Εμπνευσμένο από αλλοτινές εποχές είναι το "Ouzeri by Papaioannou", μάλλον το πιο χαλαρό και casual από τα ψαροστέκια του Γιώργου Παπαϊωάννου και του πάει πολύ το σημείο του σ’ αυτήν την όμορφη γωνιά στα απόμερα της Βουκουρεστίου, που ταυτόχρονα είναι και δεν είναι Κολωνάκι, μαζεύοντας στο όμορφο πλακόστρωτο κυρίες που έχουν βγει για τα ψώνια τους, ασκούμενους και μεγάλα κεφάλια των τριγύρω δικηγορικών γραφείων στο διάλειμμά τους, αλλά και περαστικούς του Κέντρου που μαζεύονται εδώ για ένα καφέ στα τριγύρω τραπεζάκια, ή ακόμη καλύτερα για ένα ουζάκι σ’ αυτό εδώ το ουζερί. Γιατί είναι ουζερί όχι μόνο στο όνομα, αλλά και στην ουσία του το "Ouzeri" του Παπαϊωάννου, που έχει συγκεντρώσει στην κάβα του καμιά τριανταριά ετικέτες ούζου κι άλλες τόσες σε τσίπουρα ("με" ή "άνευ", παλαιωμένα και μη), οι οποίες συνδυάζονται με διαλεχτά μεζεδάκια, αλοιφές, πιτάκια, ντελικατέτσες κι εκλεκτά θαλασσινά διαμαντάκια.
Όλα σερβίρονται σε μερίδες τσιμπολογήματος, με την εξαιρετική φρεσκάδα να υπογραμμίζει την τιμιότητα των τιμών, ενώ υπάρχει επιλογή για 50αράκι τσίπουρο ή ούζο και μίνι ποικιλία μεζέδων στα 7 ευρώ, όπου μεταξύ άλλων πρωταγωνιστούν και τα εκτός καταλόγου πιάτα που ετοιμάζει καθημερινά η κουζίνα. Ένα απ’ αυτά, οι ολόφρεσκες καραβίδες που πετύχαμε και που δεν χρειάζονται τίποτα παραπάνω από το λίγο βράσιμο που επιλέγει η κουζίνα (ίσως και λίγο λιγότερο απ’ αυτό που μας ήρθε στο τραπέζι), με τη βουτυρένια νοστιμάδα τους να ταιριάζει χάρμα με τη λεπτή οξύτητα του λαδολέμονου που τις συνόδευε, και με την ανάγλυφη θαλασσινή γεύση των κεφαλιών τους να φέρει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του Παπαϊωάννου στο sourcing της εξαιρετικής πρώτης ύλης. Πλάι τους βάλαμε ένα ψητό χταποδάκι, που είχε ωραία σχαρίσια νοστιμιά, αλλά λίγο πλαδαρό δάγκομα, ενώ ντελικατέτσα ολκής με μόνιμη θέση στο μενού είναι το συμιακό γαριδάκι που προσγειώνεται σε τροφαντή μερίδα περασμένη από αέρινο τηγάνι, που αφήνει ζουμερή και γεμάτη γεύση τη σάρκα τους να εκφραστεί στη μπουκιά.
Εκτός απ’ το ανάλαφρο τηγάνι, πάντως, μνείας αξίζει και το φίνο λάδι που έχει επιλέξει η κουζίνα για τα τηγανίσματά της, τα αρώματα του οποίου προικίζουν τις τηγανητές πατάτες, που έρχονται κομμένες αλά γαλλικά, τραγανές κι αφράτες. Αυτές, δε, δένουν χάρμα με τη ντελικάτη απαλότητα της ντοματένιας σάλτσας που αγκαλιάζει τα σμυρνέικα σουτζουκάκια, αστέρια του κρεατοφαγικού σκέλους του μενού, με ωραίο σφιχτό δάγκωμα και αρωματική σάρκα. Τα τηγανητά μοσχαρίσια κεφτεδάκια απ’ την άλλη, ήρθαν λίγο αρπαγμένα απ’ έξω και στεγνά μέσα, παρά το ωραίο ροζ χρώμα που είχε κρατήσει το κρέας τους, αλλά καλά να πάθουμε που, αντί να εκμεταλλευτούμε τις μέρες Σαρακοστής και να αφιερωθούμε αποκλειστικά στα θαλασσινά στολίδια του μενού, θέλαμε να λοξοκοιτάξουμε στα απαγορευμένα…
(+) Το καπνιστό μύδι είναι χειροποίητο και μάλιστα από χέρι απαλό, που κρατά ζουμερή τη σάρκα και το κάπνισμα διακριτικό, αλλά με ωραία επίγευση και μακρύ αρωματικό ξεδίπλωμα.
(-) Το εκμέκ κανταΐφι θέλει λίγη δουλίτσα για να σταθεί στο ύψος των πιάτων που προηγούνται, οι δε λουκουμάδες προσοχή στο τηγάνι, για να μην έρχονται άψητοι στο εσωτερικό όπως οι δικοί μας.