«Είστε θεές!» έλεγε η 15χρονη μαθήτρια που καθόταν πίσω μου την ώρα του χειροκροτήματος, απευθυνόμενη στις πέντε «ηθοποιούς» της παράστασης «Καθαρή Πόλη». Αν ήμουν κι εγώ δεκαπέντε, το ίδιο θα αναφωνούσα. Γιατί οι κυρίες Mabel Mosana, Rositsa Pandalieva, Fredalyn Resurreccion, Drita Shehi και Valentina Ursache, εκτός από μητέρες και μετανάστριες, οι οποίες έφτασαν στη χώρα μας πριν χρόνια από διαφορετικές «ρημαγμένες» χώρες η κάθε μία, αφήνοντας πίσω τους παιδιά, οικογένεια, σπίτια, σπουδές, επαγγέλματα και ακαδημαϊκές καριέρες –όλο αυτό που αποκαλούμε «ζωή»-, είναι όλες τους ανεξαιρέτως απίστευτα χαρισματικές περφόρμερ. Δεν παίζουν κάποιο ρόλο. Δεν είναι, εξάλλου, ηθοποιοί. Τους εαυτούς τους ερμηνεύουν. Ο εαυτός είναι, εξάλλου, η νέα ανακάλυψη του θεάτρου.
Πέντε ζωές μέσα σε 75 λεπτά. Πέντε «φωνές» της πολυπολιτισμικής Αθήνας πάνω στη σκηνή (Αλβανία, Βουλγαρία, Μολδαβία, Νότια Αφρική, Φιλιππίνες). Έχουν κληθεί από τους σκηνοθέτες τους να μας θυμίσουν κάτι που οφείλουμε να γνωρίζουμε όλοι ήδη από το νηπιαγωγείο: πως όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι, διαφορετικοί και με τα ίδια δικαιώματα. Η ιστορική συγκυρία (μεταναστευτικό, οικονομική κρίση, νέα γεωπολιτικά συμφέροντα, νεοφασισμός, ασφαλιστικό κ.ο.κ.) είναι σα να προ(σ)καλεί το ανέβασμα του θεατρικού πρότζεκτ των Ανέστη Αζά-Πρόδρομου Τσινικόρη.
Η «Καθαρή Πόλη», διαρθρωμένη και στοιχειοθετημένη βάσει των θεματικών, των λογικών και των πρακτικών του ντοκουμενταρίστικου «θεάτρου της πραγματικότητας» φέρνει στη σκηνή το σύνθετο θέμα της μετανάστευσης και, αντί για ηθοποιούς, τους «ειδικούς» επί του ζητήματος: πέντε μετανάστριες-καθαρίστριες. Στο ευφάνταστο σκηνικό-σαν δωμάτια ενός μοτέλ σε κοινή θέα (σκηνογραφία-ενδυματολογία: Ελένη Στρούλια), οι πέντε πρωταγωνίστριες κάνουν τις απαραίτητες συστάσεις και ανά στιγμές μας τραγουδούν, μας μιλούν για τις πρώτες τους εντυπώσεις από την Ελλάδα («Οι άσπροι εδώ δουλεύουν!» ή «Οι νιπτήρες είναι από μάρμαρο!»), μας δείχνουν τι ήταν το πρώτο πράγμα που αγόρασαν εδώ (ένα παλτό από το Zarra, μια ζωγραφιά της Ακρόπολης από τη λαϊκή κ.λ.π.), μας μιλούν για τις σπουδές τους και την πρώτη τους δουλειά (από εκεί που δίδασκε Ιστορία του κομμουνισμού και του μαρξισμού, η Αλβανίδα μητέρα του γνωστού σκηνοθέτη Ένκι Φεζολάρι, βρέθηκε να σφουγγαρίζει σκάλες), με μια «ατάκα» τους και μόνο θίγουν το ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο («Άλλα περιμέναμε από την Περεστρόϊκα») και με άλλη μία στηλιτεύουν το ελληνικό σύστημα («το φακελάκι»).
Αποδεικνύονται και οι πέντε ιδανικές για να μας αποκαλύψουν, δίχως κανένα συναισθηματισμό, τον άνθρωπο πίσω από τις ταμπέλες «μετανάστρια», «καθαρίστρια», «νταντά», «κυρία που φροντίζει τον παππού» κ.λ.π. Αποδεικνύονται, επίσης, οι καλύτερες «δασκάλες» για να διδάξουν, δίχως κανένα διδακτισμό, το μεγάλο μάθημα του αντιρατσισμού και του αντιφασισμού, της κοινωνικής συνοχής και της πολυπολιτισμικής συμβίωσης στους μαθητές των σχολείων αυτής της χώρας. Μιλώ για μαθητές σχολείων. Γιατί θεωρώ πως, στη δραματουργική και ιδεολογική βάση της, η «Καθαρή πόλη» δεν ξεπερνά τα στοιχειώδη. Οι Αζάς και Τσινικόρης εμμένουν σε κάποιους σταθμούς στη βιογραφία των συγκεκριμένων γυναικών δίχως να διευρύνουν ή να εμβαθύνουν στα μη αυτονόητα: στο γεωπολιτικό, κοινωνιολογικό και ανθρωπολογικό πλέγμα που όρισε (και ορίζει) τις ζωές τους και στο φλέγον ζήτημα της ενσωμάτωσης/συνοχής, ενώ δεν επεκτείνουν περαιτέρω ούτε τη θεωρητική βάση της έννοιας του «καθαρού» παρ’ εκτός από τις υποσημειώσεις στα βίντεο που συνοδεύουν την παράσταση. Εμμένουμε, έτσι, κι εμείς, ως θεατές, να θαυμάζουμε τον ηρωισμό καθώς και τη θεατρική πυγμή αυτών των πέντε γυναικών, παρακολουθώντας ένα θέαμα απαράμιλλης εκπαιδευτικής ισχύος πρωτίστως όμως για το μαθητικό και εφηβικό κοινό.
Κάτι τελευταίο: όπως δεν είμαι βέβαιη για τη θεατρικοποίηση του εαυτού, έτσι βρίσκω και αμφιλεγόμενο έως και προβληματικό το ομαδικό ξεφάντωμα υπό τους ήχους ενός σκυλάδικου, λίγο πριν κλείσει η παράσταση. Δεδομένου ότι, εκτός από αστείο, λειτουργεί δυνάμει σαν εικόνα ενσωμάτωσης στην ελληνική πραγματικότητα, είμαι σίγουρη, χωρίς να θέλω να προσβάλλω τον κύριο Βασίλη Καρρά, ότι υπάρχουν κι άλλα άσματα, λαϊκά και μη, πολύ καταλληλότερα για να ενωθούμε όλοι επάνω σε ένα χορό εκτός από το (καθαρά και μόνο λόγω τίτλου) «Δεν πάω πουθενά».
Όπως και να χει, η ομορφιά και η συγκίνηση, όπως και το βαθύ αίσθημα ανθρωπισμού που διαπνέει την «Καθαρή Πόλη» παραμένουν γεγονότα αδιαπραγμάτευτα.
Περισσότερες πληροφορίες
Καθαρή πόλη
Μια παράσταση με θέμα τον ρατσισμό του «καθαρού» και πρωταγωνίστριες μετανάστριες που δουλεύουν ως καθαρίστριες στην Ελλάδα.