάννα Τσάμη φτιάχνει κοστούμια με αναφορές στην εποχή της Αμαλίας, επιλέξαμε όμως να μην κατευθυνθούμε στη γνωστή φορεσιά "Αμαλία". Όσον αφορά στο σκηνικό, η Εύα Μανιδάκη επεξεργάστηκε την προτεινόμενη ιδέα για ένα είδος μουσείου φυσικής και πολιτικής ιστορίας και, ως αρχιτέκτονας, εμπνεύστηκε από τον ίδιο τον χώρο της Σκηνής Ω του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Η ίδια λέει ότι το σκηνικό είναι το σώμα της Αμαλίας. Ο Παντελής Μάκκας έχει αναλάβει να φέρει, μέσω της τεχνολογίας και του βίντεο, τη φύση δίπλα στην Αμαλία. Η αρχική βασική κατεύθυνση / συνθήκη για όλους ήταν ένα είδος μουσείου φυσικής ιστορίας. Ένα vivarium μέσα στο οποίο παρακολουθούμε το είδος γυναίκας Amalia melancholia να δοκιμάζεται και να παρακολουθείται με στόχο τη διαιώνισή του. Την ίδια στιγμή η Αμαλία συνομιλεί με έναν πατέρα, γήινο ή ουράνιο και τη φύση, τα ζώα και τα φυτά.
Τι είναι αυτό που θέλετε να πάρει το κοινό μαζί του, φεύγοντας από την παράσταση;
Μια διαφορετική αίσθηση του χρόνου. Έμπνευση και όρεξη για ζωή. Δημιουργώ ζωή δε σημαίνει αποκλειστικά αναπαράγομαι και πληθύνομαι κατακυριεύοντας την γη. Η παράσταση είναι ένα είδος μνημείου για την Αμαλία που δεν κατάφερε να γεννήσει ένα παιδί αλλά γέννησε έναν κήπο. Νομίζω, μετά την παρακολούθηση της παράστασης, θα είναι διαφορετική η επόμενη βόλτα στον Εθνικό Κήπο για το κοινό. Ίσως αντιληφθεί την αξία του φυσικού μνημείου. Θα ήθελα να νιώσει το αίσθημα της συνέχειας, της προοπτικής. Ότι μπορούμε να κάνουμε πράγματα για τους ανθρώπους που θα έρθουν μετά από εμάς, κι αυτό είναι κάτι ωραίο.
Περισσότερες πληροφορίες
Amalia melancholia, η βασίλισσα των φοινίκων
Αν ήταν φυτό, θα της έδιναν το όνομα Amalia melancholia. Η ίδια ευχήθηκε να της δώσει η ιστορία τον τίτλο της βασίλισσας των φοινίκων. Μια παράσταση για τη βασίλισσα Αμαλία, τη γυναίκα που στιγματίστηκε για την ατεκνία της αλλά χάρισε στην Αθήνα τον Εθνικό Κήπο. Η σκηνοθέτρια αντλεί υλικό από τις επιστολές της προς τον πατέρα της, από διάσπαρτες ιστορικές μαρτυρίες και από τα απόρρητα έγγραφα των γιατρών. Η Αμαλία της είναι μια γυναίκα μεταξύ μυθοπλασίας και ιστορίας, μεταξύ στειρότητας και γονιμότητας, μεταξύ μουσειακού εκθέματος και ζώου υπό παρακολούθηση με σκοπό την αναπαραγωγή. Είναι ένα σώμα σε κατάσταση δημιουργικής μελαγχολίας που βρίσκει τη δική του γραμμή φυγής προς μια άλλη διάσταση πέραν των κοινωνικών επιταγών. Εκεί, στο αληθινό της βασίλειο, η Αμαλία εκπληρώνει την αποστολή της και διαιωνίζει το είδος της, γίνεται Κήπος.