Ο Διονύσης Κούκης μεταφέρει τις πρώτες εντυπώσεις από το εντυπωσιακό restart του εμβληματικού ξενοδοχείου της Θεσσαλονίκης καθώς και μια γεύση της –εν εξελίξει– γαστρονομικής πρότασης του Σωτήρη Ευαγγέλου.
Δεν θα ήταν υπερβολή να το πούμε. Για τον επισκέπτη της Θεσσαλονίκης που στέκεται σε κάποιο σημείο της παραλίας, στο λιμάνι για παράδειγμα, και απολαμβάνει τη θέα, δύο είναι τα κτίσματα που σφραγίζουν με εμβληματικό τρόπο την εικόνα της πόλης: Ο Λευκός Πύργος και στο βάθος η αυστηρή και επιβλητική φιγούρα του «Μακεδονία Palace». Στα χρόνια που πέρασαν από τότε που πρωτοπάτησα το πόδι μου στην πόλη μέχρι και σήμερα αυτά είναι τα δύο πιο βασικά στοιχεία που μαζί με την Αριστοτέλους μου θυμίζουν ανά πάσα στιγμή που βρίσκομαι. Σε ότι με αφορά το «Μακεδονία Palace» το έζησα και με το παραπάνω. Επαγγελματικές υποχρεώσεις, Διεθνής Έκθεση, Φεστιβάλ Κινηματογράφου, ΔΕΤΡΟΠ και πολλά άλλα ήταν πάντα μια καλή ευκαιρία να περάσω λίγες μέρες σε ένα από τα δωμάτια του, πάντα σε όροφο ψηλά και πάντα με θέα τη θάλασσα. Κερασάκι στην τούρτα ήταν φυσικά το φαγητό. Το «Μακεδονία Palace» χωρίς υπερβολή ήταν ο γαστρονομικός φάρος της πόλης και βρίσκεται στη ρίζα της γαστρονομικής εξέλιξης της Θεσσαλονίκης με εμβληματική φιγούρα τον executive chef Σωτήρη Ευαγγέλου, ο οποίος παρών και σήμερα, σφραγίζει με την παρουσία του την αναγέννηση και τη δυναμική επιστροφή του ξενοδοχείου που άνοιξε εκ νέου τις πόρτες του, απόλυτα νέο, το Μάιο που πέρασε.
Αν και την τελική εικόνα θα την απολαύσουμε λίγο πριν το τέλος του χρόνου τολμώ να πω, μετά από μία πρόσφατη επίσκεψη, ότι το σήμερα δεν έχει καμία σχέση με το χτες. Η διαφορά φαίνεται από τη στιγμή που περνάς την κεντρική είσοδο και βρίσκεσαι σε ένα εκτυφλωτικά λευκό χώρο με μια γοητευτική αυστηρότητα, ανοικτό πέρα ως πέρα, που σε φέρνει σε άμεση επαφή με τη θάλασσα, η οποία βρίσκεται στην άλλη πλευρά του ξενοδοχείου. Βασικό χαρακτηριστικό του lobby είναι η σοφά σχεδιασμένη διάταξη των χώρων που εξασφαλίζει μια επιβλητική ενότητα χωρίς να καταργεί τη διακριτότητα και να δημιουργεί σύγχυση.
Ανάλογη είναι η αίσθηση και η ευχαρίστηση που δημιουργούν οι εξωτερικοί χώροι που συνδέουν το κυρίως κτίριο με τη θάλασσα. Παρά το γεγονός ότι αναμένονται πολλές αλλαγές, το περιβάλλον σε κρατάει και σου δημιουργεί την επιθυμία να μείνεις. Εξαιρετική είναι επίσης και η αισθητική των δωματίων που δεν θυμίζουν σε τίποτε το παλιό «Μακεδονία Palace». Αρμονικός συνδυασμός σύγχρονου και κλασικού, σοφή επιλογή γκρι, λευκών και καφέ χρωμάτων που ελκύουν οπτικά τον επισκέπτη και κάνουν ευχάριστη τη διαμονή μαζί με όλα τα facilities που αρμόζουν στο επίπεδο του ξενοδοχείου, δημιουργούν place to live για λίγες ή για περισσότερες ημέρες.
Άφησα για το τέλος τη γεύση αλλά για την ώρα δεν θα πω πολλά. Ο Σωτήρης Ευαγγέλου αποτελεί εγγύηση για την τελική γευστική πρόταση. Το λέω μετά λόγου γνώσεως. Για την ώρα, το Ιταλικό εστιατόριο του Μακεδονία, το Navona, είναι ότι καλύτερο έχει να προτείνει η πόλη σε συνδυασμό γευστικής ποιότητας, θέσης και ατμόσφαιρας. Δεν πρέπει να το χάσετε.
Σε ότι αφορά το «Salonica Restaurant» θα πω ότι είναι απλά μια επιτυχημένη εισαγωγή για την ολοκληρωμένη γευστική πρόταση που θα κάνει το ξενοδοχείο πριν το τέλος του χρόνου. Η κουζίνα είναι σύγχρονη ελληνική, ο συνδυασμός των γεύσεων και η παρουσίαση έχουν την υπογραφή Ευαγγέλου και απλά αποτελούν μια πρώτη εικόνα της τελικής πρότασης η οποία ωστόσο βάζει το ξενοδοχείο από την πρώτη στιγμή στο γαστρονομικό χάρτη της πόλης.
Θα μπορούσα να γράψω πολλά ακόμα. Εν αναμονή όμως της ολοκλήρωσης του project θα σταματήσω εδώ και υπόσχομαι να επανέλθω σύντομα αφού προηγουμένως ένα από καρδιάς συγχαρητήρια στον γενικό Διευθυντή κ. Άλκη Σωτηρίου και σε όλο το team του ξενοδοχείου. Πολλοί απ’ αυτούς ανήκουν στην παλιά φρουρά του «Μακεδονία Palace». Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο χώρο του τουρισμού, αλλά όχι μόνο σε αυτόν, η επιτυχία και τα εύσημα δεν ανήκουν στα ντουβάρια και στην τεχνολογία αλλά στους ανθρώπους που τα στηρίζουν και τους δίνουν ζωή και υπόσταση.