Αναβρασμός, πηγαινέλα, χαρά, ευωχία! Το City Link με τα καφέ-μπαρ και τα εστιατόριά του και αιχμή του δόρατος το αναγεννημένο «Zonar’s» γίνεται το επίκεντρο της καλοπέρασής μας στη γιορτινή Αθήνα.
Το άνοιγμα του Attica στο ανακαινισμένο διατηρητέο κτίριο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού το 2005 άλλαξε το κέντρο βάρους της πόλης. Όχι μόνο χωροταξικά, μειώνοντας την επιρροή του Κολωνακίου, αλλά και συναισθηματικά, αφού εμφύσησε στην καρδιά των Αθηναίων μια ισχυρή δόση αισιοδοξίας. Φέτος ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα με το πολυαναμενόμενο re-opening του ριζικά ανακαινισμένου «Zonar’s». Για να καταλάβετε για τι κοσμοσυρροή μιλάμε, έμαθα από έγκυρες πηγές ότι στο food & beverage κομμάτι του City Link παρατηρείται αύξηση 50% σε σχέση με πέρυσι! Η χριστουγεννιάτικη διακόσμηση με τις τεράστιες μπορντό μπάλες προσωπικά μου φαίνεται κάπως βαριά, αλλά η χαρούμενη αύρα του κόσμου σπινθηρίζει και κάνει όλη τη φάση άκρως σαμπανιζέ.
Λέω λοιπόν να ξεκινήσω τη βόλτα μου από το παλαιότερο εστιατόριο της νέας εποχής της στοάς Σπυρομήλιου, το Pasaji, όπου ο Άρης Τσανακλίδης και η ομάδα του (Γιάννης Βιδάλης και Γιάννης Χρυσοχοΐδης) «πάντρεψαν» μοντέρνες ελληνικές γεύσεις και αγαπημένα παραδοσιακά προϊόντα, όπως το μελίχλωρο τυρί της Λήμνου, με εξωτικά πιάτα και fusion δημιουργίες εμπνευσμένες από το δικό τους ταξίδι σε διάφορα εστιατόρια του πλανήτη. Για αρχή θα σημειώσω το ωραίο και τίμιο σούσι με ποιοτικό ρύζι και ολόφρεσκα ψάρια – προσωπική μου προτίμηση το dragon με καραμελωμένο χέλι, καβούρι και αβοκάντο.
Και για να συνεχίσουμε σε εξωτικό μοτίβο, προτείνω το μοσχαρίσιο tataki που κερδίζει έξτρα πόντους από την πικάντικη miso sauce και το πετυχημένο κοτόπουλο με γλυκόξινη σος σόγιας. Στα κρέατα δοκίμασα strip loin από black angus πάνω σε καυτή πέτρα συνοδεία τριών πολύ καλών σος (μανιταριών, εξαιρετική pepper και bearnaise) μαζί με ταιριαστό τραγανό πατατάκι. Χάρηκα στριφτάρια με πικάντικη σάλτσα από μοσχάρι και χοιρινό, με ψητές ντομάτες και πιπεριές, πασπαλισμένα με μελίχλωρο, αλλά και το fusion ριζότο με βασιλικό καβούρι, λεμονόχορτο, κρόκο Kοζάνης και ginger confit. Το σπασμένο μιλφέιγ με κρέμα, παγωτό βανίλια και σοκολάτα, πασπαλισμένο με κροκάν αμυγδάλου είναι σήμα κατατεθέν εδώ· καινούργιο είναι το επιδόρπιο με fair trade σοκολάτα Casa Luker Ecuador 70% με καραμέλα, τραγανό biscuit σοκολάτας και φουντούκια.
Στη στοά, ο Μιχάλης και η Νάια (Jazz the 2) σκορπούν με τις πολύ ωραίες φωνές τους νεοϋορκέζικο χρώμα. Ακριβώς απέναντι, το ανανεωμένο City Bistro έχει ανοίξει διάπλατα τις πόρτες και τα παράθυρά του και έχει μετακινήσει προς τα πίσω την μπάρα του – αυτή η γεωγραφία του ταιριάζει νομίζω καλύτερα διότι προσφέρει στους θαμώνες ανεμπόδιστο χάζι στην περαντζάδα. Ο Νίκος Σκλήρας, επικεφαλής σεφ του Ομίλου Πανά, έχει δημιουργήσει ένα μενού ευρωπαϊκού μπιστρό με πολλά comfort πιάτα που παίζουν μπάλα όλες τις ώρες.
Το γενναιόδωρο croque madame με αβγό μάτι πάνω στα ψωμάκια του είναι ό,τι πρέπει για πρωινό στύλωμα και brunch όπως και το καρπάτσιο σολομού με ξύσμα λεμονιού, ενώ μια ζεστή, γκρατιναρισμένη με τυρί κρεμμυδόσουπα σε στέλνει με την πρώτη κουταλιά στο Παρίσι. Δημοφιλής επιλογή η γλώσσα meuniere με ωραίες σοταρισμένες μικρούλικες νεαρές πατάτες, αλλά προσωπικά μου αρέσει περισσότερο ένα τραγανό μπουτάκι πάπιας confit σιγομαγειρεμένο στο λίπος του με πουρέ γλυκιάς κολοκύθας κρασάτη σος και βατόμουρα.
Όσο για την εξαιρετική κρεμ μπριλέ του Σκλήρα δηλώνω ότι είναι από μόνη της λόγος για να κάτσω στα τραπέζια του «City Bistro». Δίπλα του και απέναντι, τώρα, το «City Bar» μετονομάστηκε σε Bar de Theatre με τις δέουσες αλλαγές στη διακόσμηση: memorabilia από τις παραστάσεις των θεάτρων της «γειτονιάς». Τα βράδια ζωντανεύει από τον θεατρόκοσμο που δίνει εδώ αυθόρμητο ραντεβού για να πιει το ποτό του, να χαλαρώσει και να κουβεντιάσει γι’ αυτό που είδε ή αυτό που έπαιξε.
Καφέδες πρώτης τάξεως, όπως ο Organic Competition της TAF, ψαγμένα κρασιά και κοκτέιλ είναι τα στάνταρ, αλλά κάθε απόγευμα 5.30 με 9.30 μ.μ. είναι η ώρα του ιταλικού aperitivo: πληρώνοντας το κρασί σου, έχεις στη διάθεσή σου free μια σειρά από σαντουιτσάκια –με κρέμα τυριού με καπνιστό σολομό, κρέμα τυριού με μπρικ, κατίκι με σαλάμι Λευκάδας– ή μεζέδες όπως μοτσαρέλα τυλιγμένη με προσούτο, μοτσαρέλα και ντομάτα, ελαιόλαδο και φρυγανισμένο ψωμί. Περνούν οι σερβιτόροι, σε κερνάνε από μια πιατέλα και η ατμόσφαιρα ζωντανεύει.
Γωνία Βουκουρεστίου και Σπυρομήλιου το Clemente VIII μου θυμίζει τα πανέμορφα cafes του Τορίνο με το άφθονο ξύλο, τα ψηφιδωτά και τα ζωγραφισμένα ταβάνια. Το όνομά του αποτίνει φόρο τιμής στον πάπα που ευλόγησε τον καφέ, καθόλου τυχαία επιλογή αφού όλοι οι καφέδες του μαγαζιού, από τον εσπρέσο και τον καφέ φίλτρου μέχρι τον ελληνικό, είναι ειδικά χαρμάνια που έφτιαξε Ιταλός coffee expert. Πολυσύχναστο, με μια αύρα που θαρρείς και συγκεντρώνεται ολόκληρη στη μαγική του μπάρα, ιδανικό σημείο για να ρουφήξεις τον καφέ σου στο όρθιο.
Υπάρχουν βεβαίως κι άλλα ωραία πράγματα, όπως οι πρωτότυποι αντιοξειδωτικοί χυμοί, τα ποικίλα panini, οι σαλάτες, τα μπέργκερ, τα ωραία γλυκά, οι ζεστές σοκολάτες και τα κρουασάν. Υπάρχει πάντα κάτι μποέμ στην μπάρα του, γι’ αυτό το «Clemente VIII» παραμένει από τα αγαπημένα στέκια στο κέντρο της Αθήνας.
Το The Upper House είναι το καλά κρυμμένο μυστικό του City Link. Ακόμα κι όταν σουλατσάρεις στον 6ο όροφο του «Attica» δεν το καλοπαίρνεις χαμπάρι! Το σύνθημά του, «drink, taste, socialize», το βλέπεις όταν παίρνεις το ασανσέρ από τη στοά πριν το «Clemente VIII» και το ευχάριστο πολύ όμορφο ντεκόρ του το έχουν επιμεληθεί οι Μουρίκης-Γαβαλάς που έχουν επέμβει και στη διακόσμηση του «Clemente VIII» και του «Pasaji» (το «Life goes on», γραμμένο με λάμπες, αισιοδοξεί σε θεατρικό pop).
Σεπαρέ, πολυμορφική επίπλωση σε πετυχημένο κολάζ, μεγάλα raw ξύλινα τραπέζια και πάρα πολλά φυτά είναι τα υλικά της συνταγής αυτού του χαλαρωτικού χώρου, όπου το να βρεις τραπέζι είναι σαφώς ευκολότερο. Η γκάμα του καταλόγου του είναι τόσο μεγάλη που περιλαμβάνει σχεδόν ό,τι βρίσκεις στο υπόλοιπο City Link.
Φινάλε με Zonar’s, το οποίο πυροδότησε ποταμό αιχμηρών σχολίων στα social media για το θέμα της «πόρτας». Να πούμε λοιπόν ότι πλέον είναι κυριολεκτικά ορθάνοιχτο, όπως πρέπει δηλαδή, αλλά να επισημάνουμε ότι για να σιγουρέψει κάποιος το τραπέζι του, είτε για καφέ είτε για φαγητό, δεν βλάπτει να κάνει μια κράτηση αυτές τις καυτές γιορτινές μέρες που στο City Link γίνεται χαμός.
Εγώ πήγα για afternoon tea συνοδεία ζωντανής κλασικής μουσικής. Διάλεξα ένα ασυνήθιστο δυνατό τσάι με ολόκληρα κομμάτια σοκολάτας και χάρηκα μαζί του ένα όμορφο βρετανικό σερβίρισμα αλμυρών και γλυκών λιχουδιών. Δίπλα μας ένα ντουέτο –πλήκτρα, βιολί– έπαιζε χαμηλόφωνα όμορφα κλασικά κομμάτια· μόνο που έτσι όπως είναι τοποθετημένο σε μιαν άκρη ενός τόσο μεγάλου και πολυδιασπασμένου χώρου περνά απαρατήρητο και είναι κρίμα. Έχει μια στιλάτη γλύκα ο ριζικά ανακαινισμένος χώρος. Μια εντυπωσιακή σύνθεση που θυμίζει lounge ξενοδοχείου και ιδιωτικού βρετανικού club μαζί· υποσυνείδητα μου έφερε στο μυαλό την αύρα του φιλμ «The Grand Budapest Hotel».
Μπουαζερί από ξύλο καρυδιάς στο χρώμα της ανοιχτόχρωμης σοκολάτας και του πούρου στους τοίχους· στο κέντρο δεσπόζει η μεγαλύτερη μάλλον μπάρα της Αθήνας με τις άκρες της στρογγυλεμένες και την επιφάνειά της ντυμένη με κασσίτερο· από πάνω της μια συστοιχία μπρούντζινων ταινιών ξετυλίγεται σαν φυσαρμόνικα, παρακολουθώντας το σχήμα της, και μπροστά της απλώνονται στουλ-πολυθρόνες ντυμένα με γαλάζιο βελούδο.
Πράσινο, πετρόλ, ανοιχτό μπλε, χρυσαφένιο, κόκκινο, κακάο: σ’ αυτά τα χρώματα είναι ραμμένη η στολή των επίπλων. Αριστερά η διαμόρφωση είναι πιο lounge, με καναπέδες, αναπαυτικές πολυθρόνες, ένα τζάκι στο βάθος, και τραπέζια για δύο περιφερειακά στην τζαμαρία. Δεξιά οι κόκκινες καρέκλες του εστιατορίου και τα στρωμένα με διπλό λευκό τραπεζομάντιλο εκπέμπουν ήρεμη αρχοντιά. Η μέρα στο «Zonar’s» αρχίζει με μπρέκφαστ από τις 8.30 μ.μ.
Τσιμπολόγησα λίγες γεύσεις από τον κατάλογό του την πρώτη μέρα που σέρβιρε φαγητό, αλλά μην περιμένετε κριτικές με το «καλημέρα». Και στο πιο γκουρμέ ρεστοράν είναι φυσικό να υπάρχουν παιδικές ασθένειες όταν το μαγαζί μπουσουλάει ακόμα. Ο επικεφαλής σεφ Νίκος Σκλήρας, ωστόσο, είναι πολύ έμπειρος, έχοντας ψηθεί τα καλοκαίρια στο «Island» όπου σερβίριζε εκατοντάδες ανθρώπους, οπότε πιστεύω ότι σύντομα οι γευστικές μηχανές του «Zonar’s» θα δουλεύουν απολύτως στρωτά.