Όταν φτάνουμε στην Μουτσούνα, μέσα από μία διαδρομή που διατρέχει τα γραφικότερα highlights της Νάξου (Φιλότι, Άγιος Μάμμας, Απείρανθος) το μόνο που έχουμε ανάγκη είναι λίγη χαλάρωση και το σκηνικό που μας επιφυλάσσει το "Ostria Inn" την προσφέρει απλόχερα. Βρισκόμαστε στο σημείο της Νάξου, που άνθισε εμπορικά και οικονομικά μέχρι πριν μερικές δεκαετίες, χάρη στην εξόρυξη σμύριδας, ένα ορυκτό που χρησιμοποιείται στα έργα οδοποιίας. Μέχρι σήμερα, στη διαδρομή για τη Μουτσούνα, θα δείτε τους χαλκόχρωμους γερανούς, τα βαγόνια αλλά και ένα τελεφερίκ, απομεινάρια μιας χρυσής εποχής της Νάξου που έχουν ενσωματωθεί στο κυκλαδίτικο τοπίο, σαν να υπήρχαν από πάντα εκεί. Με μόνους ήχους το σβήσιμο των κυμάτων, στην μικρούτσικη παραλία Τηγάνι κάτω από το ξενοδοχείο, τα τζιτζίκια και τη διακριτική, χαμηλότονη μουσική από τα ηχεία του εστιατορίου "Alos", η κούραση σβήνει μέσα στη φύση και τις χάρες της, όπως αυτές ξεδιπλώνονται με τον καλύτερο τρόπο στην κορυφή του θέρους.
Η φύση, άλλωστε, δίνει τόσο το όνομα στο εστιατόριο (῾΄Αλως ονομάζεται το στεφάνι φωτός γύρω από τη σελήνη ή τον ήλιο) αλλά και την προσεγμένη πρώτη ύλη που μετατρέπεται σε φροντισμένα πιάτα ελληνικής κουζίνας. Γι αυτά, όμως, θα πούμε περισσότερα παρακάτω. Τον πρώτο λόγο, έχει η φιλόξενη διάθεση της οικογένειας Κώτσου, των τριών αδερφιών Ειρήνης, Κωνσταντίνου και Λούλας, ο καθένας από το δικό του πόστο, αλλά και των γονιών τους, οι οποίοι και πρωτοξεκίνησαν το ξενοδοχείο και αργότερα το εστιατόριο, στο επίνειο της Απειράνθου.
"Όταν ο πατέρας μας μαζί με έναν θείο μας, έφτιαξαν τα πρώτα καταλύματα στο οικόπεδο της γιαγιάς, έφτιαξαν μαζί και ένα mini market, ώστε να μπορεί ο κόσμος που διαμένει να προμηθευτεί φαγητό" εξηγεί ο Κωνσταντίνος. Η Ειρήνη συμπληρώνει: "Η πραγματική αιτία, όμως, για την οποία φτιάχτηκε το εστιατόριο, ήταν η Πολίτισσα γιαγιά Ρουμπίνη, η οποία μας μαγείρευε μπιφτέκια και πατάτες. Οι πελάτες μυρίζοντας τα φαγητά, κάθονταν μαζί μας και αυτή η ανάγκη οδήγησε στο να δημιουργηθεί ένα εστιατόριο". Τα Κωνσταντινοπολίτικα γευστικά βιώματα συνάντησαν, λοιπόν, την κοινωνικοποίηση που προσφέρει το συν-τρώγειν και την επιθυμία των πελατών για μια ολιστική εμπειρία. Ο παππούς, από την άλλη, έβαλε το δικό του λιθαράκι στην επιχείρηση χάρη στη μικρή φάρμα με μποστάνι, αμπέλι και τυροκομικά προϊόντα που διέθετε στον Άη Λευτέρη, μαθαίνοντας από νωρίς στην οικογένεια την αξία της farm to table φιλοσοφίας, αλλά και προμηθεύοντας μέχρι σήμερα το εστιατόριο με ξινομυζήθρα (ωραιότατη συνοδεία στον πρωινό καγιανά), ξινότυρο και ανθότυρο.
Για μια εικοσαετία περίπου, η κουζίνα του εστιατορίου παρέμεινε αμιγώς παραδοσιακή ώσπου το 2017, η νέα γενιά του εστιατορίου αποφάσισε να κάνει μια δημιουργική γευστικά στροφή, διατηρώντας πάντα τις οικογενειακές αξίες: προσεκτικά διαλεγμένη πρώτη ύλη, συνεργασία με τοπικούς προμηθευτές και σωστός χειρισμός των προϊόντων. Κάπως έτσι φτάνουμε και στο σήμερα, όπου ο σεφ Άρης Ρούσσος, μαζί με τον συνεργάτη του Γιάννη Μελιώτη, έχει αναλάβει τα ηνία της κουζίνας. Το πρόγραμμα, όμως ξεκινά από το πρωί σε επιμέλεια της μητέρας της οικογένειας: μοσχοβολιστή τυρόπιτα, ο λαχταριστός καγιανάς με ντομάτες από το μποστάνι που εκτείνεται γύρω από τα δωμάτια του "Ostria Inn", αλλά και προζυμένιο ψωμί από τον μοναδικό ξυλόφουρνο της Απειράνθου μαζί με θυμαρίσιο μέλι, βούτυρο και χειροποίητες μαρμελάδες, ανοίγουν ιδανικά τη μέρα, με καθαρό ελληνικό πρόσημο.
Μετά από μερικές βουτιές στο Τηγάνι ή μια επίσκεψη μέχρι τις κοντινές παραλίες, η επιστροφή στο εστιατόριο το μεσημέρι ή το βράδυ αρχίζει πάντα με την πολύ νόστιμη ταραμοσαλάτα, φοκάτσια από τον φούρνο, ελιές και λάδι παραγωγής του κυρίου Γιάννη Κώτσου, πατέρα των τριών νέων. Ο ίδιος περιποιείται με σιτέματα και φιλεταρισμάτα τα κρέατα που θα φτάσουν στο τραπέζι σας, αλλά και την πλούσια αστακομακαρονάδα, ένα από τα οπωσδήποτε που πρέπει να δοκιμάσετε κατά την επίσκεψή σας. Τα οικογενειακά τυριά τα συναντάμε και στη σαλάτα με καρπούζι, ντοματίνια και ξινομυζήθρα, όπου τα υγρά του καρπουζιού μετατρέπονται σε gel.
Το πρόγραμμα συνεχίζεται με το σεβίτσε από ψάρι ημέρας (εμάς μας έτυχε ένα φίνο μυλοκόπι) και σάλτσα από φραγκόσυκα, ισορροπημένο στις οξύτητες αλλά και πολύ θελκτικό στο μάτι. Λιγότερο εντυπωσιακό στην όψη, αλλά κερδίζοντας στη γεύση, το μπριάμ με φύλλο ρυζιού, κολοκύθι, μελιτζάνα, πιπεριά φλωρίνης και μους φέτας, είναι από τα καλύτερα ορεκτικά που δοκιμάσαμε. Περνώντας στα κυρίως, το κριθαράκι με γάμπαρη, ντομάτα, σαφράν και τσίλι κοντράρει στα ίσα το λινγκουίνι με ταρτάρ γαρίδας, χτένια και μπισκ. Το πρώτο, απολαυστικά χυλωμένο, ισορροπεί την κάψα από το τσίλι με την γλύκα της ντομάτας, ενώ το δεύτερο, φίνα αρωματισμένο με μοσχολέμονο, είναι διακριτικό όσο και αξιομνημόνευτο. Στα κρέατα, από την άλλη, την παράσταση κλέβει το κατσικίσιο μπούτι, με υπέροχες πατάτες και όσο-όσο δεντρολίβανο.
Την εμπειρία συμπληρώνει η καλοδιαλεγμένη λίστα κρασιών του Γιώργου Κητή (από το "Τανίνη, αγάπη μου") αλλά και τα κοκτέιλ που επιμελείται ο Κωνσταντίνος και θα ανοίξουν ή κλείσουν με τον κατάλληλο τρόπο το γεύμα σας. Αν έχετε την τύχη να βρεθείτε όπως εμείς στην κατάλληλη φάση του φεγγαριού, θα το δείτε να ανατέλλει στο βάθος κατακόκκινο και τεράστιο. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι πρόκειται για το σημείο των Κυκλάδων όπου είναι περισσότερο ορατά τα αστέρια!