Η «Φάμπρικα» είναι από τα μαγαζιά με μεγάλο αντίκτυπο στην αθηναϊκή σκηνή, καθώς συνδυάζει μια χειροποίητη ιδιαιτερότητα στο ντεκόρ και μια βαθιά νοστιμιά στο φαγητό. Το κατασκεύασε ο Γιώργος Γκάτσος ανακυκλώνοντας πολλά σίδερα που προϋπήρχαν στο χώρο, με τη βοήθεια τεσσάρων κολλητών του Σέρβων, ένας εκ των οποίων, ο κουρέας Γκόραν, είχε και την καλλιτεχνική επιμέλεια. Η γιγάντια φωτογραφία του μάλιστα σε κοιτάζει διεισδυτικά με το που μπαίνεις, ενώ στο ταβάνι είναι χαραγμένα πάνω σε λαμαρίνα τα σύμβολα της ελληνοσερβικής φιλίας τους. Παλιό μωσαϊκό στο πάτωμα, καρέκλες καφενείου, μαρμάρινα τραπέζια πάνω σε ραπτομηχανές φερμένες από τη Σερβία, τραπέζια βαμμένα αντικέ σε ένα ηλεκτρισμένο τσαγαλί, ίδιο με το ψυγείο General Electric που βγάζει μάτι σε μιαν άκρη.
Τολμηρή και ιδιοσυγκρασιακή ατμόσφαιρα, με σωστές δόσεις νοσταλγίας και την αύρα μιας κουλτουριάρικης απόδοσης της δεκαετίας του ’50 – όλο σπιτική ζεστασιά. Είναι κι εκείνοι οι μπρούντζινοι πολυέλαιοι από το εξοχικό του Τίτο (!) που δίνουν μεγαλοπρέπεια... Όσο για τους θαμώνες, πρόκειται για ένα τελείως ακομπλεξάριστο μιξάζ με πολλούς ξένους, αφού το Κουκάκι και οι κοντινές γύρω περιοχές βρίθουν, καλοβαλμένους και πιο απλούς, φοιτητοπαρέες αλλά και comme il faut ιντελεκτουέλ...
Ύστερα από σπουδές θεολογίας στο Βελιγράδι ο Γκάτσος έκανε στο Άγιον Όρος το διακόνημα της μαγειρικής και τελικά διάλεξε να μαγειρεύει επαγγελματικά, διότι όπως μου έχει πει και ο ίδιος με χιούμορ: «Ο μάγειρας δεν πρόκειται να πάει ποτέ στην κόλαση, αφού βρίσκεται ήδη εκεί, όπως επισημαίνει και ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης»!
Μαγειρεύει δε πολύ καλά, κάτι που φαίνεται καθαρά σε μία από τις καταξιωμένες σπεσιαλιτέ του, τα μανιτάρια σοτέ με Μαλαγουζιά Χρυσοστόμου, που έρχονται ζουμερά και πεντανόστιμα σαν κρέας, μαγειρεμένα με ακρίβεια μαζί με μυρωδάτο φινόκιο, σκορδόλαδο και θυμάρι. Η ντοματοσαλάτα του μοσχοβολάει κι έχει άποψη έτσι όπως έρχεται κομμένη σε φέτες οριζόντιες, μαζί με καππαρόφυλλα και μπόλικο δυόσμο. Η κιμαδόπιτα Σμύρνης ερεθίζει τη γλώσσα με τον ανατολίτικο, μερακλίδικο αισθησιασμό της: το φύλλο είναι άψογα τραγανό και η γέμιση έχει ακόμη σταφίδα, φιστίκι Αιγίνης, φέτα και γραβιέρα.
Εκτός από το στάνταρ μενού, η «Φάμπρικα του Ευφρόσυνου» προτείνει και πολλά πιάτα ημέρας. Έτσι, εκτός από τα ωραία, homemade βαρένικα (ποντιακά ραβιόλια), γεμιστά με μοσχάρι και αρνί, δοκίμασα και μαύρα με μελάνι σουπιάς γεμιστά με λαχανικά και ψάρι. Το χταπόδι στη γάστρα συνοδεύεται από πολύ καλή φάβα, με αμυγδαλάτη γεύση, και ο μοσχαρίσιος σιδηρόδρομος (στηθοπλευρά), μαριναρισμένος σε ροζέ κρασί και μέλι, έχει την τρυφεράδα βραστού και τη νοστιμιά ψητού της κατσαρόλας. Το λιβανέζικο μαχαλεμπί στο φινάλε είναι σαν ανατολίτικη μαστιχάτη πανακότα, με σιρόπι τριαντάφυλλο και φιστίκι Αιγίνης.