
"Silent Night” / οδός Βατσαξή

Η τελευταία εικαστική στιγμή που μοιραστήκαμε το 2024 και είχε σημασία έλαβε χώρα στο σκοτεινό στενάκι της Βατσαξή στην πλατεία Βάθης (αγορασμένο όλο, λέγεται, για μελλοντικές επενδύσεις), ανάμεσα σε αγαπημένα μέλη της κοινότητας, χαζεύοντας τα σύντομα φιλμ - αναστοχασμούς ονείρων δημιουργών που ζουν στα πέριξ (Μανώλης Δ. Λεμός, Κατερίνα Κομιανού, Ελένη Μπαγάκη, Λουίζα Ντούρου, Ελένη Τωμαδάκη, Nicolas Cilins). Ήταν ένα πρελούδιο του προγράμματος "Where Time Becomes a Loop” σε επιμέλεια του Πάνου Φουρτουλάκη, προσκεκλημένου επιμελητή του 3 137 για το 2024-2025, το οποίο αναμένουμε με ενδιαφέρον, όπως και την "έμφαση στην καλλιτεχνική πρακτική στο πεδίο της κινούμενης εικόνας – ενός μέσου που τα τελευταία χρόνια έχει υποεκπροσωπηθεί στην ελληνική εικαστική σκηνή”. Οπτικά χαϊκού, αποσπάσματα του ημερολογίου μιας πόλης που αλλάζει και μιας σκηνής σε αέναη αναμονή που κλείνει τους λογαριασμούς της με τις πενιχρές χρηματοδοτήσεις της χρονιάς για τον σύγχρονο πολιτισμό και ετοιμάζεται για ανατροφοδότηση με τα νέα open calls που μόλις άνοιξαν. "Μάρνη 25, Αθήνα" λέγεται το βίντεο-κολάζ της Ελένης Μπαγάκη που παρακολουθεί τους γείτονές της με φόντο αποσπάσματα από μια αποτυχημένη χολυγουντιανή ταινία που βρήκε στα σκουπίδια, και μαρκάροντας, μέσω και του τίτλου, στο ημερολόγιο το πέρασμά της από μια γειτονιά (και από μια σκηνή) που ποιός ξέρει πώς θα είναι σε λίγα χρόνια. Οι προβολές θα επαναληφθούν στις 28-30/1/25.

"Jacqueline #1: Street Hassle" /Ατενέ

Πρώτη Οκτωβρίου, στο θερινό σινεμά "Ατενέ" στα Πατήσια, σε μια γειτονιά που μοιάζει να περνάει ακόμη κάτω από το ραντάρ του αστικού εξευγενισμού, μια άλλη (;) Αθήνα ζωντανεύει στην οθόνη καθώς ακολουθούμε την τρανς σεξεργάτρια "Tender" (1997) του Χρήστου Δήμα να αναζητά τρυφερότητα ένα βράδυ στους δρόμους της Αθήνας. Λίγο αργότερα, η ατμόσφαιρα έχει κάτι από θρίλερ καθώς βλέπουμε την πρωταγωνίστρια της εμβληματικής φεμινιστικής ταινίας της Helke Sander "From the Reports of Security Guards & Patrol Services Part 1" (1985) να σκαρφαλώνει στην κορυφή ενός γερανού μιας οικοδομής με τα δυο παιδιά της ανά χείρας απειλώντας να πηδήξει αν δεν βρεθεί προσιτή κατοικία για εκείνους μέχρι το βράδυ. Η βραδιά προβολών "Jacqueline #1: Street Hassle" που επιμελήθηκε το artist run project Jacqueline (Δανάη Ηω, Wyatt Niehaus), με έργα όπως αυτά που αναφέραμε, είχε κάτι το μελαγχολικό αλλά και το ενδυναμωτικό ταυτόχρονα. Μια από εκείνες τις στιγμές πίεσης και αναστοχαστικής νοσταλγίας που συνομιλούν διαλεκτικά με το παρελθόν αλλά με το σήμερα, συνθέτουν ενσώματα αρχεία, συν-κινούν και μπορεί να δράσουν εμπνευστικά και χειραφετητικά.

Κατερίνα Κομιανού "Κειμήλια”/ Radio Athènes

Για την Κατερίνα Κομιανού η φτωχή, αναλογική καταγραφή των ιστορικά φορτισμένων χώρων της πόλης είναι αντίσταση, "βαθιά μπλεγμένη με ζητήματα σωματικής παρουσίας και ορατότητας στο δημόσιο χώρο” και τα Super 8 φιλμάκια που παρουσίασε στην πρώτη ατομική της έκθεση "Κειμήλια” στο Radio Athènes τον Απρίλιο του 2024 ήταν ένα τέτοιο μοίρασμα - συνδημιουργία καθημερινών εύθραυστων αντιστάσεων. Με παλιές κάμερες, μουσικές και στίχους από την εναλλακτική Αθήνα του ‘80 και του ‘90 ανά χείρας η Κομιανού αναζητά μέσα από τη δουλειά της να αναδυθούν νέες μορφές έναντι των δομών που επικρατούν. "Ομόνοια μουσείο φεγγάρι”, "Προπύλαια το βράδυ πολυτεχνείο”, "Αρχαιολογικό μουσείο μέσα”, "Πλατεία Αμερικής”… είναι μερικά από κειμήλια που, όπως γράφαμε και παραπάνω, επανεπισκέπτονται το παρελθόν, διεκδικούν ένα διαφορετικό αρχείο - γενεαλογία που φαίνεται να συγκροτείται, αποσπασματικά, και παράγουν νέα φανταστιακά ύπαρξης για όσες δεν χωράμε στην πόλη, χώρα, κοινωνία που μοιάζει κάποιες φορές να φτιάχνεται ερήμην μας.
Liliana Moro, "Σε Χρόνο Μηδέν” / (ex. Rodeo) Sylvia Kouvali Piraeus

κίτρινα κατασκευαστικά πάνελ, 2014 - 2024
Στις αρχές των ‘00s οι γκαλερί της Αθήνας ήταν (με ό,τι κι αν συνεπάγεται αυτό) για τη γενιά μου, το παράθυρό μας στο τι συνέβαινε στον "έξω” κόσμο - που ήταν πιο μικρός και πιο δυτικός. Σε μια εποχή παράξενα εξωστρεφή και εσωστρεφή ταυτόχρονα, είναι ωραίο να μπορούμε να αφιερώσουμε ξανά χρόνο για να μυηθούμε στο έργο μιας σημαντικής καλλιτέχνιδας μέσα από μια καλά οργανωμένη ατομική έκθεση όπως αυτή της "Liliana Moro, Σε Χρόνο Μηδέν” που είδαμε στη γκαλερί της Σύλβιας Κούβαλη σε ενα διάλογο με το έργο του Θανάση Τότσικα. Καθισμένες στους πάγκους της γλυπτικής εγκατάστασης "Οι Τέσσερις Εποχές” (2014-2024) κάτω από τις ομπρέλες παραλίας, έχοντας πρώτα περπατήσει πάνω σε μια αίθουσα γεμάτη σπασμένα γυαλιά, συζητήσαμε με τη Moro για τη φροντίδα που λείπει για την τέχνη και για τον "θόρυβο που πρέπει να κάνουμε κάποιες φορές”. Η νέον πινακίδα ενός κοκτέιλ στο στενό απέξω (Τσιν Τσιν, 2007-2024) δεν σηματοδοτεί ένα ακόμη μπαρ. Πρόκειται για ένα έργο - αναφορά στον εμβληματικό συνεργατικό καλλιτεχνικό χώρο Lo Spazio di via Lazzaro Palazzi (1989-93) στον οποίο συμμετείχε η Moro, στις πρακτικές αλληλεγγύης μέσω των οποίων λειτουργούσε αυτός και στο gentrification που έχει υποστεί πλέον η περιοχή, κάνοντας μια έκκληση για περισσότερο χώρο για τέχνη και λιγότερο για πολυτελή διαμερίσματα.

Φωτογραφίες: Στάθης Μαμαλάκης. Courtesy the artist and Sylvia Kouvali, London / Piraeus
"Efpalinou 14, Athens, 112 53, Greece” / Hot Wheels Athens

Μιλώντας για εσωστρέφεια, ας αναλογιστούμε πόσο συχνά βλέπουμε ξένους επιμελητές να παρουσιάζουν το σκεπτικό τους με τη μορφή μιας έκθεσης στην Αθήνα. Πόσο μάλλον εκθέσεις που να μας αφορούν. Μια τέτοια σπάνια περίπτωση ήταν η ομαδική έκθεση "Efpalinou 14, Athens, 112 53, Greece” στη γκαλερί Hot Wheels Athens. Με αφετηρία την οικιακή αισθητική και την αρχιτεκτονική κληρονομιά του χώρου στη πλατεία Καλλιγά και με σημείο αναφοράς και κεντρικό κορμό τα ζωγραφικά "ensemble” της Anna Oppermann (1940-1993), μιας ξεχωριστής φιγούρας της Γερμανικής εννοιολογικής και μετα-εννοιολογικής τέχνης, o επιμελητής Nicholas Tammens μας παρασύρει σε μια συνειρμική, ανοιχτή αφήγηση για τα "προβλήματα της κατοίκησης” - και δεν μιλάμε για το στεγαστικό. Η μανία με τη χειρωναξία, το "πρόβλημα” του να είσαι καλλιτέχνις, ο ανοιχτός ορισμός της φτωχής τέχνης, το τι συνιστά πατρότητα/μητρότητα μιας ιδέας, το πώς επανεπισκεπτόμαστε/”φροντίζουμε” ιστορικούς καλλιτέχνες μετά τον θάνατό τους είναι μερικά μόνο από τα καλλιτεχνικά ζητήματα που διερευνά αυτή η προσεκτικά επιμελημένη σύνθεση έργων καλλιτεχνών διαφορετικών γενεών και γεωγραφιών που δεν γνωρίζουμε στην Ελλάδα. Τα φωτογραφικά στιγμιότυπα της "φαινομενολογικής” Νέας Υόρκης του ‘70-80 ("Phenomenological New York”) της Bettina (1927-2021), μιας αταξινόμητης εικαστικού που ‘εζησε στο Chelsea Hotel, συνομίλησε με την πρωτοπορία και επανασυστήθηκε στο κοινό πρόσφατα με μέρος του αρχείου της να έχει σωθεί απ’ τα σκουπίδια, το άτιτλο κολάζ από παλιές ταπετσαρίες του Βέλγου Rene Heyvaert (1929-1984), το ηχητικό ντοκουμέντο της επιτελεστικής ανάγνωσης HOUSE (2024) του Steven Warwick, μια ιδιοσυγκρασιακή καταγραφή ταινιών και σειρών που πάνε πέρα από το δίπολο εντός και εκτός είναι μερικά από τα στιγμιότυπα της έκθεσης που έκτοτε επιμένουν και δημιουργούν διαφορετικές ταυτίσεις κάπου ανάμεσα στο Ολυμπιακό Ανατολικό Λονδίνο του 2012 και τη σημερινή Αθήνα.

"... that creeps from the earth” / tavros

Με επίκεντρο τα πειραματικά φιλμ της Sandra Lahire, σημαντικής εκπροσώπου του πειραματικού βρετανικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ‘80, που εκθέτει το σώμα της στις εργασίες εξόρυξης ουρανίου και στις ακτίνες Χ, η ομαδική έκθεση "... that creeps from the earth” στον χώρο τέχνης "tavros” έφερε μαζί ιστορικά και σύγχρονα έργα αλλά και αρχειακό υλικό συνθέτοντας μια εναλλακτική, φεμινιστική αφήγηση των αθέατων διαδρομών της πυρηνικής ενέργειας και βίας και των συνεπειών σε ευάλωτους πληθυσμούς. Επιμελημένη με φροντίδα και εμβρίθεια από την Κυβέλη Μαυροκορδοπούλου που έχει κάνει εκτενή έρευνα για τους καλλιτέχνες που έχουν ασχοληθεί με την πυρηνική ενέργεια, η έκθεση δημιούργησε με επιτυχία χώρους περισυλλογής, ανταλλαγής γνώσεων και αισθήσεων. Με μια συν-αισθηματική, βιωματική αλλά και εννοιολογική ματιά, μακριά από ηρωικές ανδρικές αγιογραφίες τύπου Oppenheimer, αυτό το φεμινιστικό αρχείο διεκδικήσεων ξεδίπλωσε διαφορετικές πτυχές της ιστορίας της πυρηνικής ενέργειας και προσέφερε τροφή για σκέψη για ένα περίπλοκο ζήτημα που αποκτά νέα επικαιρότητα εν μέσω κλιματικής αλλαγής αλλά και greenwashing.
"Ecofeminisms Today: Promiscuous Entanglements”/ Callirrhoë

Η Ελένη Ρήγα είναι μια επιμελήτρια που ερευνά με συνέπεια την οικοφεμινιστική τέχνη και πράξη, διεκδικεί χώρο και φροντίδα για καλλιτέχνιδες που δεν έχουν πάντα ορατότητα αλλά και για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας τους, δημιουργεί "κουκούλια” (εκθέσεις, δράσεις, βιβλία) για την παραγωγή θεωρίας και τη διασταύρωση πρακτικών και σκέψεων ανάμεσα σε εικαστικούς διαφορετικών γενεών και γεωγραφιών που καταπιάνονται με επείγοντα ζητήματα της εποχής, ακόμη κι αν δεν το φωνάζουν πάντα. Στην ομαδική "Ecofeminisms Today: Promiscuous Entanglements” στη γκαλερί Callirrhoë, μια έκθεση επίκαιρη όχι μόνο ως προς τα ζητήματα που κοιτάει αλλά και ως προς το βλέμμα της, ιστορικές αναφορές όπως οι φωτογραφίες από τις πρώτες περφόρμανς της Betsy Damon "A Meditation with Stones for the Survival of the Planet”, συναντούν την καταγραφή της ποιητικής συλλογικής ακτιβιστικής δράσης "Ríos de Gente” της Regina José Galindo, όπου συμμετείχαν πάνω από χίλια παιδιά, έφηβοι και γυναίκες από περιοχές της Γουατεμάλας που έχουν πληγεί από τη μονοκαλλιέργεια, τις υδροηλεκτρικές και εξορυκτικές δραστηριότητες, αλλά και τα γλυπτά της Chloé Royer, "O”, που με οργανικά υλικά αλλά και ψεύτικα νύχια εμπνέονται από τα θαλάσσια ασπόνδυλα αρπακτικά, όπως οι μέδουσες και οι θαλάσσιες ανεμώνες, βάζοντας στο μικροσκόπιο την ίδια την εγγενώς περίπλοκη και αμφιλεγόμενη έννοια του "φυσικού" αλλά και ευρύτερα ζητήματα ταυτότητας και έμφυλων αναπαραστάσεων και προτύπων.

"ΥΓΡΑ”, ΦΥΤΑ/ ΚΕΤ

Παραμένοντας σε υγρά μονοπάτια, μια φορτισμένη συναισθηματικά εμπειρία ζήσαμε το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου στην εμβυθιστική προφορική όπερα "ΥΓΡΑ” που παρουσίασε το εννοιολογικό ντουέτο ΦΥΤΑ (Φοίβος Δούσος, Φιλ Ιερόπουλος) και ο συνθέτης και μουσικός Γιώργος Δούσος στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεως. Απαντώντας στο αίσθημα πνιγμού της εποχής με χιούμορ που δεν αφήνει απέξω την (αυτο)κριτική, κάτι που ξεκίνησε ήδη από το ερωτηματολόγιο θεσμικής κριτικής και υπαρξιακής απόγνωσης που μας περίμενε στη θέση μας, τα ΦΥΤΑ βγήκαν εδώ από τη safe zone τους και παρουσίασαν την πιο ποιητική τους δουλειά μέχρι σήμερα (το λιμπρέτο κυκλοφορεί και ως βιβλίο), μια ανατομία των διαφορετικών σωματικών υγρών και μαζί του "ναρκισσισμού της millennial ηττοπάθειας”. Συνδυάζοντας μουσική, λόγο, AI-generated videos, σωματικότητα και συν-αίσθημα, τα ΦΥΤΑ τραγούδησαν το "τέλος των identity politics” σε ένα θέαμα ηρωικό και πένθιμο με τον δικό τους (που έγινε και δικός μας) αβίαστα ευαίσθητο τρόπο. Μικρά και μεγάλα θέματα της (αθηναϊκής) καθημερινότητας πέρασαν από μπροστά μας μέσα από το πολύ δυνατό κείμενο που σε αγαστή αρμονία με τη μουσική που συνθέτει απρόσμενα στοιχεία, λειτούργησε τελικά περισσότερο ως μια ευρύτερη υπαρξιακή κατάθεση - απόσταξη της δουλειάς των ΦΥΤΩΝ πάνω στο προσωπικό και το εθνικό, όπου αίμα, σάλιο, ούρα αλλά και μαρμαρόσκονη μπερδεύονται γλυκά.

Penny Siopis / ΕΜΣΤ

Στο μάλλον αμήχανο τρίτο μέρος των εκθέσεων και του δημοσίου προγράμματος του κύκλου "Κι αν οι γυναίκες κυβερνούσαν τον κόσμο;” του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, η αναδρομική έκθεση της Νοτιοαφρικανής καλλιτέχνιδας Penny Siopis σε επιμέλεια της Κατερίνας Γρέγου ήταν η πιο δυνατή στιγμή. Ξεδιπλώνοντας επί της ουσίας το έργο μιας υποεκπροσωπημένης εικαστικού στην πορεία του χρόνου (πρόκειται για την πρώτη αναδρομική της εκτός Νοτίου Αφρικής), το σύστησε όχι μόνο στο κοινό της χώρας με την οποία η Siopis έχει μια ιδιαίτερη σχέση λόγω της ελληνικής καταγωγής των γονιών της αλλά και σε εκπροσώπους του εξειδικευμένου διεθνούς Τύπου που την ανακάλυψαν μέσω αυτής της έκθεσης. Ασκώντας κριτική στην αποικιοκρατία, το απαρτχάιντ, τον ρατσισμό και τον σεξισμό και επιμένοντας στη διαχείριση του συναισθήματος της ντροπής που υπήρξε καθοριστική και για τους Νοτιοαφρικανούς καλλιτέχνες της γενιάς της με μια πολύπλευρη εμβριθή, έντονα συναισθηματική και εννοιολογική ταυτόχρονα ματιά, το έργο της Siopis έχει σημασία να παρουσιαστεί σήμερα με αυτόν τον τρόπο, μέσα στο ιστορικό-κοινωνικό συγκείμενό του, και συνοδεία ενός εκτενούς καταλόγου. Τόσο για ερευνητικούς-ιστοριογραφικούς λόγους όσο και γιατί παραμένει συναρπαστικό και επιδραστικό με διαφορετικούς τρόπους μες στο σύγχρονη γεωπολιτική πραγματικότητα και τη θέση του.ης καλλιτέχνη.ιδας μέσα σε αυτή. Λαμβάνοντας μάλιστα την αφορμή από την ακτιβιστική δράση για την Παλαιστίνη που πραγματοποιήθηκε στα εγκαίνια της έκθεσης αλλά και την έμφαση που έχει ανακοινώσει ότι θέλει να δώσει το μουσείο στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή περιμένουμε ακόμη πιο έντονη την παρουσία καλλιτεχνών από την περιοχή στο πρόγραμμα αλλά και φιλοξενίες επιμελητών κλπ., καθότι ακόμη δεν έχει γίνει τόσο αισθητή η στόχευση τουλάχιστον για το κοινό. Ειδικότερα, μια που, λόγω της συγκυρίας, τελευταία στους καλλιτεχνικούς κύκλους της Αθήνας αρχίζουμε να συναντάμε όλο και περισσότερους ανθρώπους της τέχνης από τη Μέση Ανατολή που επιλέγουν να ζήσουν λιγότερο ή περισσότερο προσωρινά στην πόλη, θα είχε ενδιαφέρον να δημιουργηθούν δεσμοί με μεγαλύτερη συνέχεια.

"An ear of arms (around us)” / annexM

Μπαίνοντας ελαφρώς καθυστερημένα στη σκοτεινή αίθουσα της no man’s land Υπηρεσιακής Αυλής του Μεγάρου, με τη διαδρομή ως εδώ μέσα από διαφορετικά ασανσέρ, διαδρόμους και οδηγίες να αποτελεί μέρος της διαδικασίας της θέασης θα έλεγε κανείς, οι ηχητικές συνθέσεις της sound artist Annea Lockwood (Tiger Balm, 1970) που συνδυάζουν γουργουρίσματα τίγρεων από ηχογραφήσεις πεδίου και ηλεκτρονικούς ήχους μας υπέβαλαν σε μια ιδιαίτερη συνθήκη. Το βιρτουοζικά ενορχηστρωμένο πρόγραμμα προβολών "An ear of arms (around us)” σε επιμέλεια του Αθανάσιου Αργιανά που ακολούθησε έφερε μαζί ιστορικά και σύγχρονα έργα με βασική συγκολλητική ουσία τη μουσική παρασύροντάς μας σε ένα συνειρμικό ταξίδι που παρότι ιδιοσυγκρασιακό έκανε να περάσουν από μπροστά μας, με τον όλο και πιο πεταλουδικό τρόπο της σύγχρονης αντίληψης διαφορετικές τάσεις και ερωτήματα της (τέχνης της) εποχής, από τον υβριδικότητα και το πέρα-από-το-ανθρώπινο στον τεκνο-σαμανισμό, τη διαχείριση της μοντερνιστικής κληρονομιάς και τη δύναμη της αντίστασης.

"Νίκος Αλεξίου. Η Συλλογή”/ Μουσείο Μπενάκη - Πειραιώς 138

Ένα ιδιοσυγκρασιακό αρχείο προς μελέτη - μια βόλτα στην αθηναϊκή εικαστική σκηνή στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και τις αρχές της δεκαετίας του 2000, τότε που ξεκινούσα και την προσωπική μου διαδρομή στον χώρο της τέχνης, ήταν για μένα η έκθεση της συλλογής Νίκου Αλεξίου στο Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς. Ο Αλεξίου συνέλεγε με φροντίδα και σε διάλογο με την εικαστική του πρακτική έργα τόσο των νέων Ελλήνων καλλιτεχνών που έκαναν τότε τις πρώτες τους εκθέσεις όσο και των ξένων που έδειχναν οι νέες γκαλερί του Ψυρρή. Μια στιγμή της πόλης που μας θύμισε σαν flashback - βλεφάρισμα, ανοιχτό σε μελλοντικές ερμηνείες, η εύστοχη επιλογή των επιμελητών Πολύνας Κοσμαδάκη και Γιώργου Τζιρτζιλάκης και της αρχιτεκτονικής ομάδας AREA, Architecture Research Athens (Στέλλα Δαούτη, Γιώργος Μητρούλιας, Μιχάλης Ραυτόπουλος) να στήσουν μια "μηχανή έκθεσης” με ένα σύστημα ντέξιον που λειτουργεί σειριακά όσο και το συνοδευτικό αρχείο - ευρετήριο των έργων γι αυτήν την πρώτη παρουσίαση συλλογής που ο καλλιτέχνης - συλλέκτης δώρισε στο μουσείο λίγο πριν τον θάνατό του.
"Prizing Eccentric Talents ΙΙΙ” / P.E.T. Projects

Κάθομαι στην πίσω αυλή του "P.E.T. Projects” και κοιτάζω την αφίσα της Μαρίας Παπαδημητρίου "Martin Martin” (1993), που απεικονίζει το μελαγχολικό πρόσωπο της καλλιτέχνιδας να ρωτάει τον Martin γιατί της πήρε τον Μάιο. Δεν θυμάμαι αν έχω δει ποτέ από κοντά αυτό το έργο που εξέφραζε το παράπονο της νεαρής τότε καλλιτέχνιδας όταν η δική της έκθεση αναβλήθηκε εξαιτίας αυτής του Martin Kippenberger και αποτέλεσε την αρχή μιας πολύχρονης φιλίας και συνεργασίας μεταξύ τους. Κοιτάζοντας το πρόσωπο της Μαρίας σκέφτομαι πολλά πράγματα. Σκέφτομαι τις δυναμικές της εξουσίας μεταξύ αυτών που πριν είκοσι χρόνια αποκαλούσαμε περιφέρεια και κέντρο και τώρα αντιμετωπίζουμε ως τοπικότητες και εναλλακτικές γεωγραφίες. Σκέφτομαι το φύλο και την απο-αποικιοποίηση, την εικόνα του.ης καλλιτέχνη.ιδας, το πολιτιστικό κεφάλαιο, τη δικτύωση, την επισφάλεια και τη βιωσιμότητα. Στα τέλη της δεκαετίας του '90, η Παπαδημητρίου ήταν μέρος μιας γενιάς καλλιτεχνών και επιμελητών που προσέγγισαν τον.ην πολιτιστικό παραγωγό ως υποκείμενο σε έναν κόσμο με επίκεντρο τα μέσα ενημέρωσης και την αναδυόμενη δυναμική των θεσμών και των πολιτικών της σύγχρονης τέχνης. Η ιστορία τους, μεταξύ άλλων ιστοριών, δεν έχει ακόμα γραφτεί και αυτό το κενό αναφοράς για τους.ις νεότερους.ες καλλιτέχνες.ιδες έχει αφήσει τα σημάδια της στην τέχνη που παράγεται στην Ελλάδα σήμερα. Και έχει σημασία που μια έκθεση όπως αυτή που επιμελήθηκαν ο Γιώργος Μπεκιράκης και ο Άγγελος Πλέσσας μας δίνει με τον δικό τους ιδιοσυγκρασιακό τρόπο τροφή για σκέψη, συστήνοντάς μας (ξανά;) έργα όπως της Γαβριέλλας Σίμωσι ή της Lynda Benglis. Πόσο μάλλον όταν τα συστήνουν στους.ις νεότερους.ες. Ακόμη κι αν το "Prizing Eccentric Talents ΙΙΙ” δεν προσποιείται ότι είναι κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Μια προέκταση της πρακτικής του Πλέσσα, που φέρνει κοντά ανθρώπους (και μηχανές) και δοκιμάζει εναλλακτικές μορφές παραγωγής γνώσης και χειραφέτησης. Ένας ασφαλής χώρος πειραματισμού και διαμοιρασμού, οικοδόμησης σχέσεων και μεθοδολογιών που έχουν τις ρίζες τους στις τοπικές συνθήκες εργασίας και δημιουργίας, διαφορετικές από τις κυρίαρχες γεωγραφίες - και αυτό δεν είναι μικρό πράγμα.

"ΘΕΣΜΙΖΕΙΝ ή Πώς δημιουργείται ένα αρχιπέλαγος;"/ ΟΧΤΩ/EIGHT
Η πολιτική βούληση, η ασυνέπεια αλλά και η απαξίωση του σύγχρονου πολιτισμού και των εκπροσώπων του εκ μέρους των θεσμών, οι μικρές και μεγάλες νίκες διαφορετικών συλλογικών διεκδικήσεων της καλλιτεχνικής κοινότητας (που δεν είναι μία) όλα αυτά τα χρόνια, ζωντάνεψαν μπροστά μας εν είδει ενός διαφορετικού χρονολογίου της εικαστικής σκηνής και στην πρόσφατη έκθεση "ΘΕΣΜΙΖΕΙΝ ή Πώς δημιουργείται ένα αρχιπέλαγος;" στο ΟΧΤΩ. Το ενδιαφέρον της, όπως γράψαμε ήδη, έγκειται κυρίως σε αυτό το άτυπο αρχείο προσωπικής-συλλογικής ιστορίας που μοιράστηκαν οι επιμελητές Γκίγκη Αργυροπούλου, Βασίλης Νούλας και Κώστας Τζημούλης αλλά και στις φωτογραφικές υποσημειώσεις της Χριστίνας Πετκοπούλου που παρουσιάστηκαν εκεί, μια "είσονα" ματιά σε στιγμές της "δημόσιας τέχνης" της πόλης που ένωσαν, ενδυνάμωσαν, χειραφέτησαν κάποιες από μας σε λιγότερο ή περισσότερο δύσκολες στιγμές της χώρας και περιμένουν να γραφτούν στην επίσημη ιστορία της τέχνης. Θα άξιζε να μελετηθεί και να αναδειχθεί και ευρύτερα αυτή η ιστορία διεκδικήσεων, κάτι που δεν αναλαμβάνει να κάνει αυτή η έκθεση φέρνοντας το αρχειακό υλικό σε διάλογο με έργα τέχνης τα περισσότερα από τα οποία δεν προσθέτουν κάτι αλλά μάλλον συσκωτίζουν και αποδυναμώνουν το εγχείρημα. Παρόλα αυτά, η "αδυναμία" αυτή κάνει ακόμη πιο εμφανή την ανάγκη να συλλεχθεί και να αναδειχθεί αυτό το "υλικό" όχι μόνο για λόγους ιστορικούς αλλά και ως αναφορά για τις διεκδικήσεις του μέλλοντος και γέφυρα με μια νεότερη γενιά "πολυ-εργαλείων".

"Φονισσες” / State of Concept Athens

Πόσες από τις εκθέσεις που είδαμε φέτος καταπιάνονταν άμεσα με κάποια από τα ζητήματα που απασχόλησαν τον δημόσιο διάλογο, όπως οι γυναικοκτονίες, και τη δυσφορία που συχνά προκαλεί η εποχή; Ένας παραπάνω λόγος που είδαμε με ενδιαφέρον την παρουσία των πρωτοεμφανιζόμενων καλλιτέχνιδων (Ελένη Καράκου, Miammy, Μαρκέλλα Ξυλογιαννοπούλου) στην ομαδική έκθεση "Φόνισσες” στο State of Concept Athens, σε επιμέλεια Κωνσταντίνας Μελαχροινού και Ηλιάνας Φωκιανάκη. Έχει πάντα σημασία να βλέπεις να δίνεται χώρος στο έργο, ακόμη και πρωτολειακό, νέων καλλιτέχνιδων ειδικά όταν αυτό εννοιολογείται και σου επιτρέπει να κάνεις ευρύτερες σκέψεις για την εποχή, την τοπική σκηνή και Ακαδημία, την τέχνη που παράγεται τώρα και τον αντίκτυπό της. Καλλιτέχνιδων που αναζητούν μια νέα λαϊκότητα της τέχνης, όπου το TikTok συναντά την κληρονομιά της περφόρμανς, η αμεσότητα και η βιωματικότητα γίνονται βασικά εργαλεία έρευνας και η παράδοση φιλτράρεται μέσα από τα αιτήματα της εποχής.

"Συλλογικό γουργουρητό” / Κτίριο Νόμπελ

Η Νάντια Αργυροπούλου έχει τον δικό της πληθωρικό και ιδιοσυγκρασιακό τρόπο να φέρνει μαζί έργα διαφορετικών καλλιτεχνών.ιδων, να φωτίζει ξεχασμένες ή μη προβεβλημένες περιπτώσεις και να φτιάχνει πειστικά περιβάλλοντα και ιστορίες που με εφόδια τόσο από το μακρινό ή πρόσφατο παρελθόν όσο και από το (άγνωστο κάποιες φορές) σήμερα συνομιλούν έκκεντρα με την πραγματικότητα και με επίκαιρες θεματικές όπως εδώ η πέρα/περισσότερο-από-την–ανθρώπινη-ύπαρξη. Αν και πιο focused και κατασταλαγμένη ως statement από το "έξω φρενών από ευχαρίστηση", "το συλλογικό γουργουρητό" έμοιαζε, πάντως. κάπως, ίσως και λόγω της εγγύτητας με την προηγούμενη έκθεση, με "μέρος 2ο", ενώ ορισμένες από τις εικαστικούς που είχαν κεντρική θέση είχαν μια φλύαρη παρουσία αποδυναμώνοντας το εγχείρημα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν εκτιμήσαμε την ξεχωριστή θέση που δόθηκε στις ταινίες του Γιώργου Ευθυμίου που γυρίστηκαν με χειροποίητο τρόπο σε εγκαταλελειμμένους χώρους και τις προβολές Pugnant Film Series σε περίεργους δημόσιους χώρους, την υπενθύμιση των έργων της Εύας Βρετζάκη για τη σχέση ανθρώπου-ζώου με επίκεντρο τη λυκανθρωπία ή την ανακάλυψη έργων καλλιτεχνών που δεν βλέπουμε συχνά όπως το εμβληματικό δυστοπικό animation του Paul Chan "MY BIRDS… TRASH… THE FUTURE” (2004) ή το καθηλωτικό βίντεο-δοκίμιο του Phillip Warnell "Ming of Harlem: Twenty One Storeys in the Air” (2014) που αναπαριστά κάπου ανάμεσα σε ντοκιμαντέρ και φιλοσοφικό ποίημα τη συνθήκη του διαμερίσματος του Antoine Yates που συνελήφθη για "απερίσκεπτη έκθεση σε κίνδυνο" μετά την ανακάλυψη ότι στο διαμέρισμά του, σε ένα πολυώροφο κτίριο του Χάρλεμ, συγκατοικούσε με μια τίγρη και έναν αλιγάτορα.

"G.O.A.T” / dotwip

Παραμένοντας στο πέρα–από-το-ανθρώπινο, η ομαδική έκθεση "G.O.A.T” στο dotwip εστίασε στις ζώνες επαφής μεταξύ του ανθρώπινου και μη ανθρώπινου κόσμου με έναν κάποιες φορές εγκεφαλικό και κάποιες υπέρ του δέοντος περιγραφικό και χειροπιαστό τρόπο, που σίγουρα πάντως δεν περνά απαρατήρητος. Ειδικότερα μια που συνασπίζει μια σειρά καλλιτεχνών.ιδων που κοιτούν μια περιοχή που άπτεται και της τοπικής λαογραφικής και ευρύτερης παράδοσης, αλλά και της ιστορίας της επιτελεστικότητας χωρίς φολκλόρ και σε διάλογο με ευρύτερα ζητήματα (από το queer ως την άνοδο του εθνικισμού και της νέας πνευματικότητας). Ένα έργο που θα μπορούσε να διαβαστεί και σε διάλογο με αυτό μιας παλαιότερης γενιάς, όταν η σωματικότητα και η επαφή με την τοπικότητα και την επαρχία της Ελλάδας του ‘80 είχε βέβαια άλλα συγκείμενα. Ιδιαίτερη στιγμή η τελετουργική περφόρμανς του Δημήτρη Αμελαδιώτη "Ο τραγόπαπας” που ξεμπροστιάζει αλλά και απενοχοποιεί την εν λόγω φιγούρα ενδεδυμένος αλλά και απεκδυόμενος στοιχείων και ήχων της βουκολικής παράδοσης.

"Το Ποίημα Επιστρέφει σε Ηχώ: Διάλογοι με την Theresa Hak Kyung Cha (1951-1982)" / Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης (ΙΣΕΤ)

Εμπνευσμένη από το έργο της Κορεατοαμερικανίδας εικαστικού και ποιήτριας Theresa Hak Kyung Cha, η έκθεση "Το Ποίημα Επιστρέφει σε Ηχώ: Διάλογοι με την Theresa Hak Kyung Cha (1951-1982)" μας σύστησε μια άγνωστη πρωτοπόρο που πειραματίστηκε με την κινούμενη εικόνα, τον λόγο και την περφορμανς αναζητώντας συνδέσεις με σύγχρονες καλλιτέχνιδες από την Ελλάδα. Η ωραία ιδέα και η επιμέλεια ανήκει στην Κατερίνα Στάμου και μπορεί η παρουσίαση να ήταν κάπως πιο πυκνή απ' ότι επιτρέπει ο χώρος και η σύνδεση με το αρχείο του ΙΣΕΤ μάλλον επιδερμική και αναμενόμενη, σαν να μην προέκυψε οργανικά, παρόλα αυτά η έκθεση έφερε κοντά ορισμένες ενδιαφέρουσες περιπτώσεις εικαστικών που δουλεύουν με τον λόγο όπως οι Δήμητρα Ιωάννου και WordMord {Komminuτέρας tentacle} και σηματοδοτούν και ένα πεδίο όπου συμβαίνουν ενδιαφέροντα και επείγοντα πράγματα. Επίσης, υπενθύμισε τον χώρο του ΙΣΕΤ και τη σημαντική κληρονομιά του, ο οποίος μοιάζει να βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε μια κατάσταση αναμονής μετά το πέρασμά του στην Εθνική Πινακοθήκη και θα είχε ενδιαφέρον να αναζητηθούν τρόποι πιο ουσιαστικής ενεργοποίησής του στην κατεύθυνση της παραγωγής τέχνης και έρευνας που είχε υιοθετήσει στο παρελθον και τόσο μας λείπουν.
credit φωτογραφία DICTEE: Γιώργος Μακρής
"space of togetherness” / Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου | Σχολείον της Αθήνας – Ειρήνη Παπά

Όποια βρέθηκε στον δημόσιο διάλογο με θέμα την αναγκαιότητα (ή μη) του όρου Αφρο-Έλληνας στο πλαίσιο της έκθεσης "space of togetherness” μπορούσε να αντιληφθεί πόσο φλέγοντα για την κοινότητα ήταν ορισμένα από τα ζητήματα που μοιράζονται μέσω του συλλογικού κοινοτικού έργου "the AfroGreeks" των Døcumatism και πόσο σημαντική για τα συμμετέχοντα είναι αυτή η πλατφόρμα ορατότητας και έκφρασης. Για μια θεάτρια με τα δικά μου βιώματα οι καταθέσεις τους στο έργο αυτό ήταν ο βασικός λόγος (μαζί με το ηχητικό έργο του Σέρβου Αντρέα Τζούροβιτς "You know you can see your nose all the time, but your brain decides to ignore it somehow” που μέσω των ήχων του μπάσκετ εξερευνούσε το προσωπικό και συλλογικό τραύμα του πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία) που άξιζε η επίσκεψη στην έκθεση που οργάνωσε ο ΝΕΟΝ σε επιμέλεια της Ελίνας Κουντούρη. Κατά τ’ άλλα η ανώδυνη ματιά σε ένα φλέγον όσο και γενικόλογο θέμα που χωράει τα πάντα και τίποτε ήταν χαρακτηριστική της διεθνούς ιδρυματικής εκθεσιακής λογικής των ημερών που ευαισθητοποιεί το "κοινό” υποδηλώνοντας γενικευμένες έννοιες της καθολικότητας και μιας ρομαντικοποιημένης κοινωνίας των πολιτών που εννοιολογείται με όρους ομοιογένειας λειαίνοντας τις συγκρούσεις. Την ίδια στιγμή, καθισμένη στο έργο–τραπέζι του Κώστα Ρουσάκη και χαζεύοντας τον ανακαινισμένο χώρο που θα αξιοποιείται από τους.ις φοιτητές.τριες, είχα πολλά να σκεφτώ πάνω τα όρια του δούναι και λαβείν μιας περιθωριοποιημένης κοινότητας και ενός ισχυρού ιδρύματος, τους μεσάζοντες αυτής της διαδικασίας και τη δική μας (μου) ματιά απέναντι στο έργο.

Doreida Xhogu, "Mama Klorin" / The Demos Center του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος
Παρακολουθώ εδώ και χρόνια τη βιωματική έρευνα της Doreida Xhogu για τις μετανάστριες καθαρίστριες με αφετηρία την ιστορία της ίδιας και της μητέρας της και την προσπάθειά της να την κάνει πράξη και, κρατώντας τους προβληματισμούς που άνοιξα παραπάνω, χάρηκα που κατάφερε επιτέλους να βρει το πλαίσιο για να την παρουσιάσει σε μια διοργάνωση της Σχολής Καλών και Παραστατικών Τεχνών Frances Rich του Deree, σε συνεργασία με το The Demos Center του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος με την υποστήριξη του Παραρτήματος Ελλάδας του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ και τη χρηματοδότηση του γερμανικού Υπουργείου Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Η ενδυνάμωση μέσω του μοιράσματος βρίσκεται στην καρδιά του έργου, παρόλη την περιγραφικότητα που κατά τόπους διακρίνεται στη διαχείριση του υλικού (σαν να πρέπει το θέμα να κυκλωθεί απ’ όλες τις πλευρές, τόσο σε επίπεδο φόρμας όσο και διαχείρισης του χωρου, όταν κάποιες φορές τα φωτογραφικά πορτρέτα των γυναικών και τα γλυπτά καθαριστικά που δημιούργησαν συχνά από μνήμης "ξέρουμε τόσο καλά πώς είναι τα μπουκάλια της χλωρίνης που δεν χρειάζεται να τα βλέπουμε” και η χειροποίητη εγκατάσταση πάνω στην οποία ακουμπούν μοιάζουν να τα λένε όλα). Ειδικότερα το βίντεο μας κάνει να περιμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την ταινία που βρίσκεται στα σκαριά, μια καταγραφή των ιστοριών των γυναικών καθαριστριών που συμμετέχουν στο έργο και συναντούν με έντονα βιωματικό και συν-αισθηματικό τρόπο αυτήν της καλλιτέχνιδας. Την έκθεση συνεπιμελήθηκαν οι Πάτι Βαρδάμη και Ιωάννα Παπαπαύλου εγκαινιάζοντας και την εκθεσιακή δράση ενός χώρου στην καρδιά του αθηναϊκού τουριστικού, πλέον, κέντρου, όπου τα καθαριστικά στα χέρια των γυναικών δίνουν και παίρνουν καθημερινά πριν τα airbnb και τα ξενοδοχεία παραδοθούν στον επόμενο ένοικο.

"Μια σακούλα γεμάτη τηλεκάρτες" / tavros

Μπορεί να κάνει κανείς διάφορες παρατηρήσεις επιμελητικού χαρακτήρα ως προς τη διαχείριση του υλικού της έκθεσης "Μια σακούλα γεμάτη τηλεκάρτες" στο tavros, η οποία κατά τόπους αποκτούσε στοιχεία φετίχ και δεν πρότεινε μη αναμενόμενους τρόπους να προσεγγίσεις την ιστορία της αλβανικής μετανάστευσης στην Ελλάδα πέρα από το να ενδώσεις στην περιπτωσιολογία και τον συναισθηματισμό που αναμφίβολα εμπεριέχει το μοίρασμα της κάθε περίπτωσης. Παρόλα αυτά η έκθεση, αποτέλεσμα της συνεργασίας των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) και της Πρωτοβουλίας για τις Δημόσιες Ανθρωπιστικές Επιστήμες του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (SNFPHI) στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, σε επιμέλεια των Πάτι Βαρδάμη και Ιλιρίντα Μουσαράι είχε σημασία καταρχήν για την ίδια την κοινότητα, όπως ήταν εμφανές ήδη από τη φορτισμένη ατμόσφαιρα των εγκαινίων, επιβεβαιώνοντας την ανάγκη της να γράψει αυτή την ιστορία η ίδια και με τον τρόπο της. Τις αντιφάσεις και της προκλήσεις αυτής της διαδικασίας τις συνόψισε εύστοχα η παρέμβαση του Ερβίν Σέχου, ακτιβιστή, πρώην μέλους του Φόρουμ Αλβανών Μεταναστών στη συζήτηση "Το "τιμημένο" 2004. Από την κορυφή της Ευρώπης στη ρατσιστική βία; ", όπου μοιράστηκε μαζί μας διαφορετικές φάσεις της ιστορίας της γενιάς του με επίκεντρο τη σχέση φιλοξενούμενου και οικοδεσπότη - αφεντικού - ευεργέτη - miq αλλά και την έναρξη του δικαιωματικού λόγου, τις σχέσεις με την πολιτική εξουσία και το ποιούς "μπαρμπαθωμάδες” ήταν εκείνη πιο πρόθυμη να ακούσει ανάμεσα στις διαφορετικές αλβανικές συλλογικότητες.

Σίγουρα πάντως περιμένουμε με ενδιαφέρον τα επόμενα βήματα εξωστρέφειας του εν λόγω αρχείου και των ανθρώπων του. Διαβάζοντας εν τω μεταξύ στίχους από τα ποιήματα του φανζίν Τσαρτσάφι που ανακαλύψαμε στον πάγκο με τις εκδόσεις: όπως
"το ποιήμα μου πρέπει να μην τους ανήκει, να μην τους αρέσει, πρέπει να τους αηδιάζει, να τους φοβίζει, να τους απειλεί, να τους βραχυκυκλώνει” (Μαρλένο, To Kakotexniko Manifesto toy Thymomenou Metanastou)
ή
"και δεν ξέρω πώς αλλιώς να σου το πω γιατί αν στο πω θυμωμένα θα με πεις επιθετική και αν στο πω κλαμμένη θα με πεις υπερβολική και αν στο λέω συνέχεια θα με πεις υστερική και δεν ξέρω πώς αλλιώς να σου το πω και σκέφτομαι πώς να το γράψω και πώς να το παρουσιάσω και πώς να στο εξηγήσω για να το ακούσεις και να το καταλάβεις και όσο εγώ σκέφτομαι και τα γράφω και τα φτιάχνω και τα σβήνω και τα συμμαζεύω, εσύ παραμένεις μαλάκας γιατί εντέλει δεν θα τα ακούσεις ποτέ όλα αυτά και εγώ θα μαζεύω και θα μαζεύω λέξεις και θα σου τις πετάω όλες στη μούρη μέχρι να σε νοιάξει να το διαβάσεις όλο αυτό, να το διαβάσεις μέχρι το τέλος.” (Νίνα, όλα αυτά αλλά λίγο πιο ωραία).
Το Τσαρτσάφι δημιουργήθηκε από μεταναταστά φίλα για τη συλλογή χρημάτων για την υποστήριξη ατόμων από την Παλαιστίνη στην Αθήνα.