Το "Lesante Cape" προσφέρει στους επισκέπτες ένα ταξίδι στον χώρο και τον χρόνο. Βρίσκεται στα ανατολικά της Ζακύνθου, στο χωριό Ακρωτήρι, σημείο μεγάλης ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας, καθώς εκεί υπήρχαν τα αρχοντικά των ευγενών του νησιού. Οι 95 σουίτες και βίλες του είναι διασκορπισμένες σε μια έκταση διαμορφωμένη σαν παραδοσιακό ελληνικό χωριό – με πλατεία, καφενείο, ταβέρνα και τρία εστιατόρια, μουσείο, εκκλησάκι και ιδιωτική παραλία.
Η γευστική παράδοση του νησιού παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως συμβαίνει και στα άλλα δύο ξενοδοχεία της οικογένειας Lesante, το "Lesante Classic" και το "Lesante Blu". Άλλωστε, για τον Διονύση Βυθούλκα, CEO του Lesante Cape, η γαστρονομία της Ζακύνθου αποτελεί σημαντικό κομμάτι του πολιτισμού της, αντικατοπτρίζοντας την ιστορία, τα έθιμα και την τοπική κουλτούρα της. Όπως εξηγεί, το φαγητό δεν έχει να κάνει μόνο με τη διατροφή, αλλά με κάτι πολύ πιο ευρύ και σημαντικό: "Είναι μια κοινωνική δραστηριότητα που μας ενώνει με τους φίλους και την οικογένεια", λέει. "Είναι η δυνατότητα να ανακαλύπτουμε νέες γεύσεις και παραδόσεις, να εμπνεόμαστε από διαφορετικές κουζίνες και να εκτιμούμε την τέχνη της μαγειρικής. Έτσι, το φαγητό μετατρέπεται σε μια ουσιαστική εμπειρία ζωής".
Το "Lesante Cape" προσφέρει στον επισκέπτη γεύσεις που συνδέουν την πλούσια κληρονομιά της Ζακύνθου με το πνεύμα της ελληνικής φιλοξενίας, με τα τοπικά προϊόντα να βρίσκονται σε πρώτο πλάνο. Πολλά δε από αυτά καλλιεργούνται στο μποστάνι που υπάρχει στο χώρο. Η έμπνευση για τη δημιουργία του ήρθε από την επιθυμία του κυρίου Βυθούλκα να ταξιδέψει στις γευστικές αναμνήσεις του. Ο ίδιος ανέθεσε το τιμόνι αυτού του ταξιδιού φέτος στον Σταύρο Υφαντίδη, έναν καινοτόμο σεφ με αξιοσημείωτη πορεία σε εστιατόρια της Ελλάδας και του εξωτερικού. Εκεί, έμαθε να "παντρεύει" τις εξαιρετικές πρώτες ύλες της ελληνικής γης με τις τελευταίες τάσεις της διεθνούς γαστρονομικής σκηνής. Ανάμεσά τους, το βραβευμένο με αστέρι Michellin, "Epicure" στο "Celtic Manor Resort" στην Ουαλία, το εστιατόριο "Petrus" του Gordon Ramsay στο Λονδίνο, το "Vendome" στην Κολονία και το ιστορικό "Τhe Fat Duck" στο Ηνωμένο Βασίλειο με τρία αστέρια Michelin και για πέντε συνεχόμενα χρόνια βραβευμένο ως το καλύτερο εστιατόριο στον κόσμο από τα 50 Best Restaurants Awards. "Μου αρέσει η υπερβολή και η πληθωρικότητα στη γεύση, ενώ την ίδια στιγμή τα πιάτα που σερβίρω έχουν μια μινιμαλιστική προσέγγιση", λέει ο chef που γνώρισε και αγάπησε την μαγειρική μέσω του παππού του που ήταν ναυτικός και πέρασε τη ζωή του στις κουζίνες των εμπορικών καραβιών.
Το μενού που επιμελείται για το "Lesante Cape" έχει άρωμα Ζακύνθου. Κάθε πιάτο είναι ξεχωριστό, όπως η "Η Ιστορία του Ψαρά" που μπορεί κανείς να απολαύσει στο "Fiore", το fine dining εστιατόριο του "Lesante Cape", και συνδυάζει την παραδοσιακή κακαβιά με καπνιστή ρέγγα, αφρό από φρέσκο λεμονόχορτο, άγριο μυλοκόπι και αυγά καπνιστής ρέγγας.
Απώτερος στόχος του chef είναι να δημιουργήσει μια κυριολεκτικά αξέχαστη γευστική εμπειρία για κάθε επισκέπτη. "Όταν κάποιος έρχεται στο Lesante Cape θέλουμε να γνωρίσει τον ελληνικό τρόπο ζωής που περιλαμβάνει και τον τρόπο με τον οποίο οι Έλληνες απολαμβάνουν το φαγητό, μέσα από παραδόσεις και συνήθειες", εξηγεί. "Επιπλέον, είναι σημαντικό για εμάς να ανακαλύψει την ιστορία που κάθε πιάτο έχει να διηγηθεί και να κατανοήσει πώς διαμορφώθηκε η ελληνική κουζίνα και πώς εξελίχθηκε μέσα από τις δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε ως λαός μέχρι και σήμερα. Για μένα, η γευστική εμπειρία είναι από τα πιο σημαντικά κομμάτια της συνολικής εμπειρίας του ταξιδιού. Είναι πολύ όμορφο το συναίσθημα που έχεις όταν δοκιμάζεις κάτι και ξέρεις ότι θα σου μείνει αξέχαστο. 'Ή όταν αναπολείς τις γεύσεις και ανυπομονείς να βρεθείς ξανά στο ίδιο μέρος. Αυτό είναι το συναίσθημα που θέλουμε να έχει ο επισκέπτης όταν φεύγει από το Lesante Cape".